Τα εύσημα αποδίδει η ΤτΕ για τις αποδόσεις των Επαγγελματικών Ταμείων, αλλά και τη διαχείριση της κρίσης από τον ασφαλιστικό κλάδο, με τρείς επισημάνσεις, όσον αφορά την επενδυτική τους συμπεριφορά σε σχέση με την πανδημία.
Για τα 25 ΤΕΑ τα στοιχεία δείχνουν ότι το ενεργητικό κεφάλαιο τους αυξήθηκε κατά 45,8% την περίοδο 2015-2020 και ανήλθε στο 1,64 δισ. ευρώ το δ’ τρίμηνο του 2020.
Σήμερα στη χώρα λειτουργούν 25 ΤΕΑ, και βρίσκονται υπό ΄γεκριση ακόμα άλλα τρία, από τα οποία 21 είναι προαιρετικής και άλλα τέσσερα υποχρεωτικής ασφάλισης, προσφέροντας συμπληρωματικές παροχές σε 184.769 ασφαλισμένους-εργαζόμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο 4,81% του συνόλου των απασχολουμένων στη χώρα.
Η Ελληνική Ένωση Επαγγελματικών Ταμείων εκτός από το +45,8%, που καταγράφηκε την τελευταία πενταετία, διαπιστώνει μέση ετήσια απόδοση 4,9% στα υπό διαχείριση χαρτοφυλάκια, την περίοδο 2011- 2019, στα ίδια ακριβώς επίπεδα με το ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, στο τέλος του 2020, 731 εκατ. ευρώ από τα κεφάλαια των ΤΕΑ, δηλαδή το 44,3% έχουν επενδυθεί σε ομόλογα (χρεωστικούς τίτλους).
Σε μετοχές και μερίδια επενδυτικών οργανισμών, έχουν αξιοποιηθεί άλλα 388 εκατ. ευρώ, δηλαδή το 23,5% του συνολικού κεφαλαίου.
Οι συνολικές καταθέσεις των ΤΕΑ ανέρχονται σε 212 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 12,8% του ενεργητικού κεφαλαίου τους.
Πάντως, στην Ελλάδα το ενεργητικό των ΤΕΑ ισοδυναμεί μόλις με το 0,8% του συνολικού ΑΕΠ. Τα περιθώρια περαιτέρω επέκτασης του θεσμού είναι πολύ μεγάλα και γι’ αυτό προωθείται η δημιουργία τουλάχιστον άλλων δέκα Επαγγελματικών Ταμείων.
Ασφαλιστικός κλάδος
Για τον εγχώριο ασφαλιστικό κλάδο ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι πέρυσι, αυξήθηκε το μερίδιο των επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης στην αγορά των ασφαλίσεων αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, αντιστοίχως έχει καταγραφεί μία μείωση -0,4% από την ΕΑΕΕ.
Από τις ως άνω 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, 35 λειτουργούν και εποπτεύονται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία Φερεγγυότητα II, που εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από 1.1.2016, ενώ 2 επιχειρήσεις εξαιρούνται, λόγω μεγέθους, από την εφαρμογή πλήθους απαιτήσεων που αφορούν και τους τρεις βασικούς πυλώνες της Φερεγγυότητας ΙΙ.
Εκ των 35 ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας II, οι 12 ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 5 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα.
Επίσης, 6 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σε λοιπές χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Η τεχνογνωσία που έχουν αποκτήσει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις σε συνδυασμό με την αποτελεσματική εποπτεία εντός του πλαισίου Φερεγγυότητα ΙΙ τους δίνουν τη δυνατότητα να αναλάβουν ουσιαστικό αναπτυξιακό ρόλο κι ο ρόλος αυτός αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω με την εισαγωγή των Πανευρωπαϊκών Προσωπικών Συνταξιοδοτικών Προϊόντων.
Το 2020 τα χρηματοοικονομικά μεγέθη της εγχώριας ασφαλιστικής αγοράς εξακολούθησαν να επηρεάζονται από το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, με την καμπύλη επιτοκίων μηδενικού κινδύνου, ιδίως στο βραχυπρόθεσμο τμήμα της, να κινείται σε αρνητικά επίπεδα.
Οι ασφαλίσεις ζωής παρουσίασαν μικρή μείωση, με αύξηση όμως της παραγωγής ασφαλίσεων που συνδέονται με επενδύσεις, προς αντικατάσταση παραδοσιακών αποταμιευτικών προϊόντων.
Όσον αφορά τις ασφαλίσεις ζημιών, αξιοσημείωτη είναι η αύξηση των ασφαλίσεων υγείας, καθώς και η μείωση των ασφαλίστρων ζημιών οχημάτων λόγω των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας.
Η εκτίναξη της οικονομικής αβεβαιότητας σε συνδυασμό με τα πολύ χαμηλά επιτόκια καθιστούν αβέβαιες τις εκτιμήσεις για την κερδοφορία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τις αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων τους.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο εγχώριος ασφαλιστικός κλάδος φαίνεται να έχει αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στις επιπτώσεις της πανδημίας.
Δεν σημειώθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις από το προηγούμενο έτος όσον αφορά την εκπλήρωση των διαχρονικών στόχων των εγχώριων ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε επίπεδο λειτουργίας, πωλήσεων, εξυπηρέτησης και επιχειρηματικότητας.
Η διατήρηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, ο επαναπροσδιορισμός των ασφαλιστικών προϊόντων, η αναζήτηση εναλλακτικών δικτύων διανομής και η τεχνολογική αναβάθμιση της λειτουργίας του βοήθησαν τον εγχώριο ασφαλιστικό κλάδο, εν μέσω πανδημίας, να διατηρήσει τη χρηματοοικονομική του κατάσταση σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Είναι όμως αδήριτη ανάγκη, όπως σημειώνεται, όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της πανδημίας στη συμπεριφορά των καταναλωτών, τις αρνητικές επιδράσεις των χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων στην κερδοφορία τους, καθώς και τις προκλήσεις που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να επενδύσουν στην ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητά τους και να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης κινδύνων που σχετίζονται με την ασφάλεια των συστημάτων και των προσωπικών δεδομένων.
Για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη δημιουργία προϊόντων με αποδόσεις προσαρμοσμένες στις νέες επενδυτικές επιλογές, τη δημιουργία προϊόντων που θα καλύπτουν μεγαλύτερο εύρος κινδύνων των πελατών τους, την ανάπτυξη εναλλακτικών δικτύων διανομής που θα αξιοποιούν τη συνεχώς αναπτυσσόμενη τεχνολογία, την ενίσχυση της συνεργασίας με θεσμικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς με προοπτική ανάπτυξης (π.χ. bankassurance), αλλά και την υιοθέτηση μιας νέας κουλτούρας για το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης στην οικονομία και την κοινωνία».
Αντώνης Βασιλόπουλος
antonpaper@yahoo.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών