Αυξημένη η τάση των πολυεθνικών εταιρειών να μεταφέρουν την έδρα τους σε ένα χρηματοπιστωτικό κέντρο...
Οι διεθνείς χρηματοοικονομικές ροές μειώθηκαν σημαντικά μετά την κρίση του 2017, ενώ παράλληλα άλλαξε και η σύνθεσή τους, παρατηρεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τονίζοντας ωστόσο πως, καθώς τα χαρτοφυλάκια των επενδυτών άλλαξαν, οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) συνέχισαν να αυξάνονται.
Η αύξηση επικεντρώνεται στα χρηματοπιστωτικά κέντρα, τα οποία αντιπροσωπεύουν σήμερα το ήμισυ σχεδόν των συνολικών απαιτήσεων σε ΑΞΕ.
Το παρακάτω «Διάγραμμα της Εβδομάδας»« του Δ.Ν.Τ., απόρροια του σχετικού εγγράφου, εξετάζει βαθύτερα αυτά τα νέα πρότυπα στις χρηματοοικονομικές ροές. Δείχνει τη μεγάλη πτώση των ροών προς και από τις προηγμένες οικονομίες, με σημαντική μείωση της διεθνούς δραστηριότητας από τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, που αντανακλάται στη μείωση των λοιπών επενδυτικών ροών.
Το έγγραφο αποκαλύπτει επίσης τον δυσανάλογο ρόλο που διαδραματίζουν τα χρηματοπιστωτικά κέντρα, μετά την κρίση, στη διευκόλυνση του εμπορίου διεθνών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, ιδιαίτερα των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Τα χρηματοπιστωτικά κέντρα περιλαμβάνουν τόσο προηγμένες οικονομίες όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και μικρά υπεράκτια κέντρα, όπως οι Βερμούδες και οι νήσοι Κέιμαν.
Αυτές οι χώρες αντιπροσώπευαν μόλις το 7-8% του παγκόσμιου ΑΕΠ, με βάση τα δεδομένα μεταξύ 2007 και 2015, επισημαίνει το Δ.Ν.Τ.
Ωστόσο, η αύξηση των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων των ΑΞΕ κατά τη διάρκεια της περιόδου ήταν δραματική, αντιπροσωπεύοντας αυτή τη στιγμή περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων αξιώσεων σε άμεσες ξένες επενδύσεις.
«Η συγκέντρωση στα χρηματοπιστωτικά κέντρα υποδηλώνει ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών των ροών μπορεί να αντανακλά οικονομικές συναλλαγές που έχουν ελάχιστη σχέση με την εγχώρια οικονομία.
Στην πραγματικότητα, δύο παράγοντες επηρεάζουν την επέκταση των ΑΞΕ στα χρηματοπιστωτικά κέντρα.
- Ο πρώτος είναι ο ρόλος των φορέων ειδικού σκοπού.
Πρόκειται για νομικές οντότητες που χρησιμοποιούνται για την άντληση κεφαλαίων ή την κατοχή περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων.
Δεν εκτελούν καθήκοντα παραγωγής και συνήθως αποτελούν μέρος στρατηγικών διαχείρισης φόρων ή ρυθμιστικού αρμπιτράζ.
Στο Λουξεμβούργο, για παράδειγμα, πάνω από το 90% των απαιτήσεων ΑΞΕ είναι σε οντότητες ειδικού σκοπού.
- Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αυξημένη τάση των πολυεθνικών εταιρειών να μεταφέρουν την έδρα τους σε ένα χρηματοπιστωτικό κέντρο.
Αυτό θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει τις αποφάσεις σχετικά με τους βέλτιστους τρόπους κατανομής περιουσιακών στοιχείων για τη μείωση των φορολογικών και ρυθμιστικών επιβαρύνσεων.
Τέτοιες αποφάσεις μπορούν να δημιουργήσουν πρακτικές όπως οι αναστροφές και η επανεγκατάσταση, με τις οποίες οι επιχειρήσεις θα μεταφέρουν τις νομικές περιφέρειες σε χώρες με χαμηλότερο φόρο, διατηρώντας παράλληλα βασικές επιχειρήσεις στη χώρα προέλευσης υψηλότερου φόρου.
Η Ιρλανδία είναι ένα παράδειγμα όπου οι ΑΞΕ αυξήθηκε κατά 900 δις δολάρια μεταξύ του 2007 και του 2015 - πάνω από τρεις φορές το μέγεθος του ιρλανδικού ΑΕΠ το 2015.
Συνολικά, ο αυξανόμενος ρόλος των αποφάσεων ανακατανομής αμιγώς χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων από μεγάλες εταιρείες, καθιστά δυσκολότερη την αξιολόγηση των οικονομικών δεσμών μιας χώρας και των εξωτερικών τρωτών σημείων.
Αυτό αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής», τονίζει το Ταμείο.
www.bankingnews.gr
Η αύξηση επικεντρώνεται στα χρηματοπιστωτικά κέντρα, τα οποία αντιπροσωπεύουν σήμερα το ήμισυ σχεδόν των συνολικών απαιτήσεων σε ΑΞΕ.
Το παρακάτω «Διάγραμμα της Εβδομάδας»« του Δ.Ν.Τ., απόρροια του σχετικού εγγράφου, εξετάζει βαθύτερα αυτά τα νέα πρότυπα στις χρηματοοικονομικές ροές. Δείχνει τη μεγάλη πτώση των ροών προς και από τις προηγμένες οικονομίες, με σημαντική μείωση της διεθνούς δραστηριότητας από τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, που αντανακλάται στη μείωση των λοιπών επενδυτικών ροών.
Το έγγραφο αποκαλύπτει επίσης τον δυσανάλογο ρόλο που διαδραματίζουν τα χρηματοπιστωτικά κέντρα, μετά την κρίση, στη διευκόλυνση του εμπορίου διεθνών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, ιδιαίτερα των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Τα χρηματοπιστωτικά κέντρα περιλαμβάνουν τόσο προηγμένες οικονομίες όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και μικρά υπεράκτια κέντρα, όπως οι Βερμούδες και οι νήσοι Κέιμαν.
Αυτές οι χώρες αντιπροσώπευαν μόλις το 7-8% του παγκόσμιου ΑΕΠ, με βάση τα δεδομένα μεταξύ 2007 και 2015, επισημαίνει το Δ.Ν.Τ.
Ωστόσο, η αύξηση των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων των ΑΞΕ κατά τη διάρκεια της περιόδου ήταν δραματική, αντιπροσωπεύοντας αυτή τη στιγμή περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων αξιώσεων σε άμεσες ξένες επενδύσεις.
«Η συγκέντρωση στα χρηματοπιστωτικά κέντρα υποδηλώνει ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών των ροών μπορεί να αντανακλά οικονομικές συναλλαγές που έχουν ελάχιστη σχέση με την εγχώρια οικονομία.
Στην πραγματικότητα, δύο παράγοντες επηρεάζουν την επέκταση των ΑΞΕ στα χρηματοπιστωτικά κέντρα.
- Ο πρώτος είναι ο ρόλος των φορέων ειδικού σκοπού.
Πρόκειται για νομικές οντότητες που χρησιμοποιούνται για την άντληση κεφαλαίων ή την κατοχή περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων.
Δεν εκτελούν καθήκοντα παραγωγής και συνήθως αποτελούν μέρος στρατηγικών διαχείρισης φόρων ή ρυθμιστικού αρμπιτράζ.
Στο Λουξεμβούργο, για παράδειγμα, πάνω από το 90% των απαιτήσεων ΑΞΕ είναι σε οντότητες ειδικού σκοπού.
- Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αυξημένη τάση των πολυεθνικών εταιρειών να μεταφέρουν την έδρα τους σε ένα χρηματοπιστωτικό κέντρο.
Αυτό θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει τις αποφάσεις σχετικά με τους βέλτιστους τρόπους κατανομής περιουσιακών στοιχείων για τη μείωση των φορολογικών και ρυθμιστικών επιβαρύνσεων.
Τέτοιες αποφάσεις μπορούν να δημιουργήσουν πρακτικές όπως οι αναστροφές και η επανεγκατάσταση, με τις οποίες οι επιχειρήσεις θα μεταφέρουν τις νομικές περιφέρειες σε χώρες με χαμηλότερο φόρο, διατηρώντας παράλληλα βασικές επιχειρήσεις στη χώρα προέλευσης υψηλότερου φόρου.
Η Ιρλανδία είναι ένα παράδειγμα όπου οι ΑΞΕ αυξήθηκε κατά 900 δις δολάρια μεταξύ του 2007 και του 2015 - πάνω από τρεις φορές το μέγεθος του ιρλανδικού ΑΕΠ το 2015.
Συνολικά, ο αυξανόμενος ρόλος των αποφάσεων ανακατανομής αμιγώς χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων από μεγάλες εταιρείες, καθιστά δυσκολότερη την αξιολόγηση των οικονομικών δεσμών μιας χώρας και των εξωτερικών τρωτών σημείων.
Αυτό αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής», τονίζει το Ταμείο.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών