Είναι επομένως αδήριτος ανάγκη η θέσπιση ορίων στο αδηφάγο κερδοσκοπικό κεφάλαιο αφού είναι προτιμότερο να μπουν όρια στην διεθνή κινητικότητα παρά να γελοιοποιείται η δημοκρατία μας σε καθημερινή βάση.
Το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία λέει ο θυμόσοφος λαός εστιάζοντας όμως στην απουσία άλλων σημαντικών παραγόντων όπως της υγείας, της οικογενειακής ευτυχίας, της ψυχικής ισορροπίας, κτλ .
Στην ίδια λογική οι υπερβολικά μεγάλες εισροές ποσοτήτων χρήματος σε μια οικονομία ποτέ δεν έχουν καλή κατάληξη.
Διαχρονικά το διεθνές κεφάλαιο εκμεταλλευόμενο ότι η διεθνής νομισματική τάξη έχει προσαρμοστεί στα συμφέροντα του εφορμά μαζικά σε οικονομίες που έχουν πραγματικά ή κατασκευασμένα υπόβαθρα προσέλκυσης κεφαλαίων με καταληκτικά καταστρεπτικά για τις χώρες υποδοχής αποτελέσματα .
Αντί η κίνηση των κεφαλαίων να χρησιμοποιείται ως ύλη του διεθνούς εμπορίου και της παγκόσμιας ανάπτυξης δυστυχώς χρησιμοποιείται για κερδοσκοπικούς σκοπούς.
Αξία Ημερήσιας Κίνησης Κεφαλαίων
Έτος Ποσά σε δισεκ. δολάρια
1979 120,00
1989 590,00
1992 820,00
1995 1.190,00
1998 1.800,00
2001 1.600,00
2004 2.000,00
2007 3.500,00
2010 4.000,00
2014 5.300,00
2016 5.900,00
2019 6.470,00
Σήμερα η ημερήσια διακίνηση κεφαλαίων σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνά 6,4 τρισ δολάρια εκ των οποίων μόνο το 3% εξυπηρετεί το διεθνές εμπόριο, το υπόλοιπο 97% αφορά μετακινήσεις κεφαλαίων σε χρηματοοικονομικό επίπεδο δηλαδή αφορά κεφάλαια που αναζητούν βραχυπρόθεσμες κατά βάση ευκαιρίες εύκολου κέρδους.
Η ασυδοσία που υπάρχει ως αποτέλεσμα της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων με την αιτιολογική βάση ότι οι παραγωγικές επενδύσεις δεσμεύουν κεφάλαια για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού μεταξύ της αρχής της επένδυσης και της ενσωμάτωσης της στη παραγωγική διαδικασία το κεφάλαιο που έχει επενδυθεί δεν αποφέρει κέρδη, πυροδοτεί τις κάθε είδους κερδοσκοπικές τοποθετήσεις .
H εισροή ξένων κεφαλαίων σε μια χώρα σε πρακτικό επίπεδο ξεκινά από την αγορά συναλλάγματος όπου το ξένο χρήμα μετατρέπεται σε εγχώριο νόμισμα.
Δεν θα ασχοληθούμε με τους λόγους της ελκυστικότητας μιας χώρας για να υπάρξουν εισροές αλλά για τα αποτελέσματα της υψηλής ζήτησης του εγχώριου νομίσματος.
Η αυξημένη ζήτηση οδηγεί νομοτελειακά στην αύξηση της τιμής του οπότε εάν στόχος των εγχώριων νομισματικών αρχών είναι η διατήρηση της εξωτερικής του αξίας, δηλαδή της ισοτιμίας με ένα νόμισμα αναφοράς , τότε η κεντρική τράπεζα της χώρας δεν έχει πολλές επιλογές, απλά θα πουλά το εγχώριο νόμισμα και θα αγοράζει το ξένο.
Πουλάει σημαίνει κόβει χρήμα οπότε μέσω αυτής της διαδικασίας από την μια πλευρά αυξάνονται τα συναλλαγματικά διαθέσιμα και από την άλλη αυξάνεται η προσφορά χρήματος ενεργοποιώντας κάθε είδους φούσκες.
Επειδή όμως η σταθερότητα των τιμών είναι η βασική και πολλές φορές αποκλειστική επιδίωξη μιας κεντρικής τράπεζας τότε η αποστείρωση της πλεονάζουσας ρευστότητας είναι μονόδρομος.
Η κεντρική τράπεζα προχώρα επομένως στην έκδοση ομολόγων για να μαζέψει το χρήμα που έχει κόψει ως αποτέλεσμα της υψηλής ζήτησης του εγχώριου νομίσματος .
Το πρόβλημα όμως που δημιουργείται είναι η αύξηση των επιτοκίων η οποία σε τελική ανάλυση κάνει πιο επικερδή την ζήτηση του εγχώριου νομίσματος μέσω εισροών , οπότε ο στόχος της αποστείρωσης αποτυγχάνει αφού ναι μεν αδυνατίζει το πληθωριστικό υπόβαθρο πλην όμως μέσω της αύξησης των επιτοκίων οδηγεί την εγχώρια οικονομία στην ύφεση .
Η λύση σε θεωρητικό επίπεδο δίνεται μέσω του τέλους της στήριξης του εγχώριου νομίσματος , όμως η ανατίμηση που ακολουθεί θα οδηγήσει σε λιγότερες εξαγωγές , σε μείωση της ανταγωνιστικότητας και άρα σε ύφεση .
Είναι εμφανές επομένως ότι από την στιγμή που το κερδοσκοπικό κεφάλαιο επιλέξει ως τμήμα του κερδοσκοπικού παιχνιδιού του μια οποιαδήποτε χώρα , ανεξάρτητα του χαρακτηρισμού της ως ανεπτυγμένη ή αναπτυσσόμενη , τότε η τελική κατάληξη έχει δυσβάστακτες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία της χώρας.
Η ελευθέρια είτε αφορά συμπεριφορές , είτε διακίνηση προσώπων , είτε κεφαλαίων έχει τα όρια της τα οποία έχουν σχέση με το πόσο βλαπτική γίνεται για μια κοινωνία όταν συγχέεται με την ασυδοσία.
Είναι επομένως αδήριτος ανάγκη η θέσπιση ορίων στο αδηφάγο κερδοσκοπικό κεφάλαιο αφού είναι προτιμότερο να μπουν όρια στην διεθνή κινητικότητα παρά να γελοιοποιείται η δημοκρατία μας σε καθημερινή βάση.
Σαράντος Λέκκας
Οικονομολόγος
Στην ίδια λογική οι υπερβολικά μεγάλες εισροές ποσοτήτων χρήματος σε μια οικονομία ποτέ δεν έχουν καλή κατάληξη.
Διαχρονικά το διεθνές κεφάλαιο εκμεταλλευόμενο ότι η διεθνής νομισματική τάξη έχει προσαρμοστεί στα συμφέροντα του εφορμά μαζικά σε οικονομίες που έχουν πραγματικά ή κατασκευασμένα υπόβαθρα προσέλκυσης κεφαλαίων με καταληκτικά καταστρεπτικά για τις χώρες υποδοχής αποτελέσματα .
Αντί η κίνηση των κεφαλαίων να χρησιμοποιείται ως ύλη του διεθνούς εμπορίου και της παγκόσμιας ανάπτυξης δυστυχώς χρησιμοποιείται για κερδοσκοπικούς σκοπούς.
Αξία Ημερήσιας Κίνησης Κεφαλαίων
Έτος Ποσά σε δισεκ. δολάρια
1979 120,00
1989 590,00
1992 820,00
1995 1.190,00
1998 1.800,00
2001 1.600,00
2004 2.000,00
2007 3.500,00
2010 4.000,00
2014 5.300,00
2016 5.900,00
2019 6.470,00
Σήμερα η ημερήσια διακίνηση κεφαλαίων σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνά 6,4 τρισ δολάρια εκ των οποίων μόνο το 3% εξυπηρετεί το διεθνές εμπόριο, το υπόλοιπο 97% αφορά μετακινήσεις κεφαλαίων σε χρηματοοικονομικό επίπεδο δηλαδή αφορά κεφάλαια που αναζητούν βραχυπρόθεσμες κατά βάση ευκαιρίες εύκολου κέρδους.
Η ασυδοσία που υπάρχει ως αποτέλεσμα της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων με την αιτιολογική βάση ότι οι παραγωγικές επενδύσεις δεσμεύουν κεφάλαια για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού μεταξύ της αρχής της επένδυσης και της ενσωμάτωσης της στη παραγωγική διαδικασία το κεφάλαιο που έχει επενδυθεί δεν αποφέρει κέρδη, πυροδοτεί τις κάθε είδους κερδοσκοπικές τοποθετήσεις .
H εισροή ξένων κεφαλαίων σε μια χώρα σε πρακτικό επίπεδο ξεκινά από την αγορά συναλλάγματος όπου το ξένο χρήμα μετατρέπεται σε εγχώριο νόμισμα.
Δεν θα ασχοληθούμε με τους λόγους της ελκυστικότητας μιας χώρας για να υπάρξουν εισροές αλλά για τα αποτελέσματα της υψηλής ζήτησης του εγχώριου νομίσματος.
Η αυξημένη ζήτηση οδηγεί νομοτελειακά στην αύξηση της τιμής του οπότε εάν στόχος των εγχώριων νομισματικών αρχών είναι η διατήρηση της εξωτερικής του αξίας, δηλαδή της ισοτιμίας με ένα νόμισμα αναφοράς , τότε η κεντρική τράπεζα της χώρας δεν έχει πολλές επιλογές, απλά θα πουλά το εγχώριο νόμισμα και θα αγοράζει το ξένο.
Πουλάει σημαίνει κόβει χρήμα οπότε μέσω αυτής της διαδικασίας από την μια πλευρά αυξάνονται τα συναλλαγματικά διαθέσιμα και από την άλλη αυξάνεται η προσφορά χρήματος ενεργοποιώντας κάθε είδους φούσκες.
Επειδή όμως η σταθερότητα των τιμών είναι η βασική και πολλές φορές αποκλειστική επιδίωξη μιας κεντρικής τράπεζας τότε η αποστείρωση της πλεονάζουσας ρευστότητας είναι μονόδρομος.
Η κεντρική τράπεζα προχώρα επομένως στην έκδοση ομολόγων για να μαζέψει το χρήμα που έχει κόψει ως αποτέλεσμα της υψηλής ζήτησης του εγχώριου νομίσματος .
Το πρόβλημα όμως που δημιουργείται είναι η αύξηση των επιτοκίων η οποία σε τελική ανάλυση κάνει πιο επικερδή την ζήτηση του εγχώριου νομίσματος μέσω εισροών , οπότε ο στόχος της αποστείρωσης αποτυγχάνει αφού ναι μεν αδυνατίζει το πληθωριστικό υπόβαθρο πλην όμως μέσω της αύξησης των επιτοκίων οδηγεί την εγχώρια οικονομία στην ύφεση .
Η λύση σε θεωρητικό επίπεδο δίνεται μέσω του τέλους της στήριξης του εγχώριου νομίσματος , όμως η ανατίμηση που ακολουθεί θα οδηγήσει σε λιγότερες εξαγωγές , σε μείωση της ανταγωνιστικότητας και άρα σε ύφεση .
Είναι εμφανές επομένως ότι από την στιγμή που το κερδοσκοπικό κεφάλαιο επιλέξει ως τμήμα του κερδοσκοπικού παιχνιδιού του μια οποιαδήποτε χώρα , ανεξάρτητα του χαρακτηρισμού της ως ανεπτυγμένη ή αναπτυσσόμενη , τότε η τελική κατάληξη έχει δυσβάστακτες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία της χώρας.
Η ελευθέρια είτε αφορά συμπεριφορές , είτε διακίνηση προσώπων , είτε κεφαλαίων έχει τα όρια της τα οποία έχουν σχέση με το πόσο βλαπτική γίνεται για μια κοινωνία όταν συγχέεται με την ασυδοσία.
Είναι επομένως αδήριτος ανάγκη η θέσπιση ορίων στο αδηφάγο κερδοσκοπικό κεφάλαιο αφού είναι προτιμότερο να μπουν όρια στην διεθνή κινητικότητα παρά να γελοιοποιείται η δημοκρατία μας σε καθημερινή βάση.
Σαράντος Λέκκας
Οικονομολόγος
Σχόλια αναγνωστών