Τα νέα ομόλογα που αντικαθιστούν αυτά του PSI φαίνεται να έχουν ορισμένους παράπλευρους κινδύνους για την ελληνική οικονομία
Άρθρο του Θ. Πελαγίδη, αναφορικά με την ανταλλαγή ομολόγων (swap) που πραγματοποίησε η Ελλάδα φιλοξενεί η ιστοσελίδα του Brookings Institute.
Σε αυτό ο κ. Πελαγίδης, ο οποίος είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά αλλά και συνεργάτης του Brookings Institute, αναφέρεται στο swap που ολοκληρώθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2017.
Τα ομόλογα που αντάλλαξε η Ελλάδα, συνολικής ονομαστικής αξίας 29,6 δισ. ευρώ (αλλά αξίας 20 δισ. ευρώ στη δευτερογενή αγορά), ήταν ομόλογα τα οποία είχαν εκδοθεί μετά το PSI.
Τα νέα ομόλογα ωριμάζουν μεταξύ 2023 και 2042 και έχουν κουπόνια που κυμαίνονται από 3,5% έως και 4,2%.
«Το swap είχε την έγκριση ΔΝΤ, ESM και ΕΚΤ», τονίζει ο κ. Πελαγίδης και συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «πρόκειται άραγε για μία αναγκαία κίνηση που θα βοηθήσει την Ελλάδα να εξέλθει στις πρωτογενείς αγορές χρέος τον επόμενο Αύγουστο;
Πριν να είναι κάποιος 100% θετικός θα πρέπει να εξετάσει ορισμένες απαντήσεις».
Σύμφωνα με τον κ. Πελαγίδη και αναφορικά με τα ομόλογα του PSI, αξία 1,5 δισ. ευρώ ανά έκδοση είναι αρκετά μεγάλη και δεν έχει επίδραση στις αποδόσεις όπως αποδεικνύει και το παράδειγμα της Κύπρου (πίνακας).
Αυτό συμβαίνει γιατί οι επενδυτές με μακροχρόνιο ορίζοντα τοποθετήσεων δεν εξετάζουν τον «όγκο» μίας έκδοσης αλλά τη διάρκειά της.
Άλλωστε κάθε ομόλογο, ανεξαρτήτως διάρκειας, μπορεί να αγοραστεί και να πωληθεί σε διάστημα μίας εβδομάδας.
Όπως τονίζει ο αρθρογράφος αυτό που ενδιαφέρει ένα μακροχρόνιο επενδυτή είναι μία τοποθέτηση που μπορεί να «αγοράσει και να κρατήσει».
Ένας πραγματικός επενδυτής εξετάζει την οικονομική έκθεση και τη διάρκεια προκειμένου να μπορεί να μετρήσει και τη σταθερότητα διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών.
Τα ομόλογα βραχυχρόνιας διάρκειας συνήθως έχουν ως αγοραστές τα hedge funds.
Ένα δεύτερο στοιχείο που εξετάζει ο αρθρογράφος είναι οι Μεικτές Χρηματοδοτικές Ανάγκες της χώρας (GFN), τόσο όταν ίσχυαν τα παλιά ομόλογα όσο και τώρα που έγινε η ανταλλαγή.
Σύμφωνα με τον κ. Πελαγίδη ένα swap γίνεται για να «ομαλοποιεί» την περίοδο ωρίμανσης των ομολόγων.
Τα ομόλογα του PSI είχαν καλή χρονική διάρθρωση ενώ τα νέα ομόλογα μάλλον «κουβαλούν» κάποιους κινδύνους καθώς λήγουν κατά σειρά το 2027, 2032, 2037 και 2042, αυξάνοντας κατά μέσο όρο 2% για κάθε έτος τα GFNs.
«Ας περιμένουμε λοιπόν να δούμε εάν τα οφέλη από το swap θα κατορθώσουν να υπερκαλύψουν τους πιθανούς κινδύνους σε μία κρίσιμη περίοδο και μάλιστα μία περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία χρειάζεται σταθερότητα και ταχύτατη ανάπτυξη», καταλήγει ο κ. Πελαγίδης.
www.bankingnews.gr
Σε αυτό ο κ. Πελαγίδης, ο οποίος είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά αλλά και συνεργάτης του Brookings Institute, αναφέρεται στο swap που ολοκληρώθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2017.
Τα ομόλογα που αντάλλαξε η Ελλάδα, συνολικής ονομαστικής αξίας 29,6 δισ. ευρώ (αλλά αξίας 20 δισ. ευρώ στη δευτερογενή αγορά), ήταν ομόλογα τα οποία είχαν εκδοθεί μετά το PSI.
Τα νέα ομόλογα ωριμάζουν μεταξύ 2023 και 2042 και έχουν κουπόνια που κυμαίνονται από 3,5% έως και 4,2%.
«Το swap είχε την έγκριση ΔΝΤ, ESM και ΕΚΤ», τονίζει ο κ. Πελαγίδης και συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «πρόκειται άραγε για μία αναγκαία κίνηση που θα βοηθήσει την Ελλάδα να εξέλθει στις πρωτογενείς αγορές χρέος τον επόμενο Αύγουστο;
Πριν να είναι κάποιος 100% θετικός θα πρέπει να εξετάσει ορισμένες απαντήσεις».
Σύμφωνα με τον κ. Πελαγίδη και αναφορικά με τα ομόλογα του PSI, αξία 1,5 δισ. ευρώ ανά έκδοση είναι αρκετά μεγάλη και δεν έχει επίδραση στις αποδόσεις όπως αποδεικνύει και το παράδειγμα της Κύπρου (πίνακας).
Αυτό συμβαίνει γιατί οι επενδυτές με μακροχρόνιο ορίζοντα τοποθετήσεων δεν εξετάζουν τον «όγκο» μίας έκδοσης αλλά τη διάρκειά της.
Άλλωστε κάθε ομόλογο, ανεξαρτήτως διάρκειας, μπορεί να αγοραστεί και να πωληθεί σε διάστημα μίας εβδομάδας.
Όπως τονίζει ο αρθρογράφος αυτό που ενδιαφέρει ένα μακροχρόνιο επενδυτή είναι μία τοποθέτηση που μπορεί να «αγοράσει και να κρατήσει».
Ένας πραγματικός επενδυτής εξετάζει την οικονομική έκθεση και τη διάρκεια προκειμένου να μπορεί να μετρήσει και τη σταθερότητα διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών.
Τα ομόλογα βραχυχρόνιας διάρκειας συνήθως έχουν ως αγοραστές τα hedge funds.
Ένα δεύτερο στοιχείο που εξετάζει ο αρθρογράφος είναι οι Μεικτές Χρηματοδοτικές Ανάγκες της χώρας (GFN), τόσο όταν ίσχυαν τα παλιά ομόλογα όσο και τώρα που έγινε η ανταλλαγή.
Σύμφωνα με τον κ. Πελαγίδη ένα swap γίνεται για να «ομαλοποιεί» την περίοδο ωρίμανσης των ομολόγων.
Τα ομόλογα του PSI είχαν καλή χρονική διάρθρωση ενώ τα νέα ομόλογα μάλλον «κουβαλούν» κάποιους κινδύνους καθώς λήγουν κατά σειρά το 2027, 2032, 2037 και 2042, αυξάνοντας κατά μέσο όρο 2% για κάθε έτος τα GFNs.
«Ας περιμένουμε λοιπόν να δούμε εάν τα οφέλη από το swap θα κατορθώσουν να υπερκαλύψουν τους πιθανούς κινδύνους σε μία κρίσιμη περίοδο και μάλιστα μία περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία χρειάζεται σταθερότητα και ταχύτατη ανάπτυξη», καταλήγει ο κ. Πελαγίδης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών