Η Ουάσινγκτον πρέπει να παραιτηθεί μιας ιδανικής στρατηγικής προς χάριν μιας επιτεύξιμης
Από τις πρώτες εβδομάδες της θητείας της, η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Donald Trump έθεσε ως στόχο την απομάκρυνση του Nicolas Maduro από την εξουσία στην Βενεζουέλα -καταφεύγοντας στα πάντα, από την σκληρή ρητορική για «στρατιωτικές επιλογές» και τα κατηγορητήρια κατά ανώτερων αξιωματούχων μέχρι τις σκληρές κυρώσεις και την πολυμερή διπλωματία.
Τον Ιανουάριο, μετά από δύο χρόνια προσπαθειών, η Ουάσιγκτον φάνηκε να είναι κοντά στην επίτευξη του στόχου της.
Με μια ασυνήθιστη επίδειξη προσεκτικού διπλωματικού συντονισμού, οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με αρκετές λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις και άλλους εταίρους των ΗΠΑ, ανακοίνωσαν ότι θα αναγνωρίσουν τον Juan Guaidó, τον τότε 35χρονο ηγέτη της Εθνικής Συνέλευσης, ως τον προσωρινό πρόεδρο της χώρας.
Και αυτή η κίνηση, έλεγε το σκεπτικό, σίγουρα, σύντομα, θα γινόταν ο καταλύτης για μια στρατιωτική ή λαϊκή εξέγερση που θα απομάκρυνε τον δικτατορικό Maduro εκτός εξουσίας. Όταν ο Guaidó, με την υποστήριξη κάποιων στρατιωτικών, ξεκίνησε μια προσπάθεια υψηλού ρίσκου για να καταλάβει την εξουσία στα τέλη Απριλίου, φαινόταν ότι το τέλος του Maduro έφθανε τελικά.
Αλλά κάτι τέτοιο δεν συνέβη.
Η προσπάθεια απέτυχε και, από τον Απρίλιο, η Βενεζουέλα παρέμεινε κολλημένη σε ένα καθαρτήριο αδιέξοδο.
Ο Maduro προεδρεύει ενός κράτους υπό κατάρρευση, αλλά παραμένει εδραιωμένος στο Καράκας.
Ο Guaidó, η πιο δημοφιλής πολιτική προσωπικότητα της χώρας, είναι πολύ ισχυρός για να πάει φυλακή, αλλά έχει ελάχιστη πραγματική εξουσία.
Και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να επιμένουν στα αιτήματά τους, στοιχηματίζοντας ότι το «μέγιστο επίπεδο πίεσης» -διπλωματική απομόνωση, εντατικοποίηση των κυρώσεων και απειλές στρατιωτικής βίας- θα ρίξει τελικά τον Maduro, παρά την μέχρι στιγμής αποτυχία.
Εν τω μεταξύ, η ανθρωπιστική καταστροφή στην Βενεζουέλα, όπου μέχρι το τέλος του έτους το ΑΕΠ θα έχει μειωθεί κατά 62% από το 2013 και έξι έως οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν αρκετό για φαγητό, συνεχίζεται.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους.
Η Ουάσινγκτον δεν πρέπει να εγκαταλείψει την σταθερή εστίασή της στην κρίση ή στον δηλωμένο στόχο της αποκατάστασης της δημοκρατίας και της συνταγματικής τάξης, αλλά πρέπει να αποδεχθεί τα γεγονότα επί του πεδίου και να αναγνωρίσει ότι οι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις δεν βοηθούν.
Αντί να προσκολληθεί στην φθίνουσα ελπίδα ότι η πίεση από μόνη της θα ανατρέψει τον Maduro, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να αναπροσανατολίσει τόσο την πολιτική της για τις κυρώσεις όσο και την διπλωματική εμπλοκή της στην αναζήτηση μιας διαπραγματευτικής πορείας προς τις εκλογές.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπολογίσει πολύ πιο σοβαρά τις ανθρωπιστικές διαστάσεις της κρίσης της Βενεζουέλας -συμπεριλαμβανομένων των ζημιών που προκαλούνται από τις κυρώσεις των ΗΠΑ.
Σκληρά λόγια
Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον παρέμεινε μακριά από τις διαπραγματεύσεις -συμπεριλαμβανομένων των διακοπτόμενων συνομιλιών που στηρίχθηκαν από τη Νορβηγία και ξεκίνησαν τον Μάιο.
Η διοίκηση του Trump έχει βάσιμους λόγους να είναι σκεπτική για τις συνομιλίες.
Ο διάλογος έχει γίνει μια κακή λέξη για πολλούς και στην αντιπολίτευση της Βενεζουέλας, χάρη στο ιστορικό του Maduro να χρησιμοποιεί τις διαπραγματεύσεις για να αγοράσει χρόνο, να εδραιώσει την υποστήριξή του, και να διασπάσει τους αντιπάλους του.
Η διοίκηση αντ' αυτού δημιούργησε δημόσια πίεση στον Maduro με νέες κυρώσεις και σκληρή ρητορική από αξιωματούχους όπως ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας John Bolton.
Οι πρόσφατες αναφορές περί επαφών μεταξύ των ομάδων Trump και Maduro, καθώς και η υπόσχεση του Υπουργείου Εξωτερικών ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα ασκήσουν δίωξη στον Maduro εάν εγκαταλείψει οικειοθελώς την εξουσία, δείχνουν ορισμένες εναλλακτικές απόψεις στο εσωτερικό της διοίκησης.
Αλλά η ανάγκη να διατηρηθεί δημόσια η σκληρή στάση υπονομεύει κάθε ιδιωτικό ρεαλισμό.
Το αποτέλεσμα είναι μια αποδιαρθρωμένη πολιτική, με τους εταίρους των ΗΠΑ να έχουν μπερδευτεί από την στρατηγική του Trump και τον Guaidó να εκπλήσσεται από ορισμένες κινήσεις της διοίκησης.
Δεδομένης της έλλειψης άλλων επιλογών, η Ουάσινγκτον πρέπει να συμμετάσχει με άμεσο τρόπο στην αναζήτηση μιας λύσης κατόπιν διαπραγματεύσεων, διοχετεύοντας τον σκεπτικισμό της στην διαμόρφωση των συνθηκών και της ατζέντας των συνομιλιών παρά να μένει στο περιθώριο.
Ενώ οι υποστηριζόμενες από τη Νορβηγία διαπραγματεύσεις έχουν εντοπίσει τα περιγράμματα μιας πιθανής συμφωνίας (πρόωρες προεδρικές εκλογές με μέτρα για την εξασφάλιση μιας ελεύθερης και δίκαιης ψηφοφορίας), χωρίς μια δέσμευση των ΗΠΑ, οι πιθανότητες επιτυχίας των συνομιλιών είναι περιορισμένες.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να υιοθετήσουν μια πιο πρακτική προσέγγιση, παρόμοια με αυτήν που υιοθέτησαν για τις ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κολομβία που ολοκληρώθηκαν με επιτυχία το 2016.
Στην περίπτωση εκείνη, η διοίκηση του προέδρου Barack Obama διόρισε έναν απεσταλμένο μέσω του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, να παρέχουν κίνητρα για πρόοδο, και να κάνουν προτάσεις για την επίλυση δύσκολων θεμάτων.
Η Βενεζουέλα έχει διαφορετική δυναμική, αλλά και εκεί ένας άμεσος σύνδεσμος με τις διαπραγματεύσεις θα καταδείξει την αμερικανική δέσμευση στην διπλωματία και θα παρέχει μια κατανόηση σε πραγματικό χρόνο των ζητημάτων που διακυβεύονται.
Ο Trump έχει ήδη έναν απεσταλμένο για την Βενεζουέλα, τον Elliott Abrams, αλλά έχει κρατήσει τις συνομιλίες σε απόσταση. Αν ο Abrams και οι συνάδελφοί του δεσμευθούν πλήρως στις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσαν να εργαστούν αποτελεσματικότερα με ομονοούσες λατινοαμερικανικές και ευρωπαϊκές πολυμερείς ομάδες, προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για μελλοντικές συνομιλίες, μεταξύ άλλων με την διαμόρφωση μιας κοινής στρατηγικής κυρώσεων.
Οι κυρώσεις εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και παρέχουν στον Guaidó την καλύτερη πηγή μόχλευσής του.
Όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ρυθμίζουν την πολιτική κυρώσεων πιο στενά με την διπλωματική τους ατζέντα.
Στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, η ομάδα του Maduro έχει κάνει την ανακούφιση από τις κυρώσεις ένα από τα κύρια αιτήματά της.
Η σημερινή προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να υποσχεθούν αόριστα άρση των κυρώσεων κατά ατόμων που μετατοπίζουν την νομιμοφροσύνη τους στον Guaidó.
Αντ' αυτού, η διοίκηση του Trump πρέπει να επικοινωνήσει με ακρίβεια ποια ανακούφιση είναι διατεθειμένη να προσφέρει σε απάντηση για ποια θετικά βήματα από την πλευρά του καθεστώτος.
Κάνοντας αυτά, θα χρειαστεί να υπολογίσει τα συμφέροντα των δυνητικών φθορέων του καθεστώτος, καθώς και του στρατού της Βενεζουέλας και των συμμάχων του Maduro όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Κούβα.
Τα ενδιαφέροντά τους ποικίλλουν ευρέως από προσωπικά μέχρι γεωπολιτικά, αλλά σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μόχλευση που μπορεί να αναπτυχθεί πιο αποτελεσματικά με το να βρίσκονται κοντά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Προκειμένου οι διαπραγματεύσεις να είναι βιώσιμες, ο Λευκός Οίκος πρέπει να είναι πρόθυμος να καταπιεί κάποια πικρά χάπια και ακόμη και να υποστεί την δυσαρέσκεια του συνασπισμού του Guaidó και του Κογκρέσου.
Το να αναγνωρίσουν τον Maduro ως de facto ηγέτη της Βενεζουέλας, ακόμη και αν ο Guaidó είναι ο νόμιμος ηγέτης της χώρας, θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο στο στομάχι.
Αλλά αν υπάρχει κάποια ελπίδα ότι οι συνομιλίες θα οδηγήσουν σε δημοκρατικές εκλογές, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στον Maduro να βρει μια θέση στο τραπέζι και έναν πιθανό ρόλο στη μετάβαση, υπό την προϋπόθεση ότι οι εξουσίες του είναι επαρκώς περιορισμένες.
Ομοίως, η διοίκηση πρέπει να βγάλει την στρατιωτική δράση από το τραπέζι ή τουλάχιστον να σταματήσει να επικαλείται δημόσια την απειλή.
Το ότι η μονομερής στρατιωτική παρέμβαση θα ήταν επικίνδυνη και δαπανηρή είναι τόσο ξεκάθαρο που οι επίσημοι ισχυρισμοί ότι «όλες οι επιλογές βρίσκονται στο τραπέζι» ποτέ δεν αντήχησαν ως κάτι περισσότερο από μια προσπάθεια να δελεάσουν τους στρατιώτες της Βενεζουέλας να εγκαταλείψουν τον Maduro.
Ωστόσο, αυτές οι δηλώσεις οδήγησαν τα μέλη του συνασπισμού του Guaidó να υπερεκτιμήσουν τη μόχλευσή τους και δημιούργησαν διαχωρισμούς και περισπασμούς στους αντιπολιτευτικούς κύκλους.
Με τον περιορισμό των εικασιών για ενδεχόμενη στρατιωτική δράση, η διοίκηση θα συνέβαλε στην διατήρηση της ενότητας των διεθνών και των βενεζουελάνικων συμμαχιών που εργάζονται για την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Πρώτον, μην κάνεις κακό
Η οικονομική και ανθρωπιστική κρίση της Βενεζουέλας θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του καθεστώτος του Maduro και την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Αλλά ακόμα και ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες πιέζουν για μια μετάβαση μετά από διαπραγματεύσεις, πρέπει να εργαστούν για να ανακουφίσουν τα δεινά του λαού της Βενεζουέλας και των γειτονικών χωρών.
Η κλίμακα και το κόστος της κατάρρευσης της Βενεζουέλας είναι συγκλονιστικά.
Περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια Βενεζουελάνοι έχουν εγκαταλείψει την χώρα τους μέχρι σήμερα˙ ο αριθμός θα μπορούσε να αυξηθεί σε οκτώ εκατομμύρια μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.
Μια έκθεση της Ύπατης Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Michelle Bachelet, ζωγραφίζει ένα πορτρέτο απελπισίας: Εκατομμύρια Βενεζουελάνοι υποσιτίζονται και πολλοί στερούνται φαρμάκων, ηλεκτρικής ενέργειας, νερού και βενζίνης.
Η διοίκηση Trump θα πρέπει να ανυψώσει την ανθρωπιστική σημασία ως προτεραιότητα των ΗΠΑ –συμπεριλαμβανομένου [του γεγονότος] ότι πρόκειται για την παράπλευρη επίδραση της εκστρατείας μέγιστης πίεσης.
Η διοίκηση έχει διαθέσει περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια για ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά οι γείτονες της Βενεζουέλας έχουν επωμιστεί πολύ μεγαλύτερο κόστος υποδεχόμενοι εκατομμύρια διαφεύγοντες Βενεζουελάνους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ηγηθούν δια του παραδείγματος αυξάνοντας το ανώτατο όριο εισδοχής προσφύγων και παραχωρώντας Καθεστώς Προσωρινού Προστατευόμενου στους Βενεζουελάνους, κάτι που θα επέτρεπε σε περισσότερους Βενεζουελάνους να εγκατασταθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες και να προστατεύσουν αυτούς που είναι ήδη στις ΗΠΑ από το να απελαθούν -ένα βήμα στο οποίο η διοίκηση αντιτίθεται, αλλά η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε.
Στην συνέχεια, η διοίκηση θα έχει το κύρος να συγκαλέσει μια σύνοδο κορυφής ανθρωπιστικής βοήθειας παράλληλα με την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αυτόν τον μήνα, όπως έκανε η κυβέρνηση Obama ως απάντηση στην κρίση των προσφύγων στην Συρία, προκειμένου να εξασφαλιστούν συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τις κυβερνήσεις, τους πολυμερείς θεσμούς και τον ιδιωτικό τομέα, και με στόχο την εναρμόνιση της πολιτικής προς τους μετανάστες της Βενεζουέλας μεταξύ των κυριότερων χωρών προορισμού.
Για παράδειγμα, η Κολομβία χρειάζεται περισσότερα χρήματα για ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά ακόμη περισσότερο, χρειάζεται άλλες χώρες να υποδεχθούν περισσότερους πρόσφυγες αντί να σκληραίνουν τα σύνορά τους, όπως έχουν κάνει τους τελευταίους μήνες η Χιλή, το Περού και ο Ισημερινός.
Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον πρέπει να προβληματιστεί για το πώς οι πολιτικές της ενδέχεται να επιδεινώσουν την δεινή κατάσταση του λαού της Βενεζουέλας, καθώς ο Maduro προσκολλάται στην εξουσία.
Οι κυρώσεις για τον πετρελαϊκό τομέα της Βενεζουέλας (οι οποίες αντιπροσωπεύουν παραδοσιακά το 95% των εξαγωγικών εσόδων της χώρας) κινδυνεύουν να το κάνουν αυτό και έχουν αντιμετωπιστεί με αυξανόμενη ανησυχία από την Ύπατη Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Bachelet και άλλους που δεν είναι φίλοι του Maduro.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εφάρμοσαν κυρώσεις στην κρατική εταιρεία πετρελαίου, PDVSA, τον Ιανουάριο, με βάση την θεωρία ότι αυτή η αποστέρηση θα έκαμπτε τελικά την αντίσταση του Maduro.
Οι παράπλευρες ζημίες στον λαό της Βενεζουέλας δικαιολογούνταν έτσι ως βραχυπρόθεσμο κόστος.
Περιττό να πούμε ότι η θεωρία ήταν λανθασμένη και καθώς το αδιέξοδο επιμηκύνεται, οι κυρώσεις βλάπτουν τους απλούς Βενεζουελάνους περισσότερο απ' όσο τον Maduro και τους ακολούθους του: Τον Απρίλιο, οι εισαγωγές της Βενεζουέλας μειώθηκαν στα 303 εκατομμύρια δολάρια, στο 8% των αντίστοιχων μεγεθών του 2012.
Χωρίς αμφιβολία, το καθεστώς Maduro είναι το ίδιο υπεύθυνο για την μόνη μεγαλύτερη οικονομική κατάρρευση έξω από μια ζώνη πολέμου εδώ και τουλάχιστον 45 χρόνια.
Ωστόσο, οι ενέργειες των ΗΠΑ επιδεινώνουν τις συνέπειες αυτής της κατάρρευσης, ενώ προσφέρουν στον Maduro έναν εύκολο αποδιοπομπαίο τράγο.
Η διοίκηση του Trump μπορεί να υποστηρίξει ότι οι οικονομικές κυρώσεις χρειάζονται χρόνο για να αποκτήσουν πλήρη επίδραση.
Ωστόσο, οι κυρώσεις έχουν κακό ιστορικό στο να οδηγούν σε αλλαγή καθεστώτος και το παιχνίδι αναμονής από την διοίκηση έρχεται με τρομερό ανθρώπινο κόστος.
Για να αντισταθεί στον Maduro η κοινωνία της Βενεζουέλας, πρέπει να είναι σε θέση να φάει.
Σύμφωνα με μια εκτίμηση, περισσότεροι από οκτώ στους δέκα Βενεζουελάνους βασίζονται τώρα σε δελτία τροφής από τον Maduro που εξαρτώνται από την πολιτικές πίστη – καθόλου ώριμες συνθήκες για μια λαϊκή εξέγερση.
Υπάρχει πλέον ο κίνδυνος οι τομεακές κυρώσεις για το πετρέλαιο, τον χρυσό και άλλες πηγές εσόδων της Βενεζουέλας να γίνουν ένα δόγμα και όχι ένα εργαλείο εξωτερικής πολιτικής, όπως συνέβη με την Κούβα, όπου ένα εμπάργκο μισού αιώνα παραμένει άθικτο παρά την αποτυχία του να απομακρύνει την κομμουνιστική κυβέρνηση.
Η διοίκηση του Trump πρέπει να βρει έναν τρόπο να αποφύγει αυτό το αποτέλεσμα.
Ένα μοντέλο είναι το πρόγραμμα «πετρελαίου για τρόφιμα» του ΟΗΕ, το οποίο επέτρεψε στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν να πουλήσει πετρέλαιο σε αντάλλαγμα για τρόφιμα και φάρμακα, προστατεύοντας έτσι τους πολίτες από την ζημία των οικονομικών κυρώσεων˙ αν και στο πρόγραμμα είχε εμφιλοχωρήσει διαφθορά στην πράξη, ήταν θεωρητικά σωστό στην σύλληψή του.
Η διοίκηση θα πρέπει να διερευνήσει ένα παρόμοιο σύστημα για την Βενεζουέλα, το οποίο θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να περιορίσουν τις τομεακές τους κυρώσεις, ενώ παράλληλα θα κατευθύνουν τα έσοδα προς την ανθρωπιστική βοήθεια αντί προς το καθεστώς Maduro.
Το εάν ο Maduro θα δεχόταν ένα τέτοιο σχέδιο παραμένει ανοικτό ερώτημα, αλλά είναι ένα ζήτημα που πρέπει να αναγκαστεί να απαντήσει.
Ετοιμαστείτε για το χειρότερο
Ακόμα κι αν η Ουάσιγκτον λάβει όλες τις παραπάνω προφυλάξεις -αν συμβάλει στην καθοδήγηση των συνομιλιών και εργαστεί για να μετριάσει την ανθρωπιστική κρίση- οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προετοιμαστούν για το χειρότερο σενάριο, σύμφωνα με το οποίο ο Maduro προσκολλάται στην εξουσία για τα επόμενα χρόνια ή αντικαθίσταται με ένα παλατινό πραξικόπημα από έναν παρόμοιο ηγέτη.
Αν παραμείνει ο Μαδούρο, τότε η Βενεζουέλα θα συνεχίσει την κάθοδό της στο να γίνει καταφύγιο για εγκληματίες και εξαγωγέας χάους.
Τα περιφερειακά φαινόμενα εξάπλωσης -εκατομμύρια περισσότεροι πρόσφυγες, υπερεθνικά δίκτυα εγκληματικότητας, εκδηλώσεις μεταδοτικών ασθενειών, διασυνοριακές επιθέσεις από αντάρτικες οργανώσεις που λειτουργούν από ασφαλή καταφύγια στην Βενεζουέλα- θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τμήματα της λεκάνης της Νότιας Αμερικής και της Καραϊβικής για μια δεκαετία ή και περισσότερο.
Οι οργανώσεις των ΗΠΑ πρέπει να βοηθήσουν το σχέδιο των περιφερειακών ομολόγων τους για τις προβλέψιμες συνέπειες μιας μακροπρόθεσμης κατάρρευσης του κράτους και της κοινωνίας της Βενεζουέλας.
Σε περίπτωση που συμβεί αυτό το σενάριο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ενδέχεται να περιοριστούν στην συγκράτηση του προβλήματος αντί στην επίλυσή του.
Λίγοι στην Ουάσιγκτον ή την Βενεζουέλα επιθυμούν αυτό το αποτέλεσμα.
Αλλά οι πολιτικοί των ΗΠΑ πρέπει να υπολογίζουν με ειλικρίνεια την ανθεκτικότητα του καθεστώτος Maduro, ακόμη κι ενώ θα προσπαθούν να καταβάλουν τις καλύτερες δυνατές διπλωματικές προσπάθειες για να τον απομακρύνουν.
Michael J. Camilleri (Διευθυντής του Προγράμματος Κράτους Δικαίου Peter D. Bell Rule στο Inter-American Dialogue και πρώην διευθυντής Υποθέσεων Άνδεων στο National Security Council)
www.bankingnews.gr
Τον Ιανουάριο, μετά από δύο χρόνια προσπαθειών, η Ουάσιγκτον φάνηκε να είναι κοντά στην επίτευξη του στόχου της.
Με μια ασυνήθιστη επίδειξη προσεκτικού διπλωματικού συντονισμού, οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με αρκετές λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις και άλλους εταίρους των ΗΠΑ, ανακοίνωσαν ότι θα αναγνωρίσουν τον Juan Guaidó, τον τότε 35χρονο ηγέτη της Εθνικής Συνέλευσης, ως τον προσωρινό πρόεδρο της χώρας.
Και αυτή η κίνηση, έλεγε το σκεπτικό, σίγουρα, σύντομα, θα γινόταν ο καταλύτης για μια στρατιωτική ή λαϊκή εξέγερση που θα απομάκρυνε τον δικτατορικό Maduro εκτός εξουσίας. Όταν ο Guaidó, με την υποστήριξη κάποιων στρατιωτικών, ξεκίνησε μια προσπάθεια υψηλού ρίσκου για να καταλάβει την εξουσία στα τέλη Απριλίου, φαινόταν ότι το τέλος του Maduro έφθανε τελικά.
Αλλά κάτι τέτοιο δεν συνέβη.
Η προσπάθεια απέτυχε και, από τον Απρίλιο, η Βενεζουέλα παρέμεινε κολλημένη σε ένα καθαρτήριο αδιέξοδο.
Ο Maduro προεδρεύει ενός κράτους υπό κατάρρευση, αλλά παραμένει εδραιωμένος στο Καράκας.
Ο Guaidó, η πιο δημοφιλής πολιτική προσωπικότητα της χώρας, είναι πολύ ισχυρός για να πάει φυλακή, αλλά έχει ελάχιστη πραγματική εξουσία.
Και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να επιμένουν στα αιτήματά τους, στοιχηματίζοντας ότι το «μέγιστο επίπεδο πίεσης» -διπλωματική απομόνωση, εντατικοποίηση των κυρώσεων και απειλές στρατιωτικής βίας- θα ρίξει τελικά τον Maduro, παρά την μέχρι στιγμής αποτυχία.
Εν τω μεταξύ, η ανθρωπιστική καταστροφή στην Βενεζουέλα, όπου μέχρι το τέλος του έτους το ΑΕΠ θα έχει μειωθεί κατά 62% από το 2013 και έξι έως οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν αρκετό για φαγητό, συνεχίζεται.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επανεξετάσουν την προσέγγισή τους.
Η Ουάσινγκτον δεν πρέπει να εγκαταλείψει την σταθερή εστίασή της στην κρίση ή στον δηλωμένο στόχο της αποκατάστασης της δημοκρατίας και της συνταγματικής τάξης, αλλά πρέπει να αποδεχθεί τα γεγονότα επί του πεδίου και να αναγνωρίσει ότι οι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις δεν βοηθούν.
Αντί να προσκολληθεί στην φθίνουσα ελπίδα ότι η πίεση από μόνη της θα ανατρέψει τον Maduro, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να αναπροσανατολίσει τόσο την πολιτική της για τις κυρώσεις όσο και την διπλωματική εμπλοκή της στην αναζήτηση μιας διαπραγματευτικής πορείας προς τις εκλογές.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπολογίσει πολύ πιο σοβαρά τις ανθρωπιστικές διαστάσεις της κρίσης της Βενεζουέλας -συμπεριλαμβανομένων των ζημιών που προκαλούνται από τις κυρώσεις των ΗΠΑ.
Σκληρά λόγια
Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον παρέμεινε μακριά από τις διαπραγματεύσεις -συμπεριλαμβανομένων των διακοπτόμενων συνομιλιών που στηρίχθηκαν από τη Νορβηγία και ξεκίνησαν τον Μάιο.
Η διοίκηση του Trump έχει βάσιμους λόγους να είναι σκεπτική για τις συνομιλίες.
Ο διάλογος έχει γίνει μια κακή λέξη για πολλούς και στην αντιπολίτευση της Βενεζουέλας, χάρη στο ιστορικό του Maduro να χρησιμοποιεί τις διαπραγματεύσεις για να αγοράσει χρόνο, να εδραιώσει την υποστήριξή του, και να διασπάσει τους αντιπάλους του.
Η διοίκηση αντ' αυτού δημιούργησε δημόσια πίεση στον Maduro με νέες κυρώσεις και σκληρή ρητορική από αξιωματούχους όπως ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας John Bolton.
Οι πρόσφατες αναφορές περί επαφών μεταξύ των ομάδων Trump και Maduro, καθώς και η υπόσχεση του Υπουργείου Εξωτερικών ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα ασκήσουν δίωξη στον Maduro εάν εγκαταλείψει οικειοθελώς την εξουσία, δείχνουν ορισμένες εναλλακτικές απόψεις στο εσωτερικό της διοίκησης.
Αλλά η ανάγκη να διατηρηθεί δημόσια η σκληρή στάση υπονομεύει κάθε ιδιωτικό ρεαλισμό.
Το αποτέλεσμα είναι μια αποδιαρθρωμένη πολιτική, με τους εταίρους των ΗΠΑ να έχουν μπερδευτεί από την στρατηγική του Trump και τον Guaidó να εκπλήσσεται από ορισμένες κινήσεις της διοίκησης.
Δεδομένης της έλλειψης άλλων επιλογών, η Ουάσινγκτον πρέπει να συμμετάσχει με άμεσο τρόπο στην αναζήτηση μιας λύσης κατόπιν διαπραγματεύσεων, διοχετεύοντας τον σκεπτικισμό της στην διαμόρφωση των συνθηκών και της ατζέντας των συνομιλιών παρά να μένει στο περιθώριο.
Ενώ οι υποστηριζόμενες από τη Νορβηγία διαπραγματεύσεις έχουν εντοπίσει τα περιγράμματα μιας πιθανής συμφωνίας (πρόωρες προεδρικές εκλογές με μέτρα για την εξασφάλιση μιας ελεύθερης και δίκαιης ψηφοφορίας), χωρίς μια δέσμευση των ΗΠΑ, οι πιθανότητες επιτυχίας των συνομιλιών είναι περιορισμένες.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να υιοθετήσουν μια πιο πρακτική προσέγγιση, παρόμοια με αυτήν που υιοθέτησαν για τις ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κολομβία που ολοκληρώθηκαν με επιτυχία το 2016.
Στην περίπτωση εκείνη, η διοίκηση του προέδρου Barack Obama διόρισε έναν απεσταλμένο μέσω του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, να παρέχουν κίνητρα για πρόοδο, και να κάνουν προτάσεις για την επίλυση δύσκολων θεμάτων.
Η Βενεζουέλα έχει διαφορετική δυναμική, αλλά και εκεί ένας άμεσος σύνδεσμος με τις διαπραγματεύσεις θα καταδείξει την αμερικανική δέσμευση στην διπλωματία και θα παρέχει μια κατανόηση σε πραγματικό χρόνο των ζητημάτων που διακυβεύονται.
Ο Trump έχει ήδη έναν απεσταλμένο για την Βενεζουέλα, τον Elliott Abrams, αλλά έχει κρατήσει τις συνομιλίες σε απόσταση. Αν ο Abrams και οι συνάδελφοί του δεσμευθούν πλήρως στις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσαν να εργαστούν αποτελεσματικότερα με ομονοούσες λατινοαμερικανικές και ευρωπαϊκές πολυμερείς ομάδες, προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για μελλοντικές συνομιλίες, μεταξύ άλλων με την διαμόρφωση μιας κοινής στρατηγικής κυρώσεων.
Οι κυρώσεις εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και παρέχουν στον Guaidó την καλύτερη πηγή μόχλευσής του.
Όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ρυθμίζουν την πολιτική κυρώσεων πιο στενά με την διπλωματική τους ατζέντα.
Στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, η ομάδα του Maduro έχει κάνει την ανακούφιση από τις κυρώσεις ένα από τα κύρια αιτήματά της.
Η σημερινή προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να υποσχεθούν αόριστα άρση των κυρώσεων κατά ατόμων που μετατοπίζουν την νομιμοφροσύνη τους στον Guaidó.
Αντ' αυτού, η διοίκηση του Trump πρέπει να επικοινωνήσει με ακρίβεια ποια ανακούφιση είναι διατεθειμένη να προσφέρει σε απάντηση για ποια θετικά βήματα από την πλευρά του καθεστώτος.
Κάνοντας αυτά, θα χρειαστεί να υπολογίσει τα συμφέροντα των δυνητικών φθορέων του καθεστώτος, καθώς και του στρατού της Βενεζουέλας και των συμμάχων του Maduro όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Κούβα.
Τα ενδιαφέροντά τους ποικίλλουν ευρέως από προσωπικά μέχρι γεωπολιτικά, αλλά σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μόχλευση που μπορεί να αναπτυχθεί πιο αποτελεσματικά με το να βρίσκονται κοντά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Προκειμένου οι διαπραγματεύσεις να είναι βιώσιμες, ο Λευκός Οίκος πρέπει να είναι πρόθυμος να καταπιεί κάποια πικρά χάπια και ακόμη και να υποστεί την δυσαρέσκεια του συνασπισμού του Guaidó και του Κογκρέσου.
Το να αναγνωρίσουν τον Maduro ως de facto ηγέτη της Βενεζουέλας, ακόμη και αν ο Guaidó είναι ο νόμιμος ηγέτης της χώρας, θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο στο στομάχι.
Αλλά αν υπάρχει κάποια ελπίδα ότι οι συνομιλίες θα οδηγήσουν σε δημοκρατικές εκλογές, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στον Maduro να βρει μια θέση στο τραπέζι και έναν πιθανό ρόλο στη μετάβαση, υπό την προϋπόθεση ότι οι εξουσίες του είναι επαρκώς περιορισμένες.
Ομοίως, η διοίκηση πρέπει να βγάλει την στρατιωτική δράση από το τραπέζι ή τουλάχιστον να σταματήσει να επικαλείται δημόσια την απειλή.
Το ότι η μονομερής στρατιωτική παρέμβαση θα ήταν επικίνδυνη και δαπανηρή είναι τόσο ξεκάθαρο που οι επίσημοι ισχυρισμοί ότι «όλες οι επιλογές βρίσκονται στο τραπέζι» ποτέ δεν αντήχησαν ως κάτι περισσότερο από μια προσπάθεια να δελεάσουν τους στρατιώτες της Βενεζουέλας να εγκαταλείψουν τον Maduro.
Ωστόσο, αυτές οι δηλώσεις οδήγησαν τα μέλη του συνασπισμού του Guaidó να υπερεκτιμήσουν τη μόχλευσή τους και δημιούργησαν διαχωρισμούς και περισπασμούς στους αντιπολιτευτικούς κύκλους.
Με τον περιορισμό των εικασιών για ενδεχόμενη στρατιωτική δράση, η διοίκηση θα συνέβαλε στην διατήρηση της ενότητας των διεθνών και των βενεζουελάνικων συμμαχιών που εργάζονται για την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Πρώτον, μην κάνεις κακό
Η οικονομική και ανθρωπιστική κρίση της Βενεζουέλας θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του καθεστώτος του Maduro και την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Αλλά ακόμα και ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες πιέζουν για μια μετάβαση μετά από διαπραγματεύσεις, πρέπει να εργαστούν για να ανακουφίσουν τα δεινά του λαού της Βενεζουέλας και των γειτονικών χωρών.
Η κλίμακα και το κόστος της κατάρρευσης της Βενεζουέλας είναι συγκλονιστικά.
Περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια Βενεζουελάνοι έχουν εγκαταλείψει την χώρα τους μέχρι σήμερα˙ ο αριθμός θα μπορούσε να αυξηθεί σε οκτώ εκατομμύρια μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.
Μια έκθεση της Ύπατης Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Michelle Bachelet, ζωγραφίζει ένα πορτρέτο απελπισίας: Εκατομμύρια Βενεζουελάνοι υποσιτίζονται και πολλοί στερούνται φαρμάκων, ηλεκτρικής ενέργειας, νερού και βενζίνης.
Η διοίκηση Trump θα πρέπει να ανυψώσει την ανθρωπιστική σημασία ως προτεραιότητα των ΗΠΑ –συμπεριλαμβανομένου [του γεγονότος] ότι πρόκειται για την παράπλευρη επίδραση της εκστρατείας μέγιστης πίεσης.
Η διοίκηση έχει διαθέσει περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια για ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά οι γείτονες της Βενεζουέλας έχουν επωμιστεί πολύ μεγαλύτερο κόστος υποδεχόμενοι εκατομμύρια διαφεύγοντες Βενεζουελάνους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ηγηθούν δια του παραδείγματος αυξάνοντας το ανώτατο όριο εισδοχής προσφύγων και παραχωρώντας Καθεστώς Προσωρινού Προστατευόμενου στους Βενεζουελάνους, κάτι που θα επέτρεπε σε περισσότερους Βενεζουελάνους να εγκατασταθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες και να προστατεύσουν αυτούς που είναι ήδη στις ΗΠΑ από το να απελαθούν -ένα βήμα στο οποίο η διοίκηση αντιτίθεται, αλλά η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε.
Στην συνέχεια, η διοίκηση θα έχει το κύρος να συγκαλέσει μια σύνοδο κορυφής ανθρωπιστικής βοήθειας παράλληλα με την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αυτόν τον μήνα, όπως έκανε η κυβέρνηση Obama ως απάντηση στην κρίση των προσφύγων στην Συρία, προκειμένου να εξασφαλιστούν συγκεκριμένες δεσμεύσεις από τις κυβερνήσεις, τους πολυμερείς θεσμούς και τον ιδιωτικό τομέα, και με στόχο την εναρμόνιση της πολιτικής προς τους μετανάστες της Βενεζουέλας μεταξύ των κυριότερων χωρών προορισμού.
Για παράδειγμα, η Κολομβία χρειάζεται περισσότερα χρήματα για ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά ακόμη περισσότερο, χρειάζεται άλλες χώρες να υποδεχθούν περισσότερους πρόσφυγες αντί να σκληραίνουν τα σύνορά τους, όπως έχουν κάνει τους τελευταίους μήνες η Χιλή, το Περού και ο Ισημερινός.
Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον πρέπει να προβληματιστεί για το πώς οι πολιτικές της ενδέχεται να επιδεινώσουν την δεινή κατάσταση του λαού της Βενεζουέλας, καθώς ο Maduro προσκολλάται στην εξουσία.
Οι κυρώσεις για τον πετρελαϊκό τομέα της Βενεζουέλας (οι οποίες αντιπροσωπεύουν παραδοσιακά το 95% των εξαγωγικών εσόδων της χώρας) κινδυνεύουν να το κάνουν αυτό και έχουν αντιμετωπιστεί με αυξανόμενη ανησυχία από την Ύπατη Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Bachelet και άλλους που δεν είναι φίλοι του Maduro.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εφάρμοσαν κυρώσεις στην κρατική εταιρεία πετρελαίου, PDVSA, τον Ιανουάριο, με βάση την θεωρία ότι αυτή η αποστέρηση θα έκαμπτε τελικά την αντίσταση του Maduro.
Οι παράπλευρες ζημίες στον λαό της Βενεζουέλας δικαιολογούνταν έτσι ως βραχυπρόθεσμο κόστος.
Περιττό να πούμε ότι η θεωρία ήταν λανθασμένη και καθώς το αδιέξοδο επιμηκύνεται, οι κυρώσεις βλάπτουν τους απλούς Βενεζουελάνους περισσότερο απ' όσο τον Maduro και τους ακολούθους του: Τον Απρίλιο, οι εισαγωγές της Βενεζουέλας μειώθηκαν στα 303 εκατομμύρια δολάρια, στο 8% των αντίστοιχων μεγεθών του 2012.
Χωρίς αμφιβολία, το καθεστώς Maduro είναι το ίδιο υπεύθυνο για την μόνη μεγαλύτερη οικονομική κατάρρευση έξω από μια ζώνη πολέμου εδώ και τουλάχιστον 45 χρόνια.
Ωστόσο, οι ενέργειες των ΗΠΑ επιδεινώνουν τις συνέπειες αυτής της κατάρρευσης, ενώ προσφέρουν στον Maduro έναν εύκολο αποδιοπομπαίο τράγο.
Η διοίκηση του Trump μπορεί να υποστηρίξει ότι οι οικονομικές κυρώσεις χρειάζονται χρόνο για να αποκτήσουν πλήρη επίδραση.
Ωστόσο, οι κυρώσεις έχουν κακό ιστορικό στο να οδηγούν σε αλλαγή καθεστώτος και το παιχνίδι αναμονής από την διοίκηση έρχεται με τρομερό ανθρώπινο κόστος.
Για να αντισταθεί στον Maduro η κοινωνία της Βενεζουέλας, πρέπει να είναι σε θέση να φάει.
Σύμφωνα με μια εκτίμηση, περισσότεροι από οκτώ στους δέκα Βενεζουελάνους βασίζονται τώρα σε δελτία τροφής από τον Maduro που εξαρτώνται από την πολιτικές πίστη – καθόλου ώριμες συνθήκες για μια λαϊκή εξέγερση.
Υπάρχει πλέον ο κίνδυνος οι τομεακές κυρώσεις για το πετρέλαιο, τον χρυσό και άλλες πηγές εσόδων της Βενεζουέλας να γίνουν ένα δόγμα και όχι ένα εργαλείο εξωτερικής πολιτικής, όπως συνέβη με την Κούβα, όπου ένα εμπάργκο μισού αιώνα παραμένει άθικτο παρά την αποτυχία του να απομακρύνει την κομμουνιστική κυβέρνηση.
Η διοίκηση του Trump πρέπει να βρει έναν τρόπο να αποφύγει αυτό το αποτέλεσμα.
Ένα μοντέλο είναι το πρόγραμμα «πετρελαίου για τρόφιμα» του ΟΗΕ, το οποίο επέτρεψε στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν να πουλήσει πετρέλαιο σε αντάλλαγμα για τρόφιμα και φάρμακα, προστατεύοντας έτσι τους πολίτες από την ζημία των οικονομικών κυρώσεων˙ αν και στο πρόγραμμα είχε εμφιλοχωρήσει διαφθορά στην πράξη, ήταν θεωρητικά σωστό στην σύλληψή του.
Η διοίκηση θα πρέπει να διερευνήσει ένα παρόμοιο σύστημα για την Βενεζουέλα, το οποίο θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να περιορίσουν τις τομεακές τους κυρώσεις, ενώ παράλληλα θα κατευθύνουν τα έσοδα προς την ανθρωπιστική βοήθεια αντί προς το καθεστώς Maduro.
Το εάν ο Maduro θα δεχόταν ένα τέτοιο σχέδιο παραμένει ανοικτό ερώτημα, αλλά είναι ένα ζήτημα που πρέπει να αναγκαστεί να απαντήσει.
Ετοιμαστείτε για το χειρότερο
Ακόμα κι αν η Ουάσιγκτον λάβει όλες τις παραπάνω προφυλάξεις -αν συμβάλει στην καθοδήγηση των συνομιλιών και εργαστεί για να μετριάσει την ανθρωπιστική κρίση- οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προετοιμαστούν για το χειρότερο σενάριο, σύμφωνα με το οποίο ο Maduro προσκολλάται στην εξουσία για τα επόμενα χρόνια ή αντικαθίσταται με ένα παλατινό πραξικόπημα από έναν παρόμοιο ηγέτη.
Αν παραμείνει ο Μαδούρο, τότε η Βενεζουέλα θα συνεχίσει την κάθοδό της στο να γίνει καταφύγιο για εγκληματίες και εξαγωγέας χάους.
Τα περιφερειακά φαινόμενα εξάπλωσης -εκατομμύρια περισσότεροι πρόσφυγες, υπερεθνικά δίκτυα εγκληματικότητας, εκδηλώσεις μεταδοτικών ασθενειών, διασυνοριακές επιθέσεις από αντάρτικες οργανώσεις που λειτουργούν από ασφαλή καταφύγια στην Βενεζουέλα- θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τμήματα της λεκάνης της Νότιας Αμερικής και της Καραϊβικής για μια δεκαετία ή και περισσότερο.
Οι οργανώσεις των ΗΠΑ πρέπει να βοηθήσουν το σχέδιο των περιφερειακών ομολόγων τους για τις προβλέψιμες συνέπειες μιας μακροπρόθεσμης κατάρρευσης του κράτους και της κοινωνίας της Βενεζουέλας.
Σε περίπτωση που συμβεί αυτό το σενάριο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ενδέχεται να περιοριστούν στην συγκράτηση του προβλήματος αντί στην επίλυσή του.
Λίγοι στην Ουάσιγκτον ή την Βενεζουέλα επιθυμούν αυτό το αποτέλεσμα.
Αλλά οι πολιτικοί των ΗΠΑ πρέπει να υπολογίζουν με ειλικρίνεια την ανθεκτικότητα του καθεστώτος Maduro, ακόμη κι ενώ θα προσπαθούν να καταβάλουν τις καλύτερες δυνατές διπλωματικές προσπάθειες για να τον απομακρύνουν.
Michael J. Camilleri (Διευθυντής του Προγράμματος Κράτους Δικαίου Peter D. Bell Rule στο Inter-American Dialogue και πρώην διευθυντής Υποθέσεων Άνδεων στο National Security Council)
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών