Trump και Trudeau προτρέπουν την Κίνα να αποφυλακίσει άμεσα δύο Καναδούς
Την άμεση αποφυλάκιση δύο Καναδών που κρατούνται «αυθαίρετα» στην Κίνα από τη 10η Δεκεμβρίου 2018, ζήτησαν από το Πεκίνο ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
Οι δύο ηγέτες συζήτησαν, επίσης, «για το αίτημα έκδοσης που έχουν υποβάλει οι ΗΠΑ στον Καναδά», σύμφωνα με ανακοίνωση που έδωσαν στη δημοσιότητα οι υπηρεσίες του Τριντό.
Το αίτημα αυτό εγγράφεται στο πλαίσιο της έρευνας των αμερικανικών αρχών για τη Huawei, που οδήγησε στη σύλληψη την 1η Δεκεμβρίου στο Βανκούβερ της Μενγκ Ουάνγκζου, της οικονομικής διευθύντριας αυτής της κινεζικής εταιρείας-κολοσσού των τηλεπικοινωνιών.
Οι δύο ηγέτες «επαναβεβαίωσαν τη σημασία που έχει ο σεβασμός της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και του κράτους του δικαίου» στην υπόθεση αυτή, προστίθεται στην ανακοίνωση του γραφείου του καναδού πρωθυπουργού.
Οι κινεζικές αρχές κρατούν από τη 10η Δεκεμβρίου, επισήμως εξαιτίας των δραστηριοτήτων τους που χαρακτηρίστηκαν «απειλητικές για την (κινεζική) εθνική ασφάλεια», τον Μάικλ Κόβριγκ, πρώην διπλωμάτη, σήμερα στέλεχος του διεθνούς κέντρου μελετών International Crisis Group, και τον Μάικλ Σπέιβορ, σύμβουλο και ταξιδιωτικό πράκτορα, που έχει συχνά επαφές με τη Βόρεια Κορέα.
Ο Τριντό «ευχαρίστησε» τον Τραμπ για τη στάση της κυβέρνησής του και οι δύο ηγέτες «συμφώνησαν να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για να εξασφαλιστεί η απελευθέρωση» των κρατουμένων, συνεχίζει η ανακοίνωση του καναδικού πρωθυπουργικού γραφείου.
Σε ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, αναφέρεται ότι οι δύο ηγέτες «συζήτησαν για την παράνομη κράτηση δύο Καναδών στην Κίνα», χωρίς καμιά περαιτέρω διευκρίνιση.
Πολλοί παρατηρητές θεωρούν ότι οι συλλήψεις και οι φυλακίσεις των Καναδών αποτελούν μέτρο αντιποίνων από μέρους του Πεκίνου για τη σύλληψη της Μενγκ κατόπιν σχετικού αιτήματος της αμερικανικής δικαιοσύνης, ενώ διερχόταν από το Βανκούβερ, τη μητρόπολη στις καναδικές ακτές στον Ειρηνικό.
Η Ουάσινγκτον υποπτεύεται τη Μενγκ για συνέργεια σε απάτη με σκοπό την παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν.
Έχει αποφυλακιστεί προσωρινά υπό αυστηρούς όρους κι αναμένεται να προσαχθεί ενώπιον δικαστηρίου εκ νέου στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν η καναδική δικαιοσύνη θα αποφασίσει εάν θα ικανοποιήσει το αίτημα έκδοσης που έχει υποβληθεί από τις αρχές των ΗΠΑ.
Η κόρη του ιδρυτή της Huawei αντιμετωπίζει ποινή 30 χρόνων κάθειρξης εάν δικαστεί και κριθεί ένοχη από αμερικανικό δικαστήριο.
Η κυβέρνηση του Καναδά, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας και της Γερμανίας, έχει ζητήσει επανειλημμένα την άμεση αποφυλάκιση των Κόβριγκ και Σπέιβορ.
Η Κίνα, όπου η οργή δεν έχει κοπάσει μετά τη σύλληψη της Μενγκ, έχει αντιτάξει την «κατηγορηματική αντίθεσή της» σε αυτό.
Η Ημερησία της Κίνας ανέφερε σε σχόλιό της χθες ότι ο Καναδάς κινδυνεύει να «απωλέσει την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία των περισσότερων ανεπτυγμένων χωρών» εξαιτίας της υπόθεσης της Μενγκ και να βλάψει τα ίδια του «τα εθνικά συμφέροντα».
Παρατηρητές επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση του Καναδά έχει βρεθεί στην καρδιά μιας μείζονος διπλωματικής κρίσης παρά τη θέλησή της, μετατρεπόμενη σε όμηρο του εμπορικού πολέμου που διεξάγουν οι ΗΠΑ και η Κίνα εδώ και πολλούς μήνες.
Κατά τη διάρκεια της συνδιάλεξής τους τη Δευτέρα οι Τραμπ και Τριντό συζήτησαν επίσης για «τα επόμενα στάδια όσον αφορά τους τελωνειακούς δασμούς που επιβλήθηκαν στον χάλυβα και στο αλουμίνιο» από την Ουάσινγκτον τον Ιούνιο του 2018, κίνηση που η Οττάβα χαρακτήρισε τότε «προσβλητική».
www.bankingnews.gr
Οι δύο ηγέτες συζήτησαν, επίσης, «για το αίτημα έκδοσης που έχουν υποβάλει οι ΗΠΑ στον Καναδά», σύμφωνα με ανακοίνωση που έδωσαν στη δημοσιότητα οι υπηρεσίες του Τριντό.
Το αίτημα αυτό εγγράφεται στο πλαίσιο της έρευνας των αμερικανικών αρχών για τη Huawei, που οδήγησε στη σύλληψη την 1η Δεκεμβρίου στο Βανκούβερ της Μενγκ Ουάνγκζου, της οικονομικής διευθύντριας αυτής της κινεζικής εταιρείας-κολοσσού των τηλεπικοινωνιών.
Οι δύο ηγέτες «επαναβεβαίωσαν τη σημασία που έχει ο σεβασμός της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και του κράτους του δικαίου» στην υπόθεση αυτή, προστίθεται στην ανακοίνωση του γραφείου του καναδού πρωθυπουργού.
Οι κινεζικές αρχές κρατούν από τη 10η Δεκεμβρίου, επισήμως εξαιτίας των δραστηριοτήτων τους που χαρακτηρίστηκαν «απειλητικές για την (κινεζική) εθνική ασφάλεια», τον Μάικλ Κόβριγκ, πρώην διπλωμάτη, σήμερα στέλεχος του διεθνούς κέντρου μελετών International Crisis Group, και τον Μάικλ Σπέιβορ, σύμβουλο και ταξιδιωτικό πράκτορα, που έχει συχνά επαφές με τη Βόρεια Κορέα.
Ο Τριντό «ευχαρίστησε» τον Τραμπ για τη στάση της κυβέρνησής του και οι δύο ηγέτες «συμφώνησαν να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για να εξασφαλιστεί η απελευθέρωση» των κρατουμένων, συνεχίζει η ανακοίνωση του καναδικού πρωθυπουργικού γραφείου.
Σε ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, αναφέρεται ότι οι δύο ηγέτες «συζήτησαν για την παράνομη κράτηση δύο Καναδών στην Κίνα», χωρίς καμιά περαιτέρω διευκρίνιση.
Πολλοί παρατηρητές θεωρούν ότι οι συλλήψεις και οι φυλακίσεις των Καναδών αποτελούν μέτρο αντιποίνων από μέρους του Πεκίνου για τη σύλληψη της Μενγκ κατόπιν σχετικού αιτήματος της αμερικανικής δικαιοσύνης, ενώ διερχόταν από το Βανκούβερ, τη μητρόπολη στις καναδικές ακτές στον Ειρηνικό.
Η Ουάσινγκτον υποπτεύεται τη Μενγκ για συνέργεια σε απάτη με σκοπό την παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν.
Έχει αποφυλακιστεί προσωρινά υπό αυστηρούς όρους κι αναμένεται να προσαχθεί ενώπιον δικαστηρίου εκ νέου στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν η καναδική δικαιοσύνη θα αποφασίσει εάν θα ικανοποιήσει το αίτημα έκδοσης που έχει υποβληθεί από τις αρχές των ΗΠΑ.
Η κόρη του ιδρυτή της Huawei αντιμετωπίζει ποινή 30 χρόνων κάθειρξης εάν δικαστεί και κριθεί ένοχη από αμερικανικό δικαστήριο.
Η κυβέρνηση του Καναδά, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας και της Γερμανίας, έχει ζητήσει επανειλημμένα την άμεση αποφυλάκιση των Κόβριγκ και Σπέιβορ.
Η Κίνα, όπου η οργή δεν έχει κοπάσει μετά τη σύλληψη της Μενγκ, έχει αντιτάξει την «κατηγορηματική αντίθεσή της» σε αυτό.
Η Ημερησία της Κίνας ανέφερε σε σχόλιό της χθες ότι ο Καναδάς κινδυνεύει να «απωλέσει την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία των περισσότερων ανεπτυγμένων χωρών» εξαιτίας της υπόθεσης της Μενγκ και να βλάψει τα ίδια του «τα εθνικά συμφέροντα».
Παρατηρητές επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση του Καναδά έχει βρεθεί στην καρδιά μιας μείζονος διπλωματικής κρίσης παρά τη θέλησή της, μετατρεπόμενη σε όμηρο του εμπορικού πολέμου που διεξάγουν οι ΗΠΑ και η Κίνα εδώ και πολλούς μήνες.
Κατά τη διάρκεια της συνδιάλεξής τους τη Δευτέρα οι Τραμπ και Τριντό συζήτησαν επίσης για «τα επόμενα στάδια όσον αφορά τους τελωνειακούς δασμούς που επιβλήθηκαν στον χάλυβα και στο αλουμίνιο» από την Ουάσινγκτον τον Ιούνιο του 2018, κίνηση που η Οττάβα χαρακτήρισε τότε «προσβλητική».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών