Τα ιστορικά προηγούμενα και τα στοιχεία που συνηγορούν στην ανοδική κίνηση του ελληνικού χρηματιστηρίου
Επενδυτική ευκαιρία της δεκαετίας χαρακτηρίζονται οι μετοχές στο ελληνικό χρηματιστήριο σε άρθρο του περιοδικού «Forbes».
Το να μιλά κανείς σήμερα για τις ελληνικές μετοχές ακούγεται σαν αστείο αυτές τις ημέρες, σημειώνεται, ενώ επισημαίνεται ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών διαπραγματεύεται σε χαμηλά πολλών ετών, η ελληνική οικονομία κρέμεται από το σκοινί των capital controls, η αξία των ακινήτων συνεχίζει να υποχωρεί και το πολιτικό σύστημα είναι σε χάος.
Ωστόσο, οι αγορές αποτελούν μηχανισμούς προεξόφλησης τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών ειδήσεων.
Όταν όλα τα καλά νέα έχουν προεξοφληθεί, οι δείκτες δεν έχουν πού αλλού να πάνε παρά να υποχωρήσουν, ενώ όταν όλες οι αρνητικές ειδήσεις έχουν προεξοφληθεί, οι δείκτες κινούνται ανοδικά.
Αυτή φαίνεται ότι είναι και η περίπτωση της Ελλάδας, σύμφωνα με το Forbes.
Ευρισκόμενο περί των 600 μονάδων, σχεδόν στο 85% του μέσου όρου 28 ετών, το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει προεξοφλήσει όλες τις αρνητικές ειδήσεις και η μόνη κατεύθυνση που μένει να ακολουθήσει κατά το Forbes, είναι η ανοδική.
Υπάρχουν δύο ιστορικά προηγούμενα μεγάλης επανόδου των ελληνικών μετοχών.
Το πρώτο προηγούμενο ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν οι ελληνικές μετοχές καταβαραθρώθηκαν υπό την πίεση του οικονομικού σκανδάλου που ακολούθησε την οκταετή διακυβέρνηση της χώρας από τους σοσιαλιστές.
Το ελληνικό χρηματιστήριο έχασε τα δύο τρίτα της αξίας του, διαπραγματευόμενο κοντά στις 500 μονάδες.
«Έπειτα ήρθε η κυβέρνηση συνεργασίας, που ξεκίνησε να θεραπεύσει την οικονομία από τις σοσιαλιστικές πληγές, με το ελληνικό χρηματιστήριο να εκτοξεύεται και να ξεπερνά τις 6.000 μονάδες μέχρι το 2000», σημειώνεται.
Αυτή η πορεία προσέφερε αστρονομικά κέρδη σε όσους είχαν εισέλθει στην ελληνική αγορά.
Η δεύτερη περίπτωση ήταν επακόλουθο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2011-2012, όταν οι ελληνικές μετοχές κινήθηκαν έντονα ανοδικά, με τον δείκτη ASE να καταγράφει τα μεγαλύτερα κέρδη μεταξύ όλων των παγκόσμιων δεικτών.
Πέραν των ιστορικών στοιχείων, εκλείπουν τα στοιχεία εκείνα που κατά τους επενδυτές συνθέτουν ένα καταστροφικό σενάριο.
Πρώτον, η Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα κράτος κυβερνητικών γραφειοκρατών και πρόωρων συνταξιοδοτούμενων, που μαζεύουν μισθούς και συντάξεις κάθε μήνα.
Είναι παράλληλα ένα κράτος επιχειρηματιών και ταλαντούχων ανθρώπων που με νέα προϊόντα και επιχειρηματικά μοντέλα έρχονται να γίνουν ανταγωνιστικοί σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Δεύτερον, η Ελλάδα είναι μια πραγματική δημοκρατία.
Αν και με ένα χαοτικό σύστημα ορισμένες φορές, αυτό εξυπηρετεί ως ένας μηχανισμός διάχυσης, που ειρηνικά επιλύει τις πολιτικές πιέσεις, κάτι που στις γύρω χώρες λείπει.
Είναι αξιοσημείωτο, για παράδειγμα, ότι οι βίαιες πολιτικές διαμαρτυρίες έχουν μειωθεί στο ελάχιστο τους τελευταίους έξι μήνες, με τη χώρα να έχει προβεί σε ένα εθνικό δημοψήφισμα και εθνικές εκλογές, ενώ τώρα προχωρά σε νέα εκλογική αναμέτρηση.
Τρίτον, η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε., κάτι που σημαίνει ότι η πολιτική εξουσία κατανέμεται μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.
Τέταρτον, είναι ένα «μαξιλάρι» για το ΝΑΤΟ μεταξύ της ρευστής Μέσης Ανατολής, ενώ αποτελεί ιδανική θέση για την παρακολούθηση των ρωσικών φιλοδοξιών στη Μεσόγειο.
Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα κάνουν ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να διατηρηθεί η σταθερότητα στην Ελλάδα, όπως έχει καταδείξει άλλωστε και η στάση των ΗΠΑ στην πρόσφατη κρίση.
Πέμπτον, το εθνικό χρέος της Ελλάδας, που βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης, δεν είναι τόσο μεγάλο όσο εμφανίζεται, διότι δεν έχει υπολογιστεί σωστά.
Στην πραγματικότητα, είναι χαμηλότερο από αυτό της Γερμανίας.
Έκτον, παρά την κριτική που κυριαρχεί στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, το τρίτο μνημόνιο έχει μια σειρά από προβλέψεις που θα βοηθήσουν να επουλωθούν οι πληγές της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτή που απαιτεί από τα κρατικά νοσοκομεία να υποβάλλουν προϋπολογισμό πριν λάβουν οποιαδήποτε χρηματοδότηση, αλλά και εκείνες για την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης της ελληνικής οικονομίας και την τόνωση του ανταγωνισμού.
Με απλά λόγια, η ελληνική οικονομία επανήλθε στο παρελθόν και θα επανέλθει και στο μέλλον, επιβραβεύοντας όλους εκείνους που θα λάβουν αντιθετική θέση στην αγορά, με την προϋπόθεση ότι μπορούν να αναλάβουν τους κινδύνους που προκύψουν εν τω μεταξύ, καθώς τα πράγματα μπορεί να επιδεινωθούν πριν βελτιωθούν.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Το να μιλά κανείς σήμερα για τις ελληνικές μετοχές ακούγεται σαν αστείο αυτές τις ημέρες, σημειώνεται, ενώ επισημαίνεται ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών διαπραγματεύεται σε χαμηλά πολλών ετών, η ελληνική οικονομία κρέμεται από το σκοινί των capital controls, η αξία των ακινήτων συνεχίζει να υποχωρεί και το πολιτικό σύστημα είναι σε χάος.
Ωστόσο, οι αγορές αποτελούν μηχανισμούς προεξόφλησης τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών ειδήσεων.
Όταν όλα τα καλά νέα έχουν προεξοφληθεί, οι δείκτες δεν έχουν πού αλλού να πάνε παρά να υποχωρήσουν, ενώ όταν όλες οι αρνητικές ειδήσεις έχουν προεξοφληθεί, οι δείκτες κινούνται ανοδικά.
Αυτή φαίνεται ότι είναι και η περίπτωση της Ελλάδας, σύμφωνα με το Forbes.
Ευρισκόμενο περί των 600 μονάδων, σχεδόν στο 85% του μέσου όρου 28 ετών, το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει προεξοφλήσει όλες τις αρνητικές ειδήσεις και η μόνη κατεύθυνση που μένει να ακολουθήσει κατά το Forbes, είναι η ανοδική.
Υπάρχουν δύο ιστορικά προηγούμενα μεγάλης επανόδου των ελληνικών μετοχών.
Το πρώτο προηγούμενο ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν οι ελληνικές μετοχές καταβαραθρώθηκαν υπό την πίεση του οικονομικού σκανδάλου που ακολούθησε την οκταετή διακυβέρνηση της χώρας από τους σοσιαλιστές.
Το ελληνικό χρηματιστήριο έχασε τα δύο τρίτα της αξίας του, διαπραγματευόμενο κοντά στις 500 μονάδες.
«Έπειτα ήρθε η κυβέρνηση συνεργασίας, που ξεκίνησε να θεραπεύσει την οικονομία από τις σοσιαλιστικές πληγές, με το ελληνικό χρηματιστήριο να εκτοξεύεται και να ξεπερνά τις 6.000 μονάδες μέχρι το 2000», σημειώνεται.
Αυτή η πορεία προσέφερε αστρονομικά κέρδη σε όσους είχαν εισέλθει στην ελληνική αγορά.
Η δεύτερη περίπτωση ήταν επακόλουθο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2011-2012, όταν οι ελληνικές μετοχές κινήθηκαν έντονα ανοδικά, με τον δείκτη ASE να καταγράφει τα μεγαλύτερα κέρδη μεταξύ όλων των παγκόσμιων δεικτών.
Πέραν των ιστορικών στοιχείων, εκλείπουν τα στοιχεία εκείνα που κατά τους επενδυτές συνθέτουν ένα καταστροφικό σενάριο.
Πρώτον, η Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα κράτος κυβερνητικών γραφειοκρατών και πρόωρων συνταξιοδοτούμενων, που μαζεύουν μισθούς και συντάξεις κάθε μήνα.
Είναι παράλληλα ένα κράτος επιχειρηματιών και ταλαντούχων ανθρώπων που με νέα προϊόντα και επιχειρηματικά μοντέλα έρχονται να γίνουν ανταγωνιστικοί σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Δεύτερον, η Ελλάδα είναι μια πραγματική δημοκρατία.
Αν και με ένα χαοτικό σύστημα ορισμένες φορές, αυτό εξυπηρετεί ως ένας μηχανισμός διάχυσης, που ειρηνικά επιλύει τις πολιτικές πιέσεις, κάτι που στις γύρω χώρες λείπει.
Είναι αξιοσημείωτο, για παράδειγμα, ότι οι βίαιες πολιτικές διαμαρτυρίες έχουν μειωθεί στο ελάχιστο τους τελευταίους έξι μήνες, με τη χώρα να έχει προβεί σε ένα εθνικό δημοψήφισμα και εθνικές εκλογές, ενώ τώρα προχωρά σε νέα εκλογική αναμέτρηση.
Τρίτον, η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε., κάτι που σημαίνει ότι η πολιτική εξουσία κατανέμεται μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.
Τέταρτον, είναι ένα «μαξιλάρι» για το ΝΑΤΟ μεταξύ της ρευστής Μέσης Ανατολής, ενώ αποτελεί ιδανική θέση για την παρακολούθηση των ρωσικών φιλοδοξιών στη Μεσόγειο.
Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα κάνουν ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να διατηρηθεί η σταθερότητα στην Ελλάδα, όπως έχει καταδείξει άλλωστε και η στάση των ΗΠΑ στην πρόσφατη κρίση.
Πέμπτον, το εθνικό χρέος της Ελλάδας, που βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης, δεν είναι τόσο μεγάλο όσο εμφανίζεται, διότι δεν έχει υπολογιστεί σωστά.
Στην πραγματικότητα, είναι χαμηλότερο από αυτό της Γερμανίας.
Έκτον, παρά την κριτική που κυριαρχεί στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, το τρίτο μνημόνιο έχει μια σειρά από προβλέψεις που θα βοηθήσουν να επουλωθούν οι πληγές της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτή που απαιτεί από τα κρατικά νοσοκομεία να υποβάλλουν προϋπολογισμό πριν λάβουν οποιαδήποτε χρηματοδότηση, αλλά και εκείνες για την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης της ελληνικής οικονομίας και την τόνωση του ανταγωνισμού.
Με απλά λόγια, η ελληνική οικονομία επανήλθε στο παρελθόν και θα επανέλθει και στο μέλλον, επιβραβεύοντας όλους εκείνους που θα λάβουν αντιθετική θέση στην αγορά, με την προϋπόθεση ότι μπορούν να αναλάβουν τους κινδύνους που προκύψουν εν τω μεταξύ, καθώς τα πράγματα μπορεί να επιδεινωθούν πριν βελτιωθούν.
Μεταφραστική επιμέλεια: Ελένη Κάτσουρα
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών