Το πρόβλημα είναι ότι, επιλύοντας τη χρηματοπιστωτική κρίση, ο διοικητής της ΕΚΤ δημιούργησε μια οικονομική
Αυτή την Κυριακή, 26 Ιουλίου, συμπληρώνονται τρία χρόνια από τότε που ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Mario Draghi, έδωσε την υπόσχεση ότι θα κάνει «ό,τι χρειάζεται» προκειμένου να σώσει το ευρώ.
Ο αντίκτυπος αυτής της δήλωσης, σημειώνεται σε άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph», ήταν ένα είδος θαύματος.
Από τότε, όμως, παρά το δράμα που βίωσε τον περασμένο μήνα η Ελλάδα, οι κεφαλαιαγορές είναι πλέον υπό έλεγχο και η απειλή εξόδου μιας χώρας από τη νομισματική ένωση έχει πλέον λάβει τέλος.
Επίσης, εφόσον υποτάσσονται στους όρους των προγραμμάτων διάσωσης, ακόμη και οι πλέον υπερχρεωμένες χώρες μπορούν να επιβιώσουν.
Η παρέμβαση Draghi, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, υπό αυτή την έννοια, ήταν μια θεαματική επιτυχία.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι επιλύοντας τη χρηματοπιστωτική κρίση, ο διοικητής της ΕΚΤ δημιούργησε μια οικονομική.
Η Ευρωζώνη δεν είναι απειλείται πλέον από μια επικείμενη οικονομική κατάρρευση, όμως είναι αντιμέτωπη με μια οξεία ύφεση που συνεχίζεται τον έναν χρόνο μετά τον άλλο και που δεν φαίνεται να βαίνει προς το τέλος της.
Με τον καιρό, αυτό θα δημιουργήσει μια πολιτική κρίση, όπως ακριβώς αυτή που λαμβάνει χώρα τώρα στην Ελλάδα.
Θα μπορέσει ο Draghi να το διορθώσει και αυτό, διερωτάται η Telegraph, για να προσθέσει ότι μέχρι στιγμής υπάρχουν πολύ λίγα σημάδια προς αυτή την κατεύθυνση.
Όπως σημειώνεται, είναι εύκολο να ξεχνά κανείς τη δεινή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Ευρωζώνη πριν από τρία καλοκαίρια, με τα προβλήματα σε Ελλάδα, Πορτογαλία και Ιρλανδία.
Οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονταν ολοένα και περισσότερο σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ζώνης του ευρώ, την Ισπανία και την Ιταλία.
Τα περισσότερα σαββατοκύριακα λάμβανε χώρα μια Σύνοδος των ηγετών της ζώνης του ευρώ, μετά την οποία η επικεφαλής του ΔΝΤ Christine Lagarde με δηλώσεις της εν τω μέσω της νυκτός να λέει ότι υπήρξε μια συμφωνία, για να καταρρεύσει όταν άνοιγαν την επόμενη Δευτέρα οι αγορές.
Επρόκειτο για μια χαοτική κατάσταση, επισημαίνεται.
Ο Mario Draghi τον Ιούλιο εκείνου του καλοκαιριού, λαμβάνοντας τον λόγο κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στο Λονδίνο, ήταν αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση.
«Η ΕΚΤ είναι έτοιμη να κάνει ό,τι χρειάζεται για να διατηρήσει το ευρώ», είπε ο Draghi εκείνη την ημέρα, προσθέτοντας: «πιστέψτε με, θα είναι αρκετό».
Τότε, η δήλωση αυτή έγινε δεκτή με αρκετό σκεπτικισμό, όμως αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο.
Το νόημα της παρέμβασής του ήταν ότι οι αγορές δεν πίστευαν ότι η ΕΚΤ ήταν η κατάλληλη κεντρική τράπεζα ώστε να προχωρήσει στην εκτύπωση χρημάτων εμποδίζοντας μια κυβέρνηση από το να καταρρεύσει.
Ο Draghi κατέστησε σαφές ότι αυτό ήταν δυνατόν.
Από τότε, οι αγορές ομολόγων έχουν τεθεί υπό έλεγχο, με τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας να μπορούν να δανειστούν με καλύτερους όρους ακόμη ίσως και από τις ΗΠΑ.
Δυστυχώς, όμως, το πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί.
Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει συμβεί είναι η χρηματοπιστωτική κρίση να μετατραπεί σε μια οικονομική κρίση.
Ας αγνοήσουμε την Ελλάδα, μια χώρα που βουλιάζει σε μια οικονομική μαύρη τρύπα.
Η απόδοση της υπόλοιπης Γηραιάς Ηπείρου είναι απελπιστική.
Η Φινλανδία, για παράδειγμα, είναι μια ευημερούσα βόρεια ευρωπαϊκή χώρα, η οποία έχει μείνει προσκολλημένη σε όλους τους κανόνες.
Είναι τόσο μακριά από την Ελλάδα, τόσο γεωγραφικά όσο και πολιτικά, όμως η οικονομία της είναι μια καταστροφή.
Έχει πληγεί σκληρά από την ύφεση, η οποία μπορεί μόνον εν μέρει να αποδοθεί στην πτώση της άλλοτε ισχυρής Nokia.
Η οικονομία της εξακολουθεί να είναι περισσότερο από 5% μικρότερη από ό,τι ήταν όταν ξέσπασε η οικονομική κατάρρευση το 2008.
Η Ολλανδία, επίσης, παλεύει με τα αυξανόμενα χρέη της, με την οικονομία της να μην έχει ανακτήσει την παραγωγή του 2008.
Στην Ιταλία, η ύφεση φαίνεται να είναι δίχως τέλος και η Πορτογαλία έχει απλώς καταφέρει να επιστρέψει στην ανάπτυξη φέτος, βασιζόμενη κυρίως στην αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης, όμως το χρέος της είναι ακόμη εκτός ελέγχου.
Ισπανία, αν και παρουσιάζεται ως ένα παράδειγμα χώρας που η οικονομία της έχει ανακάμψει, κάτι αληθές αφού θα αναπτυχθεί με ταχύτερο ρυθμό από τη Βρετανία φέτος και η ανεργία έχει υποχωρήσει, ωστόσο αυτή η ανάπτυξη φαίνεται σαθρή.
Η καταναλωτική δαπάνη αυξάνεται με ρυθμό σχεδόν 4% σε ετήσια βάση, ενώ μια ακόμη κατασκευαστική έκρηξη συντελείται, με την κατασκευαστική παραγωγή να αυξάνεται κατά 14% από έτος σε έτος.
Αυτό φαίνεται περίεργο, δεδομένου ότι στην Ισπανία καταγράφηκε ευρεία κατασκευαστική δραστηριότητα κατά την τελευταία «φούσκα», διαβάζοντας συνεχώς για πόλεις – φαντάσματα και νέα αεροδρόμια με μία μόνον πτήση την ημέρα.
Στην πραγματικότητα, το ζεστό χρήμα φαίνεται να ρέει πίσω εκεί, πράγμα που εξηγεί γιατί η δήθεν πανίσχυρη Γερμανία δεν πάει και τόσο καλά.
Η βιομηχανική παραγωγή της έχει σταματήσει και οι κατά κεφαλήν λιανικές πωλήσεις μειώνονται εδώ και μία δεκαετία –οι γερμανοί πολίτες δεν έχουν περισσότερα χρήματα να δαπανήσουν.
Μπορεί να κρατήσει για λίγο, αλλά όχι για πάντα.
Στην πραγματικότητα, ο Draghi έχει ηρεμήσει τις αγορές ομολόγων και ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, όμως ένας κεντρικός τραπεζίτης δεν μπορεί να γυρίσει γύρω μια οικονομία από μόνος του.
Το «ό,τι χρειάζεται» έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι αρκετό και ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κανείς δεν θα γιορτάσει τα αποτελέσματά του την Κυριακή, καταλήγει το άρθρο.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Ο αντίκτυπος αυτής της δήλωσης, σημειώνεται σε άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph», ήταν ένα είδος θαύματος.
Από τότε, όμως, παρά το δράμα που βίωσε τον περασμένο μήνα η Ελλάδα, οι κεφαλαιαγορές είναι πλέον υπό έλεγχο και η απειλή εξόδου μιας χώρας από τη νομισματική ένωση έχει πλέον λάβει τέλος.
Επίσης, εφόσον υποτάσσονται στους όρους των προγραμμάτων διάσωσης, ακόμη και οι πλέον υπερχρεωμένες χώρες μπορούν να επιβιώσουν.
Η παρέμβαση Draghi, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, υπό αυτή την έννοια, ήταν μια θεαματική επιτυχία.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι επιλύοντας τη χρηματοπιστωτική κρίση, ο διοικητής της ΕΚΤ δημιούργησε μια οικονομική.
Η Ευρωζώνη δεν είναι απειλείται πλέον από μια επικείμενη οικονομική κατάρρευση, όμως είναι αντιμέτωπη με μια οξεία ύφεση που συνεχίζεται τον έναν χρόνο μετά τον άλλο και που δεν φαίνεται να βαίνει προς το τέλος της.
Με τον καιρό, αυτό θα δημιουργήσει μια πολιτική κρίση, όπως ακριβώς αυτή που λαμβάνει χώρα τώρα στην Ελλάδα.
Θα μπορέσει ο Draghi να το διορθώσει και αυτό, διερωτάται η Telegraph, για να προσθέσει ότι μέχρι στιγμής υπάρχουν πολύ λίγα σημάδια προς αυτή την κατεύθυνση.
Όπως σημειώνεται, είναι εύκολο να ξεχνά κανείς τη δεινή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Ευρωζώνη πριν από τρία καλοκαίρια, με τα προβλήματα σε Ελλάδα, Πορτογαλία και Ιρλανδία.
Οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονταν ολοένα και περισσότερο σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ζώνης του ευρώ, την Ισπανία και την Ιταλία.
Τα περισσότερα σαββατοκύριακα λάμβανε χώρα μια Σύνοδος των ηγετών της ζώνης του ευρώ, μετά την οποία η επικεφαλής του ΔΝΤ Christine Lagarde με δηλώσεις της εν τω μέσω της νυκτός να λέει ότι υπήρξε μια συμφωνία, για να καταρρεύσει όταν άνοιγαν την επόμενη Δευτέρα οι αγορές.
Επρόκειτο για μια χαοτική κατάσταση, επισημαίνεται.
Ο Mario Draghi τον Ιούλιο εκείνου του καλοκαιριού, λαμβάνοντας τον λόγο κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στο Λονδίνο, ήταν αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση.
«Η ΕΚΤ είναι έτοιμη να κάνει ό,τι χρειάζεται για να διατηρήσει το ευρώ», είπε ο Draghi εκείνη την ημέρα, προσθέτοντας: «πιστέψτε με, θα είναι αρκετό».
Τότε, η δήλωση αυτή έγινε δεκτή με αρκετό σκεπτικισμό, όμως αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο.
Το νόημα της παρέμβασής του ήταν ότι οι αγορές δεν πίστευαν ότι η ΕΚΤ ήταν η κατάλληλη κεντρική τράπεζα ώστε να προχωρήσει στην εκτύπωση χρημάτων εμποδίζοντας μια κυβέρνηση από το να καταρρεύσει.
Ο Draghi κατέστησε σαφές ότι αυτό ήταν δυνατόν.
Από τότε, οι αγορές ομολόγων έχουν τεθεί υπό έλεγχο, με τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας να μπορούν να δανειστούν με καλύτερους όρους ακόμη ίσως και από τις ΗΠΑ.
Δυστυχώς, όμως, το πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί.
Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει συμβεί είναι η χρηματοπιστωτική κρίση να μετατραπεί σε μια οικονομική κρίση.
Ας αγνοήσουμε την Ελλάδα, μια χώρα που βουλιάζει σε μια οικονομική μαύρη τρύπα.
Η απόδοση της υπόλοιπης Γηραιάς Ηπείρου είναι απελπιστική.
Η Φινλανδία, για παράδειγμα, είναι μια ευημερούσα βόρεια ευρωπαϊκή χώρα, η οποία έχει μείνει προσκολλημένη σε όλους τους κανόνες.
Είναι τόσο μακριά από την Ελλάδα, τόσο γεωγραφικά όσο και πολιτικά, όμως η οικονομία της είναι μια καταστροφή.
Έχει πληγεί σκληρά από την ύφεση, η οποία μπορεί μόνον εν μέρει να αποδοθεί στην πτώση της άλλοτε ισχυρής Nokia.
Η οικονομία της εξακολουθεί να είναι περισσότερο από 5% μικρότερη από ό,τι ήταν όταν ξέσπασε η οικονομική κατάρρευση το 2008.
Η Ολλανδία, επίσης, παλεύει με τα αυξανόμενα χρέη της, με την οικονομία της να μην έχει ανακτήσει την παραγωγή του 2008.
Στην Ιταλία, η ύφεση φαίνεται να είναι δίχως τέλος και η Πορτογαλία έχει απλώς καταφέρει να επιστρέψει στην ανάπτυξη φέτος, βασιζόμενη κυρίως στην αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης, όμως το χρέος της είναι ακόμη εκτός ελέγχου.
Ισπανία, αν και παρουσιάζεται ως ένα παράδειγμα χώρας που η οικονομία της έχει ανακάμψει, κάτι αληθές αφού θα αναπτυχθεί με ταχύτερο ρυθμό από τη Βρετανία φέτος και η ανεργία έχει υποχωρήσει, ωστόσο αυτή η ανάπτυξη φαίνεται σαθρή.
Η καταναλωτική δαπάνη αυξάνεται με ρυθμό σχεδόν 4% σε ετήσια βάση, ενώ μια ακόμη κατασκευαστική έκρηξη συντελείται, με την κατασκευαστική παραγωγή να αυξάνεται κατά 14% από έτος σε έτος.
Αυτό φαίνεται περίεργο, δεδομένου ότι στην Ισπανία καταγράφηκε ευρεία κατασκευαστική δραστηριότητα κατά την τελευταία «φούσκα», διαβάζοντας συνεχώς για πόλεις – φαντάσματα και νέα αεροδρόμια με μία μόνον πτήση την ημέρα.
Στην πραγματικότητα, το ζεστό χρήμα φαίνεται να ρέει πίσω εκεί, πράγμα που εξηγεί γιατί η δήθεν πανίσχυρη Γερμανία δεν πάει και τόσο καλά.
Η βιομηχανική παραγωγή της έχει σταματήσει και οι κατά κεφαλήν λιανικές πωλήσεις μειώνονται εδώ και μία δεκαετία –οι γερμανοί πολίτες δεν έχουν περισσότερα χρήματα να δαπανήσουν.
Μπορεί να κρατήσει για λίγο, αλλά όχι για πάντα.
Στην πραγματικότητα, ο Draghi έχει ηρεμήσει τις αγορές ομολόγων και ξεκίνησε ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, όμως ένας κεντρικός τραπεζίτης δεν μπορεί να γυρίσει γύρω μια οικονομία από μόνος του.
Το «ό,τι χρειάζεται» έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι αρκετό και ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κανείς δεν θα γιορτάσει τα αποτελέσματά του την Κυριακή, καταλήγει το άρθρο.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών