Η απάντηση του Tria στην Κομισιόν
Η Ιταλία δήλωσε ότι θα σεβαστεί τους κανόνες νομισματικής πολιτικής της ΕΕ στον επόμενο προϋπολογισμό της, παρά την επιδείνωση των δημοσίων οικονομικών της, αλλά και μία υπόσχεση της κυβέρνησης κατά της λιτότητας, για την μείωση της φορολογίας.
Απαντώντας σε μία επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ρωτούσε για την άνοδο του ήδη διογκωμένου χρέους της χώρας το 2018, ο Ιταλός υπουργός Οικονομίας Giovanni Tria απέδωσε τις εξελίξεις στην γενικότερη κακή οικονομική κατάσταση, ενώ υποστήριξε ότι πρόσθετα μέτρα οικονομικής λιτότητας, θα επιδείνωναν περισσότερο την κακή οικονομική κατάστασης της χώρας.
«Θέλω να τονίσω ότι ο προϋπολογισμός του 2020 θα είναι σύμφωνος με το Πακέτο Σταθερότητας κι Ανάπτυξης (SGP),» ανέφερε ο Tria στην απαντητική επιστολή του προς τις Βρυξέλλες.
«Πιστεύω ότι η νέα κυβέρνηση ακολούθησε μια υπεύθυνη και συνετή προσέγγιση», πρόσθεσε ο Tria.
«Εν πάση περιπτώσει, λόγω της συνεχιζόμενης υψηλής ανεργίας και του επιπέδου του πληθωρισμού, η εισαγωγή περιοριστικών φορολογικών μέτρων θα ήταν αντιπαραγωγική», σημειώνει ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών.
Η Ιταλία επιθυμεί να αποφύγει μια νομική σύγκρουση με την ΕΕ σχετικά με το έλλειμμα, παρατηρεί το Reuters.
Σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, απαιτείται να συρρικνώνεται το έλλειμμα κατά 0,6% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος κάθε έτος έως ότου υπάρξει ισορροπία.
Visco: Θα παραμείνουμε πιστοί στους δημοσιονομικούς στόχους
«Χωρίς την Ευρώπη θα φτωχύνουμε», σημείωσε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας, Ignazio Visco, κατά την παρουσίαση της έκθεσής του για το 2018, όπως γράφει η La Repubblica.
«Οι άλλες χώρες τα κατάφεραν καλύτερα από εμάς», τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης της Ιταλίας, προειδοποιώντας πως οι νέες κρατικές δαπάνες θα πρέπει να είναι «αντιμετωπίσιμες», ενώ υπογράμμισε πως η χώρα αιμορραγεί από τη φυγή καταρτισμένου κι επιστημονικού εργατικού δυναμικού.
Ο Visco κάλεσε τους Ιταλούς πολιτικούς να παραμείνουν πιστοί στους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας.
Όμως, ο κεντρικός τραπεζίτης δεν εφείσθη επικρίσεων ούτε και προς την κατεύθυνση της ΕΕ για το γεγονός ότι έμεινε η οικοδόμησή της έμεινε ανολοκλήρωτη και μίλησε για την «ανεπάρκεια διακυβέρνησης εντός της Ευρωζώνης». Μολαταύτα, χωρίς να εθελοτυφλεί ο επικεφαλής της Bankitalia τόνισε πως «η ισχνή ανάπτυξη στην Ιταλία δεν σχετίζεται ούτε με την ΕΕ, ούτε με το ευρώ», διότι «άλλα κράτη μέλη τα κατάφεραν καλλίτερα από εμάς».
Μέσα στις αιτίες αυτής της υστέρησης οφείλεται, σύμφωνα με τον Visco, στη βραδύτητα με την οποία η χώρα ανταποκρίθηκε στις τεχνολογικές αλλαγές στην παραγωγή και στο άνοιγμα στις παγκόσμιες αγορές.
Για τον ίδιο, στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη «η χρήση κατά τρόπο αποτελεσματικό των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ξεπερνώντας με αποφασιστικότητα τα προβλήματα του παρελθόντος».
Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας τόνισε πως προτεραιότητα των επενδύσεων μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων θα πρέπει να είναι ο Νότος, ο οποίος έχει βιώσει μεγαλύτερη ύφεση από τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας.
Αμέσως επόμενη προτεραιότητα για τον ίδιο είναι ο τραπεζικός τομέας της χώρας, που δείχνει μεγάλη αδυναμία να αντιμετωπίσει τις μακροοικονομικές πιέσεις.
«Η στήριξη της ανάπτυξης και η αποφόρτιση των πιέσεων στις αγορές είναι κομβικής σημασίας δράσεις για να εξασφαλισθεί η πλήρης λειτουργικότητα των τραπεζών», τονίζει ο ίδιος.
Προειδοποίησε επίσης για την ανάγκη όλες οι κρατικές δαπάνες να κινούνται σε ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την χρηματοοικονομική εξυπηρέτησή τους, τονίζοντας πως η σχεδιαζόμενη διατήρηση των συντελεστών του ΦΠΑ θα πρέπει να έχουν και ένα αντισταθμιστικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά.
Όσον αφορά τη δυσπιστία των αγορών στην ιταλική οικονομία, που έχει ωθήσει την άνοδο του spread της χώρας και τα επιτόκια αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα, ο Visco τόνισε πως μόνον μία προσεκτική πειθαρχία στους στόχους του προϋπολογισμού και ισχυρές προοπτικές για επιστροφή στην ανάπτυξη μπορούν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών ομολόγων.
Ο ιταλός κεντρικός τραπεζίτης εξέθεσε επίσης μία καθαρά οικονομική θεώρηση του φαινομένου της μετανάστευσης, υπογραμμίζοντας πως «έως το 2030 χωρίς την συμβολή των μεταναστών ο πληθυσμός της χώρας ηλικίας 20-64 ετών θα μειωθεί κατά 3, 5 εκατ. και θα μειωθεί ακόμη περισσότερο στην επόμενη 7ετία».
«Σήμερα για κάθε 100 ανθρώπους αυτού του ηλικιακού φάσματος αντιστοιχούν 38 άνθρωποι ηλικίας άνω των 65 ετών.
Σε μία 25ετία, η αναλογία αυτή θα αυξηθεί στους 76.
Αυτές οι προοπτικές είναι ακόμη πιο δυσοίωνες, λόγω της αδυναμίας της χώρας να προσελκύσει καταρτισμένο εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό και από τον εμφανή κίνδυνο να συνεχίσουμε να χάνουμε τις πιο καταρτισμένες και δυναμικές υποδομές μας», δήλωσε ο Visco.
Ιδιαίτερα σκεπτικός στάθηκε ο Visco για τη φυγή εργατικού δυναμικού υψηλής μόρφωσης από την Ιταλία.
Η παραγωγικότητα και η επιχειρηματική καινοτομία στην χώρα έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα από τη μετανάστευση νέων πτυχιούχων, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στη δομική επιβράδυνση της ιταλικής οικονομίας.
Η μετανάστευση των νέων το 2017 έφθανε στο 0,5% κι έχει τετραπλασιασθεί μέσα σε μία 10ετία, ενώ αυτή των νέων πτυχιούχων, που φθάνει στο 0,4% έχει διπλασιασθεί μέσα στο ίδιο διάστημα.
Απαντώντας σε μία επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ρωτούσε για την άνοδο του ήδη διογκωμένου χρέους της χώρας το 2018, ο Ιταλός υπουργός Οικονομίας Giovanni Tria απέδωσε τις εξελίξεις στην γενικότερη κακή οικονομική κατάσταση, ενώ υποστήριξε ότι πρόσθετα μέτρα οικονομικής λιτότητας, θα επιδείνωναν περισσότερο την κακή οικονομική κατάστασης της χώρας.
«Θέλω να τονίσω ότι ο προϋπολογισμός του 2020 θα είναι σύμφωνος με το Πακέτο Σταθερότητας κι Ανάπτυξης (SGP),» ανέφερε ο Tria στην απαντητική επιστολή του προς τις Βρυξέλλες.
«Πιστεύω ότι η νέα κυβέρνηση ακολούθησε μια υπεύθυνη και συνετή προσέγγιση», πρόσθεσε ο Tria.
«Εν πάση περιπτώσει, λόγω της συνεχιζόμενης υψηλής ανεργίας και του επιπέδου του πληθωρισμού, η εισαγωγή περιοριστικών φορολογικών μέτρων θα ήταν αντιπαραγωγική», σημειώνει ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών.
Η Ιταλία επιθυμεί να αποφύγει μια νομική σύγκρουση με την ΕΕ σχετικά με το έλλειμμα, παρατηρεί το Reuters.
Σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, απαιτείται να συρρικνώνεται το έλλειμμα κατά 0,6% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος κάθε έτος έως ότου υπάρξει ισορροπία.
Visco: Θα παραμείνουμε πιστοί στους δημοσιονομικούς στόχους
«Χωρίς την Ευρώπη θα φτωχύνουμε», σημείωσε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας, Ignazio Visco, κατά την παρουσίαση της έκθεσής του για το 2018, όπως γράφει η La Repubblica.
«Οι άλλες χώρες τα κατάφεραν καλύτερα από εμάς», τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης της Ιταλίας, προειδοποιώντας πως οι νέες κρατικές δαπάνες θα πρέπει να είναι «αντιμετωπίσιμες», ενώ υπογράμμισε πως η χώρα αιμορραγεί από τη φυγή καταρτισμένου κι επιστημονικού εργατικού δυναμικού.
Ο Visco κάλεσε τους Ιταλούς πολιτικούς να παραμείνουν πιστοί στους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας.
Όμως, ο κεντρικός τραπεζίτης δεν εφείσθη επικρίσεων ούτε και προς την κατεύθυνση της ΕΕ για το γεγονός ότι έμεινε η οικοδόμησή της έμεινε ανολοκλήρωτη και μίλησε για την «ανεπάρκεια διακυβέρνησης εντός της Ευρωζώνης». Μολαταύτα, χωρίς να εθελοτυφλεί ο επικεφαλής της Bankitalia τόνισε πως «η ισχνή ανάπτυξη στην Ιταλία δεν σχετίζεται ούτε με την ΕΕ, ούτε με το ευρώ», διότι «άλλα κράτη μέλη τα κατάφεραν καλλίτερα από εμάς».
Μέσα στις αιτίες αυτής της υστέρησης οφείλεται, σύμφωνα με τον Visco, στη βραδύτητα με την οποία η χώρα ανταποκρίθηκε στις τεχνολογικές αλλαγές στην παραγωγή και στο άνοιγμα στις παγκόσμιες αγορές.
Για τον ίδιο, στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη «η χρήση κατά τρόπο αποτελεσματικό των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ξεπερνώντας με αποφασιστικότητα τα προβλήματα του παρελθόντος».
Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας τόνισε πως προτεραιότητα των επενδύσεων μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων θα πρέπει να είναι ο Νότος, ο οποίος έχει βιώσει μεγαλύτερη ύφεση από τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας.
Αμέσως επόμενη προτεραιότητα για τον ίδιο είναι ο τραπεζικός τομέας της χώρας, που δείχνει μεγάλη αδυναμία να αντιμετωπίσει τις μακροοικονομικές πιέσεις.
«Η στήριξη της ανάπτυξης και η αποφόρτιση των πιέσεων στις αγορές είναι κομβικής σημασίας δράσεις για να εξασφαλισθεί η πλήρης λειτουργικότητα των τραπεζών», τονίζει ο ίδιος.
Προειδοποίησε επίσης για την ανάγκη όλες οι κρατικές δαπάνες να κινούνται σε ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την χρηματοοικονομική εξυπηρέτησή τους, τονίζοντας πως η σχεδιαζόμενη διατήρηση των συντελεστών του ΦΠΑ θα πρέπει να έχουν και ένα αντισταθμιστικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά.
Όσον αφορά τη δυσπιστία των αγορών στην ιταλική οικονομία, που έχει ωθήσει την άνοδο του spread της χώρας και τα επιτόκια αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα, ο Visco τόνισε πως μόνον μία προσεκτική πειθαρχία στους στόχους του προϋπολογισμού και ισχυρές προοπτικές για επιστροφή στην ανάπτυξη μπορούν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών ομολόγων.
Ο ιταλός κεντρικός τραπεζίτης εξέθεσε επίσης μία καθαρά οικονομική θεώρηση του φαινομένου της μετανάστευσης, υπογραμμίζοντας πως «έως το 2030 χωρίς την συμβολή των μεταναστών ο πληθυσμός της χώρας ηλικίας 20-64 ετών θα μειωθεί κατά 3, 5 εκατ. και θα μειωθεί ακόμη περισσότερο στην επόμενη 7ετία».
«Σήμερα για κάθε 100 ανθρώπους αυτού του ηλικιακού φάσματος αντιστοιχούν 38 άνθρωποι ηλικίας άνω των 65 ετών.
Σε μία 25ετία, η αναλογία αυτή θα αυξηθεί στους 76.
Αυτές οι προοπτικές είναι ακόμη πιο δυσοίωνες, λόγω της αδυναμίας της χώρας να προσελκύσει καταρτισμένο εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό και από τον εμφανή κίνδυνο να συνεχίσουμε να χάνουμε τις πιο καταρτισμένες και δυναμικές υποδομές μας», δήλωσε ο Visco.
Ιδιαίτερα σκεπτικός στάθηκε ο Visco για τη φυγή εργατικού δυναμικού υψηλής μόρφωσης από την Ιταλία.
Η παραγωγικότητα και η επιχειρηματική καινοτομία στην χώρα έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα από τη μετανάστευση νέων πτυχιούχων, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στη δομική επιβράδυνση της ιταλικής οικονομίας.
Η μετανάστευση των νέων το 2017 έφθανε στο 0,5% κι έχει τετραπλασιασθεί μέσα σε μία 10ετία, ενώ αυτή των νέων πτυχιούχων, που φθάνει στο 0,4% έχει διπλασιασθεί μέσα στο ίδιο διάστημα.
Σχόλια αναγνωστών