Η ΕΚΤ βρίσκεται στο επίκεντρο αρκετά σκληρής κριτικής εδώ και δύο δεκαετίες, η οποία σε κάποιες περιπτώσεις δεν είναι άδικη
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι καταδικασμένη να δέχεται επικρίσεις.
Είναι κάτι σχεδόν φυσιολογικό για μία τράπεζα που οφείλει να «επιβάλει» ένα κοινό επιτόκιο για τόσο διαφορετικές οικονομίες, όσο αυτές της Ελλάδας και της Γερμανίας.
Είναι δεδομένο πως ό,τι και εάν κάνει κάποιος θα δηλώσει δυσαρεστημένος.
Ιδιαίτερα οι Γερμανοί πολιτικοί συνηθίζουν να χτυπούν την ΕΚΤ.
Τα υπερβολικά χαμηλά επιτόκια μειώνουν τους τόκους των Γερμανών αποταμιευτών αλλά και τα έσοδα των συνταξιοδοτικών ταμείων, ταυτόχρονα, όμως, η πολιτική της ΕΚΤ βοηθά τη γερμανική κυβέρνηση να εξοικονομήσει αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, από τους χαμηλούς τόκους αποπληρωμής του χρέους της.
Όταν η ΕΚΤ εγκαινίασε την επιβλητική νέα της έδρα στη Φρανκφούρτη, τον Μάρτιο του 2015, υπήρξαν διαδηλώσεις, με τους συμμετέχοντες να συγκρούονται με την αστυνομία και να πυρπολούν αυτοκίνητα και κάδους απορριμμάτων.
Κατηγορούσαν την τράπεζα για τις οικονομικές δυσχέρειες που πλήττουν την Ευρώπη, παρόλο που ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, ήταν αυτός που τοποθέτησε «το καπάκι στην κρίση χρέους που έβραζε», δηλώνοντας ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί», προκειμένου να προστατέψει το ευρώ.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα γιορτάζει τα 20α γενέθλιά της την 1η Ιουνίου 2018.
Κλείνει δύο 10ετίες οξείας κριτικής από πολιτικούς, τραπεζίτες και οικονομολόγους προερχόμενους από κάθε γωνιά της Ευρώπης.
Δεν είναι λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι στις δύο αυτές δεκαετίες η τράπεζα αποφάσισε να μετατραπεί σε… φρούριο.
Προσπαθεί με κάθε τρόπο να διατηρήσει την απόλυτη ανεξαρτησία της.
Ακόμη και η έδρα της το δείχνει.
Ένα κτήριο που κόστισε 1,3 δισ. ευρώ, με δίδυμους πύργους και απίστευτη ασφάλεια, που μοιάζει να στέλνει το μήνυμα: «Μην τα βάλετε μαζί μας».
Ωστόσο, η τάση της ΕΚΤ να αποθαρρύνει την κριτική σε όλους τους τομείς, όχι μόνο στο βασικό της καθήκον να καθορίσει νομισματική πολιτική, κινδυνεύει να υπονομεύσει την αξιοπιστία της.
Όταν η Emily O'Reilly, αξιωματούχους που διερευνά τις καταγγελίες για κακοδιοίκηση στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, εξέφρασε την κριτική της για την ένταξη του κ. Draghi στη G30 (διεθνές οικονομικό φόρουμ τραπεζιτών και κεντρικών τραπεζών), ο κ. Draghi δεν απάντησε επί εβδομάδες.
Στη συνέχεια, αρνήθηκε να αποχωρήσει.
Η κα O'Reilly υπογράμμιζε το εξής: Εάν οι ρυθμιστικές αρχές και αυτοί τους οποίους καλούνται να επιβλέψουν έχουν «φιλικές σχέσεις» τότε μπορεί να υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων.
Για τον κ. Draghi, η ιδιότητα μέλους της ομάδας G30 δεν είναι απαραίτητη.
«Η ανεξαρτησία της ΕΚΤ είναι τόσο εκτεταμένη ώστε εξαρτάται απόλυτα από τους εσωτερικούς μηχανισμούς της ΕΚΤ για την ανίχνευση και την εξάλειψη των συγκρούσεων συμφερόντων, του εμπιστευτικού εμπορίου και παρόμοιων πράξεων», δήλωσε ο Leo Hoffmann-Axthelm, εμπειρογνώμονας στα θεσμικά όργανα της ΕΕ στο Transparency International.
Όπως συμβαίνει, η ΕΚΤ υπόκειται σε πολύτιμη μικρή επίβλεψη, είτε από κοινοβούλια είτε από εξωτερικούς ελεγκτές.
Όταν ειδική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου προσπάθησε πέρυσι να εξετάσει τις τραπεζικές εποπτικές δραστηριότητες της ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα απλώς αρνήθηκε να παραδώσει ορισμένα έγγραφα.
Όταν ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Λετονίας, Ilmars Rimsevics, δεν είχε τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε συνεδριάσεις της ΕΚΤ λόγω δωροδοκίας, η ΕΚΤ προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο της Ευρώπης, λέγοντας ότι επιθυμούσε να υπάρξει κάποια λύση.
Η αίσθηση ότι η ΕΚΤ δεν ελέγχεται από κανέναν ενισχύεται από τους κανόνες που ισχύουν.
Έχει το δικό της συμβούλιο συνδικαλιστικών και υπαλλήλων, αλλά είναι απόλυτα αδύναμο, σε σύγκριση με αυτά των γερμανικών εταιρειών αλλά και της Bundesbank.
Άλλωστε οι περισσότεροι υπάλληλοι της ΕΚΤ έχουν συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης.
Τελικά, η αυτονομία της τράπεζας εξαρτάται από το αν τη δέχονται οι πολίτες.
Και αυτή η αποδοχή θα μπορούσε να μειωθεί εάν η ΕΚΤ αρνείται να τηρήσει τους ισχύοντες κώδικες δεοντολογίας σε τομείς που δεν συνδέονται με το κύριο έργο της νομισματικής πολιτικής ή αν κάνει λάθη λόγω έλλειψης κατάλληλης εποπτείας.
«Η πολιτική ανεξαρτησία της ΕΚΤ δεν είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς είτε η ίδια είτε οι εκπρόσωποί της δεν μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν», τόνισε ο ο Markus Ferber, Ευρωβουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας.
Η ΕΚΤ φαίνεται ότι ανησυχεί πως εάν αρχίσει να κάνει παραχωρήσεις σε ένα θέμα, τότε θα δεχθεί πιέσεις και για άλλα.
Ίσως η πίεση να μειωθεί όταν αυξήσει τα επιτόκια ή όταν ένας Γερμανός πάρει στα χέρια του το τιμόνι της.
Ο νυν πρόεδρος της Bundesbank, Jens Weidmann, ένας σκληρός κριτής της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αναφέρεται ως ο πιο πιθανός διάδοχος του κ. Draghi, του οποίου η θητεία ολοκληρώνεται το 2019.
www.bankingnews.gr
Είναι κάτι σχεδόν φυσιολογικό για μία τράπεζα που οφείλει να «επιβάλει» ένα κοινό επιτόκιο για τόσο διαφορετικές οικονομίες, όσο αυτές της Ελλάδας και της Γερμανίας.
Είναι δεδομένο πως ό,τι και εάν κάνει κάποιος θα δηλώσει δυσαρεστημένος.
Ιδιαίτερα οι Γερμανοί πολιτικοί συνηθίζουν να χτυπούν την ΕΚΤ.
Τα υπερβολικά χαμηλά επιτόκια μειώνουν τους τόκους των Γερμανών αποταμιευτών αλλά και τα έσοδα των συνταξιοδοτικών ταμείων, ταυτόχρονα, όμως, η πολιτική της ΕΚΤ βοηθά τη γερμανική κυβέρνηση να εξοικονομήσει αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, από τους χαμηλούς τόκους αποπληρωμής του χρέους της.
Όταν η ΕΚΤ εγκαινίασε την επιβλητική νέα της έδρα στη Φρανκφούρτη, τον Μάρτιο του 2015, υπήρξαν διαδηλώσεις, με τους συμμετέχοντες να συγκρούονται με την αστυνομία και να πυρπολούν αυτοκίνητα και κάδους απορριμμάτων.
Κατηγορούσαν την τράπεζα για τις οικονομικές δυσχέρειες που πλήττουν την Ευρώπη, παρόλο που ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, ήταν αυτός που τοποθέτησε «το καπάκι στην κρίση χρέους που έβραζε», δηλώνοντας ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί», προκειμένου να προστατέψει το ευρώ.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα γιορτάζει τα 20α γενέθλιά της την 1η Ιουνίου 2018.
Κλείνει δύο 10ετίες οξείας κριτικής από πολιτικούς, τραπεζίτες και οικονομολόγους προερχόμενους από κάθε γωνιά της Ευρώπης.
Δεν είναι λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι στις δύο αυτές δεκαετίες η τράπεζα αποφάσισε να μετατραπεί σε… φρούριο.
Προσπαθεί με κάθε τρόπο να διατηρήσει την απόλυτη ανεξαρτησία της.
Ακόμη και η έδρα της το δείχνει.
Ένα κτήριο που κόστισε 1,3 δισ. ευρώ, με δίδυμους πύργους και απίστευτη ασφάλεια, που μοιάζει να στέλνει το μήνυμα: «Μην τα βάλετε μαζί μας».
Ωστόσο, η τάση της ΕΚΤ να αποθαρρύνει την κριτική σε όλους τους τομείς, όχι μόνο στο βασικό της καθήκον να καθορίσει νομισματική πολιτική, κινδυνεύει να υπονομεύσει την αξιοπιστία της.
Όταν η Emily O'Reilly, αξιωματούχους που διερευνά τις καταγγελίες για κακοδιοίκηση στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, εξέφρασε την κριτική της για την ένταξη του κ. Draghi στη G30 (διεθνές οικονομικό φόρουμ τραπεζιτών και κεντρικών τραπεζών), ο κ. Draghi δεν απάντησε επί εβδομάδες.
Στη συνέχεια, αρνήθηκε να αποχωρήσει.
Η κα O'Reilly υπογράμμιζε το εξής: Εάν οι ρυθμιστικές αρχές και αυτοί τους οποίους καλούνται να επιβλέψουν έχουν «φιλικές σχέσεις» τότε μπορεί να υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων.
Για τον κ. Draghi, η ιδιότητα μέλους της ομάδας G30 δεν είναι απαραίτητη.
«Η ανεξαρτησία της ΕΚΤ είναι τόσο εκτεταμένη ώστε εξαρτάται απόλυτα από τους εσωτερικούς μηχανισμούς της ΕΚΤ για την ανίχνευση και την εξάλειψη των συγκρούσεων συμφερόντων, του εμπιστευτικού εμπορίου και παρόμοιων πράξεων», δήλωσε ο Leo Hoffmann-Axthelm, εμπειρογνώμονας στα θεσμικά όργανα της ΕΕ στο Transparency International.
Όπως συμβαίνει, η ΕΚΤ υπόκειται σε πολύτιμη μικρή επίβλεψη, είτε από κοινοβούλια είτε από εξωτερικούς ελεγκτές.
Όταν ειδική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου προσπάθησε πέρυσι να εξετάσει τις τραπεζικές εποπτικές δραστηριότητες της ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα απλώς αρνήθηκε να παραδώσει ορισμένα έγγραφα.
Όταν ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Λετονίας, Ilmars Rimsevics, δεν είχε τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε συνεδριάσεις της ΕΚΤ λόγω δωροδοκίας, η ΕΚΤ προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο της Ευρώπης, λέγοντας ότι επιθυμούσε να υπάρξει κάποια λύση.
Η αίσθηση ότι η ΕΚΤ δεν ελέγχεται από κανέναν ενισχύεται από τους κανόνες που ισχύουν.
Έχει το δικό της συμβούλιο συνδικαλιστικών και υπαλλήλων, αλλά είναι απόλυτα αδύναμο, σε σύγκριση με αυτά των γερμανικών εταιρειών αλλά και της Bundesbank.
Άλλωστε οι περισσότεροι υπάλληλοι της ΕΚΤ έχουν συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης.
Τελικά, η αυτονομία της τράπεζας εξαρτάται από το αν τη δέχονται οι πολίτες.
Και αυτή η αποδοχή θα μπορούσε να μειωθεί εάν η ΕΚΤ αρνείται να τηρήσει τους ισχύοντες κώδικες δεοντολογίας σε τομείς που δεν συνδέονται με το κύριο έργο της νομισματικής πολιτικής ή αν κάνει λάθη λόγω έλλειψης κατάλληλης εποπτείας.
«Η πολιτική ανεξαρτησία της ΕΚΤ δεν είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς είτε η ίδια είτε οι εκπρόσωποί της δεν μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν», τόνισε ο ο Markus Ferber, Ευρωβουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας.
Η ΕΚΤ φαίνεται ότι ανησυχεί πως εάν αρχίσει να κάνει παραχωρήσεις σε ένα θέμα, τότε θα δεχθεί πιέσεις και για άλλα.
Ίσως η πίεση να μειωθεί όταν αυξήσει τα επιτόκια ή όταν ένας Γερμανός πάρει στα χέρια του το τιμόνι της.
Ο νυν πρόεδρος της Bundesbank, Jens Weidmann, ένας σκληρός κριτής της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αναφέρεται ως ο πιο πιθανός διάδοχος του κ. Draghi, του οποίου η θητεία ολοκληρώνεται το 2019.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών