Τελευταία Νέα
Διεθνή

Θετική πορεία για Wall Street - Κέρδη 0,3% για Dow Jones και 0,1% για S&P 500

tags :
Θετική πορεία για Wall Street - Κέρδη 0,3% για Dow Jones και 0,1% για S&P 500
Πιέσεις για τις μετοχές των JPMorgan Chase, Citigroup και Wells Fargo
Ήπια άνοδο κατέγραψε σήμερα (13/7/2018) η Wall Street, μετά τα μεικτά αποτελέσματα που ανακοίνωσαν για το β’ τρίμηνο του 2018 μεγάλες αμερικανικές τράπεζες, με τον Dow Jones να ξεπερνά πάντως τις 25.000 μονάδες και τον S&P 500 να ανέρχεται ενδοσυνεδριακά σε υψηλά πέντε μηνών, καθώς τα κέρδη στις βιομηχανίες και στις τεχνολογικές εταιρείες αντισταθμίζουν τις πιέσεις στον τραπεζικό κλάδο.
Ο Dow Jones ενισχύθηκε κατά 0,3% στις 25.018 μονάδες, ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 0,1% στις 2.801 μονάδες, επιτυγχάνοντας το καλύτερο «κλείσιμο» από τον Φεβρουάριο 2018, ενώ ο Nasdaq κινήθηκε 0,03% υψηλότερα, στις 7.825 μονάδες.
Η JPMorgan Chase & Co. ανέφερε σήμερα κέρδη καλύτερα των προσδοκιών για το β’ τρίμηνο του 2018 κυρίως χάρη σε φορολογικά έσοδα, στην αύξηση των επιτοκίων και στα υψηλότερα έσοδα από συναλλαγές.
Ειδικότερα, η μεγαλύτερη αμερικανική τράπεζα βάσει assets ανακοίνωσε ότι τα καθαρά της κέρδη αυξήθηκαν κατά 18,3% στα 8,32 δισ. δολ. ή 2,29 δολ. ανά μετοχή, κατά το δεύτερο τρίμηνο που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, από 7,03 δισ. δολ. ή 1,82 δολ. ανά μετοχή, έναν χρόνο νωρίτερα.
Από την πλευρά της, οι αναλυτές ανέμεναν κέρδη 2,22 δολ. ανά μετοχή.
Ωστόσο, η μετοχή της JPMorgan υποχώρησε 0,4%.
Κέρδη καλύτερα των προσδοκιών ανέφερε και η Citigroup, ωστόσο η μετοχή της κινήθηκε 2% χαμηλότερα, καθώς η αμερικανική τράπεζα ανέφερε μειωμένα έσοδα από συναλλαγές.
Ειδικότερα, η αμερικανική τράπεζα ανακοίνωσε ότι τα κέρδη της αυξήθηκαν κατά 16% στα 4,49 δισ. δολ., από 3,87 δισ. δολ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017.
Σε ανά μετοχή βάση, η τράπεζα κέρδισε 1,63 δολ., έναντι των προσδοκιών των αναλυτών, που έκαναν λόγο για 1,56 δολ.
Την ίδια ώρα, τα έσοδα της Citigroup αυξήθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν στα 18,47 δισ. δολ., χαμηλότερα των προβλέψεων των αναλυτών για 18,51 δισ. δολ.
Ωστόσο, τα έσοδα από συναλλαγές υποχώρησαν κατά 1% στα 4,5 δισ. δολ., με τα έσοδα από το τμήμα σταθερού εισοδήματος να καταγράφουν πτώση 6% στα 3,1 δισ. δολ.
Από την πλευρά της, η Wells Fargo ανέφερε μια απροσδόκητη πτώση στα καθαρά της κέρδη για το δεύτερο τρίμηνο του 2018, με τη μετοχή της να σημειώνει πτώση 1,2%.
Ειδικότερα, τα κέρδη της Wells Fargo υποχώρησαν κατά 12% στα 4,79 δισ. δολ. ή 0,98 δολ. ανά μετοχή για το τρίμηνο που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 2018, από 5,45 δισ. δολ. ή 1,08 δολ. ανά μετοχή το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους, ενώ οι αναλυτές ανέμεναν τα κέρδη να σημειώσουν άνοδο στα 1,12 δολ. ανά μετοχή.
Παράλληλα, τα έσοδα της αμερικανικής τράπεζας υποχώρησαν στα 21,55 δισ. δολ. από 22,23 δισ. δολ. και έναντι εκτιμήσεων των αναλυτών για 21,67 δισ. δολ.
Το κλίμα στην αγορά είναι σε γενικές γραμμές θετικό, εν μέσω των προσδοκιών για ισχυρά εταιρικά κέρδη στις ΗΠΑ.
Οι αναλυτές της Wall Street αναμένουν ισχυρά αποτελέσματα από τις αμερικανικές εταιρείες, με τη FactSet να προβλέπει συγκεκριμένα μια αύξηση των κερδών κατά 20% για το β’ τρίμηνο του 2018.
Μέχρι στιγμής, μόλις λίγο πάνω από το 5% των εταιρειών του δείκτη S&P 500 έχουν αναφέρει αποτελέσματα για το β’ τρίμηνο, εμφανίζοντας αύξηση κερδών 16,4%.
Εν τω μεταξύ, στο επίκεντρο παραμένει η εμπορική διαμάχη των ΗΠΑ με την Κίνα, με τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Steven Mnuchin, να δηλώνει χθες ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι «διαθέσιμη για συζητήσεις» με την Κίνα, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι το Πεκίνο πρέπει πρώτα να συμφωνήσει σε εμβάθυνση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
Στο μακροοικονομικό «μέτωπο», απροσδόκητη πτώση κατέγραψαν τον Ιούνιο του 2018 οι τιμές εισαγωγών στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές εξαγωγών αυξήθηκαν ελαφρώς περισσότερο από ό,τι προβλεπόταν.
Ειδικότερα, το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε σήμερα ότι οι τιμές των εισαγωγών υποχώρησαν κατά 0,4% τον περασμένο μήνα, έναντι αύξησης 0,9% του Μαΐου.
Από την πλευρά τους, οι οικονομολόγοι είχαν προβλέψει μια αύξηση 0,1%, έναντι της αύξησης 0,6% που είχε αναφερθεί αρχικά για τον Μάιο.
Παράλληλα, η έκθεση του υπουργείου έδειξε ότι οι τιμές εξαγωγών αυξήθηκαν κατά 0,3% τον Ιούνιο, μετά από αύξηση 0,6% τον Μάιο, ενώ οι οικονομολόγοι ανέμεναν να αυξηθούν κατά 0,2%.



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δέικτη Dow Jones




Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δέικτη S&P 500



Οι μετοχές με την μεγαλύτερη άνοδο και την μεγαλύτερη πτώση στο δέικτη Nasdaq




Fed

«Σταθερή» ήταν η οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve, Fed) εξακολουθεί να αναμένει ότι θα αυξάνει σταδιακά τα επιτόκια, όπως αναφέρει η κεντρική τράπεζα στην εξαμηνιαία της έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα (13/7/2018) και πρόκειται να παρουσιαστεί την ερχόμενη εβδομάδα στο Κογκρέσο.
Σημειώνεται ότι ο πρόεδρος της Fed, Jerome Powell, πρόκειται να απαντήσει σε ερωτήσεις των Αμερικανών βουλευτών την Τρίτη και την Τετάρτη (17 και 18 Ιουλίου 2018).
«Κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, η συνολική οικονομική δραστηριότητα φαίνεται να έχει επεκταθεί με σταθερό ρυθμό», αναφέρει η Fed στην 63σέλιδη έκθεσή της, προσθέτοντας ότι η οικονομία εξακολουθεί να υποστηρίζεται από το ευνοϊκό καταναλωτικό και επιχειρηματικό κλίμα, από προηγούμενες αυξήσεις του πλούτου των νοικοκυριών, από την σταθερή οικονομική ανάπτυξη στο εξωτερικό και τις ευνοϊκές εγχώριες οικονομικές συνθήκες.
Ως εκ τούτου, σημειώνει η Fed, «αναμένει ότι περαιτέρω σταδιακές αυξήσεις» στα επιτόκια θα ήταν κατάλληλες, καθώς προσπαθεί να συνεχίσει να τροφοδοτεί την οικονομική επέκταση, που τώρα είναι η ιστορικά δεύτερη μεγαλύτερη.
Η Fed αναφέρει ακόμη ότι η δέσμη φορολογικών περικοπών της κυβέρνησης Trump έχει συμβάλει πιθανότατα στην ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών από το υποτονικό ξεκίνημα του 2018 και πιθανότατα θα προσφέρει μια συγκρατημένη ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη του τρέχοντος έτους.
Σε χθεσινή (12/7) του συνέντευξη, ο Powell δήλωσε ότι πιστεύει ότι η αμερικανική οικονομία παραμένει σε ένα «πραγματικά καλό μέρος» μετά τα πρόσφατα κυβερνητικά φορολογικά προγράμματα και προγράμματα δαπανών, που έχουν ως στόχο να ενισχύσουν το ΑΕΠ για τρία χρόνια.
Σημειώνεται ότι η Fed έχει αυξήσει τα επιτόκια επτά φορές από τότε που ξεκίνησε το λεγόμενο… tapering, τον Δεκέμβριο του 2015, ενώ τελευταία φορά αύξησε το επιτόκιο αναφοράς της κατά 0,25% στα μέσα Ιουνίου.
Η κεντρική τράπεζα δήλωσε τότε ότι αναμένει άλλες δύο αυξήσεις των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους.
Παράλληλα, στην έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα, οι αξιωματούχοι της Fed σημειώνουν για μία ακόμη φορά ότι η αύξηση των μισθών είναι ασθενέστερη από ό,τι θα περίμεναν, δεδομένου ότι το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται σήμερα στο 4%.
Η αύξηση των μισθών ήταν «μέτρια», αναφέρει η έκθεση, πιθανότατα λόγω της αδύναμης παραγωγικότητας, ενώ εκτιμά ότι περισσότεροι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας θα εισέλθουν στο εργατικό δυναμικό, εάν η ζήτηση παραμείνει ισχυρή,
Κάνοντας μια μικρή αναφορά στις προστατευτικές εμπορικές πολιτικές της κυβέρνησης Trump, η κεντρική τράπεζα ανέφερε ότι η αβεβαιότητα συνιστά ανησυχία για τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να μειώσει τους δασμούς στο εμπόριο θα μπορούσε να έχουν άσχημη κατάληξη για την οικονομία των ΗΠΑ, σύμφωνα με δηλώσεις που πραγματοποίησε ο επικεφαλής της Federal Reserve, Jerome Powell, κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο Marketplace.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Federal Reserve, «οι εμπορικές διαμάχες μπορεί να καταλήξουν σε συνεχόμενους υψηλούς δασμούς σε πολλά προϊόντα, εμπορεύματα και υπηρεσίες», προσθέτοντας ότι αυτή η εξέλιξη «θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την οικονομία μας».
Ο ίδιος τόνισε ότι «οι καταστάσεις θα ήταν πολύ δύσκολες», καθώς «ο πληθωρισμός θα σκαρφαλώσει υψηλότερα και η οικονομία θα αποδυναμωθεί».
Ωστόσο, επεσήμανε ότι «εάν ο Λευκός Οίκος του Trump επιτύχει τους στόχους του να μειώσει τους δασμούς, αυτό θα ήταν ένα θετικό γεγονός», προσθέτοντας ότι «είναι πολύ δύσκολο να κάθεται κανείς σήμερα σε αυτή τη θέση και να δηλώνει προς ποια πορεία θα κατευθυνθούν τα γεγονότα».
Παράλληλα, ο Jerome Powell δήλωσε ότι δεν ανησυχεί για ενδεχόμενες πιέσεις προς την Fed από την πλευρά της αμερικανικής διοίκησης, τονίζοντας ότι «τίποτα δεν έχει ειπωθεί σε δημίσιο ή σε ιδιωτικό επίπεδο το οποίο να προκαλεί οποιαδήποτε ανησυχία σχετικά με την ανεξαρτησία μας».
«Κάνουμε το έργο μας με έναν αυστηρά μη πολιτικό τρόπο, βασισμένο σε λεπτομερή ανάλυση και δεν λαμβάνουμε υπόψην πολιτικές εκτιμήσεις», ήταν το χαρακτηριστικό σχόλιο του επικεφαλής της Fed, ο οποίος ανέφερε ότι η οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλή θέση, καθώς και ότι η τράπεζα βρίσκεται «πολύ κοντά» στο στόχο του 2% για τον πληθωρισμό.
Αν και ο ίδιος παραδέχθηκε ότι περίμενε οι μισθοί στις ΗΠΑ να αυξηθούν με ταχύτερο ρυθμό απ' ότι έχει συμβεί μέχρι στιγμής, τόνισε ότι οι μισθοί των εργαζομένων αυξάνονται σταδιακά, ενώ κατέληξε λέγοντας ότι η Fed «επιστρέφει τα επιτόκια σε ένα πιο φυσιολογικό επίπεδο».
Στο εύρος 2,50%-2,75% υπολογίζει το «ουδέτερο» επίπεδο επιτοκίων, δηλαδή το επίπεδο κατά το οποίο η νομισματική πολιτική έρχεται σε πλήρη ισορροπία με τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Federal Reserve, Fed) του Ντάλας, Robert Kaplan.
Μιλώντας στο κανάλι «CNBC», ο ανώτατος τραπεζίτης εξέφρασε τις αμφιβολίες του για το αν πρέπει η Fed να συσφίξει ακόμη περισσότερο τη νομισματική πολιτική, πέρα από το προαναφερθέν επίπεδο.
Αν ληφθεί υπόψη ότι η Τράπεζα αυξάνει διαχρονικά κατά 25 μονάδες το εύρος επιτοκίων, απαιτούνται συνολικά ακόμη τέσσερις (4) αυξήσεις -στο 1,75%-2% το τρέχον επίπεδο.
Για το τρέχον έτος, ο κ. Kaplan αναμένει ακόμη μία (1) αύξηση επιτοκίων, η οποία θα είναι η τρίτη για το 2018.
«Μία τέταρτη αύξηση θα εξαρτηθεί από τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας», διευκρίνισε.
Επίσης, εξέφρασε τις ανησυχίες του για τον επικείμενο αρνητικό αντίκτυπο του εμπορικού πολέμου στην οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών, προαναγγέλλοντας, μάλιστα, επί τα χείρω αναθεωρήσεις στις προβλέψεις για την ανάπτυξη του 2018 και 2019.
Επί αυτού, υπενθυμίζεται πως ο κ. Kaplan έχει υπολογίσει στο 2,75% τον ρυθμό ανάπτυξης για την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών, το 2018, εκτίμηση ελαφρά ηπιότερη από την αντίστοιχη -2,9%- που έχουν εκφράσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και ο ΟΟΣΑ.
Επί αυτού, εκτιμά ότι η ανάπτυξη της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου θα επιβραδυνθεί το επόμενο χρονικό διάστημα, καθώς η νομισματική πολιτική συσφίγγεται.
Το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 2,2% ετησίως το πρώτο τρίμηνο 2018, αντί της ανάπτυξης 2,3% που είχε αναφερθεί αρχικά, έναντι ανάπτυξης 2,9% του δ’ τριμήνου του 2017.
Πρόκειται για τον χαμηλότερο ρυθμό αύξησης από το β’ τρίμηνο του 2013, ενώ κατά το δ’ τρίμηνο του 2017, οι δαπάνες είχαν αυξηθεί κατά 4%.
Για το σύνολο του 2017, η αμερικανική οικονομία εμφάνισε ρυθμό ανάπτυξης 2,3%, δηλαδή είχε πολύ καλύτερη πορεία από το 2016 όπου η ανάπτυξη είχε διαμορφωθεί στο 1,5%.

Μακροοικονομία

Απροσδόκητη πτώση κατέγραψαν τον Ιούνιο του 2018 οι τιμές εισαγωγών στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές εξαγωγών αυξήθηκαν ελαφρώς περισσότερο από ό,τι προβλεπόταν.
Ειδικότερα, το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε σήμερα (13/7/2018) ότι οι τιμές των εισαγωγών υποχώρησαν κατά 0,4% τον περασμένο μήνα, έναντι αύξησης 0,9% του Μαΐου.
Από την πλευρά τους, οι οικονομολόγοι είχαν προβλέψει μια αύξηση 0,1%, έναντι της αύξησης 0,6% που είχε αναφερθεί αρχικά για τον Μάιο.
Παράλληλα, η έκθεση του υπουργείου έδειξε ότι οι τιμές εξαγωγών αυξήθηκαν κατά 0,3% τον Ιούνιο, μετά από αύξηση 0,6% τον Μάιο, ενώ οι οικονομολόγοι ανέμεναν να αυξηθούν κατά 0,2%.
Στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2018 διολίσθησε η καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ τον Ιούλιο, όπως ανακοινώθηκε σήμερα (13/7/2018).
Ειδικότερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν διαμορφώθηκε στις 97,1 μονάδες, από 98,2 τον Ιούνιο.
Από την πλευρά τους, οι οικονομολόγοι είχαν προβλέψει ότι ο δείκτης θα διαμορφωνόταν στο 98,9.
Ο δείκτης τρεχουσών συνθηκών «βούλιαξε» στις 113,9 μονάδες, από 116,5 τον προηγούμενο μήνα, ενώ ο δείκτης προσδοκιών παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος, στις 86,4 μονάδες, έναντι των 86,3 του προηγούμενου μήνα.

Επιχειρήσεις

Απροσδόκητη πτώση σημείωσαν τα καθαρά κέρδη της αμερικανικής τράπεζας Walls Fargo για το δεύτερο τρίμηνο του 2018, όπως ανακοίνωσε σήμερα (13/7) η τράπεζα, με τα αποτελέσματα να αποδεικνύονται κατώτερα σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Ειδικότερα, τα κέρδη της Wells Fargo υποχώρησαν κατά -12% στα 4,79 δισ. δολ. ή 0,98 δολ. ανά μετοχή για το τρίμηνο που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 2018, έναντι 5,45 δισ. δολ. ή 1,08 δολ. ανά μετοχή το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους.
Σημειώνετε ότι οι αναλυτές που ερωτήθηκαν από το Thomson Reuters ανέμεναν τα κέρδη να σημειώσουν άνοδο στα 1,12 δολ. ανά μετοχή.
Παράλληλα, τα έσοδα της αμερικανικής τράπεζας υποχώρησαν στα 21,55 δισ. δολ. έναντι 22,23 δισ. δολ. το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους και έναντι εκτιμήσεων των αναλυτών στα 21,67 δισ. δολ.
Τα παραπάνω αποτελέσματα έρχονται σε μία χρονική περίοδο όπου η Wells Fargo προσπαθεί να ξεπεράσει το συνεχιζόμενο πλήγμα των ρυθμιστικών προβλημάτων που είχε το προηγούμενο διάστημα, την ίδια στιγμή που τόσο τα αντίστοιχα στοιχεία της JPMorgan όσο και αυτά της Citigroup αποδείχθηκαν καλύτερα σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Υπενθυμίζουμε ότι για το δεύτερο τρίμηνο του 2018, τα καθαρά κέρδη της JPMorgan αυξήθηκαν κατά +18,3% στα 8,32 δισ. δολ. ενώ τα καθαρά κέρδη της Citigroup ενισχύθηκαν κατά +16% στα 4,49 δισ. δολ.
Ξεπέρασαν τις προσδοκίες τα κέρδη που ανέφερε σήμερα (13/7/2018) η Citigroup Inc. για το β’ τρίμηνο του 2018, καταγράφοντας αύξηση 16%.
Ειδικότερα, η αμερικανική τράπεζα ανέφερε τριμηνιαία κέρδη 4,49 δισ. δολ., από 3,87 δισ. δολ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017.
Σε ανά μετοχή βάση, η τράπεζα κέρδισε 1,63 δολ., έναντι των προσδοκιών των αναλυτών, που έκαναν λόγο για 1,56 δολ.
Την ίδια ώρα, τα έσοδα της Citigroup αυξήθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν στα 18,47 δισ. δολ., χαμηλότερα των προβλέψεων των αναλυτών για 18,51 δισ. δολ.
Τα έσοδα από συναλλαγές υποχώρησαν κατά 1% στα 4,5 δισ. δολ., με τα έσοδα από συναλλαγές σταθερού εισοδήματος να καταγράφουν πτώση 6% στα 3,1 δισ. δολ.
Κέρδη καλύτερα των προσδοκιών ανέφερε σήμερα (13/7/2018) για το β’ τρίμηνο του 2018 η JPMorgan Chase & Co., κυρίως χάρη σε φορολογικά έσοδα, στην αύξηση των επιτοκίων και στα υψηλότερα έσοδα από συναλλαγές.
Ειδικότερα, η μεγαλύτερη αμερικανική τράπεζα βάσει assets ανακοίνωσε ότι τα καθαρά της κέρδη αυξήθηκαν κατά 18,3% στα 8,32 δισ. δολ. ή 2,29 δολ. ανά μετοχή, κατά το δεύτερο τρίμηνο που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, από 7,03 δισ. δολ. ή 1,82 δολ. ανά μετοχή, έναν χρόνο νωρίτερα.
Από την πλευρά της, οι αναλυτές ανέμεναν κέρδη 2,22 δολ. ανά μετοχή.
Τα έσοδα της τράπεζας σημείωσαν αύξηση 6% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017 και διαμορφώθηκαν στα 28,4 δισ. δολ.
Ο αμερικανικός φαρμακευτικός κολοσσός Johnson & Johnson κλήθηκε χθες Πέμπτη να καταβάλει αποζημίωση ύψους 4,7 δισ. δολαρίων σε 22 γυναίκες και τις οικογένειές τους, που είχαν καταθέσει ομαδική αγωγή υποστηρίζοντας ότι μια πούδρα ταλκ της εταιρείας περιείχε αμίαντο και τους προκάλεσε καρκίνο.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο των θυμάτων Marc Lanier, το σώμα των ενόρκων, αποτελούμενο από έξι άνδρες και έξι γυναίκες στο Σεντ Λούις του Μιζούρι, έκρινε υπέρ των εναγουσών έπειτα από μια δίκη που διήρκεσε έξι εβδομάδες και έπειτα από μια οκτάωρη σύσκεψη. Στην αποζημίωση περιλαμβάνονται 550 εκατομμύρια δολάρια και περισσότερα από 4,1 δισ. δολάρια ως αντισταθμιστική αποζημίωση.

Αναλύσεις

Αρκετά δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις της επενδυτικής εταιρείας Phoenix Capital, σε νέο της report, αναφορικά με το μέλλον της αμερικανικής αγοράς αλλά και της οικονομίας.
Όπως σημειώνει το παγκόσμιο χρέος βρίσκεται σε κατάσταση φούσκας, καθώς στο α’ τρίμηνο του 2018 ξεπέρασε το 318% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Το παγκόσμιο χρέος φθάνει στο απίστευτο ποσό των 247 τρισ. δολαρίων!
Η διόγκωση του χρέους ξεκίνησε από το 1971, όταν οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τον «Κανόνα του Χρυσού», καθώς από τότε και στο εξής άρχισαν να δανείζονται αποκλειστικά σε δολάρια.
Δολάρια τα οποία η Fed μπορεί να τυπώσει ανά πάσα στιγμή και φυσικά να βοηθήσει την περαιτέρω διόγκωση του αμερικανικού χρέους τόσο σε απόλυτο επίπεδο όσο και ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
Πρόκειται για χρέος που φθάνει σε αρκετά τρις. δολάρια.
Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’90 το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα είχε φορτωθεί με υπερβολικό χρέος και η Fed αποφάσισε να σταματήσει να δημιουργεί νέα φούσκες προκειμένου να υπάρξει μείωσή του αλλά και ο κίνδυνος αυτές οι φούσκες να περάσουν και σε άλλους κλάδους.
Βέβαια δεν τα κατάφερε και τόσο καλά, καθώς στα τέλη της δεκαετίας του ’90 είχαμε τη «Φούσκα του Διαδικτύου».
Μόλις αυτή ξέσπασε, η Fed ανακουφίστηκε αλλά δεν άλλαξε πολιτική, δημιουργώντας μία νέα φούσκα αυτή της αγοράς ακινήτων, η οποία έσκασε στα μέσα της πρώτης 10ετίας του 2000.
Μετά και από αυτό η Fed εκ νέου δεν πτοήθηκε και δημιούργησε μία ακόμη φούσκα, αυτή των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, δηλαδή του πιο «σοβαρού» επενδυτικού asset που υπάρχει.
Όμως σήμερα οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών ομολόγων έχουν «σπάσει» την τάση που επικρατούσε σε αυτά κατά τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας.
Σαφώς αυτό δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα στις αγορές.
Γιατί εάν καταρρεύσουν οι τιμές των ομολόγων τότε όλες οι φούσκες που υπάρχουν στις αγορές θα σκάσουν.
Έτσι αυτή τη στιγμή η Fed βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα βασικό δίλημμα: Θα συνεχίσει να στηρίζει τα ομόλογα ή θα αρχίσει να στηρίζει τις μετοχές;
Το πιθανότερο είναι ότι θα επιλέξει τα ομόλογα, κάτι που σαφώς είναι δυσάρεστο για όσους επενδύουν σε μετοχές.
Αποτέλεσμα αυτής της στήριξης είναι ότι οι μετοχικές αγορές θα βρεθούν αντιμέτωπες με μία σφοδρή κατάρρευση.
Όσο για το πότε θα πρέπει να περιμένει κανείς την κατάρρευση, απλά ας παρακολουθήσει την πορεία του S&P 500.
Εάν βρεθεί κάτω από την κλίμακα των 2.300 – 2.400 μονάδων για μεγάλο διάστημα, τότε η επικείμενη διόρθωση θα είναι κάτι παραπάνω από σφοδρή.
Αρκετά δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις της επενδυτικής εταιρείας Phoenix Capital, σε νέο της report, αναφορικά με το μέλλον της αμερικανικής αγοράς αλλά και της οικονομίας.
Όπως σημειώνει το παγκόσμιο χρέος βρίσκεται σε κατάσταση φούσκας, καθώς στο α’ τρίμηνο του 2018 ξεπέρασε το 318% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Το παγκόσμιο χρέος φθάνει στο απίστευτο ποσό των 247 τρισ. δολαρίων!
Η διόγκωση του χρέους ξεκίνησε από το 1971, όταν οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τον «Κανόνα του Χρυσού», καθώς από τότε και στο εξής άρχισαν να δανείζονται αποκλειστικά σε δολάρια.
Δολάρια τα οποία η Fed μπορεί να τυπώσει ανά πάσα στιγμή και φυσικά να βοηθήσει την περαιτέρω διόγκωση του αμερικανικού χρέους τόσο σε απόλυτο επίπεδο όσο και ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
Πρόκειται για χρέος που φθάνει σε αρκετά τρις. δολάρια.
Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’90 το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα είχε φορτωθεί με υπερβολικό χρέος και η Fed αποφάσισε να σταματήσει να δημιουργεί νέα φούσκες προκειμένου να υπάρξει μείωσή του αλλά και ο κίνδυνος αυτές οι φούσκες να περάσουν και σε άλλους κλάδους.
Βέβαια δεν τα κατάφερε και τόσο καλά, καθώς στα τέλη της δεκαετίας του ’90 είχαμε τη «Φούσκα του Διαδικτύου».
Μόλις αυτή ξέσπασε, η Fed ανακουφίστηκε αλλά δεν άλλαξε πολιτική, δημιουργώντας μία νέα φούσκα αυτή της αγοράς ακινήτων, η οποία έσκασε στα μέσα της πρώτης 10ετίας του 2000.
Μετά και από αυτό η Fed εκ νέου δεν πτοήθηκε και δημιούργησε μία ακόμη φούσκα, αυτή των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, δηλαδή του πιο «σοβαρού» επενδυτικού asset που υπάρχει.
Όμως σήμερα οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών ομολόγων έχουν «σπάσει» την τάση που επικρατούσε σε αυτά κατά τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας.
Σαφώς αυτό δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα στις αγορές.
Γιατί εάν καταρρεύσουν οι τιμές των ομολόγων τότε όλες οι φούσκες που υπάρχουν στις αγορές θα σκάσουν.
Έτσι αυτή τη στιγμή η Fed βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα βασικό δίλημμα: Θα συνεχίσει να στηρίζει τα ομόλογα ή θα αρχίσει να στηρίζει τις μετοχές;
Το πιθανότερο είναι ότι θα επιλέξει τα ομόλογα, κάτι που σαφώς είναι δυσάρεστο για όσους επενδύουν σε μετοχές.
Αποτέλεσμα αυτής της στήριξης είναι ότι οι μετοχικές αγορές θα βρεθούν αντιμέτωπες με μία σφοδρή κατάρρευση.
Όσο για το πότε θα πρέπει να περιμένει κανείς την κατάρρευση, απλά ας παρακολουθήσει την πορεία του S&P 500.
Εάν βρεθεί κάτω από την κλίμακα των 2.300 – 2.400 μονάδων για μεγάλο διάστημα, τότε η επικείμενη διόρθωση θα είναι κάτι παραπάνω από σφοδρή.
Πιθανότητα 60% για την επιβολή πρόσθετων δασμών σε κινεζικά αγαθά από τις ΗΠΑ ανέφερε σήμερα (13/7/2018) ότι «βλέπει» η Goldman Sachs.
Ειδικότερα, οικονομολόγοι της Goldman Sachs εκτιμούν ότι η πιθανότητα να προχωρήσει η κυβέρνηση του Donald Trump στην επιβολή δασμών σε περαιτέρω εισαγωγές κινεζικών αγαθών, ύψους 200 δισ. δολαρίων, όπως απείλησε πρόσφατα ο αμερικανός πρόεδρος, διαμορφώνεται στο 60%.
«Ενώ είναι πολύ αβέβαιο, θα περίμενε κανείς οι δασμοί θα μπορούσαν να επιβληθούν ακόμη και τον Σεπτέμβριο, αλλά πιθανόν όχι μετά από τις εκλογές», επισημαίνουν οι οικονομολόγοι, εννοώντας τις ενδιάμεσες εκλογές που θα διεξαχθούν στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης