Το να ξοδεύει κανείς περισσότερο δεν είναι η θεραπεία για τα δεινά στην Ελλάδα, όπως και το να ξοδεύει λιγότερα, δεν ήταν η αιτία
Η λύση για την Ελλάδα πρέπει να αναζητηθεί στη θέσπιση των κατάλληλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τονίζει σε σημερινό άρθρο του στο Project Syndicate, ο Edmund Phelps, ο νομπελίστας καθηγητής Οικονομικών, ο οποίος επικρίνει αυτούς που δεν αποδέχονται την πολιτική της λιτότητας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν την αντίληψη ότι η ευημερία μιας χώρας εξαρτάται από την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με τους ίδιους η ευημερία είναι θέμα της απασχόλησης, και ότι η απασχόληση καθορίζεται από την "ζήτηση" - των κρατικών δαπανών, της κατανάλωσης των νοικοκυριών και της επενδυτικής ζήτησης.
Βλέποντας την Ελλάδα, αυτοί οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η μετάβαση στη δημοσιονομική πολιτική της "λιτότητας" - με ένα μικρότερο δημόσιο τομέα - ανέδειξε την οξεία ανεπάρκεια της ζήτησης και, επομένως, οδήγησε στην ύφεση.
Αλλά αυτά τα επιχειρήματα δεν αναγνωρίζουν σωστά την ιστορία και υπερβάλλουν τη δύναμη των κρατικών δαπανών.
Μεγάλο μέρος της μείωσης της απασχόλησης στην Ελλάδα σημειώθηκε πριν από τις δραστικές περικοπές των δαπανών μεταξύ 2012 και 2014.
Χωρίς αμφιβολία η μείωση της απασχόλησης οφείλεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Τα ευρήματα αυτά επιβαρύνουν σημαντικά το συμπέρασμα ότι η «λιτότητα» έφερε την Ελλάδα στο σημείο που βρίσκεται σήμερα.
Ένα άλλο εύρημα που δημιουργεί αμφιβολίες σχετικά με το αν η λιτότητα πράγματι επιβλήθηκε στην Ελλάδα.
Οι κρατικές δαπάνες έχουν μειωθεί σίγουρα.
Αλλά αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά, διαμορφώθηκαν στα 9,6 δισ. κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, επίπεδο που είναι, στην πραγματικότητα, υψηλότερο από ό, τι ήταν το 2003.
Έτσι, η προϋπόθεση της λιτότητας φαίνεται να είναι λανθασμένη.
Άρα επί της ουσίας, η Ελλάδα δεν εγκατέλειψε το προηγούμενο οικονομικό μοντέλο της, αλλά έχει επιστρέψει σε αυτό.
Η «σχολή της ζήτησης» θα μπορούσε να απαντήσει σε αυτό ότι, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει δημοσιονομική λιτότητα, η αύξηση των κρατικών δαπανών (που χρηματοδοτούνται, φυσικά, από το χρέος) θα προσδώσει μια μόνιμη ώθηση στην απασχόληση.
Αλλά η πρόσφατη εμπειρία στην Ελλάδα δείχνει το αντίθετο.
Η τεράστια αύξηση των κρατικών δαπανών από το 2006 έως την περίοδο 2009-2013 παρήγαγε οφέλη για την απασχόληση, αλλά αυτά δεν διατηρήθηκαν.
Το πραγματικό σημείο δυσκολίας συνίσταται στο ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να εκδώσει ομόλογα για τη χρηματοδότηση των επιπλέον δαπανών της.
Έτσι το να ξοδεύει κανείς περισσότερο δεν είναι η θεραπεία για τα δεινά στην Ελλάδα, όπως και το να ξοδεύει λιγότερα, δεν ήταν η αιτία.
Ποια είναι η λύση, τότε;
Κανένα ποσό αναδιάρθρωσης του χρέους, ακόμη και με πλήρη άφεση του, δεν θα οδήγησε στην επίτευξη της ευημερίας.
Αυτά τα μέτρα θα βοηθήσουν μόνο την Ελλάδα για να αυξήσει και πάλι τις δημόσιες δαπάνες.
Η λύση πρέπει να αναζητηθεί στη θέσπιση των κατάλληλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Οι πιστωτές έχουν ένα πολιτικό και οικονομικό συμφέρον στην επιβίωση και την ανάπτυξη της νομισματικής ένωσης.
Θα πρέπει επίσης να είναι έτοιμοι να βοηθήσουν την Ελλάδα με το κόστος των αναγκαίων αλλαγών.
Αλλά η ίδια η Ελλάδα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη των μεταρρυθμίσεών της.
Και υπάρχουν ενθαρρυντικά σημάδια ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είναι πρόθυμος να αναλάβει αυτή την ευθύνη.
Αλλά θα χρειαστεί ένας σωστός σχεδιασμός των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων.
Η Ελλάδα πρέπει να διαλύσει τις συντεχνιακές πρακτικές που εμποδίζουν όποια καινοτομία και επιχειρηματικότητα θα μπορούσε να προκύψει, καταλήγει ο νομπελίστας οικονομολόγος.
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με τον ίδιο, ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν την αντίληψη ότι η ευημερία μιας χώρας εξαρτάται από την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με τους ίδιους η ευημερία είναι θέμα της απασχόλησης, και ότι η απασχόληση καθορίζεται από την "ζήτηση" - των κρατικών δαπανών, της κατανάλωσης των νοικοκυριών και της επενδυτικής ζήτησης.
Βλέποντας την Ελλάδα, αυτοί οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η μετάβαση στη δημοσιονομική πολιτική της "λιτότητας" - με ένα μικρότερο δημόσιο τομέα - ανέδειξε την οξεία ανεπάρκεια της ζήτησης και, επομένως, οδήγησε στην ύφεση.
Αλλά αυτά τα επιχειρήματα δεν αναγνωρίζουν σωστά την ιστορία και υπερβάλλουν τη δύναμη των κρατικών δαπανών.
Μεγάλο μέρος της μείωσης της απασχόλησης στην Ελλάδα σημειώθηκε πριν από τις δραστικές περικοπές των δαπανών μεταξύ 2012 και 2014.
Χωρίς αμφιβολία η μείωση της απασχόλησης οφείλεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Τα ευρήματα αυτά επιβαρύνουν σημαντικά το συμπέρασμα ότι η «λιτότητα» έφερε την Ελλάδα στο σημείο που βρίσκεται σήμερα.
Ένα άλλο εύρημα που δημιουργεί αμφιβολίες σχετικά με το αν η λιτότητα πράγματι επιβλήθηκε στην Ελλάδα.
Οι κρατικές δαπάνες έχουν μειωθεί σίγουρα.
Αλλά αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά, διαμορφώθηκαν στα 9,6 δισ. κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, επίπεδο που είναι, στην πραγματικότητα, υψηλότερο από ό, τι ήταν το 2003.
Έτσι, η προϋπόθεση της λιτότητας φαίνεται να είναι λανθασμένη.
Άρα επί της ουσίας, η Ελλάδα δεν εγκατέλειψε το προηγούμενο οικονομικό μοντέλο της, αλλά έχει επιστρέψει σε αυτό.
Η «σχολή της ζήτησης» θα μπορούσε να απαντήσει σε αυτό ότι, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει δημοσιονομική λιτότητα, η αύξηση των κρατικών δαπανών (που χρηματοδοτούνται, φυσικά, από το χρέος) θα προσδώσει μια μόνιμη ώθηση στην απασχόληση.
Αλλά η πρόσφατη εμπειρία στην Ελλάδα δείχνει το αντίθετο.
Η τεράστια αύξηση των κρατικών δαπανών από το 2006 έως την περίοδο 2009-2013 παρήγαγε οφέλη για την απασχόληση, αλλά αυτά δεν διατηρήθηκαν.
Το πραγματικό σημείο δυσκολίας συνίσταται στο ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να εκδώσει ομόλογα για τη χρηματοδότηση των επιπλέον δαπανών της.
Έτσι το να ξοδεύει κανείς περισσότερο δεν είναι η θεραπεία για τα δεινά στην Ελλάδα, όπως και το να ξοδεύει λιγότερα, δεν ήταν η αιτία.
Ποια είναι η λύση, τότε;
Κανένα ποσό αναδιάρθρωσης του χρέους, ακόμη και με πλήρη άφεση του, δεν θα οδήγησε στην επίτευξη της ευημερίας.
Αυτά τα μέτρα θα βοηθήσουν μόνο την Ελλάδα για να αυξήσει και πάλι τις δημόσιες δαπάνες.
Η λύση πρέπει να αναζητηθεί στη θέσπιση των κατάλληλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Οι πιστωτές έχουν ένα πολιτικό και οικονομικό συμφέρον στην επιβίωση και την ανάπτυξη της νομισματικής ένωσης.
Θα πρέπει επίσης να είναι έτοιμοι να βοηθήσουν την Ελλάδα με το κόστος των αναγκαίων αλλαγών.
Αλλά η ίδια η Ελλάδα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη των μεταρρυθμίσεών της.
Και υπάρχουν ενθαρρυντικά σημάδια ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είναι πρόθυμος να αναλάβει αυτή την ευθύνη.
Αλλά θα χρειαστεί ένας σωστός σχεδιασμός των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων.
Η Ελλάδα πρέπει να διαλύσει τις συντεχνιακές πρακτικές που εμποδίζουν όποια καινοτομία και επιχειρηματικότητα θα μπορούσε να προκύψει, καταλήγει ο νομπελίστας οικονομολόγος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών