Το ΔΝΤ προειδοποιεί για την κερδοφορία των τραπεζών αν υπάρξει νέα μείωση στα αρνητικά επιτόκια από την ΕΚΤ
H πολιτική αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ υπήρξε αποτελεσματική, αλλά έχει τα όριά της προειδοποιεί σε έκθεση του με ημερομηνία 10 Αυγούστου του 2016, το ΔΝΤ, τονίζοντας ότι αν συνεχιστεί αυτή η στρατηγική θα πληγούν τα κέρδη των τραπεζών.
Περισσότερο από δύο χρόνια, επιδιώκοντας να αναβιώσει μια ασθενική ευρωπαική οικονομία, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ξεκίνησε ένα νέο μέτρο νομισματικής πολιτικής:
Επιχείρησε να αποτρέψει τις τράπεζες να καταθέτουν την πλεονάζουσα ρευστότητα τους στην ΕΚΤ με κεντρικό στόχο να αναθερμανθεί η οικονομία και ο πληθωρισμός να φθάσει στο 2%.
Τα αρνητικά επιτόκια είχαν νόημα.
Όταν οι εμπορικές τράπεζες κατέθεταν την υπερβάλουσα ρευστότητα τους στην ΕΚΤ αντί να δανείζουν καταναλωτές και επιχειρήσεις, έπρεπε να βρεθεί μια λύση.
Η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη θα βοηθήσει στην πρόληψη του πληθωρισμού, αρνητικές τιμές στον πληθωρισμό σημαίνει οικονομική δυσπραγία.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί οικονομολόγοι και πολιτικοί πίστευαν ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν θα μπορούσαν να μειώσει τα βασικά τους επιτόκια κάτω από το μηδέν.
Αν το έκαναν, οι εμπορικές τράπεζες θα έπρεπε να μεταφέρουν αυτή την "ζημία" στις καταθέσεις.
Ως αποτέλεσμα, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα άρχιζαν να αποσύρουν καταθέσεις και να τα πηγαίνουν στο...στρώμα.
Στην πραγματικότητα, στη ζώνη του ευρώ, τα πραγματικά επιτόκια ήταν πιθανό να είοναι και πάνω από το ποσοστό που απαιτείται για την αύξηση της παραγωγής.
Έτσι η ΕΚΤ έπρεπε μειώσει το ονομαστικό επιτόκιο κάτω από το μηδέν.
Η στρατηγική της ΕΚΤ με τα αρνητικά επιτόκια υιοθετήθηκε και από άλλες κεντρικές τράπεζες, κυρίως την Ιαπωνία και την Ελβετία, μετά από δύο χρόνια;
Η λύση των αρνητικών επιτοκίων δεν είχε υιοθετηθεί γιατί στην θεωρία δεν είχει κριθεί επιτυχής.
Η μείωση των επιτοκίων έχει χαλαρώσει τις οικονομικές συνθήκες, μειώνοντας το κόστος δανεισμού για τις τράπεζες και τους πελάτες τους.
Το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες ευνοείται και από την δέσμευση της ΕΚΤ να κρατήσει τα επιτόκια χαμηλά για παρατεταμένη χρονική περίοδο. Χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις συνέβαλαν επίσης σε μέτρια πιστωτική επέκταση ευνοϊκή για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Τέλος, οι μειώσεις των επιτοκίων καταθέσεων της ΕΚΤ βοήθησαν να ενισχυθεί ο αντίκτυπος των αγορών περιουσιακών στοιχείων του, τα οποία προορίζονται να τονώσει τις αγορές και την οικονομία.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν μειώσει τα μετρητά και έτσι δεν επενδύουν σε πιο ριψοκίνδυνα, αλλά με υψηλότερες αποδόσεις, περιουσιακά στοιχεία.
Σοβαρός κίνδυμος για την κερδοφορία των τραπεζών
Ωστόσο, υπάρχουν μοναδικές προκλήσεις με τα αρνητικά επιτόκια.
Η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στις χώρες εκείνες όπου οι τράπεζες έχουν μεγάλο πλεόνασμα ρευστότητας.
Πρόκειται γενικά για χώρες με σημαντικά πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.
Την ίδια στιγμή, η ικανότητα των τραπεζών να δημιουργούν έσοδα εκ τόκων για κάθε ευρώ των περιουσιακών στοιχείων έχει υποστεί ζημία.
Το περιθώριο κέρδους στις τράπεζες έχει μειωθεί και θα μειωθεί περαιτέρω.
Σε κάποιο βαθμό, οι τράπεζες μπόρεσαν να μετριάσουν τη συμπίεση στην κερδοφορία με περισσότερες χορηγήσεις, χαμηλότερες δαπάνες για τόκους, κεφαλαιουχικά κέρδη από επενδύσεις, μειώσεις προβλέψεων για πιστωτικούς κινδύνους, μικρές αυξήσεις στις αμοιβές και προμήθειες, καθώς και την εξοικονόμηση από τη μείωση του κόστους. Αλλά είναι σαφές ότι υπάρχουν όρια σε αυτά τα μέτρα.
Συνολικά, η ΕΚΤ έχει περιορισμένες δυνατότητες για περαιτέρω σημαντική μείωση των επιτοκίων, χωρίς να βλάπτει την κερδοφορία των τραπεζών.
Όπως περιγράφεται στην ανάλυση η προοπτική της παρατεταμένη περίοδο αρνητικών επιτοκίων θολώνουν την προοπτική των κερδών για τις περισσότερες τράπεζες, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα οφέλη από μια πολιτική αρνητικών επιτοκίων θα μπορούσε να μειωθεί με την πάροδο του χρόνου.
Περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσε να φέρει στο προσκήνιο το ενδεχόμενο trade-off μεταξύ της αποτελεσματικής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και της κερδοφορίας των τραπεζών.
Η μείωση της κερδοφορίας στις τράπεζες θα οδηγήσει σε πτώση τωψν μετοχών και στο τέλος σε μείωση του δανεισμού.
Ως εκ τούτου, κοιτάζοντας μπροστά, η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να βασιστεί περισσότερο σε αγορές περιουσιακών στοιχείων.
Πρόσθετες μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής.
www.bankingnews.gr
Περισσότερο από δύο χρόνια, επιδιώκοντας να αναβιώσει μια ασθενική ευρωπαική οικονομία, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ξεκίνησε ένα νέο μέτρο νομισματικής πολιτικής:
Επιχείρησε να αποτρέψει τις τράπεζες να καταθέτουν την πλεονάζουσα ρευστότητα τους στην ΕΚΤ με κεντρικό στόχο να αναθερμανθεί η οικονομία και ο πληθωρισμός να φθάσει στο 2%.
Τα αρνητικά επιτόκια είχαν νόημα.
Όταν οι εμπορικές τράπεζες κατέθεταν την υπερβάλουσα ρευστότητα τους στην ΕΚΤ αντί να δανείζουν καταναλωτές και επιχειρήσεις, έπρεπε να βρεθεί μια λύση.
Η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη θα βοηθήσει στην πρόληψη του πληθωρισμού, αρνητικές τιμές στον πληθωρισμό σημαίνει οικονομική δυσπραγία.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολλοί οικονομολόγοι και πολιτικοί πίστευαν ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν θα μπορούσαν να μειώσει τα βασικά τους επιτόκια κάτω από το μηδέν.
Αν το έκαναν, οι εμπορικές τράπεζες θα έπρεπε να μεταφέρουν αυτή την "ζημία" στις καταθέσεις.
Ως αποτέλεσμα, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα άρχιζαν να αποσύρουν καταθέσεις και να τα πηγαίνουν στο...στρώμα.
Στην πραγματικότητα, στη ζώνη του ευρώ, τα πραγματικά επιτόκια ήταν πιθανό να είοναι και πάνω από το ποσοστό που απαιτείται για την αύξηση της παραγωγής.
Έτσι η ΕΚΤ έπρεπε μειώσει το ονομαστικό επιτόκιο κάτω από το μηδέν.
Η στρατηγική της ΕΚΤ με τα αρνητικά επιτόκια υιοθετήθηκε και από άλλες κεντρικές τράπεζες, κυρίως την Ιαπωνία και την Ελβετία, μετά από δύο χρόνια;
Η λύση των αρνητικών επιτοκίων δεν είχε υιοθετηθεί γιατί στην θεωρία δεν είχει κριθεί επιτυχής.
Η μείωση των επιτοκίων έχει χαλαρώσει τις οικονομικές συνθήκες, μειώνοντας το κόστος δανεισμού για τις τράπεζες και τους πελάτες τους.
Το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες ευνοείται και από την δέσμευση της ΕΚΤ να κρατήσει τα επιτόκια χαμηλά για παρατεταμένη χρονική περίοδο. Χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις συνέβαλαν επίσης σε μέτρια πιστωτική επέκταση ευνοϊκή για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Τέλος, οι μειώσεις των επιτοκίων καταθέσεων της ΕΚΤ βοήθησαν να ενισχυθεί ο αντίκτυπος των αγορών περιουσιακών στοιχείων του, τα οποία προορίζονται να τονώσει τις αγορές και την οικονομία.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν μειώσει τα μετρητά και έτσι δεν επενδύουν σε πιο ριψοκίνδυνα, αλλά με υψηλότερες αποδόσεις, περιουσιακά στοιχεία.
Σοβαρός κίνδυμος για την κερδοφορία των τραπεζών
Ωστόσο, υπάρχουν μοναδικές προκλήσεις με τα αρνητικά επιτόκια.
Η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στις χώρες εκείνες όπου οι τράπεζες έχουν μεγάλο πλεόνασμα ρευστότητας.
Πρόκειται γενικά για χώρες με σημαντικά πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.
Την ίδια στιγμή, η ικανότητα των τραπεζών να δημιουργούν έσοδα εκ τόκων για κάθε ευρώ των περιουσιακών στοιχείων έχει υποστεί ζημία.
Το περιθώριο κέρδους στις τράπεζες έχει μειωθεί και θα μειωθεί περαιτέρω.
Σε κάποιο βαθμό, οι τράπεζες μπόρεσαν να μετριάσουν τη συμπίεση στην κερδοφορία με περισσότερες χορηγήσεις, χαμηλότερες δαπάνες για τόκους, κεφαλαιουχικά κέρδη από επενδύσεις, μειώσεις προβλέψεων για πιστωτικούς κινδύνους, μικρές αυξήσεις στις αμοιβές και προμήθειες, καθώς και την εξοικονόμηση από τη μείωση του κόστους. Αλλά είναι σαφές ότι υπάρχουν όρια σε αυτά τα μέτρα.
Συνολικά, η ΕΚΤ έχει περιορισμένες δυνατότητες για περαιτέρω σημαντική μείωση των επιτοκίων, χωρίς να βλάπτει την κερδοφορία των τραπεζών.
Όπως περιγράφεται στην ανάλυση η προοπτική της παρατεταμένη περίοδο αρνητικών επιτοκίων θολώνουν την προοπτική των κερδών για τις περισσότερες τράπεζες, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα οφέλη από μια πολιτική αρνητικών επιτοκίων θα μπορούσε να μειωθεί με την πάροδο του χρόνου.
Περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσε να φέρει στο προσκήνιο το ενδεχόμενο trade-off μεταξύ της αποτελεσματικής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και της κερδοφορίας των τραπεζών.
Η μείωση της κερδοφορίας στις τράπεζες θα οδηγήσει σε πτώση τωψν μετοχών και στο τέλος σε μείωση του δανεισμού.
Ως εκ τούτου, κοιτάζοντας μπροστά, η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να βασιστεί περισσότερο σε αγορές περιουσιακών στοιχείων.
Πρόσθετες μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών