γράφει : ΜΑΡΙΝΑ ΦΟΥΝΤΑ
Σημάδια αδιεξόδου δείχνει και πάλι η Ευρωπαϊκή Ένωση, δείχνοντας και πάλι ότι ο ενιαίος ευρωπαϊκός χώρος καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολος μεταξύ της αδύναμης περιφέρειας και του ισχυρού πυρήνα της ευρωζώνης.
Το τελευταίο διάστημα, οι σχέσεις μεταξύ Δουβλίνου και Βερολίνου έχουν γίνει ολοένα και δυσκολότερες, θέτοντας για ακόμη μία φορά, από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης την περασμένη Άνοιξη, εν αμφιβόλω τη μακροπρόθεσμη συνέχεια της ζώνης του ευρώ. Η επιμονή της γερμανικής κυβέρνησης στα προγράμματα σκληρής λιτότητας και οδυνηρών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αδύναμη περιφέρεια της ζώνης, έχει βυθίσει την Ελλάδα στη βαθύτερη μεταπολεμική οικονομική ύφεση, ενώ παράλληλα έχει προκαλέσει συρρίκνωση κατά 12% στην ιρλανδική οικονομία και αύξηση του ποσοστού ανεργίας της κοντά στο 14%.
Όπως έγινε και με την Ελλάδα, η Ιρλανδία αποκλείστηκε από τη διεθνή αγορά κεφαλαίων και αναγκάστηκε να προσφύγει στο μηχανισμό του ΔΝΤ και της ΕΕ υπό το βάρος μίας ακόμη πολυετούς προσαρμογής.
Ως ένα προοίμιο για το τι ενδέχεται να συμβεί αργότερα στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και ενδεχομένως στην Ισπανία καθώς η δημοσιονομική λιτότητα αρχίζει πραγματικά να «τρώει» την ανάπτυξη, είναι οι αντιδράσεις της ιρλανδικής κοινής γνώμης στα σκληρά προγράμματα της κυβέρνησης και για την απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας της Ιρλανδίας που οδηγείται από το πρόγραμμα διάσωσης.
Βρισκόμαστε στις παραμονές των ιρλανδικών γενικών εκλογών (25/2), με τα δύο μεγάλα ιρλανδικά κόμματα της αντιπολίτευσης να προτείνουν ότι η εκλογή θεωρείται δημοψήφισμα για το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Συγκεκριμένα, οι δύο επιμένουν ότι τα επιτόκια που χρεώνονται από τα δάνεια των ΔΝΤ-ΕΕ πρέπει να μειωθούν σε πιο προσιτά επίπεδα, καθώς και ότι οι ιδιώτες ομολογιούχοι των ιρλανδικών τραπεζών θα πρέπει να φέρουν τουλάχιστον ένα μέρος από το βάρος του προγράμματος προσαρμογής της Ιρλανδίας.
Κι ενώ οι Ιρλανδοί πολιτικοί προτείνουν στους ψηφοφόρους τους ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι για να μετριαστεί η πίεση της ιρλανδικής οικονομίας, και ότι το βάρος της προσαρμογής θα πρέπει να μοιράζεται καλύτερα με τους ξένους κατόχους ομολόγων, η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ προσπαθεί να προχωρήσει την Ευρώπη προς την αντίθετη κατεύθυνση. Προτείνει ότι κάθε πρόγραμμα διάσωσης πρέπει να συνοδεύεται από ακόμα ισχυρότερες δεσμεύσεις για λιτότητα. Προτείνει, επίσης, ότι πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και ότι ο συντονισμός αυτός πρέπει να είναι με βάση τις γερμανικές γραμμές. Μάλιστα, τα θέματα που θίγει είναι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, η κατάργηση τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών, η εναρμόνιση των φόρων σε ολόκληρη την ευρωζώνη, και ο καθορισμός αυστηρότερων ορίων σχετικά με την ικανότητα των χωρών να αυξήσουν το χρέος.
Στην ίδια γραμμή με την Ιρλανδία τάσσονται και οι υπόλοιπες αδύναμες χώρες της ζώνης, ενώ η γερμανική πλευρά, αν και δεν βρίσκει πολλούς υποστηρικτές επί της ουσίας, στο τέλος φαίνεται να επικρατεί. Η αδύναμη περιφέρεια απειλείται εάν ακολουθήσει αυτό το μοντέλο, μένοντας ακόμη πιο πίσω στην ανάπτυξη σε σχέση με τον ισχυρό πυρήνα, με αποτέλεσμα η «Ευρώπη των δύο ταχυτήτων» να ενισχύεται. Ένα πιθανό «διαζύγιο» επομένως δεν πρέπει να αποκλείεται…
Άλλωστε και ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος διατύπωσε σε συνέντευξή του στην γαλλική οικονομική εφημερίδα “Les Echos” την εκτίμηση ότι οι λανθασμένοι χειρισμοί στην κρίση χρέους της ευρωζώνης δεν θα κλονίσουν μόνον την οικονομική σταθερότητα, αλλά και τα ίδια τα θεμέλια της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
Προέβλεψε μάλιστα ότι εφόσον η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων καθιερωθεί, «θα προκαλούσε τεράστιες εντάσεις στους κόλπους της Ένωσης ανάμεσα σε δανειστές και δανειζομένους», μια εξέλιξη που πρέπει να αποφευχθεί.
Αλεξάνδρα Τόμπρα
www.bankingnews.gr
Όπως έγινε και με την Ελλάδα, η Ιρλανδία αποκλείστηκε από τη διεθνή αγορά κεφαλαίων και αναγκάστηκε να προσφύγει στο μηχανισμό του ΔΝΤ και της ΕΕ υπό το βάρος μίας ακόμη πολυετούς προσαρμογής.
Ως ένα προοίμιο για το τι ενδέχεται να συμβεί αργότερα στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και ενδεχομένως στην Ισπανία καθώς η δημοσιονομική λιτότητα αρχίζει πραγματικά να «τρώει» την ανάπτυξη, είναι οι αντιδράσεις της ιρλανδικής κοινής γνώμης στα σκληρά προγράμματα της κυβέρνησης και για την απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας της Ιρλανδίας που οδηγείται από το πρόγραμμα διάσωσης.
Βρισκόμαστε στις παραμονές των ιρλανδικών γενικών εκλογών (25/2), με τα δύο μεγάλα ιρλανδικά κόμματα της αντιπολίτευσης να προτείνουν ότι η εκλογή θεωρείται δημοψήφισμα για το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Συγκεκριμένα, οι δύο επιμένουν ότι τα επιτόκια που χρεώνονται από τα δάνεια των ΔΝΤ-ΕΕ πρέπει να μειωθούν σε πιο προσιτά επίπεδα, καθώς και ότι οι ιδιώτες ομολογιούχοι των ιρλανδικών τραπεζών θα πρέπει να φέρουν τουλάχιστον ένα μέρος από το βάρος του προγράμματος προσαρμογής της Ιρλανδίας.
Κι ενώ οι Ιρλανδοί πολιτικοί προτείνουν στους ψηφοφόρους τους ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι για να μετριαστεί η πίεση της ιρλανδικής οικονομίας, και ότι το βάρος της προσαρμογής θα πρέπει να μοιράζεται καλύτερα με τους ξένους κατόχους ομολόγων, η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ προσπαθεί να προχωρήσει την Ευρώπη προς την αντίθετη κατεύθυνση. Προτείνει ότι κάθε πρόγραμμα διάσωσης πρέπει να συνοδεύεται από ακόμα ισχυρότερες δεσμεύσεις για λιτότητα. Προτείνει, επίσης, ότι πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και ότι ο συντονισμός αυτός πρέπει να είναι με βάση τις γερμανικές γραμμές. Μάλιστα, τα θέματα που θίγει είναι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, η κατάργηση τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών, η εναρμόνιση των φόρων σε ολόκληρη την ευρωζώνη, και ο καθορισμός αυστηρότερων ορίων σχετικά με την ικανότητα των χωρών να αυξήσουν το χρέος.
Στην ίδια γραμμή με την Ιρλανδία τάσσονται και οι υπόλοιπες αδύναμες χώρες της ζώνης, ενώ η γερμανική πλευρά, αν και δεν βρίσκει πολλούς υποστηρικτές επί της ουσίας, στο τέλος φαίνεται να επικρατεί. Η αδύναμη περιφέρεια απειλείται εάν ακολουθήσει αυτό το μοντέλο, μένοντας ακόμη πιο πίσω στην ανάπτυξη σε σχέση με τον ισχυρό πυρήνα, με αποτέλεσμα η «Ευρώπη των δύο ταχυτήτων» να ενισχύεται. Ένα πιθανό «διαζύγιο» επομένως δεν πρέπει να αποκλείεται…
Άλλωστε και ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος διατύπωσε σε συνέντευξή του στην γαλλική οικονομική εφημερίδα “Les Echos” την εκτίμηση ότι οι λανθασμένοι χειρισμοί στην κρίση χρέους της ευρωζώνης δεν θα κλονίσουν μόνον την οικονομική σταθερότητα, αλλά και τα ίδια τα θεμέλια της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
Προέβλεψε μάλιστα ότι εφόσον η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων καθιερωθεί, «θα προκαλούσε τεράστιες εντάσεις στους κόλπους της Ένωσης ανάμεσα σε δανειστές και δανειζομένους», μια εξέλιξη που πρέπει να αποφευχθεί.
Αλεξάνδρα Τόμπρα
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών