Τελευταία Νέα
Διεθνή

Το ράλι στην ενέργεια οδήγησε υψηλότερα τη Wall Street – Κέρδη 0,69% για Dow και 0,97% για S&P 500

tags :
Το ράλι στην ενέργεια οδήγησε υψηλότερα τη Wall Street – Κέρδη 0,69% για Dow και 0,97% για S&P 500
Η απόφαση Trump για το Ιράν αποτέλεσε «τροφή ανόδου» για την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά
Η εντυπωσιακή πορεία των ενεργειακών μετοχών, οι οποίες ακολούθησαν το αντίστοιχο ράλι που καταγράφηκε στο πετρέλαιο, αποτέλεσαν τον βασικό παράγοντα στήριξης της Wall Street.
Η πετρελαϊκή «έκρηξη» προκλήθηκε από την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Donald Trump να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να επιβάλει εκ νέου κυρώσεις στην ασιατική χώρα.
Κέρδη 0,69% για τον Dow Jones στις 24.529 μονάδες, με τον S&P 500 να ενισχύεται 0,97% στις 2.697 μονάδες και τον Nasdaq να κινείται 1% υψηλότερα στις 7.339 μονάδες.
Αντίθετα πτώση της τάξης του 7,9% σημείωσε ο δείκτης φόβου VIX, ο οποίος υποχώρησε στο επίπεδο των 13,55 μονάδων.
Ανοδικές τάσεις επικράτησαν και για τον τεχνολογικό κλάδο, με κέρδη άνω του 1%, ενώ θετικά κινήθηκαν και οι κλάδοι βιομηχανίας και πρώτων υλών.
Στο 1,7% τα κέρδη για τη μετοχή της Chevron, ενώ ο τίτλος της Exxon Mobil κινήθηκε 2,3% υψηλότερα.
«Αυτή θα ήταν μία απόφαση (σ.σ.: για το Ιράν) που θα σόκαρε την αγορά πριν από ένα έτος, όταν το Brent βρίσκονταν στα 50 δολάρια», εκτιμά ο Hasnain Malik, αναλυτής στην Exotix Capital και προσθέτει ότι «σε μακροχρόνιο ορίζοντα υπάρχουν χώρες που θα ευνοηθούν από την απόφαση των ΗΠΑ, κυρίως οι στενοί τους σύμμαχοι, όπως Ισραήλ, Σ. Αραβία και ΗΑΕ».
Άνω του 3% διατηρήθηκε η απόδοση για το 10ετές αμερικανικό ομόλογο, ενώ αυτή του 2ετούς έφθασε σε υψηλό σχεδόν 10ετίας.



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δείκτη Dow Jones



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δείκτη S&P 500



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δείκτη Nasdaq



Fed

Η αβεβαιότητα γύρω από τις εμπορικές πολιτικές του αμερικανού προέδρου, Donald Trump, είναι ο «πιο προφανής κίνδυνος» που αντιμετωπίζει η οικονομία των ΗΠΑ και μπορεί να αποτρέψει τις επιχειρήσεις από επενδύσεις, δήλωσε σήμερα (9/5/2018) ο πρόεδρος της Federal Reserve της Ατλάντα, Raphael Bostic.
Σε μια από τις πιο σοβαρές κριτικές της Fed για τις εμπορικές τακτικές του Λευκού Οίκου, ο Bostic τόνισε ότι συνομιλίες που είχε στην περιφέρειά του με στελέχη επιχειρήσεων, του ενίσχυσαν την πεποίθηση ότι οι καθυστερημένες επενδύσεις λόγω εμπορικών κινδύνων ενδέχεται να μετριάσουν την προσδοκώμενη επίδραση από τις πρόσφατες περικοπές στον εταιρικό φόρο.
Όπως τόνισε ο Bostic, η «αισιοδοξία σχετικά με τη φορολογική πολιτική στις αρχές του έτους έχει πλέον αντικατασταθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αβεβαιότητα γύρω από τους προτεινόμενους δασμούς και τις ανησυχίες για έναν εμπορικό πόλεμο».
«Έχω την αίσθηση ότι προς το παρόν, πολλές επιχειρήσεις μπορεί να ανταποκρίνονται στην αυξημένη αβεβαιότητα, μένοντας στο περιθώριο σε σχέση με νέα σχέδια κεφαλαιουχικών δαπανών», δήλωσε ο αξιωματούχος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ.
Ο ίδιος είπε επίσης ότι δεν φαίνεται ότι οι καταναλωτές αυξάνουν δραματικά τις δαπάνες τους μετά την πρόσφατη περικοπή του φόρου εισοδήματος.
Ο Bostic δήλωσε πρόσφατα ότι τα επιτόκια θα πρέπει να αυξηθούν δύο ακόμη φορές το 2018.
Ο επικεφαλής της Fed της Ατλάντα τόνισε ότι ο πληθωρισμός μπορεί να ξεπεράσει τον στόχο της Fed για 2% και να παραμείνει εκεί «για λίγο», κάτι που δεν θα θεωρηθεί επείγον πρόβλημα, δεδομένου του μεγάλου διαστήματος κατά το οποίο βρισκόταν κάτω από το επίπεδο αυτό, όπως είπε ο ίδιος, προειδοποιώντας, ωστόσο, ότι οι πιέσεις στις τιμές μπορεί να εντείνονται.

Μακροικοινομία

Αύξηση μικρότερη της αναμενόμενης κατέγραψαν τον Απρίλιο του 2018 οι τιμές παραγωγού στις ΗΠΑ, όπως ανακοίνωσε σήμερα (9/5/2018) το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας.
Ειδικότερα, ο δείκτης τιμών παραγωγού αυξήθηκε κατά 0,1% τον Απρίλιο, μετά από αύξηση 0,3% τον Μάρτιο.
Από την πλευρά τους, οι οικονομολόγοι ανέμεναν ο δείκτης να αυξηθεί κατά 0,2%.
Εξαιρουμένων των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, ο δομικός δείκτης τιμών παραγωγού αυξήθηκε κατά 0,2%, έναντι αύξησης 0,3% του προηγούμενου μήνα.

Επιχειρήσεις

Καθαρά κέρδη ύψους 1,1 δισεκ. δολαρίων παρουσίασε για το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους η Emirates Group, θυγατρικής της Emirates Airline, της μεγαλύτερης αεροπορικής εταιρείας στον κόσμο -με βάση τον όγκο των επιβατών.
Το ποσό είναι κατά 67% αυξημένο σε ετήσια σύγκριση.
Τα έσοδα για την ίδια χρονική περίοδο ανήλθαν σε 27,9 δισεκ. δολάρια, έπειτα από αύξηση 17% σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η κολοσσιαία εταιρεία.
Η αεροπορική εταιρεία μετέφερε 58,5 εκατομμύρια επιβάτες, γεμίζοντας -κατά μέσο όρο- το 77,5% των θέσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 75,5% ένα χρόνο νωρίτερα.
Σε ό,τι αφορά μόνο την Emirates Airline, τα καθαρά κέρδη έφθασαν τα 762 εκατ. δολάρια.
Η Emirates ανακάμπτει από το προηγούμενο έτος, όταν ένας συνδυασμός αρνητικών γεγονότων κατατρόπωσαν τις οικονομικές της επιδόσεις.
Μεταξύ αυτών η προσωρινή απαγόρευση φορητών υπολογιστών σε ορισμένες πτήσεις επίσης από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών και η γεωπολιτική αβεβαιότητα στη Μέση Ανατολή.
Καθαρές ζημίες ύψους 6,9 εκατ. δολαρίων παρουσίασε η Groupon για τους τρεις πρώτους μήνες του 2018, έναντι απωλειών ύψους 24,4 εκατ. ένα χρόνο νωρίτερα, με τα έσοδα για την ίδια χρονική περίοδο να ανέρχονται σε 626,5 εκατ. δολάρια, επίδοση κατά 7% συρρικνωμένη σε ετήσια σύγκριση.
Ωστόσο, σε EBITDA, η αμερικανική διαφημιστική παρουσίασε κερδοφορία 3 σεντς ανά μετοχή, εκπλήσσοντας ευχάριστα τους αναλυτές -σε έρευνα της FactSet.
Για το σύνολο του 2018, η Groupon αναμένει EBITDA μεταξύ 280 εκατ. και 290 εκατ. δολαρίων, εκτίμηση επί τα βελτίω αναθεωρημένη.
Ως αποτέλεσμα, η μετοχή της εταιρείας στον αμερικανικό δείκτη Nasdaq πραγματοποιεί «ράλι» 7,6% (έφθασε ακόμη το 13%), με τη χρηματιστηριακή αξία να ανέρχεται σε 2,7 δισεκ. δολάρια.
Υπενθυμίζεται ότι η Groupon έχει εγκαταλείψει τις δραστηριότητές της στην Ελλάδα από τον Αύγουστο του 2015.
Στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη αγορά λιανικής της Ινδίας επεκτείνεται η αμερικανική Walmart, προχωρώντας στην εξαγορά του κορυφαίου ομίλου ηλεκτρονικού εμπορίου Flipkart, έναντι του ποσού των 16 δισ. δολαρίων.
Η αμερικανική εταιρεία θα αποκτήσει το 77% του ινδικού ομίλου, ενώ το υπόλοιπο θα παραμείνει στην κατοχή των άλλων μετόχων της, μεταξύ των οποίων ο ιδρυτής της Binny Bansal αλλά και οι εταιρείες Tencent, Tiger Global και Microsoft.
Όπως τόνισε ο επικεφαλής της Walmart, Doug McMillon, η εξαγορά αποτελεί μέρος της στρατηγικής του ομίλου να επεκταθεί στην αγορά της Ινδίας.
«Η Ινδία είναι μία από τις πιο ελκυστικές αγορές λιανικής στον κόσμο, με δεδομένο τόσο το μέγεθός της όσο και τον ρυθμό ανάπτυξής της και η επένδυσή μας είναι μία ευκαιρία να συνεργαστούμε με μία εταιρεία που ηγείται του ηλεκτρονικού εμπορίου στην αγορά της», τόνισε ο McMillon.

Αναλύσεις

Αν και ορισμένοι αναλυτές έχουν αποδώσει μεταξύ άλλων την αισθητά αυξημένη μεταβλητότητα των χρηματιστηριακών αγορών της Νέας Υόρκης στη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τις ανησυχίες για εκτόξευση του πληθωρισμού, οι αναλυτές της Goldman Sachs παραθέτουν και μία διαφορετική άποψη.
Ειδικότερα, η αμερικανική τράπεζα επιρρίπτει τη μεταβλητότητα στους περιστασιακούς, λιανικούς (ή ιδιώτες) επενδυτές (εκτός των θεσμικών επενδυτών).
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση της Goldman, αν και οι μη θεσμικοί επενδυτές ελέγχουν μεμονωμένα, μικρά χρηματικά ποσά σε σχέση με διαχειριστές χαρτοφυλακίου ή άλλους θεσμικούς συμμετέχοντες στην αγορά, η συλλογική τους επιρροή στην αγορά είναι αρκετά μεγάλη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα νοικοκυριά κατέχουν άμεσα το 36% των 46 τρισεκ. δολαρίων στη Wall Street, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο είδος κατόχου, ενώ το μερίδιό τους ανέρχεται ξεπερνά το 50% εάν ληφθεί υπόψη η έμμεση ιδιοκτησία μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων, υψηλό μίας δεκαετίας.
Μάλιστα, το ποσοστό συμμετοχής ολοένα και αυξάνεται, υπογραμμίζεται.
Το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου 2018, μεταξύ άλλων, ορισμένες εισηγμένες σταμάτησαν προσωρινά τα προγράμματα επαναγοράς μετοχών λόγω των αναταραχών στις αγορές, αυξάνοντας έτσι τον αντίκτυπο από τις συναλλαγές των μη θεσμικών επενδυτών.
«Οι μικροεπενδυτές προφανώς μείωσαν τις θέσεις στις αγαπημένες τους μετοχές, καθώς και την ευρεία έκθεση στην αγορά μετοχών».
Να επισημανθεί ότι ο δείκτης Cboe Volatility Index (VIX), ο οποίος χρησιμοποιείται ως μέτρο της μεταβλητότητας για τον S&P 500, διαπραγματεύεται επί του παρόντος μεταξύ 14 και 15 μονάδων, όταν στις αρχές Φεβρουαρίου 2018 εκτοξεύθηκε ακόμη και πάνω από τις 33 μονάδες!
Για το σύνολο του 2018, έπειτα από εντυπωσιακό «ράλι» το περασμένο έτος (σε παρένθεση η ενίσχυση), οι δείκτες Dow Jones Industrial Average (26%), S&P 500 (20%) και Nasdaq Composite (29%) έχουν υποχωρήσει κατά 1,5%, 0,4% και 0,1%, αντίστοιχα.
Την εκτίμηση ότι ελλοχεύουν κίνδυνοι που θα διαταράξουν την πορεία της οικονομίας των ΗΠΑ τονίζει στο τελευταίο της report η επενδυτική εταιρία Palisade Research.
Αυτή τη στιγμή, η καμπύλη αποδόσεων είναι επικίνδυνα κοντά στην... ισοπέδωση και σύντομα η τάση θα αντιστραφεί.
Αναλύοντας τον κανόνα «2 n '10» - τη διαφορά της απόδοσης μεταξύ του 2ετούς κρατικού αμερικανικού ομολόγου και του δεκαετούς ομολόγου, είναι ξεκάθαρο ότι το spread βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο από την ύφεση του 2008.
43 μονάδες βάσης.
Για να καταλάβουμε την προοπτική, εάν η Fed αυξήσει μόνο δύο φορές μεσα στο 2018 τα επιτόκια (50 μονάδες βάσης κάθε φορά) και η απόδοση του 10ετους αμερικανικού ομολόγου παραμείνει κάτω από το 3%, τότε η καμπύλη αποδόσεων θα αντιστραφεί.
Αυτό είναι σημαντικό επειδή η αντιστροφή της καμπύλης απόδοσης - όταν η απόδοση καθίσταται αρνητική - προηγήθηκε των τελευταίων επτά ίσων περιόδων ύφεσης.
Αν κοιτάξουμε μόνο πιο σύγχρονους χρόνους - ας πούμε τα τελευταία 30 χρόνια - μπορούμε να δούμε το spread να γίνεται αρνητικό πριν ξεσπάσει η ύφεση.
Αυτός ο κανόνας «2 n '10» εξακολουθεί να είναι ένας από τους πιο σημαντικούς δείκτες που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για την πρόβλεψη ύφεσης.
Και λέει ότι η οικονομία των ΗΠΑ είναι πιο εύθραυστη από ό,τι πολλοί θέλουν να παραδεχτούν.
Υπάρχει επίσης το πρόβλημα της αποταμίευσης και αυτό είναι ένα κακό μήνυμα οικονομικής υγείας.
Συνοψίζοντας, όταν τα πράγματα πάνε καλά στην οικονομία, τα νοικοκυριά δαπανούν περισσότερα χρήματα και εξοικονομούν λιγότερα, επειδή αισθάνονται σίγουρα.
Αλλά όταν τα πράγματα είναι αβέβαια και γίνονται δύσκολα - τα νοικοκυριά αποταμιεύουν τα χρήματά τους.
Σήμερα, τα αμερικανικά νοικοκυριά αποταμιεύουν στα υψηλότερα επίπεδα από την ύφεση του 1991.
Ο μέσος τραπεζικός λογαριασμός έχει πάνω από 3.700 δολάρια.
Το μέσο ποσό στους τραπεζικούς λογαριασμούς από το 1991 είναι 2.263 δολάρια.
Οποιοδήποτε ποσό χαμηλότερο από αυτό σημαίνει ότι η οικονομία λειτουργεί καλά.
Αντίθετα οποιοδήποτε πάνω από τα 2.263 δολάρια, δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά στην οικονομία.
Αυτό το πρόβλημα συμπίπτει με το αυξανόμενο χρέος των πιστωτικών καρτών.
Και αυτό σημαίνει ότι οι Αμερικανοί προτιμούν να πηγαίνουν προς το χρέος για να χρηματοδοτούν την κατανάλωσή τους, ενώ παράλληλα πληρώνουν κάποιο επιτόκιο αντί να ξοδεύουν όλα τα χρήματά τους εκ των προτέρων.
Επιλέγουν να διατηρήσουν τον πλήρη έλεγχο των λογαριασμών τους, στην περίπτωση που χρειαστούν μετρητά στο μέλλον.
Αυτό δεν ακούγεται σαν εμπιστοσύνη στην οικονομία.
Τέλος, και το σημαντικότερο, μια άλλη κατάσταση που σηματοδοτεί πρόβλημα μπροστά είναι ένας ελάχιστα ακολουθούμενος δείκτης - αλλά εξαιρετικά ακριβής.
Ο δείκτης South-Korean Export Growth (SKEG).
Πολλοί δεν θα είχαν υποθέσει ότι οι εξαγωγές της Νότιας Κορέας είναι ένας σπουδαίος δείκτης των παγκόσμιων εταιρικών κερδών (EPS).
Αλλά ιστορικά - είναι.
Και τώρα, ο δείκτης SKEG έγινε μόλις αρνητικός.
Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο θια γίνει και για τα παγκόσμια εταιρικά κέρδη.
Την τελευταία φορά που ο δείκτης SKEG έπεσε αυτό το απότομα αρνητικό ήταν περίπου η εποχή που η Κίνα υποτίμησε το νόμισμά της, το γουάν, τον Ιανουάριο του 2016.
Επίσης, ο χρυσός ολοκλήρωσε την πολυετή αγορά «αρκούδων» που ήταν και σημείωσε άνοδο πάνω από 300 δολάρια κατά τους επόμενους μήνες.
Αν ο δείκτης SKEG συνεχίσει την ακρίβειά του - όπως συμβαίνει πάντοτε εάν δείτε το παραπάνω γράφημα - τότε μπορούμε να ξεχάσουμε την άποψη για τα αυξανόμενα κέρδη τους ερχόμενους μήνες.
Αντίθετα σύμφωνα με την Palisade Research, αναμένεται ότι τα κέρδη θα υποχωρήσουν τους επόμενους 12 μήνες.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης