Για να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει όλα τα συμφωνηθέντα μέτρα είπε ο Coeure
Την θέση ότι είναι απαραίτητη μια λύση για το ελληνικό χρέος που θα καθησυχάζει τις αγορές και θα επιτρέπει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα διατύπωσε ο Benoit Coeure, μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ.
«Για να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει πλήρως όλα τα συμφωνηθέντα μέτρα.
Είναι σημαντικό οι ελληνικές αρχές να παραμείνουν πιστές στην εφαρμογή των στόχων και των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος» υποστήριξε ο Coeure, ο οποίος μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δήλωσε απόλυτα πεπεισμένος ότι στο τέλος του προγράμματος, η Ελλάδα θα είναι σε καλύτερη θέση και ισχυρότερη καθώς και ότι θα καρπωθεί τα οφέλη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
«Προσβλέπουμε σε μία λύση για το ελληνικό χρέος, η οποία θα μπορεί να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές.
Όλοι οι ενδιαφερόμενοι για το ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής αντιλαμβάνονται ότι υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Όπως γνωρίζετε καλά γίνεται τώρα μία συζήτηση για τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που απαιτούνται για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Προσβλέπουμε σε μία λύση που θα μπορεί να καθησυχάσει τις αγορές, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη δυναμική του χρέους, να επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα - που θα αύξανε την αξιοπιστία του - και να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές πριν από το τέλος του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018, χωρίς να υπονομεύει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια» τόνισε ο Coeure.
Ο Coeure χαρακτήρισε την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος ως «ένα πρώτο μεγάλο βήμα στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, την προετοιμασία του εδάφους για μία βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη και την ανάκτηση της πρόσβασης στις διεθνείς κεφαλαιαγορές», τονίζοντας όμως ότι «πρέπει να γίνουν περισσότερα».
«Το απλό γεγονός ότι οι τραπεζικές καταθέσεις παραμένουν στα τρία τέταρτα του επιπέδου τους στο τέλος του 2014 δείχνει ότι η επιστροφή της εμπιστοσύνης είναι σταδιακή» είπε ο Coeure, ο οποίος αναφερόμενος στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, υποστήριξε ότι «η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το πρόγραμμα (το καλοκαίρι του 2015) και η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος οδήγησε σε μία σταθεροποίηση των οικονομικών συνθηκών».
«Οι τράπεζες ενισχύθηκαν και επωφελήθηκαν από τη μακροοικονομική σταθεροποίηση.
Η κατάσταση στον ελληνικό τραπεζικό τομέα βελτιώθηκε επίσης σταδιακά στο πρώτο έτος του προγράμματος, αν και δεν έχει ανακτήσει ακόμη το χαμένο έδαφος στο πρώτο εξάμηνο του 2015.
Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων (CET 1) των τεσσάρων σημαντικών ελληνικών τραπεζών ανήλθε στο 17,9% τον Ιούνιο του 2016 από 11,2% τον Σεπτέμβριο του 2015, προσφέροντας τα αναγκαία κεφαλαιακά μαξιλάρια για την αντιμετώπιση «του προφίλ αυξημένου κινδύνου των ελληνικών τραπεζών» επεσήμανε ο Coeure, ο οποίος αναφέρθηκε και στην ανάγκη μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών και των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, τα οποία ανήλθαν τον Ιούνιο στο 49%, το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρωζώνη μετά από αυτό της Κύπρου.
«Η μείωση του αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σταδιακή αποκατάσταση μίας επαρκούς και αποτελεσματικής προσφοράς πιστώσεων στην ελληνική οικονομία και για τη βιώσιμη ανάπτυξη», τόνισε ο Coeure, υπογραμμίζοντας ότι «από την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων τον Ιούνιο του 2015, η θέση ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών έχει βελτιωθεί, αν και με βραδύ ρυθμό».
«Οι καταθέσεις έχουν αυξηθεί ελαφρά και οι τράπεζες έχουν ανακτήσει πρόσβαση σε χρηματοδότηση από την αγορά, που βασίζεται σε υψηλής ποιότητας ενέχυρα.
Η εξάρτηση από τη χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας έχει μειωθεί στα 78 δις. ευρώ» υποστήριξε ο Coeure.
www.bankingnews.gr
«Για να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει πλήρως όλα τα συμφωνηθέντα μέτρα.
Είναι σημαντικό οι ελληνικές αρχές να παραμείνουν πιστές στην εφαρμογή των στόχων και των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος» υποστήριξε ο Coeure, ο οποίος μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δήλωσε απόλυτα πεπεισμένος ότι στο τέλος του προγράμματος, η Ελλάδα θα είναι σε καλύτερη θέση και ισχυρότερη καθώς και ότι θα καρπωθεί τα οφέλη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
«Προσβλέπουμε σε μία λύση για το ελληνικό χρέος, η οποία θα μπορεί να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές.
Όλοι οι ενδιαφερόμενοι για το ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής αντιλαμβάνονται ότι υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Όπως γνωρίζετε καλά γίνεται τώρα μία συζήτηση για τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που απαιτούνται για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Προσβλέπουμε σε μία λύση που θα μπορεί να καθησυχάσει τις αγορές, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη δυναμική του χρέους, να επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα - που θα αύξανε την αξιοπιστία του - και να αποκαταστήσει την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές πριν από το τέλος του προγράμματος τον Ιούλιο του 2018, χωρίς να υπονομεύει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια» τόνισε ο Coeure.
Ο Coeure χαρακτήρισε την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος ως «ένα πρώτο μεγάλο βήμα στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, την προετοιμασία του εδάφους για μία βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη και την ανάκτηση της πρόσβασης στις διεθνείς κεφαλαιαγορές», τονίζοντας όμως ότι «πρέπει να γίνουν περισσότερα».
«Το απλό γεγονός ότι οι τραπεζικές καταθέσεις παραμένουν στα τρία τέταρτα του επιπέδου τους στο τέλος του 2014 δείχνει ότι η επιστροφή της εμπιστοσύνης είναι σταδιακή» είπε ο Coeure, ο οποίος αναφερόμενος στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, υποστήριξε ότι «η ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το πρόγραμμα (το καλοκαίρι του 2015) και η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος οδήγησε σε μία σταθεροποίηση των οικονομικών συνθηκών».
«Οι τράπεζες ενισχύθηκαν και επωφελήθηκαν από τη μακροοικονομική σταθεροποίηση.
Η κατάσταση στον ελληνικό τραπεζικό τομέα βελτιώθηκε επίσης σταδιακά στο πρώτο έτος του προγράμματος, αν και δεν έχει ανακτήσει ακόμη το χαμένο έδαφος στο πρώτο εξάμηνο του 2015.
Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων (CET 1) των τεσσάρων σημαντικών ελληνικών τραπεζών ανήλθε στο 17,9% τον Ιούνιο του 2016 από 11,2% τον Σεπτέμβριο του 2015, προσφέροντας τα αναγκαία κεφαλαιακά μαξιλάρια για την αντιμετώπιση «του προφίλ αυξημένου κινδύνου των ελληνικών τραπεζών» επεσήμανε ο Coeure, ο οποίος αναφέρθηκε και στην ανάγκη μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών και των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, τα οποία ανήλθαν τον Ιούνιο στο 49%, το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρωζώνη μετά από αυτό της Κύπρου.
«Η μείωση του αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σταδιακή αποκατάσταση μίας επαρκούς και αποτελεσματικής προσφοράς πιστώσεων στην ελληνική οικονομία και για τη βιώσιμη ανάπτυξη», τόνισε ο Coeure, υπογραμμίζοντας ότι «από την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων τον Ιούνιο του 2015, η θέση ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών έχει βελτιωθεί, αν και με βραδύ ρυθμό».
«Οι καταθέσεις έχουν αυξηθεί ελαφρά και οι τράπεζες έχουν ανακτήσει πρόσβαση σε χρηματοδότηση από την αγορά, που βασίζεται σε υψηλής ποιότητας ενέχυρα.
Η εξάρτηση από τη χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας έχει μειωθεί στα 78 δις. ευρώ» υποστήριξε ο Coeure.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών