Η Κομισιόν ζητά από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης να τονώσουν την ανάπτυξη χαλαρώνοντας τη συνολική δημοσιονομική πολιτική τον επόμενο χρόνο, ωστόσο η Γερμανία έχει διαφορετική άποψη
Το αίτημα της Κομισιόν για χαλάρωση της λιτότητας, απορρίπτει το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας.
Η Κομισιόν ζητά από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης να τονώσουν την ανάπτυξη και την απασχόληση χαλαρώνοντας τη συνολική δημοσιονομική πολιτική τον επόμενο χρόνο, ωστόσο η Γερμανία έχει διαφορετική άποψη.
«Έχουμε μια κριτική στάση στην ανάλυση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συνολική επονομαζόμενη ‘δημοσιονομική στάση’ της ευρωζώνης", ανέφερε εκπρόσωπος του υπουργείου», όπως μεταδίδει το Reuters.
«Υπό το φως των υψηλών ακόμα επιπέδων χρέους στην ΕΕ, δεν βλέπουμε δυνατότητα για επεκτακτική δημοσιονομική πολιτική», δήλωσε, προσθέτοντας ότι δεν υπάρχει ανάγκη για τέτοιο βήμα λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάκαμψης στην ευρωζώνη.
"Δεν υπάρχει περιθώριο για δημοσιονομικούς ελιγμούς στη Γερμανία υπό το φως των μεσοπρόθεσμων προκλήσεων", δήλωσε ο εκπρόσωπος.
Κομισιόν: Κενό επενδύσεων και ανεργία «ροκανίζουν» τις προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρωζώνη
Να προχωρήσουν άμεσα οι ενέργειες για τη σύγκλιση εντός της Ευρωζώνης συστήνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το κείμενο των συστάσεων που δημοσιοποίησε στο πλαίσιο του «ευρωπαϊκού εξαμήνου».
Παρά τα σημάδια βελτίωσης, το επίμονο επενδυτικό κενό και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας δημιουργούν τους κινδύνους περαιτέρω επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης, αναφέρει, επισημαίνοντας το τι πρέπει να κάνουν τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης.
Ειδικότερα, ενώ:
1) Η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ συνεχίζεται, αλλά παραμένει εύθραυστη.
Υπήρξε σημαντική πρόοδος τα τελευταία χρόνια: από το 2015, το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ έχει ανακάμψει στα προ της κρίσης επίπεδα (σε πραγματικές τιμές) και η ανεργία έχει μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδό από το 2010-11.
Ωστόσο, η συνολική ζήτηση είναι υποτονική, ο πληθωρισμός είναι πολύ κάτω από το στόχο, παρά την πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και η ανάπτυξη παρεμποδίζεται από τα "κληροδοτήματα" της κρίσης, όπως η εμμονή των μακροοικονομικών ανισορροπιών και το υψηλό επίπεδο του χρέους σε όλους τους τομείς της οικονομίας, οι οποίοι απαιτούν απομόχλευση και μείωση των διαθέσιμων πόρων για την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Επιπλέον, ενώ το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας της ζώνης του ευρώ ήταν σε μια μακροχρόνια πτωτική τάση, η τάση αυτή υπερτονίστηκε περαιτέρω από την κρίση.
Παρά τα σημάδια βελτίωσης, το επίμονο επενδυτικό κενό και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας δημιουργούν τους κινδύνους περαιτέρω επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης.
Η ασύμμετρη φύση της επανεξισορρόπησης της οικονομίας της ζώνης του ευρώ συνεχίστηκε, με μόνο οι χώρες που είναι καθαροί οφειλέτες να προχωρούν σε διόρθωση των ανισορροπιών τους.
Ως μέρος της συνολικής συμφωνίας στο πλαίσιο του G20, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ καλούνται να χρησιμοποιήσουν όλα τα εργαλεία πολιτικής - νομισματικών, δημοσιονομικών και διαρθρωτικών - για την επίτευξη ισχυρής, βιώσιμης, ισόρροπης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.
(2) Οι φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να διευκολύνουν την ομαλή και αποτελεσματική ανακατανομή των ανθρώπινων πόρων και κεφαλαίων, να βοηθούν να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις των εν εξελίξει τεχνολογικών και διαρθρωτικών αλλαγών.
Οι μεταρρυθμίσεις που δημιουργούν ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και η άρση των εμποδίων για τις επενδύσεις είναι απαραίτητες.
Οι προσπάθειες αυτές είναι ζωτικής σημασίας για την αύξηση της παραγωγικότητας και της απασχόλησης, την ενίσχυση της σύγκλισης και την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού και της ικανότητας προσαρμογής της οικονομίας της ζώνης του ευρώ.
Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, με τη δημιουργία αποτελεσματικών αγορών με μηχανισμούς τιμών, θα στηρίξει τη νομισματική πολιτική μέσω της διευκόλυνσης της μεταφοράς της στην πραγματική οικονομία.
Οι μεταρρυθμίσεις που απομακρύνουν τις επενδύσεις των τομέων συμφόρησης και στηρίζουν τις επενδύσεις μπορούν να φέρουν ένα διπλό όφελος μέσω της στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και της δημιουργίας των συνθηκών για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Οι μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τα κράτη μέλη με μεγάλες ανάγκες απομόχλευσης που συνδέεται με το υψηλό εξωτερικό χρέος.
Η τόνωση της ανταγωνιστικότητας θα συμβάλει περαιτέρω στην εξωτερική εξισορρόπηση σε αυτές τις χώρες.
Τα κράτη μέλη με μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να συμβάλουν στην εξισορρόπηση της ζώνης του ευρώ με τη θέσπιση μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που διευκολύνουν τη διοχέτευση των υπερβολικών πλεονασμάτων στην εγχώρια ζήτηση, ιδίως με την ενίσχυση των επενδύσεων.
Το σημερινό περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων προσφέρει επίσης πρόσθετες ευκαιρίες στον τομέα αυτό, ιδίως σε χώρες με σημαντικά δημοσιονομικά περιθώρια.
(3) Ο καλύτερος συντονισμός της εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις και εκείνων που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), μπορεί να δημιουργήσει θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις στα κράτη μέλη και να ενισχύσει τη θετική τους τροχιά βραχυπρόθεσμα.
Οι θεματικές συζητήσεις στο Eurogroup έχουν αποδειχθεί πολύτιμες για την οικοδόμηση κοινής κατανόησης των προτεραιοτήτων για τις μεταρρυθμίσεις, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, την προώθηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και της διαρθρωτικής σύγκλισης.
Το Eurogroup θα πρέπει να συνεχίσει αυτές τις συζητήσεις, όπου είναι δυνατόν, και να αξιοποιήσει την αποτελεσματική χρήση των συμφωνημένων κοινών αρχών και της συγκριτικής αξιολόγησης.
(4) Ο ισχυρός συντονισμός των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών, με βάση κοινούς κανόνες, είναι απαραίτητο να καταλήξει σε μια κατάλληλη συνολική κατεύθυνση για την εύρυθμη λειτουργία της νομισματικής ένωσης.
Οι κοινοί δημοσιονομικοί κανόνες προσανατολισμένοι προς την επιδίωξη της βιωσιμότητας του χρέους σε εθνικό επίπεδο, παρέχει χώρο για τη μακροοικονομική σταθεροποίηση.
Τα εθνικά κέντρα δημοσιονομικής πολιτικής, συνεπώς, πρέπει να εξισορροπήσουν το διπλό στόχο της διασφάλισης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των εθνικών δημόσιων οικονομικών και της βραχυπρόθεσμης μακροοικονομικής σταθεροποίησης τόσο σε εθνικό όσο και στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ.
Στην παρούσα συγκυρία της υψηλής αβεβαιότητας σχετικά με την ισχύ της ανάκαμψης και το επίπεδο της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας στην οικονομία, όταν η νομισματική πολιτική είναι διευκολυντική, η δημοσιονομική πολιτική στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ είναι απαραίτητη για τη στήριξη της ζήτησης και των επενδύσεων.
Η αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των δευτερογενών επιπτώσεων σε όλες τις χώρες, ενισχύεται από το πλαίσιο των χαμηλών επιτοκίων.
Για το 2017, η Επιτροπή θεωρεί ότι μια δημοσιονομική επέκταση έως και 0,5% του ΑΕΠ είναι επιθυμητή στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της.
Αυτός είναι ένας συνετός και ρεαλιστικός στόχο, μέσα σε ένα εύρος πιθανών στόχων που έχει το 0,3% ως κατώτερο όριο και το 0,8% ως ανώτερο, προκειμένου να εξισορροπήσει τόσο τη μακροοικονομική σταθεροποίηση όσο και τις ανησυχίες της δημοσιονομικής βιωσιμότητας.
Παράλληλα, το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό και εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη να καταστεί βιώσιμο μεσοπρόθεσμα σε ορισμένα κράτη μέλη.
Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η κατάλληλη διαφοροποίηση των δημοσιονομικών προσπαθειών σε όλα τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσιονομικά περιθώρια και τις δευτερογενείς επιπτώσεις.
Τα κράτη μέλη τα οποία έχουν ξεπεράσει τους δημοσιονομικούς στόχους τους, θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα δημοσιονομικά περιθώρια τους για να στηρίξουν τη ζήτηση και την ποιότητα σε άλλες χώρες, στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη.
(5) Οι αγορές εργασίας εξακολουθούν να ανακάμπτουν σταδιακά, ωστόσο, τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων παραμένουν υψηλά, ενώ η φτώχεια έχει σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα σε πολλά κράτη μέλη.
Παρά την κάποια πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας και της ικανότητας προσαρμογής των αγορών εργασίας, σημαντικές διαφορές εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλη τη ζώνη, οι οποίες εξακολουθούν να απειλούν την ομαλή λειτουργία της.
Καλά σχεδιασμένα, δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς αγορά εργασίας, με κοινωνική προστασία και συστήματα φορολογίας και παροχών είναι απαραίτητα για μια χωρίς τριβές και συνεχή ανακατανομή του εργατικού δυναμικού.
Θα οδηγήσει επίσης σε πιο αποτελεσματική αυτόματη σταθεροποίηση και ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης που είναι σημαντικά για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων.
Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν: (i) αλλαγές στη νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης με στόχο αξιόπιστες συμβατικές ρυθμίσεις, που παρέχουν ευελιξία και ασφάλεια στους εργαζόμενους και τους εργοδότες,
(ii) ενίσχυση των δεξιοτήτων, με τη βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων και ολοκληρωμένων στρατηγικών δια βίου μάθησης, (iii) αποτελεσματικές ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας, που βοηθούν τους ανέργους, συμπεριλαμβανομένων των μακροχρόνια ανέργων, να επανέλθουν στην αγορά εργασίας και (iv) σύγχρονα και κατάλληλα συστήματα κοινωνικής προστασίας που υποστηρίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη.
Επιπλέον, η μετατόπιση της φορολογίας από την εργασία, ιδίως για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα, και η διασφάλιση δίκαιων φορολογικών συστημάτων μπορούν να βελτιώσουν τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας.
(6) Η δημιουργία της Τραπεζικής Ένωσης έχει προχωρήσει, αλλά παραμένει ημιτελής.
Η έλλειψη ενός κοινού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων παρεμποδίζει την ικανότητα της Τραπεζικής Ένωσης να διακόψει τη σχέση μεταξύ των τραπεζών και των κρατών.
Ενώ η συνολική ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα της ζώνης του ευρώ έχει αυξηθεί από την κρίση, η πίεση στις τράπεζες έχει αυξηθεί λόγω ενός αριθμού παραγόντων, όπως τα υψηλά επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα αναποτελεσματικά επιχειρηματικά μοντέλα και την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε ορισμένα κράτη μέλη.
Η πίεση αυτή μειώνει την ικανότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια στην οικονομία.
Οι κίνδυνοι που εκτείνονται και στην πραγματική οικονομία, όπου το επίπεδο του χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Υπάρχει ανάγκη για μια συνεχή ομαλή απομόχλευση στον ιδιωτικό τομέα και αν χρειαστεί αναδιάρθρωση των βιώσιμων χρεών.
(7) Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, κάποια πρόοδος έχει σημειωθεί όσον αφορά τις πρωτοβουλίες για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ, όπως είναι η ενίσχυση του ρόλου της διάστασης της ζώνης του ευρώ, η σύσταση για την εθνική παραγωγικότητα και η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Δημοσιονομικής Επιτροπής.
Παράλληλα συνεχίζονται οι εργασίες για τη βελτίωση της διαφάνειας και τη μείωση της πολυπλοκότητας των δημοσιονομικών κανόνων.
Ωστόσο, η συμφωνία σχετικά με άλλες πρωτοβουλίες που έχουν καίρια σημασία για την ΟΝΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων, εξακολουθούν να λείπουν.
Επιπλέον, υπάρχουν ευρύτερες προκλήσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων παραγωγικότητας, τη βελτίωση του θεσμικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης στις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Τα κράτη μέλη με ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών ή υψηλό εξωτερικό χρέος θα πρέπει να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους και να συγκρατήσουν το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
Τα κράτη μέλη με μεγάλα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να επιταχύνουν την εφαρμογή των μέτρων που βοηθούν στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης τους.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, μια συνολική θετική δημοσιονομική πολιτική συμβάλλει σε ένα ισορροπημένο μείγμα πολιτικής, για τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων και την ενίσχυση της ανάκαμψης μέσω μιας δημοσιονομική επέκταση έως 0,5% του ΑΕΠ το 2017.
Απαιτείται επίσης συνδυασμός των εθνικών προσπαθειών για την εξασφάλιση μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής βιωσιμότητας όσον αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Επίσης, απαιτείται η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προωθούν τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη σύγκλιση.
Θα πρέπει να συνδυάζουν: (i) αξιόπιστες συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα παρέχει την ευελιξία και την ασφάλεια για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες, (ii) συστήματα ποιότητας και αποτελεσματική εκπαίδευση και κατάρτιση, (iii) αποτελεσματικές ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας, ώστε να υποστηριχθεί η συμμετοχή, (iv) σύγχρονα και κατάλληλα συστήματα κοινωνικής προστασίας που υποστηρίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη και παροχή κινήτρων για την ένταξη στην αγορά εργασίας.
Η Κομισιόν ζητά από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης να τονώσουν την ανάπτυξη και την απασχόληση χαλαρώνοντας τη συνολική δημοσιονομική πολιτική τον επόμενο χρόνο, ωστόσο η Γερμανία έχει διαφορετική άποψη.
«Έχουμε μια κριτική στάση στην ανάλυση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συνολική επονομαζόμενη ‘δημοσιονομική στάση’ της ευρωζώνης", ανέφερε εκπρόσωπος του υπουργείου», όπως μεταδίδει το Reuters.
«Υπό το φως των υψηλών ακόμα επιπέδων χρέους στην ΕΕ, δεν βλέπουμε δυνατότητα για επεκτακτική δημοσιονομική πολιτική», δήλωσε, προσθέτοντας ότι δεν υπάρχει ανάγκη για τέτοιο βήμα λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάκαμψης στην ευρωζώνη.
"Δεν υπάρχει περιθώριο για δημοσιονομικούς ελιγμούς στη Γερμανία υπό το φως των μεσοπρόθεσμων προκλήσεων", δήλωσε ο εκπρόσωπος.
Κομισιόν: Κενό επενδύσεων και ανεργία «ροκανίζουν» τις προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρωζώνη
Να προχωρήσουν άμεσα οι ενέργειες για τη σύγκλιση εντός της Ευρωζώνης συστήνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το κείμενο των συστάσεων που δημοσιοποίησε στο πλαίσιο του «ευρωπαϊκού εξαμήνου».
Παρά τα σημάδια βελτίωσης, το επίμονο επενδυτικό κενό και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας δημιουργούν τους κινδύνους περαιτέρω επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης, αναφέρει, επισημαίνοντας το τι πρέπει να κάνουν τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης.
Ειδικότερα, ενώ:
1) Η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ συνεχίζεται, αλλά παραμένει εύθραυστη.
Υπήρξε σημαντική πρόοδος τα τελευταία χρόνια: από το 2015, το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ έχει ανακάμψει στα προ της κρίσης επίπεδα (σε πραγματικές τιμές) και η ανεργία έχει μειωθεί στο χαμηλότερο επίπεδό από το 2010-11.
Ωστόσο, η συνολική ζήτηση είναι υποτονική, ο πληθωρισμός είναι πολύ κάτω από το στόχο, παρά την πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και η ανάπτυξη παρεμποδίζεται από τα "κληροδοτήματα" της κρίσης, όπως η εμμονή των μακροοικονομικών ανισορροπιών και το υψηλό επίπεδο του χρέους σε όλους τους τομείς της οικονομίας, οι οποίοι απαιτούν απομόχλευση και μείωση των διαθέσιμων πόρων για την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Επιπλέον, ενώ το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας της ζώνης του ευρώ ήταν σε μια μακροχρόνια πτωτική τάση, η τάση αυτή υπερτονίστηκε περαιτέρω από την κρίση.
Παρά τα σημάδια βελτίωσης, το επίμονο επενδυτικό κενό και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας δημιουργούν τους κινδύνους περαιτέρω επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης.
Η ασύμμετρη φύση της επανεξισορρόπησης της οικονομίας της ζώνης του ευρώ συνεχίστηκε, με μόνο οι χώρες που είναι καθαροί οφειλέτες να προχωρούν σε διόρθωση των ανισορροπιών τους.
Ως μέρος της συνολικής συμφωνίας στο πλαίσιο του G20, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ καλούνται να χρησιμοποιήσουν όλα τα εργαλεία πολιτικής - νομισματικών, δημοσιονομικών και διαρθρωτικών - για την επίτευξη ισχυρής, βιώσιμης, ισόρροπης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.
(2) Οι φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να διευκολύνουν την ομαλή και αποτελεσματική ανακατανομή των ανθρώπινων πόρων και κεφαλαίων, να βοηθούν να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις των εν εξελίξει τεχνολογικών και διαρθρωτικών αλλαγών.
Οι μεταρρυθμίσεις που δημιουργούν ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και η άρση των εμποδίων για τις επενδύσεις είναι απαραίτητες.
Οι προσπάθειες αυτές είναι ζωτικής σημασίας για την αύξηση της παραγωγικότητας και της απασχόλησης, την ενίσχυση της σύγκλισης και την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού και της ικανότητας προσαρμογής της οικονομίας της ζώνης του ευρώ.
Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, με τη δημιουργία αποτελεσματικών αγορών με μηχανισμούς τιμών, θα στηρίξει τη νομισματική πολιτική μέσω της διευκόλυνσης της μεταφοράς της στην πραγματική οικονομία.
Οι μεταρρυθμίσεις που απομακρύνουν τις επενδύσεις των τομέων συμφόρησης και στηρίζουν τις επενδύσεις μπορούν να φέρουν ένα διπλό όφελος μέσω της στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και της δημιουργίας των συνθηκών για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Οι μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την παραγωγικότητα είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τα κράτη μέλη με μεγάλες ανάγκες απομόχλευσης που συνδέεται με το υψηλό εξωτερικό χρέος.
Η τόνωση της ανταγωνιστικότητας θα συμβάλει περαιτέρω στην εξωτερική εξισορρόπηση σε αυτές τις χώρες.
Τα κράτη μέλη με μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να συμβάλουν στην εξισορρόπηση της ζώνης του ευρώ με τη θέσπιση μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που διευκολύνουν τη διοχέτευση των υπερβολικών πλεονασμάτων στην εγχώρια ζήτηση, ιδίως με την ενίσχυση των επενδύσεων.
Το σημερινό περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων προσφέρει επίσης πρόσθετες ευκαιρίες στον τομέα αυτό, ιδίως σε χώρες με σημαντικά δημοσιονομικά περιθώρια.
(3) Ο καλύτερος συντονισμός της εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις και εκείνων που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), μπορεί να δημιουργήσει θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις στα κράτη μέλη και να ενισχύσει τη θετική τους τροχιά βραχυπρόθεσμα.
Οι θεματικές συζητήσεις στο Eurogroup έχουν αποδειχθεί πολύτιμες για την οικοδόμηση κοινής κατανόησης των προτεραιοτήτων για τις μεταρρυθμίσεις, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, την προώθηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και της διαρθρωτικής σύγκλισης.
Το Eurogroup θα πρέπει να συνεχίσει αυτές τις συζητήσεις, όπου είναι δυνατόν, και να αξιοποιήσει την αποτελεσματική χρήση των συμφωνημένων κοινών αρχών και της συγκριτικής αξιολόγησης.
(4) Ο ισχυρός συντονισμός των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών, με βάση κοινούς κανόνες, είναι απαραίτητο να καταλήξει σε μια κατάλληλη συνολική κατεύθυνση για την εύρυθμη λειτουργία της νομισματικής ένωσης.
Οι κοινοί δημοσιονομικοί κανόνες προσανατολισμένοι προς την επιδίωξη της βιωσιμότητας του χρέους σε εθνικό επίπεδο, παρέχει χώρο για τη μακροοικονομική σταθεροποίηση.
Τα εθνικά κέντρα δημοσιονομικής πολιτικής, συνεπώς, πρέπει να εξισορροπήσουν το διπλό στόχο της διασφάλισης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των εθνικών δημόσιων οικονομικών και της βραχυπρόθεσμης μακροοικονομικής σταθεροποίησης τόσο σε εθνικό όσο και στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ.
Στην παρούσα συγκυρία της υψηλής αβεβαιότητας σχετικά με την ισχύ της ανάκαμψης και το επίπεδο της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας στην οικονομία, όταν η νομισματική πολιτική είναι διευκολυντική, η δημοσιονομική πολιτική στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ είναι απαραίτητη για τη στήριξη της ζήτησης και των επενδύσεων.
Η αποτελεσματικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των δευτερογενών επιπτώσεων σε όλες τις χώρες, ενισχύεται από το πλαίσιο των χαμηλών επιτοκίων.
Για το 2017, η Επιτροπή θεωρεί ότι μια δημοσιονομική επέκταση έως και 0,5% του ΑΕΠ είναι επιθυμητή στο επίπεδο της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της.
Αυτός είναι ένας συνετός και ρεαλιστικός στόχο, μέσα σε ένα εύρος πιθανών στόχων που έχει το 0,3% ως κατώτερο όριο και το 0,8% ως ανώτερο, προκειμένου να εξισορροπήσει τόσο τη μακροοικονομική σταθεροποίηση όσο και τις ανησυχίες της δημοσιονομικής βιωσιμότητας.
Παράλληλα, το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό και εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη να καταστεί βιώσιμο μεσοπρόθεσμα σε ορισμένα κράτη μέλη.
Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η κατάλληλη διαφοροποίηση των δημοσιονομικών προσπαθειών σε όλα τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσιονομικά περιθώρια και τις δευτερογενείς επιπτώσεις.
Τα κράτη μέλη τα οποία έχουν ξεπεράσει τους δημοσιονομικούς στόχους τους, θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα δημοσιονομικά περιθώρια τους για να στηρίξουν τη ζήτηση και την ποιότητα σε άλλες χώρες, στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη.
(5) Οι αγορές εργασίας εξακολουθούν να ανακάμπτουν σταδιακά, ωστόσο, τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων παραμένουν υψηλά, ενώ η φτώχεια έχει σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα σε πολλά κράτη μέλη.
Παρά την κάποια πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας και της ικανότητας προσαρμογής των αγορών εργασίας, σημαντικές διαφορές εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλη τη ζώνη, οι οποίες εξακολουθούν να απειλούν την ομαλή λειτουργία της.
Καλά σχεδιασμένα, δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς αγορά εργασίας, με κοινωνική προστασία και συστήματα φορολογίας και παροχών είναι απαραίτητα για μια χωρίς τριβές και συνεχή ανακατανομή του εργατικού δυναμικού.
Θα οδηγήσει επίσης σε πιο αποτελεσματική αυτόματη σταθεροποίηση και ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης που είναι σημαντικά για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων.
Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν: (i) αλλαγές στη νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης με στόχο αξιόπιστες συμβατικές ρυθμίσεις, που παρέχουν ευελιξία και ασφάλεια στους εργαζόμενους και τους εργοδότες,
(ii) ενίσχυση των δεξιοτήτων, με τη βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων και ολοκληρωμένων στρατηγικών δια βίου μάθησης, (iii) αποτελεσματικές ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας, που βοηθούν τους ανέργους, συμπεριλαμβανομένων των μακροχρόνια ανέργων, να επανέλθουν στην αγορά εργασίας και (iv) σύγχρονα και κατάλληλα συστήματα κοινωνικής προστασίας που υποστηρίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη.
Επιπλέον, η μετατόπιση της φορολογίας από την εργασία, ιδίως για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα, και η διασφάλιση δίκαιων φορολογικών συστημάτων μπορούν να βελτιώσουν τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας.
(6) Η δημιουργία της Τραπεζικής Ένωσης έχει προχωρήσει, αλλά παραμένει ημιτελής.
Η έλλειψη ενός κοινού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων παρεμποδίζει την ικανότητα της Τραπεζικής Ένωσης να διακόψει τη σχέση μεταξύ των τραπεζών και των κρατών.
Ενώ η συνολική ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα της ζώνης του ευρώ έχει αυξηθεί από την κρίση, η πίεση στις τράπεζες έχει αυξηθεί λόγω ενός αριθμού παραγόντων, όπως τα υψηλά επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα αναποτελεσματικά επιχειρηματικά μοντέλα και την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε ορισμένα κράτη μέλη.
Η πίεση αυτή μειώνει την ικανότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια στην οικονομία.
Οι κίνδυνοι που εκτείνονται και στην πραγματική οικονομία, όπου το επίπεδο του χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Υπάρχει ανάγκη για μια συνεχή ομαλή απομόχλευση στον ιδιωτικό τομέα και αν χρειαστεί αναδιάρθρωση των βιώσιμων χρεών.
(7) Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, κάποια πρόοδος έχει σημειωθεί όσον αφορά τις πρωτοβουλίες για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ, όπως είναι η ενίσχυση του ρόλου της διάστασης της ζώνης του ευρώ, η σύσταση για την εθνική παραγωγικότητα και η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Δημοσιονομικής Επιτροπής.
Παράλληλα συνεχίζονται οι εργασίες για τη βελτίωση της διαφάνειας και τη μείωση της πολυπλοκότητας των δημοσιονομικών κανόνων.
Ωστόσο, η συμφωνία σχετικά με άλλες πρωτοβουλίες που έχουν καίρια σημασία για την ΟΝΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων, εξακολουθούν να λείπουν.
Επιπλέον, υπάρχουν ευρύτερες προκλήσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων παραγωγικότητας, τη βελτίωση του θεσμικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης στις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Τα κράτη μέλη με ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών ή υψηλό εξωτερικό χρέος θα πρέπει να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους και να συγκρατήσουν το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
Τα κράτη μέλη με μεγάλα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να επιταχύνουν την εφαρμογή των μέτρων που βοηθούν στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης τους.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, μια συνολική θετική δημοσιονομική πολιτική συμβάλλει σε ένα ισορροπημένο μείγμα πολιτικής, για τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων και την ενίσχυση της ανάκαμψης μέσω μιας δημοσιονομική επέκταση έως 0,5% του ΑΕΠ το 2017.
Απαιτείται επίσης συνδυασμός των εθνικών προσπαθειών για την εξασφάλιση μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής βιωσιμότητας όσον αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Επίσης, απαιτείται η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προωθούν τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη σύγκλιση.
Θα πρέπει να συνδυάζουν: (i) αξιόπιστες συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα παρέχει την ευελιξία και την ασφάλεια για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες, (ii) συστήματα ποιότητας και αποτελεσματική εκπαίδευση και κατάρτιση, (iii) αποτελεσματικές ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας, ώστε να υποστηριχθεί η συμμετοχή, (iv) σύγχρονα και κατάλληλα συστήματα κοινωνικής προστασίας που υποστηρίζουν αυτούς που έχουν ανάγκη και παροχή κινήτρων για την ένταξη στην αγορά εργασίας.
Σχόλια αναγνωστών