Επιστήμη, αντιεπιστήμη και διαστρεβλωμένη επιστήμη
Οι μεγάλες κρίσεις και τα μεγάλα παγκόσμια προβλήματα, όπως, λ.χ., η κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών, περιβαλλοντικά προβλήματα και οικολογικά ζητήματα, η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση που άρχισε το 2008 και η πανδημία του κορωνοϊού που άρχισε το 2020, φέρνουν στο επίκεντρο της δημοσιότητας διάφορους επιστημονικούς διαλόγους και πολλές επιστημονικές εργασίες.
Συχνά, η εκτεταμένη χρήση όρων και διάφορες εκλαϊκευτικές αφηγήσεις επιστημονικών εργασιών καλλιεργούν μια ψευδαίσθηση γνώσης, και αυτή η ψευδαίσθηση γνώσης χρησιμοποιείται καταλλήλως στο πλαίσιο ιδιοτελών οικονομικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Η επιστημολογία είναι ο κλάδος της φιλοσοφίας που ασχολείται με την εγκυρότητα της γνώσης που αποκτούμε μέσω της επιστημονικής εργασίας.
Με άλλα λόγια, η επιστημολογία είναι η επιστήμη του να κάνουμε με ορθό τρόπο επιστήμη.
Επίσης, ο ακαδημαϊκός κλάδος που ονομάζεται μαθηματικός μοντελισμός είναι ένας συνδυασμός της επιστημολογίας και των μαθηματικών που ασχολείται με την ορθή κατασκευή και χρήση μαθηματικών μοντέλων για την επίλυση φυσικών και κοινωνικών προβλημάτων.
Συνεπώς, για να διεξάγουμε με ορθό τρόπο μια επιστημονική εργασία, αλλά και για να αξιολογήσουμε (θετικά ή αρνητικά) με ορθό τρόπο μια επιστημονική εργασία, πρέπει να γνωρίζουμε επιστημολογία και (εφόσον χρησιμοποιούνται μαθηματικά) μαθηματικό μοντελισμό.
Στη συνέχεια του παρόντος άρθρου, θα εκθέσουμε συνοπτικά ορισμένες βασικές αρχές και έννοιες της επιστημολογίας και του μαθηματικού μοντελισμού.
Οι επιστημονικοί νόμοι καθιερώνουν σχέσεις μεταξύ μεταβλητών.
Με τον όρο «μεταβλητή» εννοούμε μια έννοια που μπορεί να λάβει διάφορες τιμές.
Ένας επιστημονικός νόμος έχει τη γενική μορφή «εάν Α, τότε Β», όπου το Α αντιπροσωπεύει μια ή περισσότερες ανεξάρτητες μεταβλητές και το Β αντιπροσωπεύει μια ή περισσότερες εξαρτημένες μεταβλητές.
Εάν η σχέση μεταξύ του Α και του Β παραμένει αμετάβλητη, ο νόμος είναι απόλυτος. Εάν η σχέση είναι σε υψηλό βαθμό σταθερή, αλλά όχι αμετάβλητη, ο νόμος έχει την εξής μορφή: «εάν Α, τότε Β με πιθανότητα χ» (δηλαδή πρόκειται για έναν πιθανοκρατικό νόμο).
Οι θεωρίες αποτελούν σύνολα νόμων που αφορούν σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά ή σε ένα συγκεκριμένο φαινόμενο.
Ωστόσο, οι θεωρίες δεν αποτελούν απλώς συλλογές νόμων, αλλά συνίστανται σε δηλώσεις που εξηγούν αυτούς τους νόμους.
Οι νόμοι ταυτοποιούν αμετάβλητες ή πιθανές σχέσεις, και οι θεωρίες δείχνουν γιατί ισχύουν αυτές οι σχέσεις.
Οι περιγραφικοί όροι που περιέχονται στους νόμους είναι άμεσα συνδεδεμένοι με διαδικασίες παρατήρησης ή/και πειραματισμού, και οι νόμοι γίνονται αποδεκτοί μόνο εάν περάσουν επιτυχώς διάφορες δοκιμές (tests) παρατήρησης ή/και πειραματισμού.
Όμως, οι θεωρίες επίλυσης προβλημάτων, ως συστήματα προτάσεων που εξηγούν νόμους, περιέχουν, εκτός από περιγραφικούς όρους, και θεωρητικούς όρους.
Γι’ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, οι θεωρίες δεν μπορούν να κατασκευαστούν μόνο με βάση την επαγωγή (συναγωγή συμπερασμάτων από την εμπειρία), αφού οι θεωρητικές έννοιες αποτελούν επινοήσεις της επιστημονικής συνείδησης και όχι ανακαλύψεις στον αισθητό κόσμο.
Οι θεωρίες αποσκοπούν στο να εξηγήσουν ένα όσο το δυνατό μεγαλύτερο τμήμα τής υπό μελέτη πραγματικότητας και όσο το δυνατόν καλύτερα (ακριβέστερα και αυστηρότερα).
Αυτή η προσπάθεια εξήγησης αποσκοπεί στην αύξηση της δυνατότητας της ανθρώπινης συνείδησης να ασκεί ορθολογικό έλεγχο (που περιλαμβάνει την έννοια της πρόβλεψης) ή τουλάχιστον να γνωρίζει, ακόμη και όταν δεν μπορεί να ασκήσει σημαντικό έλεγχο.
Προκειμένου μια θεωρία να χρησιμοποιηθεί πρακτικά, ως εργαλείο και οδηγός δράσης, οι επιστήμονες παράγουν μοντέλα από αυτή.
Με τον όρο «μοντέλο» εννοούμε ένα σύστημα προτάσεων που αντιπροσωπεύει μια θεωρία και συγχρόνως αποτελεί μια αφαιρετική, απλουστευμένη, απεικόνιση της πραγματικής κατάστασης στην οποία αναφέρεται και πρόκειται να εφαρμοστεί.
Συνεπώς, το μοντέλο αποτελεί μια επιμέρους εικόνα της αντίστοιχης θεωρίας από την οποία προέρχεται.
Συγκεκριμένα, το μοντέλο παραλείπει τις θεωρητικές έννοιες της αντίστοιχης θεωρίας, καθώς καλείται να αποτελέσει εργαλείο ελέγχου-πρόβλεψης και ανάλυσης σε μια συγκεκριμένη πραγματική κατάσταση.
Όταν, στο πλαίσιο της νεωτερικής θετικής επιστήμης, λέμε ότι κάτι «υπάρχει», εννοούμε ότι κατασκευάζουμε ένα μοντέλο (μια λογική αφηρημένη εικόνα) του αντικειμένου της έρευνάς μας, διατυπώνουμε προβλέψεις με βάση αυτό το μοντέλο και, εφόσον αυτές οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν (σε ικανοποιητικό βαθμό), τότε αποφαινόμαστε ότι το αντίστοιχο μοντέλο «υπάρχει» στον κόσμο, αποτελεί ένα ον, και του δίδουμε ένα όνομα.
Στις φυσικές επιστήμες, μια θεωρία είναι ένα μαθηματικό πλαίσιο, ένα μαθηματικό σύστημα, από το οποίο οι φυσικοί επιστήμονες μπορούν να συνάγουν προβλέψεις που βρίσκονται σε άριστη συμφωνία με τις παρατηρήσεις φυσικών φαινομένων.
Μάλιστα, οι φυσικοί επιστήμονες δίδουν διάφορα ονόματα στις διάφορες μαθηματικές δομές μιας φυσικής θεωρίας, διαμορφώνοντας έτσι έννοιες των φυσικών επιστημών, όπως «εγκέφαλος», «νευρώνες», «ηλεκτρομαγνητικά κύματα», «βαρύτητα», «χρόνος», «μποζόνιο Χιγκς», «κορωνοϊός» κ.ο.κ. Οι έννοιες των φυσικών επιστημών είναι μαθηματικές δομές από τις οποίες μπορούμε να υπολογίσουμε τις παρατηρήσιμες συνέπειες που, εφόσον μετρηθούν κατάλληλα, καθίστανται φυσικά θεωρήματα ή φυσικοί νόμοι.
Δυστυχώς, συχνά παρατηρούνται φαινόμενα εκτεταμένης διαστρέβλωσης της επιστήμης, έναντι των οποίων πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση και να τα αντιμετωπίζουμε με επιστημολογική υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα.
Οι κυριότερες πηγές και οι κυριότεροι τύποι διαστρέβλωσης της επιστήμες είναι οι εξής:
Αντιεπιστημονικές αντιλήψεις
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν ισχυρισμοί που αντιβαίνουν προς τη λογική και την εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα.
Σε αυτή την κατηγορία, πρωταγωνιστούν δεισιδαίμονες, θρησκόληπτοι, αυτάρεσκα αμαθή και υποεκπαιδευμένα πρόσωπα καθώς και δημαγωγοί.
Εσφαλμένες ή στρεβλές επιστημονικές αντιλήψεις
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν ισχυρισμοί επαγγελματιών του χώρου («επιστημόνων») οι οποίοι είτε έχουν διαστρεβλώσει τα δεδομένα και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν, προκειμένου να αποδείξουν έναν ισχυρισμό που επιθυμούν, είτε έχουν υιοθετήσει την αρχή της ομορφιάς ως κριτήριο κατασκευής και υπεράσπισης ενός μοντέλου.
Η ομορφιά ως κριτήριο κατασκευής και υπεράσπισης ενός μοντέλου σημαίνει ότι, λ.χ., ένας φυσικός επιστήμων κατασκευάζει ένα μοντέλο που είναι μαθηματικώς άρτιο και προσφέρει μια ολοκληρωμένη εξήγηση του υπό μελέτη προβλήματος, και, επειδή γοητεύεται από την κατασκευαστική ομορφιά του μοντέλου, το αποδέχεται και το υπερασπίζεται ανεξαρτήτως της πρακτικής, εμπειρικής του επιβεβαίωσης, δηλαδή ανεξαρτήτως της ικανότητάς του να παράγει πρακτικώς επιβεβαιωμένες προβλέψεις.
Για παράδειγμα, το λεγόμενο Καθιερωμένο Πρότυπο (Standard Model) στη φυσική περιλαμβάνει έναν πολύ μικρό αριθμό ο οποίος ονομάζεται παράμετρος θ και τον οποίο πολλοί φυσικοί επιστήμονες θεωρούν «άσχημο» και έχουν προσπαθήσει να τον ομορφύνουν.
Οι «ομορφότερες» θεωρίες που έχουν παραχθεί προβλέπουν ένα νέο σωματίδιο που ονομάζεται «άξιον» (axion).
Όμως, ο πειραματικός έλεγχος αυτών των θεωριών στη δεκαετία του 1970 απέρριψε αυτό το σωματίδιο.
Η αντίδραση των υποστηρικτών αυτών των θεωρητικώς όμορφων θεωριών ήταν να επαναδιατυπώσουν αυτές τις θεωρίες με πιο πολύπλοκο τρόπο, ώστε να καθίσταται όλο και δυσκολότερος ο πειραματικός τους έλεγχος, και μετονόμασαν το υποθετικό σωματίδιο (η ύπαρξη του οποίου είχε απορριφθεί) από «άξιον» σε «αόρατο άξιον» (invisible axion), καλώντας τους φυσικούς επιστήμονες να ψάξουν κάτι αόρατο.
Γενικώς, πολλοί επιστήμονες οδηγούνται σε εσφαλμένους ή στρεβλούς επιστημονικούς ισχυρισμούς εξαιτίας της γοητείας που τους ασκεί η κατασκευαστική ομορφιά ενός μοντέλου, στον κόσμο του οποίου τελικώς βυθίζονται, απομακρυνόμενοι από τον πραγματικό κόσμο, καθώς θεωρούν τον κόσμο του μοντέλου τους «ομορφότερο» από τον πραγματικό κόσμο.
Εκτός από αυτή την κατηγορία επιστημόνων, μια άλλη κατηγορία επιστημόνων παράγει εσφαλμένα ή στρεβλά επιστημονικά αποτελέσματα επειδή βασίζεται σε διαστρεβλωμένα δεδομένα και είχε ακολουθήσει εσφαλμένες ερευνητικές μεθόδους.
Για παράδειγμα, μια τέτοια περίπτωση επιστήμονα ήταν ο μεγάλος ευγονιστής Σίριλ Μπερτ (Cyril Burt, 1883-1971), καθηγητής στο University College London, το οποίο είναι ένα από τα σημαντικότερα διεθνώς κέντρα μελέτης της ευγονικής.
Οι επιστημονικές δημοσιεύσεις του άσκησαν μεγάλη επίδραση, αλλά, αργότερα, αποκαλύφθηκε ότι ο Σίριλ Μπερτ είχε βασιστεί σε διαστρεβλωμένα δεδομένα και είχε ακολουθήσει εσφαλμένες ερευνητικές μεθόδους.
Στις προαναφερθείσες περιπτώσεις, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι πολλοί επιστήμονες προβαίνουν σε σκόπιμη διαστρέβλωση της επιστήμης προκειμένου να λάβουν ερευνητικές επιχορηγήσεις, να αναλάβουν εξειδικευμένα επιστημονικά έργα, να αυξήσουν την επιρροή και την εξουσία τους επί της κοινωνίας γενικώς και επί των συναδέλφων τους ιδιαιτέρως, ή ακόμη και να διεκδικήσουν έναν ρόλο νέου ιερατείου.
Πολιτικές σκοπιμότητες-προπαγάνδα
Πολλοί πολιτικοί επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν την επιστήμη ως άλλοθι και ως προπαγανδιστικό εργαλείο για τις δικές τους πολιτικές αποφάσεις.
Ο Δρ. Νικόλαος Λάος είναι Εταίρος της Ιδιωτικής Εταιρείας Πληροφοριών R-Techno International Limited Business Intelligence, Geopolitics, Security
Email: nicolaslaos@r-techno.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών