Το εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείο ήρθε στο φως από την εφημερίδα Handelsblatt
To γερμανικό υπουργείο Οικονομικών δε διέψευσε σήμερα, 29 Μαρτίου 2017, την ύπαρξη εσωτερικής γνωμοδότησης σχετικά με το ελληνικό χρέος, κάνοντας ωστόσο λόγο απλά για «μαθηματικούς υπολογισμούς, τους οποίους ο καθένας θα μπορούσε να έχει κάνει».
Μιλώντας στο καθιερωμένο briefing, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, κ. Juerg Weissgerber, άφησε να εννοηθεί ότι πρόκειται για γνωμοδότηση παλαιότερης ημερομηνίας, ενώ τόνισε πως υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι για να διατηρηθεί το κρατικό χρέος βιώσιμο, είτε μέσω του πρωτογενούς πλεονάσματος, είτε μέσω του ύψους των επιτοκίων ή άλλων παραγόντων.
Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο 2017, θεσμοί και ελληνική κυβέρνηση είχαν συμφωνήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%, το οποίο, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων καθιστά το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Από την άλλη πλευρά, ένα μικρότερο πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό, όπως και η μη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, θα επέφεραν «μεσοπρόθεσμα» μεγαλύτερες δημοσιονομικές ανάγκες για την Ελλάδα και μεγαλύτερα βάρη για τους πιστωτές.
Όπως σημείωσε ο Γερμανός αξιωματούχος, «δεν γίνεται να μην υλοποιούνται μεταρρυθμίσεις και μέτρα και την ίδια στιγμή να θέλεις να τα αντισταθμίσεις με ελαφρύνσεις στο χρέος».
Το εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείο ήρθε στο φως από την εφημερίδα Handelsblatt.
Το έγγραφο ανέφερε πως ένα ενδεχόμενο «πάγωμα» στα επιτόκια των ελληνικών προγραμμάτων διάσωσης, θα μπορούσε να στοιχήσει στους δανειστές ακόμα και 120 δισ. ευρώ.
Η γερμανική εφημερίδα σχολίαζε πως ο Wolfgang Schaeuble κρατά αμυντική στάση, καθώς ένα «πάγωμα» επιτοκίων θα ισοδυναμούσε στην πραγματικότητα με «εκτεταμένα νέα δάνεια», όπως σημειώνεται στο έγγραφο.
Η Handelsblatt υπενθύμιζε ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών θα μεταβεί στα μέσα Απριλίου 2017 στην Ουάσιγκτον, με αφορμή τη διεξαγωγή της Εαρινής Συνόδου του Δ.Ν.Τ.
Εκεί, «πίσω από κλειστές πόρτες», η ελληνική κρίση ενδέχεται να αποτελέσει ξανά αντικείμενο διαπραγματεύσεων, σημειώνει το δημοσίευμα, εκτιμώντας ότι στις πιέσεις που ασκεί η επικεφαλής του Δ.Ν.Τ., Christine Lagarde, στους Ευρωπαίους για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους «η απάντηση του Schaeuble ενδέχεται να είναι η εξής: Όχι».
Η γερμανική εφημερίδα αναφερόταν επίσης και στη διαμάχη που μαίνεται ανάμεσα σε Δ.Ν.Τ. και Βερολίνο σχετικά με το εάν και υπό ποιους όρους θα συμμετάσχει το Ταμείο στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα δανεισμού.
Ειδικότερα, παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις Schaeuble ότι το Ταμείο θα συμμετάσχει, «στο παρασκήνιο υπάρχουν εντελώς διαφορετικά μηνύματα.
Το Ταμείο σε καμία περίπτωση δεν εγκατέλειψε το αίτημά του για περαιτέρω ελαφρύνσεις στην εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους, ακόμη κι αν το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών αρέσκεται να το παρουσιάζει έτσι.
Ο κ. Schaeuble θέλει να δρομολογήσει μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018, καθώς δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση η ελάφρυνση να είναι τόσο εκτεταμένη ώστε «να ισοδυναμεί με ένα νέο πακέτο διάσωσης.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει ότι τα επιτόκια (για την Ελλάδα) θα σημειώσουν αύξηση έως το 2040 φτάνοντας μέχρι και στο 3,3%.
Αντίστοιχα υψηλότερες θα ήταν και οι πληρωμές τόκων της Αθήνας προς τους δανειστές της».
Και η Καγκελάριος Angela Merkel άφησε να εννοηθεί απέναντι στην κα Lagarde ότι μπορεί μεν να φανταστεί περαιτέρω παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, αλλά όχι και πλαφόν στα επιτόκια».
www.bankingnews.gr
Μιλώντας στο καθιερωμένο briefing, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, κ. Juerg Weissgerber, άφησε να εννοηθεί ότι πρόκειται για γνωμοδότηση παλαιότερης ημερομηνίας, ενώ τόνισε πως υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι για να διατηρηθεί το κρατικό χρέος βιώσιμο, είτε μέσω του πρωτογενούς πλεονάσματος, είτε μέσω του ύψους των επιτοκίων ή άλλων παραγόντων.
Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο 2017, θεσμοί και ελληνική κυβέρνηση είχαν συμφωνήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%, το οποίο, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων καθιστά το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Από την άλλη πλευρά, ένα μικρότερο πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό, όπως και η μη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, θα επέφεραν «μεσοπρόθεσμα» μεγαλύτερες δημοσιονομικές ανάγκες για την Ελλάδα και μεγαλύτερα βάρη για τους πιστωτές.
Όπως σημείωσε ο Γερμανός αξιωματούχος, «δεν γίνεται να μην υλοποιούνται μεταρρυθμίσεις και μέτρα και την ίδια στιγμή να θέλεις να τα αντισταθμίσεις με ελαφρύνσεις στο χρέος».
Το εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείο ήρθε στο φως από την εφημερίδα Handelsblatt.
Το έγγραφο ανέφερε πως ένα ενδεχόμενο «πάγωμα» στα επιτόκια των ελληνικών προγραμμάτων διάσωσης, θα μπορούσε να στοιχήσει στους δανειστές ακόμα και 120 δισ. ευρώ.
Η γερμανική εφημερίδα σχολίαζε πως ο Wolfgang Schaeuble κρατά αμυντική στάση, καθώς ένα «πάγωμα» επιτοκίων θα ισοδυναμούσε στην πραγματικότητα με «εκτεταμένα νέα δάνεια», όπως σημειώνεται στο έγγραφο.
Η Handelsblatt υπενθύμιζε ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών θα μεταβεί στα μέσα Απριλίου 2017 στην Ουάσιγκτον, με αφορμή τη διεξαγωγή της Εαρινής Συνόδου του Δ.Ν.Τ.
Εκεί, «πίσω από κλειστές πόρτες», η ελληνική κρίση ενδέχεται να αποτελέσει ξανά αντικείμενο διαπραγματεύσεων, σημειώνει το δημοσίευμα, εκτιμώντας ότι στις πιέσεις που ασκεί η επικεφαλής του Δ.Ν.Τ., Christine Lagarde, στους Ευρωπαίους για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους «η απάντηση του Schaeuble ενδέχεται να είναι η εξής: Όχι».
Η γερμανική εφημερίδα αναφερόταν επίσης και στη διαμάχη που μαίνεται ανάμεσα σε Δ.Ν.Τ. και Βερολίνο σχετικά με το εάν και υπό ποιους όρους θα συμμετάσχει το Ταμείο στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα δανεισμού.
Ειδικότερα, παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις Schaeuble ότι το Ταμείο θα συμμετάσχει, «στο παρασκήνιο υπάρχουν εντελώς διαφορετικά μηνύματα.
Το Ταμείο σε καμία περίπτωση δεν εγκατέλειψε το αίτημά του για περαιτέρω ελαφρύνσεις στην εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους, ακόμη κι αν το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών αρέσκεται να το παρουσιάζει έτσι.
Ο κ. Schaeuble θέλει να δρομολογήσει μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018, καθώς δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση η ελάφρυνση να είναι τόσο εκτεταμένη ώστε «να ισοδυναμεί με ένα νέο πακέτο διάσωσης.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει ότι τα επιτόκια (για την Ελλάδα) θα σημειώσουν αύξηση έως το 2040 φτάνοντας μέχρι και στο 3,3%.
Αντίστοιχα υψηλότερες θα ήταν και οι πληρωμές τόκων της Αθήνας προς τους δανειστές της».
Και η Καγκελάριος Angela Merkel άφησε να εννοηθεί απέναντι στην κα Lagarde ότι μπορεί μεν να φανταστεί περαιτέρω παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, αλλά όχι και πλαφόν στα επιτόκια».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών