Τα σήματα κινδύνου από Fed και ΕΚΤ – Η δύσκολη επόμενη ημέρα της καταστροφής εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στις αναπτυγμένες οικονομίες
Δεν υφίσταται, πλέον, μετά και το δεύτερο κύμα της πανδημίας και τα νέα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν στο δεύτερο lockdown η δυνατότητα επιστροφής σε ό,τι θεωρείτο οικονομική κανονικότητα.
Αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπουν τόσο η αμερικανική Fed όσο και η ΕΚΤ καθώς η κρίση μετασχηματίζει διαρθρωτικά την οικονομική δραστηριότητα κυρίως στον τομέα της απασχόλησης.
«Η οικονομία των ΗΠΑ ανακάμπτει με τρόπο ο οποίος δεν θα προσομοιάζει με την προηγούμενη κατάσταση στην οποία βρισκόταν.
Δεν θα επιστρέψουμε στο οικονομικό περιβάλλον το οποίο υπήρχε πριν από την κρίση της πανδημίας», δήλωσε ο επικεφαλής της Fed Jerome Powell σε ομιλία του την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου κατά τη διάρκεια συζήτησης που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την πρόεδρο της ΕΚΤ Christine Lagarde και τον επικεφαλής της Bank of England (BoE) Andrew Bailey.
«Ανακάμπτουμε, αλλά σε μια διαφορετική οικονομία» υπογράμμισε.
Αυτή η οικονομία θα στηρίζεται περισσότερο στη χρήση της τεχνολογίας, των αυτοματισμών μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και την εξ αποστάσεως εργασία - και ανησυχώ ότι η ένταξη στην παραγωγική διαδικασία θα καταστεί έτι περαιτέρω δυσχερέστερη για πολλούς εργαζόμενους», σημείωσε.
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ επισήμανε ότι αναφέρεται συγκεκριμένα σε «σχετικά χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους που θα επωμισθούν αυτό το βάρος», πολλοί από τους οποίους είναι γυναίκες και άτομα που ανήκουν σε μειονότητες.
«Τα θύματα είναι γυναίκες που δεν μπορούν να ενταχθούν στην αγορά εργασίας, αλλά και οι νέοι που δεν θα μπορέσουν να αποκτήσουν την απαιτούμενη εκπαίδευση προκειμένου να ενταχθούν σε αυτήν.
Επίσης η κρίση θα πλήξει τις μικρές επιχειρήσεις όπου έχουν σωρευθεί γενιές πνευματικού κεφαλαίου και τώρα καταστρέφονται καθώς και εργαζόμενους που έχουν μείνει άνεργοι για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχασαν την προηγούμενη σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας και το επίπεδο διαβίωσης που είχαν κατορθώσει».
Από κρίση ρευστότητα σε κρίση φερεγγυότητας: Να σημειωθεί ότι παρά τις ενέσεις ρευστότητας που έχουν δοθεί στις μικρές επιχειρήσεις, επί παραδείγματι σύμφωνα με τις τελευταίες ανακοινώσεις της γερμανικής κυβέρνησης θα δοθεί ποσόν πάνω από 10 δισ. ευρώ με τη μορφή μη επιστρεπτέας προκαταβολής για το lockdown του Νοεμβρίου, έχει επισημανθεί ο κίνδυνος η κρίση ρευστότητας να μετατραπεί σε κρίση φερεγγυότητας γι’ αυτές τις επιχειρήσεις με τις όποιες συνέπειες για το τραπεζικό σύστημα μετά τη συσσώρευση μία νέας γενιάς κόκκινων δανείων.
Από την πλευρά της την άποψη ότι η οικονομική κρίση που έχει προκληθεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού είναι πολύ διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη, διατύπωσε η Isabel Schnabel, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, μιλώντας στο CNBC στις 15 Νοεμβρίου.
Η Schnabel δήλωσε στο CNBC ότι τα προγράμματα διατήρησης θέσεων εργασίας που χρηματοδοτήθηκαν από λεγόμενα «κοινωνικά ομόλογα» του προγράμματος SURE απέτρεψαν τη μαζική αύξηση του αριθμού των ανέργων, αλλά την ίδια στιγμή, «ορισμένοι άνθρωποι σταμάτησαν πραγματικά να εργάζονται και δεν… μετράνε ως άνεργοι».
Η ίδια όπως και η επικεφαλής της ΕΚΤ Christine Lagarde τονίζουν διαρκώς τη σημασία να συνεχιστούν τα μέτρα της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής όσον αφορά τη συγκράτηση του ρυθμού απώλειας θέσεων εργασίας και την αναγκαιότητα και να μην αποσυρθούν απότομα τα μέτρα έκτακτου χαρακτήρα.
Η Κομισιόν προχώρησε την προηγούμενη Πέμπτη (12 Νοεμβρίου) στη δεύτερη έκδοση του κοινωνικού ομολόγου για τη συγκέντρωση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση του προγράμματος στήριξης της απασχόλησης SURE.
Η Επιτροπή συγκέντρωσε 14 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 8 δισ. ευρώ πρέπει να αποπληρωθούν τον Νοέμβριο του 2025 και 6 δισ. ευρώ πρέπει να αποπληρωθούν τον Νοέμβριο του 2050.
Οι έκτακτες λύσεις έχουν «κοντά πόδια»
Τα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης (ή «Furlough» όπως αποκαλούνται τα σχετικά προγράμματα στο πλαίσιο της κρίσης της πανδημίας) έχουν αποδειχθεί ιδιαιτέρα αποτελεσματικά στην αποτροπή της κατακόρυφης αύξησης της ανεργίας στην Ευρώπη, αλλά αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα, σύμφωνα με το report της Fitch Ratings στις 6 Νοεμβρίου 2020.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η ανεργία στην Ευρωζώνη και τη Βρετανία φέτος αναμένεται να αυξηθεί στο 13% -14% δεδομένης της σημαντικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ σε όλες τις οικονομίες (παρόμοια ανεργία με αυτή που προκάλεσε και η κρίσης χρέους την περίοδο 2008-2013).
Τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν σταθερά σε υψηλό επίπεδο.
Στην κορύφωση της κρίσης της πανδημίας Covid-19 τον Απρίλιο, 30 εκατομμύρια εργαζόμενοι (20% του εργατικού δυναμικού) στην Ευρωζώνη και τη Βρετανία εντάχθηκαν σε προγράμματα αναστολής της εργασίας.
Πρόσφατα εξαιτίας του νέου κύματος της πανδημίας τα εν λόγω προγράμματα διευρυνθήκαν, αλλά αμφισβητείται έντονα ότι οι αγορές εργασίας μπορούν να αψηφούν τη βαρύτητα της εν λόγω κατάστασης για πολύ περισσότερο.
Να σημειωθεί σχετικά ότι σε ρεπορτάζ του CNBC (13 Νοεμβρίου) παρά τη μείωση των αιτήσεων για επιδόματα ανεργίας στις ΗΠΑ καταγράφεται το φαινόμενο της μαζικής μεταφοράς πολλών ανέργων από την κατηγορία των «αναζητούντων εργασία» στην κατηγορία του ανενεργού πληθυσμού και δημιουργούνται με αυτόν τον τρόπο μία κατηγορία «αόρατων» ανέργων οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν των κρατικών ενισχύσεων.
Αυτό το φαινόμενο αναμένεται να αυξήσει τις κατηγορίες του πληθυσμού που κινδυνεύουν να περιέλθουν στο καθεστώς της «ακραίας φτώχειας».
Μία σειρά από άλλους δευτερεύοντες δείκτες, όπως οι κενές θέσεις εργασίας είτε οι χαμένες ώρες εργασίας τονίζουν την πραγματική έκταση στην οποία έχουν διαταραχθεί οι ευρωπαϊκές αγορές εργασίας εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης.
Επιπροσθέτως, τα ποσοστά της ανεργίας παρέμειναν τεχνητά χαμηλά μεσούσης της κρίσης της πανδημίας καθώς πολλοί τομείς οικονομικής δραστηριότητας παρέμειναν ανενεργοί μειώνοντας τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό καθώς το κλείσιμο των σχολείων και άλλοι περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα απέτρεψαν από την αναζήτηση εργασίας σημαντικό μέρος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
Μετά το πέρας των lockdowns αυτά τα άτομα θα οδηγηθούν από την αδράνεια στην σκληρή πραγματικότητα της μακροχρόνιας ανεργίας.
Η διάρθρωση της απασχόλησης
Εν γένει οι υπηρεσίες που εκπροσωπούν ποσοστό 70% της απασχόλησης στην Ευρωζώνη αλλά κυρίως οι τομείς της ψυχαγωγίας και των μεταφορών οι οποίοι βρέθηκαν στην δίνη του κυκλώνα της υγειονομικής κρίσης έχουν καταρρεύσει και η ανάκαμψη της απασχόλησης σε αυτούς τους κλάδους αναμένεται να γίνει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Τα μέτρα κατά της πανδημίας του Covid-19 και τα νέα lockdowns θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον τομέα, ο οποίος εκπροσωπεί το 12% έως 14% του συνόλου των θέσεων εργασίας.
Ορισμένες παρεμβάσεις σε μεγάλες χώρες όπως η Γαλλία άρχισαν να διαμορφώνονται για την ανάταξη των τομέων αυτών αλλά τα νέα lockdowns του Nοεμβρίου κατά πάσα πιθανότητα τα οδηγούν σε ματαίωση μέχρι νεωτέρας τα σχέδια αυτά.
Μέχρι τον Αύγουστο, 8 εκατομμύρια άνθρωποι στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης είχαν ενταχθεί στα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης ότι πρόκειται για το 5% του συνολικού του εργατικού δυναμικού.
Με τον δεύτερο κύκλο της πανδημίας η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω – εξαρτώντας επικίνδυνα ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού από την παροχή κρατικών ενισχύσεων και επιδομάτων για να επιβιώσει.
Τα δημοσιονομικά όρια των παρεμβάσεων είναι ήδη ορατά καθώς οι πολιτικές των ενισχύσεων δεν μπορούν να διατηρηθούν διά παντός.
Επίσης στην περίπτωση της Ευρωζώνης οι διαφορές στην παραγωγικότητα της εργασίας και στη δομή της απασχόλησης θα αναδειχθούν με τις χώρες του Νότου όπως η Ελλάδα και η Ιταλία που αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα χρέους να μην μπορούν να επωφεληθούν (τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό) από τα έκτακτα μέτρα νομισματικής πολιτικής που λαμβάνει (για όσο καιρό βεβαίως αυτό συμβαίνει...) η ΕΚΤ.
Να σημειωθεί ότι το χρέος της Ελλάδας έχει υπερβεί τα δυσθεώρητα επίπεδα του 200% ενώ δεν προβλέπεται ισχυρή ανάκαμψη για το 2021.
Συμπέρασμα: Ο βαθύς μετασχηματισμός του οικονομικού υποδείγματος στις αναπτυγμένες οικονομίες θα καταστεί η πρώτη προτεραιότητα την επόμενη ημέρα της κρίσης για τη διατήρηση της απασχόλησης σε ανεκτά επίπεδα ενώ ο σημαντικός αριθμός αυτών που θα βρεθούν de facto στο καθεστώς του μη ενεργού οικονομικά πληθυσμού θα θέσει σοβαρό ζήτημα κοινωνικής συνοχής.
Θοδωρής Δεληγιάννης, δρ ΕΜΜΕ του ΕΚΠΑ
www.bankingnews.gr
Αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπουν τόσο η αμερικανική Fed όσο και η ΕΚΤ καθώς η κρίση μετασχηματίζει διαρθρωτικά την οικονομική δραστηριότητα κυρίως στον τομέα της απασχόλησης.
«Η οικονομία των ΗΠΑ ανακάμπτει με τρόπο ο οποίος δεν θα προσομοιάζει με την προηγούμενη κατάσταση στην οποία βρισκόταν.
Δεν θα επιστρέψουμε στο οικονομικό περιβάλλον το οποίο υπήρχε πριν από την κρίση της πανδημίας», δήλωσε ο επικεφαλής της Fed Jerome Powell σε ομιλία του την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου κατά τη διάρκεια συζήτησης που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την πρόεδρο της ΕΚΤ Christine Lagarde και τον επικεφαλής της Bank of England (BoE) Andrew Bailey.
«Ανακάμπτουμε, αλλά σε μια διαφορετική οικονομία» υπογράμμισε.
Αυτή η οικονομία θα στηρίζεται περισσότερο στη χρήση της τεχνολογίας, των αυτοματισμών μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και την εξ αποστάσεως εργασία - και ανησυχώ ότι η ένταξη στην παραγωγική διαδικασία θα καταστεί έτι περαιτέρω δυσχερέστερη για πολλούς εργαζόμενους», σημείωσε.
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ επισήμανε ότι αναφέρεται συγκεκριμένα σε «σχετικά χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους που θα επωμισθούν αυτό το βάρος», πολλοί από τους οποίους είναι γυναίκες και άτομα που ανήκουν σε μειονότητες.
«Τα θύματα είναι γυναίκες που δεν μπορούν να ενταχθούν στην αγορά εργασίας, αλλά και οι νέοι που δεν θα μπορέσουν να αποκτήσουν την απαιτούμενη εκπαίδευση προκειμένου να ενταχθούν σε αυτήν.
Επίσης η κρίση θα πλήξει τις μικρές επιχειρήσεις όπου έχουν σωρευθεί γενιές πνευματικού κεφαλαίου και τώρα καταστρέφονται καθώς και εργαζόμενους που έχουν μείνει άνεργοι για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχασαν την προηγούμενη σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας και το επίπεδο διαβίωσης που είχαν κατορθώσει».
Από κρίση ρευστότητα σε κρίση φερεγγυότητας: Να σημειωθεί ότι παρά τις ενέσεις ρευστότητας που έχουν δοθεί στις μικρές επιχειρήσεις, επί παραδείγματι σύμφωνα με τις τελευταίες ανακοινώσεις της γερμανικής κυβέρνησης θα δοθεί ποσόν πάνω από 10 δισ. ευρώ με τη μορφή μη επιστρεπτέας προκαταβολής για το lockdown του Νοεμβρίου, έχει επισημανθεί ο κίνδυνος η κρίση ρευστότητας να μετατραπεί σε κρίση φερεγγυότητας γι’ αυτές τις επιχειρήσεις με τις όποιες συνέπειες για το τραπεζικό σύστημα μετά τη συσσώρευση μία νέας γενιάς κόκκινων δανείων.
Από την πλευρά της την άποψη ότι η οικονομική κρίση που έχει προκληθεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού είναι πολύ διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη, διατύπωσε η Isabel Schnabel, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, μιλώντας στο CNBC στις 15 Νοεμβρίου.
Η Schnabel δήλωσε στο CNBC ότι τα προγράμματα διατήρησης θέσεων εργασίας που χρηματοδοτήθηκαν από λεγόμενα «κοινωνικά ομόλογα» του προγράμματος SURE απέτρεψαν τη μαζική αύξηση του αριθμού των ανέργων, αλλά την ίδια στιγμή, «ορισμένοι άνθρωποι σταμάτησαν πραγματικά να εργάζονται και δεν… μετράνε ως άνεργοι».
Η ίδια όπως και η επικεφαλής της ΕΚΤ Christine Lagarde τονίζουν διαρκώς τη σημασία να συνεχιστούν τα μέτρα της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής όσον αφορά τη συγκράτηση του ρυθμού απώλειας θέσεων εργασίας και την αναγκαιότητα και να μην αποσυρθούν απότομα τα μέτρα έκτακτου χαρακτήρα.
Η Κομισιόν προχώρησε την προηγούμενη Πέμπτη (12 Νοεμβρίου) στη δεύτερη έκδοση του κοινωνικού ομολόγου για τη συγκέντρωση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση του προγράμματος στήριξης της απασχόλησης SURE.
Η Επιτροπή συγκέντρωσε 14 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 8 δισ. ευρώ πρέπει να αποπληρωθούν τον Νοέμβριο του 2025 και 6 δισ. ευρώ πρέπει να αποπληρωθούν τον Νοέμβριο του 2050.
Οι έκτακτες λύσεις έχουν «κοντά πόδια»
Τα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης (ή «Furlough» όπως αποκαλούνται τα σχετικά προγράμματα στο πλαίσιο της κρίσης της πανδημίας) έχουν αποδειχθεί ιδιαιτέρα αποτελεσματικά στην αποτροπή της κατακόρυφης αύξησης της ανεργίας στην Ευρώπη, αλλά αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα, σύμφωνα με το report της Fitch Ratings στις 6 Νοεμβρίου 2020.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η ανεργία στην Ευρωζώνη και τη Βρετανία φέτος αναμένεται να αυξηθεί στο 13% -14% δεδομένης της σημαντικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ σε όλες τις οικονομίες (παρόμοια ανεργία με αυτή που προκάλεσε και η κρίσης χρέους την περίοδο 2008-2013).
Τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν σταθερά σε υψηλό επίπεδο.
Στην κορύφωση της κρίσης της πανδημίας Covid-19 τον Απρίλιο, 30 εκατομμύρια εργαζόμενοι (20% του εργατικού δυναμικού) στην Ευρωζώνη και τη Βρετανία εντάχθηκαν σε προγράμματα αναστολής της εργασίας.
Πρόσφατα εξαιτίας του νέου κύματος της πανδημίας τα εν λόγω προγράμματα διευρυνθήκαν, αλλά αμφισβητείται έντονα ότι οι αγορές εργασίας μπορούν να αψηφούν τη βαρύτητα της εν λόγω κατάστασης για πολύ περισσότερο.
Να σημειωθεί σχετικά ότι σε ρεπορτάζ του CNBC (13 Νοεμβρίου) παρά τη μείωση των αιτήσεων για επιδόματα ανεργίας στις ΗΠΑ καταγράφεται το φαινόμενο της μαζικής μεταφοράς πολλών ανέργων από την κατηγορία των «αναζητούντων εργασία» στην κατηγορία του ανενεργού πληθυσμού και δημιουργούνται με αυτόν τον τρόπο μία κατηγορία «αόρατων» ανέργων οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν των κρατικών ενισχύσεων.
Αυτό το φαινόμενο αναμένεται να αυξήσει τις κατηγορίες του πληθυσμού που κινδυνεύουν να περιέλθουν στο καθεστώς της «ακραίας φτώχειας».
Μία σειρά από άλλους δευτερεύοντες δείκτες, όπως οι κενές θέσεις εργασίας είτε οι χαμένες ώρες εργασίας τονίζουν την πραγματική έκταση στην οποία έχουν διαταραχθεί οι ευρωπαϊκές αγορές εργασίας εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης.
Επιπροσθέτως, τα ποσοστά της ανεργίας παρέμειναν τεχνητά χαμηλά μεσούσης της κρίσης της πανδημίας καθώς πολλοί τομείς οικονομικής δραστηριότητας παρέμειναν ανενεργοί μειώνοντας τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό καθώς το κλείσιμο των σχολείων και άλλοι περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα απέτρεψαν από την αναζήτηση εργασίας σημαντικό μέρος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
Μετά το πέρας των lockdowns αυτά τα άτομα θα οδηγηθούν από την αδράνεια στην σκληρή πραγματικότητα της μακροχρόνιας ανεργίας.
Η διάρθρωση της απασχόλησης
Εν γένει οι υπηρεσίες που εκπροσωπούν ποσοστό 70% της απασχόλησης στην Ευρωζώνη αλλά κυρίως οι τομείς της ψυχαγωγίας και των μεταφορών οι οποίοι βρέθηκαν στην δίνη του κυκλώνα της υγειονομικής κρίσης έχουν καταρρεύσει και η ανάκαμψη της απασχόλησης σε αυτούς τους κλάδους αναμένεται να γίνει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Τα μέτρα κατά της πανδημίας του Covid-19 και τα νέα lockdowns θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον τομέα, ο οποίος εκπροσωπεί το 12% έως 14% του συνόλου των θέσεων εργασίας.
Ορισμένες παρεμβάσεις σε μεγάλες χώρες όπως η Γαλλία άρχισαν να διαμορφώνονται για την ανάταξη των τομέων αυτών αλλά τα νέα lockdowns του Nοεμβρίου κατά πάσα πιθανότητα τα οδηγούν σε ματαίωση μέχρι νεωτέρας τα σχέδια αυτά.
Μέχρι τον Αύγουστο, 8 εκατομμύρια άνθρωποι στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης είχαν ενταχθεί στα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης ότι πρόκειται για το 5% του συνολικού του εργατικού δυναμικού.
Με τον δεύτερο κύκλο της πανδημίας η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω – εξαρτώντας επικίνδυνα ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού από την παροχή κρατικών ενισχύσεων και επιδομάτων για να επιβιώσει.
Τα δημοσιονομικά όρια των παρεμβάσεων είναι ήδη ορατά καθώς οι πολιτικές των ενισχύσεων δεν μπορούν να διατηρηθούν διά παντός.
Επίσης στην περίπτωση της Ευρωζώνης οι διαφορές στην παραγωγικότητα της εργασίας και στη δομή της απασχόλησης θα αναδειχθούν με τις χώρες του Νότου όπως η Ελλάδα και η Ιταλία που αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα χρέους να μην μπορούν να επωφεληθούν (τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό) από τα έκτακτα μέτρα νομισματικής πολιτικής που λαμβάνει (για όσο καιρό βεβαίως αυτό συμβαίνει...) η ΕΚΤ.
Να σημειωθεί ότι το χρέος της Ελλάδας έχει υπερβεί τα δυσθεώρητα επίπεδα του 200% ενώ δεν προβλέπεται ισχυρή ανάκαμψη για το 2021.
Συμπέρασμα: Ο βαθύς μετασχηματισμός του οικονομικού υποδείγματος στις αναπτυγμένες οικονομίες θα καταστεί η πρώτη προτεραιότητα την επόμενη ημέρα της κρίσης για τη διατήρηση της απασχόλησης σε ανεκτά επίπεδα ενώ ο σημαντικός αριθμός αυτών που θα βρεθούν de facto στο καθεστώς του μη ενεργού οικονομικά πληθυσμού θα θέσει σοβαρό ζήτημα κοινωνικής συνοχής.
Θοδωρής Δεληγιάννης, δρ ΕΜΜΕ του ΕΚΠΑ
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών