Άρθρο του οικονομολόγου, κ. Σαράντου Λέκκα στο bankingnews.gr
Οι κατά διαστήματα εμφανιζόμενες χρηματοπιστωτικές κρίσεις θεωρούνται ως μια από τις εγγενείς αδυναμίες του συστήματος της ελεύθερης αγοράς.
Ίσως η σημαντικότερη με την έννοια του τεράστιου κόστους και των απωλειών που δημιουργούν στην παραγωγική βάση και στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Ο καπιταλισμός ή το σύστημα της ελεύθερης αγοράς για τους νεότερους εμπεριέχει, κρίσεις, περιόδους χαμηλών προσδοκιών, υφέσεις , οικονομικά κραχ και γενικότερα περιόδους που χαρακτηρίζονται ως άσχημες συγκυρίες.
Μόνο σε μια χρονική περίοδο δεν καταγράφονται χρηματοπιστωτικές κρίσεις, την περίοδο που ακολούθησε την συμφωνία του Μπρέτον Γούντς και δει την τριαντακονταετία από το 1944 έως το 1974.
Παρά τα ιστορικά και γενικότερα τα κοινωνικά γεγονότα της εποχής αυτής σε εκείνο που πρέπει ιδιαίτερα να σταθούμε είναι στο χρηματοπιστωτικό πλαίσιο που το Μπρέτον Γούντς διαμόρφωσε.
Το υπόβαθρο διαμόρφωναν τρεις ουσιαστικοί παράγοντες.
- Πρώτον, η θέσπιση σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών
- Δεύτερον, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και
- Τρίτον αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο λειτουργίας του πιστωτικού τομέα.
Οι τρεις αυτοί παράγοντες συνδυαστικά, όσο και εάν σήμερα αυτό φαίνεται εξωπραγματικό, απέτρεπαν για τριάντα χρόνια τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
Οι τελευταίες επανήλθαν και μάλιστα με ιδιαίτερη καταστροφική μανία όταν το σύστημα του Μπρέτον Γούντς τέθηκε στο περιθώριο.
Οι τελευταίες άρχισαν να δημιουργούν προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία όταν το κεφάλαιο αφέθηκε να κυκλοφορεί χωρίς κανένα περιορισμό και κυρίως όταν υπήρξε απορρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του πιστωτικού συστήματος.
Οι κυμαινόμενες ισοτιμίες και η ελεύθερη από περιορισμούς κίνηση των κεφαλαίων προηγήθηκαν της άρσης του ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Η απελευθέρωση του συστήματος εδράζονταν στην θεωρητική προσέγγιση της αέναης ανάπτυξης και της μεγέθυνσης του εμπορίου χωρίς τις περιοριστικές αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Βέβαια επειδή η απορρύθμιση και η μεταβλητότητα δημιουργούσαν υπόνοιες μη ομαλής λειτουργίας του όλου συστήματος προβλέφτηκαν κανόνες.
Για παράδειγμα στις ευρωπαϊκές συνθήκες υπάρχει πρόβλεψη που αναφέρει ότι εάν η χωρίς περιορισμούς κίνηση των κεφαλαίων δημιουργεί προβλήματα στην πραγματική οικονομία τότε θα μπορούσαν να τεθούν περιορισμοί και όρια τεχνοκρατικά διαμορφωμένα.
Όπως υπήρξαν και παρεμβάσεις στις αγορές συναλλάγματος όταν οι ισοτιμίες δεν εξέφραζαν τα θεμελιώδη μεγέθη των οικονομιών που αντιπροσώπευαν
Η συμφωνία της Πλάζα του 1985 είναι ιστορική , το δολάριο έπρεπε να υποτιμηθεί κυρίως έναντι του ιαπωνικού γιέν αλλά και του γερμανικού μάρκου και αυτό πραγματοποιήθηκε με παρεμβάσεις που απείχαν εκείνων της ελεύθερης διακύμανσης.
Η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου έναντι του γιεν υποχώρησε κατά 51% την διετία 1985-87 χάρη στην δαπάνη 10 δις δολαρίων από τις κεντρικές τράπεζες.
Δηλαδή όταν η αγορά δεν δίνει τις λύσεις οι παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών και οι συμφωνίες σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο δρομολογούν τις εξελίξεις προς την κατεύθυνση κοινά αποδεκτών συμφερόντων.
Εάν λάβουμε υπόψη ότι μόνο το 3% του ημερήσιου τζίρου των αγορών συναλλάγματος αφορά εμπορικές πράξεις και καλύψεις έναντι εμπορικών συμφωνιών τότε εύκολα γίνεται κατανοητό ότι το 97% του τζίρου αφορά κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Εάν η θέσπιση του συστήματος των ελεύθερων κυμαινόμενων ισοτιμιών και η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων είχε ως στόχο την πραγματική οικονομία και την διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών τότε μόνο ως παράπλευρη ωφέλεια μπορεί να ικανοποιείται ο βασικός στόχος, αφού όπως προαναφέραμε η συντριπτική πλειοψηφία των συναλλαγών αφορά κερδοσκοπικές κινήσεις .
Στην βάση αυτή εάν το ζητούμενο είναι η θέσπιση πλαισίων προς διευκόλυνση της χρηματικής οικονομίας τότε δικαιολογημένα η παγκόσμια κοινότητα πληρώνει το κόστος των χρηματοοικονομικών κρίσεων.
Όμως το ζητούμενο είναι η διευκόλυνση της πραγματικής οικονομίας.
Δυστυχώς αυτό το ζητούμενο δεν ικανοποιείται εάν λάβουμε υπόψη την περίοδο 1944-74 και την ηρεμία που τότε επικράτησε αναφορικά με τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις .
Πώς να δικαιολογηθεί για παράδειγμα το γεγονός ότι τραπεζικές κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς είχαμε μετά την απελευθέρωση του διεθνούς τραπεζικού τομέα που έλαβε χώρα κατά την περίοδο 1989-1996 ;
Για παράδειγμα το τραπεζικό σύστημα του Μεξικού απελευθερώθηκε πλήρως την περίοδο 1989-1992 για να ακολουθήσει στη χώρα την περίοδο 1995-2000 μεγάλη τραπεζική κρίση.
Το τραπεζικό σύστημα της Αργεντινής απελευθερώθηκε πλήρως την περίοδο 1990-1993 για να ακολουθήσει στην χώρα την περίοδο 1994-1996 μεγάλη τραπεζική κρίση .
Ανάλογα παραδείγματα υπήρξαν στην Ρωσία , στην Ταϊλάνδη , στην Ινδονησία , κτλ όπου την απελευθέρωση ακολούθησαν μεγάλες τραπεζικές κρίσεις.
Εν κατακλείδι την ώρα που η διεθνής κοινότητα πληρώνει τις τραυματικές επιπτώσεις της μεγαλύτερης από το 1930 χρηματοπιστωτικής κρίσης πρέπει να αναλογιστούμε με βάση τις εμπειρίες του παρελθόντος εάν οι σημερινές δομές είναι ικανές να θωρακίσουν την πραγματική οικονομία ή εάν απαιτούνται διορθωτικές κινήσεις παγκόσμιου βεληνεκούς για μια νέα δομή του χρηματοπιστωτικού τομέα.
www.bankingnews.gr
Ίσως η σημαντικότερη με την έννοια του τεράστιου κόστους και των απωλειών που δημιουργούν στην παραγωγική βάση και στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Ο καπιταλισμός ή το σύστημα της ελεύθερης αγοράς για τους νεότερους εμπεριέχει, κρίσεις, περιόδους χαμηλών προσδοκιών, υφέσεις , οικονομικά κραχ και γενικότερα περιόδους που χαρακτηρίζονται ως άσχημες συγκυρίες.
Μόνο σε μια χρονική περίοδο δεν καταγράφονται χρηματοπιστωτικές κρίσεις, την περίοδο που ακολούθησε την συμφωνία του Μπρέτον Γούντς και δει την τριαντακονταετία από το 1944 έως το 1974.
Παρά τα ιστορικά και γενικότερα τα κοινωνικά γεγονότα της εποχής αυτής σε εκείνο που πρέπει ιδιαίτερα να σταθούμε είναι στο χρηματοπιστωτικό πλαίσιο που το Μπρέτον Γούντς διαμόρφωσε.
Το υπόβαθρο διαμόρφωναν τρεις ουσιαστικοί παράγοντες.
- Πρώτον, η θέσπιση σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών
- Δεύτερον, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και
- Τρίτον αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο λειτουργίας του πιστωτικού τομέα.
Οι τρεις αυτοί παράγοντες συνδυαστικά, όσο και εάν σήμερα αυτό φαίνεται εξωπραγματικό, απέτρεπαν για τριάντα χρόνια τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
Οι τελευταίες επανήλθαν και μάλιστα με ιδιαίτερη καταστροφική μανία όταν το σύστημα του Μπρέτον Γούντς τέθηκε στο περιθώριο.
Οι τελευταίες άρχισαν να δημιουργούν προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία όταν το κεφάλαιο αφέθηκε να κυκλοφορεί χωρίς κανένα περιορισμό και κυρίως όταν υπήρξε απορρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του πιστωτικού συστήματος.
Οι κυμαινόμενες ισοτιμίες και η ελεύθερη από περιορισμούς κίνηση των κεφαλαίων προηγήθηκαν της άρσης του ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Η απελευθέρωση του συστήματος εδράζονταν στην θεωρητική προσέγγιση της αέναης ανάπτυξης και της μεγέθυνσης του εμπορίου χωρίς τις περιοριστικές αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Βέβαια επειδή η απορρύθμιση και η μεταβλητότητα δημιουργούσαν υπόνοιες μη ομαλής λειτουργίας του όλου συστήματος προβλέφτηκαν κανόνες.
Για παράδειγμα στις ευρωπαϊκές συνθήκες υπάρχει πρόβλεψη που αναφέρει ότι εάν η χωρίς περιορισμούς κίνηση των κεφαλαίων δημιουργεί προβλήματα στην πραγματική οικονομία τότε θα μπορούσαν να τεθούν περιορισμοί και όρια τεχνοκρατικά διαμορφωμένα.
Όπως υπήρξαν και παρεμβάσεις στις αγορές συναλλάγματος όταν οι ισοτιμίες δεν εξέφραζαν τα θεμελιώδη μεγέθη των οικονομιών που αντιπροσώπευαν
Η συμφωνία της Πλάζα του 1985 είναι ιστορική , το δολάριο έπρεπε να υποτιμηθεί κυρίως έναντι του ιαπωνικού γιέν αλλά και του γερμανικού μάρκου και αυτό πραγματοποιήθηκε με παρεμβάσεις που απείχαν εκείνων της ελεύθερης διακύμανσης.
Η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου έναντι του γιεν υποχώρησε κατά 51% την διετία 1985-87 χάρη στην δαπάνη 10 δις δολαρίων από τις κεντρικές τράπεζες.
Δηλαδή όταν η αγορά δεν δίνει τις λύσεις οι παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών και οι συμφωνίες σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο δρομολογούν τις εξελίξεις προς την κατεύθυνση κοινά αποδεκτών συμφερόντων.
Εάν λάβουμε υπόψη ότι μόνο το 3% του ημερήσιου τζίρου των αγορών συναλλάγματος αφορά εμπορικές πράξεις και καλύψεις έναντι εμπορικών συμφωνιών τότε εύκολα γίνεται κατανοητό ότι το 97% του τζίρου αφορά κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Εάν η θέσπιση του συστήματος των ελεύθερων κυμαινόμενων ισοτιμιών και η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων είχε ως στόχο την πραγματική οικονομία και την διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών τότε μόνο ως παράπλευρη ωφέλεια μπορεί να ικανοποιείται ο βασικός στόχος, αφού όπως προαναφέραμε η συντριπτική πλειοψηφία των συναλλαγών αφορά κερδοσκοπικές κινήσεις .
Στην βάση αυτή εάν το ζητούμενο είναι η θέσπιση πλαισίων προς διευκόλυνση της χρηματικής οικονομίας τότε δικαιολογημένα η παγκόσμια κοινότητα πληρώνει το κόστος των χρηματοοικονομικών κρίσεων.
Όμως το ζητούμενο είναι η διευκόλυνση της πραγματικής οικονομίας.
Δυστυχώς αυτό το ζητούμενο δεν ικανοποιείται εάν λάβουμε υπόψη την περίοδο 1944-74 και την ηρεμία που τότε επικράτησε αναφορικά με τις χρηματοπιστωτικές κρίσεις .
Πώς να δικαιολογηθεί για παράδειγμα το γεγονός ότι τραπεζικές κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς είχαμε μετά την απελευθέρωση του διεθνούς τραπεζικού τομέα που έλαβε χώρα κατά την περίοδο 1989-1996 ;
Για παράδειγμα το τραπεζικό σύστημα του Μεξικού απελευθερώθηκε πλήρως την περίοδο 1989-1992 για να ακολουθήσει στη χώρα την περίοδο 1995-2000 μεγάλη τραπεζική κρίση.
Το τραπεζικό σύστημα της Αργεντινής απελευθερώθηκε πλήρως την περίοδο 1990-1993 για να ακολουθήσει στην χώρα την περίοδο 1994-1996 μεγάλη τραπεζική κρίση .
Ανάλογα παραδείγματα υπήρξαν στην Ρωσία , στην Ταϊλάνδη , στην Ινδονησία , κτλ όπου την απελευθέρωση ακολούθησαν μεγάλες τραπεζικές κρίσεις.
Εν κατακλείδι την ώρα που η διεθνής κοινότητα πληρώνει τις τραυματικές επιπτώσεις της μεγαλύτερης από το 1930 χρηματοπιστωτικής κρίσης πρέπει να αναλογιστούμε με βάση τις εμπειρίες του παρελθόντος εάν οι σημερινές δομές είναι ικανές να θωρακίσουν την πραγματική οικονομία ή εάν απαιτούνται διορθωτικές κινήσεις παγκόσμιου βεληνεκούς για μια νέα δομή του χρηματοπιστωτικού τομέα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών