Τελευταία Νέα
Διεθνή

Wall Street Journal: Η μάχη χρέους της Ελλάδας εκθέτει τις βαθύτερες αδυναμίες της Ευρωζώνης

Wall Street Journal: Η μάχη χρέους της Ελλάδας εκθέτει τις βαθύτερες αδυναμίες της Ευρωζώνης
Λανθασμένη η πολιτική δομή της νομισματικής ένωσης
Στη λανθασμένη πολιτική δομή της νομισματικής ένωσης αποδίδει η εφημερίδα Wall Street Journal την αποτυχία Ελλάδας και πιστωτών να θέσουν το χρέος της χώρας σε έναν βιώσιμο δρόμο.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο αρθρογράφος Michael J. Casey, προκειμένου να καταλάβουμε γιατί η Ελλάδα και οι πιστωτές της δεν έχουν κατορθώσει να θέσουν το χρέος της χώρας σε ένα βιώσιμο μονοπάτι, πρέπει να δούμε πέρα από τα πρωτοσέλιδα σχετικά με την αδιαλλαξία της αριστερής κυβέρνησης στην Αθήνα και το ότι έχει δοκιμαστεί η υπομονή των αξιωματούχων σε Βερολίνο και Βρυξέλλες.
Η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στη λανθασμένη πολιτική διάρθρωση της νομισματικής ένωσης, όπου ένα εξαιρετικά ολοκληρωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα συνυπάρχει με μια κατακερματισμένη και μη προβλέψιμη διακυβέρνηση.
Αυτή η δομή σημαίνει ότι είναι επικίνδυνο να υποθέσει κανείς ότι οι μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, όπως αυτή της Ισπανίας ή της Ιταλίας, δεν θα δουν να αναβιώνουν οι ανησυχίες για τα δικά τους επίπεδα χρέους, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ολοκληρώσει τη νομισματική της στήριξη στις αγορές ομολόγων της περιοχής.
Με την Ελλάδα να είναι απίθανο να αποπληρώσει τις λήξεις ομολόγων ύψους 6,7 δισ. ευρώ προς τους ευρωπαίους πιστωτές της το καλοκαίρι, αυτό που λαμβάνει χώρα τώρα είναι το γνωστό «παιχνίδι του τρελού».
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως μας λένε, σημειώνει ο M. Casey, αρνείται να προχωρήσει σε περαιτέρω περικοπές δαπανών και οι ευρωπαίοι πιστωτές της αρνούνται να παρέχουν ελάφρυνση του χρέους της χωρίς αυτές τις δεσμεύσεις.
Όπως πάντα, ο κίνδυνος ενός ανεπιθύμητου «Grexit» από την Ευρωζώνη δίνει σε αυτή τη μάχη το απαιτούμενο πλαίσιο ενός μεγάλου δράματος.
Ωστόσο, επισημαίνεται, η μακροπρόθεσμη ρητορική, που υπερβαίνει όλα αυτά τα σποραδικά επεισόδια «ακροασφαλούς διπλωματίας», μας λέει μια πιο ολοκληρωμένη και εντέλει πιο καταθλιπτική ιστορία.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών, η Ελλάδας έχει λάβει πολλές διασώσεις, ύψους άνω των 240 δισ. ευρώ, από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, όπως και αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα.
Ωστόσο, από το 2008 το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει συρρικνωθεί κατά 25% και το χρέος της προς το ΑΕΠ έχει διογκωθεί από το 109% έως το 180% περίπου.
Εξαιρουμένης της Αργεντινής, η οικονομικά πληγμένες χώρες που μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα με άλλα κράτη, συνήθως αποφεύγουν τέτοιου είδους παρατεταμένες «μάχες».
Αναδιαρθρώνουν πλήρως το χρέος τους μέσα σε λίγους μήνες και έναν χρόνο μετά ή λίγο παραπάνω έχουν πρόσβαση τις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Στην Ευρώπη, ωστόσο, η διάρθρωση της κοινής νομισματικής πολιτικής έχει «κλειδώσει» την Ελλάδα και τους δανειστές της σε έναν αυτοκαταστροφικό κύκλο αμοιβαίας δυσπιστίας και εξανεμιζόμενης εμπιστοσύνης.
Δεδομένου ότι δεν υπάρχει διεθνές πτωχευτικό δικαστήριο, οι αναδιαρθρώσεις βρίσκονται πάντα αντιμέτωπες με πολιτικές προκλήσεις καθώς ο οφειλέτης και οι φορολογούμενοι των πιστωτριών χωρών, όπως και οι μέτοχοι των ιδιωτικών δανειοδοτικών οργανισμών το καταπολεμούν αυτή την κατάσταση καθορίζοντας πώς θα κατανεμηθούν οι απώλειες.
Σε αυτή την περίπτωση, όμως, περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από τη στενή χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση μεταξύ των χωρών μελών της ζώνης του ευρώ.
Αυτό επαναφέρει στο τραπέζι ένα υψηλό επίπεδο κινδύνου μετάδοσης της κρίσης (η ιδέα ότι οι επενδυτές ομολόγων άλλων χωρών της Ευρωζώνης θα τα πουλήσουν για να καλύψουν τις ζημίες που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και θα υπάρξει ένας φαύλος κύκλος πιέσεων από τις αγορές).
Προκειμένου να αποφευχθεί αυτός ο κίνδυνος, οι αρχές της Ευρωζώνης ήταν πάντα πρόθυμες να αφήσουν τους πιστωτές του ιδιωτικού τομέα να υποστούν μεγάλο «κούρεμα» των επενδύσεών τους, κάτι που αναπόφευκτα μεταφράζεται σε μεγαλύτερη επιβάρυνση για τους φορολογουμένους.
Ωστόσο, δεν υπήρχαν πανευρωπαϊκοί πολιτικοί θεσμοί που να συγκεντρώσουν δημοσιονομικούς πόρους και αυτόματα να κατανέμουν όλα αυτά τα βάρη.
Χωρίς μια αμερικανικού τύπου κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τα 17 κράτη - μέλη θα πάλευαν για κάθε δολάριο, με το αποτέλεσμα να είναι κάτι που να ομοιάζει σε παράλυση.
«Η ολοκλήρωση της κεφαλαιαγοράς ήταν τόσο προχωρημένη και ο κόσμος ήταν τόσο εύθραυστος μετά την κρίση του 2008, ώστε προκειμένου να δημιουργηθεί πραγματικά η ελευθερία λήψης αποφάσεων στην Ελλάδα απαιτήθηκε ένα τεράστιο ποσό θεσμικών «μαξιλαριών» (buffer) κατά της μετάδοσης της κρίσης, που όμως δεν υπήρχαν», επισημαίνει η Anna Gelpern, καθηγήτρια της Νομικής και μελετητής των αγορών κρατικών ομολόγων.
Ακόμη και αν η Ελλάδα λάβει τελικά μια επιτυχή αναδιάρθρωση του χρέους της, η λανθασμένη δομή της νομισματικής ένωσης επικρέμαται πάνω από το μέλλον της Ευρωζώνης, καθώς σημαίνει ότι μια μετάδοση της κρίσης θα μπορούσε να απειλήσει την Πορτογαλία ή ακόμη χειρότερα την Ισπανία ή την Ιταλία, με τις επί του παρόντος χαμηλές αποδόσεις των ομολόγων να αυξηθούν ξανά και να επιστρέψει ο πανικός του 2012.
Προς το παρόν, το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, συνολικού ύψους 1 τρισ. ευρώ, που έχει θέσει σε εφαρμογή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα λειτουργεί ως το «de facto» θεσμικό «μαξιλάρι» που οι πολιτικοί της Ευρωζώνης απέτυχαν να οικοδομήσουν.
Όμως, η δύναμή του δεν είναι απεριόριστη. Η ΕΚΤ μπορεί να ενεργεί μόνο μέσα σε ένα στενό πλαίσιο για την επίτευξη της σταθερότητας των τιμών και υφίσταται τους δικούς της εσωτερικούς πολιτικούς διχασμούς.

Μεταφραστική επιμέλεια: Ελ. Κάτσουρα
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης