Ένας εμπορικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση
Την εκτίμηση ότι οι δασμοί που επέβαλε ο Donald Trump στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου θα δώσουν μόνο μία πρόσκαιρη ώθηση στις συγκεκριμένες αμερικανικές βιομηχανίες αλλά δεν είναι η «απάντηση» στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ, εκφράζει ο Ron Paul, πρώην στέλεχος του αμερικανικού Κογκρέσου και θεωρούμενος ένας από τους πιο προοδευτικούς σχολιαστές των ΗΠΑ.
Σε άρθρο του το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ron Paul Institute for Peace and Prosperity τονίζει τα ακόλουθα:
«Οι δασμοί του προέδρου Trump 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου μπορεί να προσφέρουν μία πρόσκαιρη ώθηση σε αυτές τις βιομηχανίες, αλλά σε μακροχρόνιο ορίζοντα θα αποτελέσουν μία μακράς διάρκειας καταστροφή για την αμερικανική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Οι δασμοί αυξάνουν τις τιμές και μειώνουν τη ζήτηση εισαγόμενων προϊόντων.
Οι δασμοί εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πολιτικών και όχι των πολιτών για το πως μπορούν να «τοποθετηθούν» οι πρώτες ύλες.
Μειώνουν την οικονομική αποτελεσματικότητα και το επίπεδο διαβίωσης.
Κάποιοι δικαιολογούν αυτές τις οικονομικά αναποτελεσματικές πολιτικές καθώς θεωρούν ότι αξίζουν γιατί σώζουν θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.
Όμως ταυτόχρονα φαίνεται ότι αγνοούν πως οι δασμοί αυξάνουν το κόστος παραγωγής για βιομηχανίες που στηρίζονται σε εισαγόμενα προϊόντα για να παράγουν τα δικά τους.
Αυτό το αυξημένο κόστος οδηγεί σε απώλεια θέσεων εργασίας σε αυτές τις βιομηχανίες
Για παράδειγμα οι δασμοί του προέδρου Trump στον χάλυβα μπορούν να κοστίσουν 40.000 θέσεις εργασίας στη μεταποίηση και στις βιομηχανίες που εξαρτώνται από τον χάλυβα.
Οι δασμοί μπορούν να επιφέρουν ζημίες και σε βιομηχανίες που στηρίζονται στις εξαγωγές.
Αυτό θα καταστεί ακόμη πιο αληθινό εάν οι χώρες τις οποίες στοχεύει ο Trump αντιδράσουν με την επιβολή δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.
Αρκετοί εξ αυτών που ασκούν κριτική στον Trump δεν είναι πραγματικοί υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου, δηλαδή της ελεύθερης ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών στα σύνορα.
Αντίθετα είναι υπέρ του ελεγχόμενου (από την κυβέρνηση) εμπορίου μέσω της NAFTA και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Τόσο η NAFTA όσο και ο ΠΟΕ προωθούν τον κυβερνητικό και φιλικό προς τις κυβερνήσεις καπιταλισμό και όχι τις ελεύθερες αγορές.
Όποιος φιλελεύθερος ή ταγμένος υπέρ των αγορών θεωρεί ότι ο ΠΟΕ προωθεί την οικονομική ελευθερία θα πρέπει να θυμηθεί ότι κάποια στιγμή ο ΠΟΕ ζήτησε από το Κογκρέσο να προχωρήσει σε αύξηση των φόρων!
Οι ξένες μεταποιητικές εταιρείες μπορούν να αποτελέσουν τον αποδιοπομπαίο τράγο για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αμερικανική βιομηχανία.
Όμως η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις τα δημιουργεί η αμερικανική κυβέρνηση.
Οι αμερικανικές επιχειρήσεις πιέζονται από μία σειρά ομοσπονδιακών κανόνων που ελέγχουν κάθε τομέα της δραστηριότητά τους.
Το φορολογικό σύστημα αποτελεί, επίσης, πρόβλημα.
Μέχρι τη φορολογική μεταρρύθμιση του 2017, οι ΗΠΑ είχαν ορισμένους από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές της υφηλίου.
Η φορολογική μεταρρύθμιση μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις, αλλά αυτοί παραμένουν υψηλότεροι από τους αντίστοιχους αρκετών ανεπτυγμένων κρατών.
Οι ΗΠΑ όχι μόνο δαπανούν περισσότερα για αμυντικούς εξοπλισμούς απ’ ότι συνολικά οι οκτώ χώρες που βρίσκονται «κάτω» από αυτές στη συγκεκριμένη κατάταξη.
Παράλληλα παρέχουν επιδοτήσεις για την ανάπτυξη της άμυνας άλλων χωρών όπως οι Γερμανία, Ιαπωνία και Ν. Κορέα.
Το να επιστρέψουν στις ΗΠΑ οι Αμερικανοί στρατιώτες που βρίσκονται σε αυτές τις χώρες θα ήταν μία καλή αρχή για μείωση των αμυντικών δαπανών.
Η κορυφαία αιτία των αμερικανικών οικονομικών προβλημάτων είναι η Fed.
Η απόφαση των ΗΠΑ να ρίξει στην αγορά «χρήματα από το ελικόπτερο» (fiat currency) δημιούργησε ένα σύστημα το οποίο βασίζεται στο δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος.
Αυτό καθιστά αναπόφευκτες τις εμπορικές ανισορροπίες καθώς οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη τους ξένους επενδυτές να αγοράσουν το χρέος τους.
Οι ξένοι επενδυτές βρίσκουν χρήματα για να αγοράσουν το αμερικανικό χρέος πουλώντας τα προϊόντα τους στους Αμερικανούς καταναλωτές.
Ένας εμπορικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει τους ξένους επενδυτές σε διακοπή αγορών αμερικανικού χρέους και μπορεί να θέσει τέλος στην κυριαρχία του δολαρίου ως βασικού νομίσματος των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων.
Αυτό θα οδηγούσε σε μία μεγάλη οικονομική κρίση, αλλά φυσικά θα εμπόδιζε οι παραλίες μας να γεμίσουν από «φθηνά, ξένα προϊόντα».
Η εκτίμηση του προέδρου Trump ότι οι εμπορικοί πόλεμοι μπορούν να κερδηθούν πολύ εύκολα είναι τόσο αξιόπιστη όσο η εκτίμηση των νέο-συντηρητικών ότι ο πόλεμος στο Ιράκ θα ήταν παιχνιδάκι.
Ένας εμπορικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση.
Αντί θα επιβάλει δασμούς και αυξημένο κόστος στις αμερικανικές επιχειρήσεις αλλά και τους καταναλωτές ο πρόεδρος Trump θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τη βασική αιτία των οικονομικών μας προβλημάτων: τις υψηλές αμυντικές δαπάνες, την IRS (Internal Revenue Service) και τη Fed.
www.bankingnews.gr
Σε άρθρο του το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ron Paul Institute for Peace and Prosperity τονίζει τα ακόλουθα:
«Οι δασμοί του προέδρου Trump 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου μπορεί να προσφέρουν μία πρόσκαιρη ώθηση σε αυτές τις βιομηχανίες, αλλά σε μακροχρόνιο ορίζοντα θα αποτελέσουν μία μακράς διάρκειας καταστροφή για την αμερικανική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Οι δασμοί αυξάνουν τις τιμές και μειώνουν τη ζήτηση εισαγόμενων προϊόντων.
Οι δασμοί εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πολιτικών και όχι των πολιτών για το πως μπορούν να «τοποθετηθούν» οι πρώτες ύλες.
Μειώνουν την οικονομική αποτελεσματικότητα και το επίπεδο διαβίωσης.
Κάποιοι δικαιολογούν αυτές τις οικονομικά αναποτελεσματικές πολιτικές καθώς θεωρούν ότι αξίζουν γιατί σώζουν θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.
Όμως ταυτόχρονα φαίνεται ότι αγνοούν πως οι δασμοί αυξάνουν το κόστος παραγωγής για βιομηχανίες που στηρίζονται σε εισαγόμενα προϊόντα για να παράγουν τα δικά τους.
Αυτό το αυξημένο κόστος οδηγεί σε απώλεια θέσεων εργασίας σε αυτές τις βιομηχανίες
Για παράδειγμα οι δασμοί του προέδρου Trump στον χάλυβα μπορούν να κοστίσουν 40.000 θέσεις εργασίας στη μεταποίηση και στις βιομηχανίες που εξαρτώνται από τον χάλυβα.
Οι δασμοί μπορούν να επιφέρουν ζημίες και σε βιομηχανίες που στηρίζονται στις εξαγωγές.
Αυτό θα καταστεί ακόμη πιο αληθινό εάν οι χώρες τις οποίες στοχεύει ο Trump αντιδράσουν με την επιβολή δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.
Αρκετοί εξ αυτών που ασκούν κριτική στον Trump δεν είναι πραγματικοί υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου, δηλαδή της ελεύθερης ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών στα σύνορα.
Αντίθετα είναι υπέρ του ελεγχόμενου (από την κυβέρνηση) εμπορίου μέσω της NAFTA και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Τόσο η NAFTA όσο και ο ΠΟΕ προωθούν τον κυβερνητικό και φιλικό προς τις κυβερνήσεις καπιταλισμό και όχι τις ελεύθερες αγορές.
Όποιος φιλελεύθερος ή ταγμένος υπέρ των αγορών θεωρεί ότι ο ΠΟΕ προωθεί την οικονομική ελευθερία θα πρέπει να θυμηθεί ότι κάποια στιγμή ο ΠΟΕ ζήτησε από το Κογκρέσο να προχωρήσει σε αύξηση των φόρων!
Οι ξένες μεταποιητικές εταιρείες μπορούν να αποτελέσουν τον αποδιοπομπαίο τράγο για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αμερικανική βιομηχανία.
Όμως η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις τα δημιουργεί η αμερικανική κυβέρνηση.
Οι αμερικανικές επιχειρήσεις πιέζονται από μία σειρά ομοσπονδιακών κανόνων που ελέγχουν κάθε τομέα της δραστηριότητά τους.
Το φορολογικό σύστημα αποτελεί, επίσης, πρόβλημα.
Μέχρι τη φορολογική μεταρρύθμιση του 2017, οι ΗΠΑ είχαν ορισμένους από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές της υφηλίου.
Η φορολογική μεταρρύθμιση μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις, αλλά αυτοί παραμένουν υψηλότεροι από τους αντίστοιχους αρκετών ανεπτυγμένων κρατών.
Οι ΗΠΑ όχι μόνο δαπανούν περισσότερα για αμυντικούς εξοπλισμούς απ’ ότι συνολικά οι οκτώ χώρες που βρίσκονται «κάτω» από αυτές στη συγκεκριμένη κατάταξη.
Παράλληλα παρέχουν επιδοτήσεις για την ανάπτυξη της άμυνας άλλων χωρών όπως οι Γερμανία, Ιαπωνία και Ν. Κορέα.
Το να επιστρέψουν στις ΗΠΑ οι Αμερικανοί στρατιώτες που βρίσκονται σε αυτές τις χώρες θα ήταν μία καλή αρχή για μείωση των αμυντικών δαπανών.
Η κορυφαία αιτία των αμερικανικών οικονομικών προβλημάτων είναι η Fed.
Η απόφαση των ΗΠΑ να ρίξει στην αγορά «χρήματα από το ελικόπτερο» (fiat currency) δημιούργησε ένα σύστημα το οποίο βασίζεται στο δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος.
Αυτό καθιστά αναπόφευκτες τις εμπορικές ανισορροπίες καθώς οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη τους ξένους επενδυτές να αγοράσουν το χρέος τους.
Οι ξένοι επενδυτές βρίσκουν χρήματα για να αγοράσουν το αμερικανικό χρέος πουλώντας τα προϊόντα τους στους Αμερικανούς καταναλωτές.
Ένας εμπορικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει τους ξένους επενδυτές σε διακοπή αγορών αμερικανικού χρέους και μπορεί να θέσει τέλος στην κυριαρχία του δολαρίου ως βασικού νομίσματος των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων.
Αυτό θα οδηγούσε σε μία μεγάλη οικονομική κρίση, αλλά φυσικά θα εμπόδιζε οι παραλίες μας να γεμίσουν από «φθηνά, ξένα προϊόντα».
Η εκτίμηση του προέδρου Trump ότι οι εμπορικοί πόλεμοι μπορούν να κερδηθούν πολύ εύκολα είναι τόσο αξιόπιστη όσο η εκτίμηση των νέο-συντηρητικών ότι ο πόλεμος στο Ιράκ θα ήταν παιχνιδάκι.
Ένας εμπορικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση.
Αντί θα επιβάλει δασμούς και αυξημένο κόστος στις αμερικανικές επιχειρήσεις αλλά και τους καταναλωτές ο πρόεδρος Trump θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τη βασική αιτία των οικονομικών μας προβλημάτων: τις υψηλές αμυντικές δαπάνες, την IRS (Internal Revenue Service) και τη Fed.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών