Άρθρο του κ. Σαράντου Λέκκα, Οικονομολόγου στο bankingnews
Το 2019 έχει χαρακτηρισθεί ως εκλογικό έτος κάτι που ενδεχόμενα δημιουργήσει υπό προϋποθέσεις ασφυκτικό περιβάλλον για την οικονομία.
Η αμφίδρομη σχέση πολιτικής και οικονομίας είναι δεδομένη πλην όμως στην χώρα μας που ο λαϊκισμός ενδημεί ως μάστιγα η απουσία σοβαρότητας οδηγεί στην μεταβολή των πολιτικών συνθηκών κατά το δοκούν , με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον εκλογικό νόμο.
Δεν είναι τυχαίες οι οικονομικές δυνατότητες ορισμένων κρατών που κάλλιστα μπορούν να θεωρηθούν και ως αποτέλεσμα του σεβασμού που επιδεικνύεται στο πολιτικό υπόβαθρο που έχει σχηματισθεί και παραμένει αναλλοίωτο επι αιώνες.
Μερικές φορές αναφερόμαστε στην έλλειψη σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος και φυσικά εστιάζουμε στην αναγκαστική μεταβολή του λόγω του δυσμενούς δημοσιονομικού περιβάλλοντος ενώ μας διαφεύγει το διαχρονικό κουσούρι των μεταβολών σε βασικά θεσμικά υπόβαθρα.
Η μεγάλη προσπάθεια που έχει λάβει χώρα κατά την τελευταία 8ετια και η οποία ως γενική αναφορά απεικονίζεται με τις θυσίες των παραγωγικών μονάδων, την συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου και την ισοπέδωση κοινωνικών, με την παραγωγική έννοια του όρου, κατακτήσεων, δεν πρέπει να χαθούν.
Η επιστροφή στην δημοσιονομική ορθοδοξία βεβαίως δεν μπορεί να αποτυπωθεί μόνο ως ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, ούτε ως άλλο ένα ωραιοποιημένο μέγεθος του προϋπολογισμού.
Εκείνο του απαιτείται είναι να μην υπάρξει σε πρώτη φάση μιας και χρονικά δεν έχουμε ξεφύγει και πολύ από το τέλος του τρίτου προγράμματος οπισθοχωρήσεις σε πρακτικές και ιδεοληψίες που μας έφεραν σε σημείο δημοσιονομικού αδιεξόδου.
Η προεκλογική περίοδος που διανύουμε εάν φύγει από τα όρια του 5μηνου ενδέχεται να θεωρηθεί παρατεταμένη και άρα να εκφυλιστεί σε παρακινδυνευμένες πρακτικές απόλυτα τριτοκοσμικού τύπου.
Όπως είναι γνωστό τον Μάιο έχουμε εκλογές για την Τοπική αυτοδιοίκηση και για την Ευρωβουλή και πολύ πιθανό και ανεξάρτητα από την λήψη ψήφου εμπιστοσύνης και Εθνικές εκλογές.
Με δεδομένη την απουσία ισχυρής πλειοψηφίας για να μην ισχυρισθούμε την ύπαρξη ευκαιριακής πλειοψηφίας η ανάγκη τριπλών εκλογών είναι επιτακτική.
Και αυτό γιατί μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδος θα οδηγήσει σε περιπέτειες την οικονομία ενώ θα δώσει και το μήνυμα της έλλειψης στοιχειώδους σοβαρότητας.
Απαιτείται ανάπτυξη και άρα πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση.
Τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να χαροποιούν τους πιστωτές όμως δεν προσδίδουν εχέγγυα περαιτέρω ενίσχυσης της οικονομίας.
Η μεταφορά πόρων προς παραγωγικούς σκοπούς είναι επιτακτική ανάγκη εάν κρίνουμε από τα σημερινά επίπεδα όπου συνδυαστικά με την έλλειψη κυβερνητικής σοβαρότητας δημιουργείται ένα απόλυτα δυσμενές πλαίσιο αναπτυξιακών πρωτοβουλιών.
Επιτακτική ανάγκη βεβαίως είναι και η παγίωση των μεταβολών που έγιναν στις δαπάνες διότι μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδος ενδέχεται να στηριχθεί σε παραλλαγές διαχρονικών πρακτικών που θα έχουν αντίκτυπο στο διαχρονικό πρόβλημα των εκλογικών κύκλων που ακούει στο όνομα διόγκωση των δαπανών.
Ακόμη και οι ρουσφετολογικού χαρακτήρα εξαγγελίες, χωρίς ελπίδα υλοποίησης, δημιουργούν κλίμα και αποδεικνύουν ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν κατενόησε ούτε την γενικότερη ανάγκη να μην λειτουργούμε ως χώρα πάνω από τις δυνατότητες μας.
Όταν για παράδειγμα το αναγκαίο μέλημα της αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους από ιδιωτικά κεφάλαια υπό τις παρούσες συνθήκες θεωρείτε ως εγχείρημα υψηλού ρίσκου τότε εάν σε αυτές τις συνθήκες προσθέσουμε την αδράνεια που συνοδεύει κάθε προεκλογική περίοδο και το μονοδιάστατο έργο των εξαγγελιών και της χαλαρότητας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού (μια εικόνα είχαμε από τα τέλη κυκλοφορίας) τότε εύκολα μπορούμε να κατανοήσουμε ότι η έξοδος από τον φαύλο κύκλο καθίσταται όνειρο θερινής νυκτός.
Πολιτική αβεβαιότητα με την έννοια της μετεκλογικής ακυβερνησίας δεν υπάρχει αφού πλέον θεωρείτε βέβαιη η πολιτική μεταβολή.
Εκείνο που προβληματίζει και μάλιστα έντονα είναι να χαθούν οι δέκα μήνες του 2019 εάν υποτεθεί ότι θα υπάρξει εξάντληση της 4ετιας.
Να χαθεί ένα ακόμη κρίσιμο χρονικό διάστημα, ανάλογου του πρώτου 6μηνου του 2015 και να υποχωρήσουμε σε συνθήκες πανικού και τετελεσμένων.
Η αλλαγή οικονομικού μίγματος και οι αναπτυξιακές δράσεις είναι θεμελιώδες προϋποθέσεις ενός νέου ξεκινήματος σε υγιής δημοσιονομικές βάσεις.
Η υπερφορολόγηση και η συνέχιση της σπατάλης σε ότι αφορά το παρασιτικό μέρος της κυβερνητικής λειτουργίας πρέπει να πάρει τέλος.
Η οικονομία και οι παραγωγικοί της συντελεστές βιώνουν συνθήκες ασφυξίας, είτε μέσω της γραφειοκρατίας, είτε μέσω των κυβερνητικών παλινδρομήσεων.
Το παραμύθι της έλλειψης ρευστότητας πρέπει να πάρει τέλος.
Μετά από μια παρατεταμένη χρονικά οικονομική κρίση η επανεκκίνηση της οικονομικής ανάπτυξης βασίζεται κυρίως στην αξιοποίηση της πλεονάζουσας δυναμικότητας παραγωγικών συντελεστών που έχουν προκύψει από την περίοδο της κρίσης.
Η επέκταση των εργασιών βασίζεται στα ίδια κεφάλαια, την καθαρή αποταμίευση και την απόδοση μικρότερου μερίσματος στους μετόχους ενώ αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και εκδόσεις εταιρικών ομολόγων αποτελούν ισχυρές εναλλακτικές πήγες.
Όμως όταν οι παλινωδίες και το στρεβλό πολιτικό σκηνικό αυξάνει το κόστος χρήματος για τις επιχειρήσεις ποια εταιρεία θα προβεί σε έκδοση ομολογιακού δανείου;
Εν κατακλείδι ο φόβος να χαθεί κρίσιμος χρόνος σε μια περίοδο που πρέπει να δρομολογηθούν αναπτυξιακού χαρακτήρα πολιτικές είναι μεγάλος λόγω του ενδεχόμενου να υπάρξει παρατεταμένη χρονική περίοδος.
Ο φόβος παίρνει διαστάσεις εφιάλτη εάν αναλογιστούμε την τάση αύξησης των δαπανών στο τέλος κάθε πολιτικού κύκλου πόσο μάλλον όταν η υφιστάμενη προεκλογική περίοδος μπορεί να έχει διάρκεια από 5 μήνες στην καλύτερη των περιπτώσεων και 10 μήνες στην χειρότερη εάν υπάρξει τάση εξάντλησης της 4ετιας.
Σε φυσιολογικές πολιτικά χώρες όπου η διάρκεια του πολιτικού κύκλου αλλά και το εκλογικό σύστημα είναι σταθερά τέτοια πράγματα είναι αδιανόητα γι΄αυτό και οι οικονομίες τους είναι θωρακισμένες τουλάχιστον από τους πολιτικούς ακτιβισμούς.
Σαράντος Λέκκας
Οικονομολόγος
www.bankingnews.gr
Η αμφίδρομη σχέση πολιτικής και οικονομίας είναι δεδομένη πλην όμως στην χώρα μας που ο λαϊκισμός ενδημεί ως μάστιγα η απουσία σοβαρότητας οδηγεί στην μεταβολή των πολιτικών συνθηκών κατά το δοκούν , με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον εκλογικό νόμο.
Δεν είναι τυχαίες οι οικονομικές δυνατότητες ορισμένων κρατών που κάλλιστα μπορούν να θεωρηθούν και ως αποτέλεσμα του σεβασμού που επιδεικνύεται στο πολιτικό υπόβαθρο που έχει σχηματισθεί και παραμένει αναλλοίωτο επι αιώνες.
Μερικές φορές αναφερόμαστε στην έλλειψη σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος και φυσικά εστιάζουμε στην αναγκαστική μεταβολή του λόγω του δυσμενούς δημοσιονομικού περιβάλλοντος ενώ μας διαφεύγει το διαχρονικό κουσούρι των μεταβολών σε βασικά θεσμικά υπόβαθρα.
Η μεγάλη προσπάθεια που έχει λάβει χώρα κατά την τελευταία 8ετια και η οποία ως γενική αναφορά απεικονίζεται με τις θυσίες των παραγωγικών μονάδων, την συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου και την ισοπέδωση κοινωνικών, με την παραγωγική έννοια του όρου, κατακτήσεων, δεν πρέπει να χαθούν.
Η επιστροφή στην δημοσιονομική ορθοδοξία βεβαίως δεν μπορεί να αποτυπωθεί μόνο ως ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, ούτε ως άλλο ένα ωραιοποιημένο μέγεθος του προϋπολογισμού.
Εκείνο του απαιτείται είναι να μην υπάρξει σε πρώτη φάση μιας και χρονικά δεν έχουμε ξεφύγει και πολύ από το τέλος του τρίτου προγράμματος οπισθοχωρήσεις σε πρακτικές και ιδεοληψίες που μας έφεραν σε σημείο δημοσιονομικού αδιεξόδου.
Η προεκλογική περίοδος που διανύουμε εάν φύγει από τα όρια του 5μηνου ενδέχεται να θεωρηθεί παρατεταμένη και άρα να εκφυλιστεί σε παρακινδυνευμένες πρακτικές απόλυτα τριτοκοσμικού τύπου.
Όπως είναι γνωστό τον Μάιο έχουμε εκλογές για την Τοπική αυτοδιοίκηση και για την Ευρωβουλή και πολύ πιθανό και ανεξάρτητα από την λήψη ψήφου εμπιστοσύνης και Εθνικές εκλογές.
Με δεδομένη την απουσία ισχυρής πλειοψηφίας για να μην ισχυρισθούμε την ύπαρξη ευκαιριακής πλειοψηφίας η ανάγκη τριπλών εκλογών είναι επιτακτική.
Και αυτό γιατί μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδος θα οδηγήσει σε περιπέτειες την οικονομία ενώ θα δώσει και το μήνυμα της έλλειψης στοιχειώδους σοβαρότητας.
Απαιτείται ανάπτυξη και άρα πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση.
Τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να χαροποιούν τους πιστωτές όμως δεν προσδίδουν εχέγγυα περαιτέρω ενίσχυσης της οικονομίας.
Η μεταφορά πόρων προς παραγωγικούς σκοπούς είναι επιτακτική ανάγκη εάν κρίνουμε από τα σημερινά επίπεδα όπου συνδυαστικά με την έλλειψη κυβερνητικής σοβαρότητας δημιουργείται ένα απόλυτα δυσμενές πλαίσιο αναπτυξιακών πρωτοβουλιών.
Επιτακτική ανάγκη βεβαίως είναι και η παγίωση των μεταβολών που έγιναν στις δαπάνες διότι μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδος ενδέχεται να στηριχθεί σε παραλλαγές διαχρονικών πρακτικών που θα έχουν αντίκτυπο στο διαχρονικό πρόβλημα των εκλογικών κύκλων που ακούει στο όνομα διόγκωση των δαπανών.
Ακόμη και οι ρουσφετολογικού χαρακτήρα εξαγγελίες, χωρίς ελπίδα υλοποίησης, δημιουργούν κλίμα και αποδεικνύουν ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν κατενόησε ούτε την γενικότερη ανάγκη να μην λειτουργούμε ως χώρα πάνω από τις δυνατότητες μας.
Όταν για παράδειγμα το αναγκαίο μέλημα της αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους από ιδιωτικά κεφάλαια υπό τις παρούσες συνθήκες θεωρείτε ως εγχείρημα υψηλού ρίσκου τότε εάν σε αυτές τις συνθήκες προσθέσουμε την αδράνεια που συνοδεύει κάθε προεκλογική περίοδο και το μονοδιάστατο έργο των εξαγγελιών και της χαλαρότητας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού (μια εικόνα είχαμε από τα τέλη κυκλοφορίας) τότε εύκολα μπορούμε να κατανοήσουμε ότι η έξοδος από τον φαύλο κύκλο καθίσταται όνειρο θερινής νυκτός.
Πολιτική αβεβαιότητα με την έννοια της μετεκλογικής ακυβερνησίας δεν υπάρχει αφού πλέον θεωρείτε βέβαιη η πολιτική μεταβολή.
Εκείνο που προβληματίζει και μάλιστα έντονα είναι να χαθούν οι δέκα μήνες του 2019 εάν υποτεθεί ότι θα υπάρξει εξάντληση της 4ετιας.
Να χαθεί ένα ακόμη κρίσιμο χρονικό διάστημα, ανάλογου του πρώτου 6μηνου του 2015 και να υποχωρήσουμε σε συνθήκες πανικού και τετελεσμένων.
Η αλλαγή οικονομικού μίγματος και οι αναπτυξιακές δράσεις είναι θεμελιώδες προϋποθέσεις ενός νέου ξεκινήματος σε υγιής δημοσιονομικές βάσεις.
Η υπερφορολόγηση και η συνέχιση της σπατάλης σε ότι αφορά το παρασιτικό μέρος της κυβερνητικής λειτουργίας πρέπει να πάρει τέλος.
Η οικονομία και οι παραγωγικοί της συντελεστές βιώνουν συνθήκες ασφυξίας, είτε μέσω της γραφειοκρατίας, είτε μέσω των κυβερνητικών παλινδρομήσεων.
Το παραμύθι της έλλειψης ρευστότητας πρέπει να πάρει τέλος.
Μετά από μια παρατεταμένη χρονικά οικονομική κρίση η επανεκκίνηση της οικονομικής ανάπτυξης βασίζεται κυρίως στην αξιοποίηση της πλεονάζουσας δυναμικότητας παραγωγικών συντελεστών που έχουν προκύψει από την περίοδο της κρίσης.
Η επέκταση των εργασιών βασίζεται στα ίδια κεφάλαια, την καθαρή αποταμίευση και την απόδοση μικρότερου μερίσματος στους μετόχους ενώ αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και εκδόσεις εταιρικών ομολόγων αποτελούν ισχυρές εναλλακτικές πήγες.
Όμως όταν οι παλινωδίες και το στρεβλό πολιτικό σκηνικό αυξάνει το κόστος χρήματος για τις επιχειρήσεις ποια εταιρεία θα προβεί σε έκδοση ομολογιακού δανείου;
Εν κατακλείδι ο φόβος να χαθεί κρίσιμος χρόνος σε μια περίοδο που πρέπει να δρομολογηθούν αναπτυξιακού χαρακτήρα πολιτικές είναι μεγάλος λόγω του ενδεχόμενου να υπάρξει παρατεταμένη χρονική περίοδος.
Ο φόβος παίρνει διαστάσεις εφιάλτη εάν αναλογιστούμε την τάση αύξησης των δαπανών στο τέλος κάθε πολιτικού κύκλου πόσο μάλλον όταν η υφιστάμενη προεκλογική περίοδος μπορεί να έχει διάρκεια από 5 μήνες στην καλύτερη των περιπτώσεων και 10 μήνες στην χειρότερη εάν υπάρξει τάση εξάντλησης της 4ετιας.
Σε φυσιολογικές πολιτικά χώρες όπου η διάρκεια του πολιτικού κύκλου αλλά και το εκλογικό σύστημα είναι σταθερά τέτοια πράγματα είναι αδιανόητα γι΄αυτό και οι οικονομίες τους είναι θωρακισμένες τουλάχιστον από τους πολιτικούς ακτιβισμούς.
Σαράντος Λέκκας
Οικονομολόγος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών