Οι πλούσιες χώρες χρειάζονται 380 εκατομμύρια περισσότερους εργαζόμενους μέχρι το 2050
Τις επόμενες δεκαετίες, ο ανεπτυγμένος κόσμος θα αντιμετωπίσει μια αποθαρρυντική δημογραφική πρόκληση.
Καθώς το προσδόκιμο ζωής ανεβαίνει και τα ποσοστά γονιμότητας μειώνονται στην Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και τις χώρες του Ειρηνικού, Αυστραλία, Ιαπωνία και Νέα Ζηλανδία, οι πληθυσμοί σε ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθούν, ενώ οι εργατικές δυνάμεις θα συρρικνωθούν.
Οι πλούσιες χώρες, με άλλα λόγια, εξαντλούνται από νέους, επισημαίνει σε μελέτη του το Foreign Affairs.
Ο γιος μου είναι 30 ετών.
Μέχρι να φτάσει την ηλικία των 60 ετών το 2050, ολόκληρη η γενιά του θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του προσεχούς δημογραφικού ελλείμματος, επισημαίνει ο συγγραφέα και συνεχίζει: Προγράμματα όπως το Social Security και το Medicare που υποστηρίζουν τους ηλικιωμένους στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να αποδειχθούν αδύνατο να χρηματοδοτηθούν.
Ταυτόχρονα, η έλλειψη νέων εργαζομένων θα αφήσει σημαντικά κενά στην αγορά εργασίας, ειδικά όταν πρόκειται για την φροντίδα των ηλικιωμένων.
Η λύση είναι ταυτόχρονα απλή και πολιτικά δύσκολη: Τις προσεχείς δεκαετίες, οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να ανοίξουν τα σύνορά τους σε περισσότερους εργαζομένους από φτωχότερες χώρες.
Σε μια περίοδο αυξανόμενου εθνικισμού και ξενοφοβίας, η έκκληση για αυξημένη μετανάστευση μπορεί να μην είναι δημοφιλής. Για να μετριάσουν τις δικαιολογημένες ανησυχίες για ταχεία πολιτισμική αλλαγή, τα ανεπτυγμένα έθνη μπορούν να δανειστούν [στοιχεία] από τα υφιστάμενα μοντέλα μετανάστευσης -ιδίως εκείνα του Καναδά, της Σιγκαπούρης και των χωρών του Περσικού Κόλπου- που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των αγορών εργασίας χωρίς να διαταράσσουν την κοινωνική συνοχή.
Θα είναι δύσκολο να πεισθούν οι πολίτες να δεχτούν περισσότερους μετανάστες, αλλά οι πλούσιες χώρες δεν έχουν πολλές άλλες επιλογές.
Εάν δεν μπορούν να προσελκύσουν περισσότερους εργαζομένους από αλλού, θα αντιμετωπίσουν δημογραφική καταστροφή.
Το γκριζάρισμα της Δύσης
Ένας τρόπος για να κατανοηθεί η τεράστια ανάγκη για μετανάστες σε πλούσιες χώρες είναι να υπολογισθεί το αποτέλεσμα της απουσίας τους.
Τι θα συνέβαινε αν ο ανεπτυγμένος κόσμος έκλεινε τα σύνορά του και δεν δεχόταν περισσότερους μετανάστες;
Οι προβλέψεις του ΟΗΕ για τον πληθυσμό δείχνουν μια θλιβερή εικόνα των σημερινών δημογραφικών τάσεων στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Χάρη στη μείωση της γονιμότητας και την αύξηση των ποσοστών μακροζωίας, οι πλούσιες χώρες θα έχουν συνολικά 120 εκατομμύρια λιγότερα άτομα ηλικίας μεταξύ 25 και 64 το 2050 από όσα είχαν το 2020, μια μείωση κατά 18%.
Καθώς οι πληθυσμοί σε ηλικία εργασίας σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, θα αυξηθεί ο πληθυσμός των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών κατά 95 εκατομμύρια μέχρι το 2050, μια αύξηση κατά 38%.
Οι τάξεις των ατόμων άνω των 80 ετών θα διογκωθούν κατά 61 εκατομμύρια, αύξηση κατά 91%.
Το σύνολο των πληθυσμών ηλικίας άνω των 65 ετών στις πλούσιες χώρες θα αυξηθεί κατά περίπου 95 εκατομμύρια, ενώ εν τη ελλείψει μετανάστευσης, αυτές οι οικονομίες θα χάσουν 120 εκατομμύρια άτομα σε ηλικία εργασίας.
Αυτές οι ριζικές δημογραφικές αλλαγές δημιουργούν αρκετές μείζονες ανησυχίες. Κάθε ανεπτυγμένη χώρα έχει ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που επιδιώκει να εξασφαλίσει εισόδημα για τους ηλικιωμένους.
Τέτοια συστήματα, είτε δημόσια είτε ιδιωτικά, εξαρτώνται σχεδόν πάντα από την συλλογή εισφορών από τους νέους για την υποστήριξη των ηλικιωμένων.
Ομοίως, τα κόστη υγειονομικής περίθαλψης είναι πολύ υψηλότερα για τους ηλικιωμένους από όσο για τους νέους, επομένως σχεδόν κάθε πλούσια χώρα βασίζεται σε εισφορές από τους νέους για την κάλυψη των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης των ηλικιωμένων.
Και καθώς οι άνθρωποι γερνούν πολύ, χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη έντασης εργασίας -από την προσωπική φροντίδα έως την βοήθεια στο νοικοκυριό και μέχρι την υγειονομική περίθαλψη.
Μια σύγχρονη οικονομία πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει το εργατικό δυναμικό για να καλύψει τις αυξανόμενες απαιτήσεις ενός γηράσκοντος πληθυσμού.
Με τη μείωση του πληθυσμού ηλικίας εργασίας και την αύξηση του πληθυσμού των ηλικιωμένων, αυτές οι παραδοσιακές ρυθμίσεις σε πλούσιες χώρες αντιμετωπίζουν την πιθανότητα της κατάρρευσης.
Παλαιότερα, όταν η δημογραφική πυραμίδα είχε μια ευρεία βάση -πολύ περισσότερους νέους απ' όσους ηλικιωμένους- αυτά τα συστήματα κοινωνικής προστασίας για τους ηλικιωμένους ήταν σε θέση να λειτουργήσουν με σχετικά χαμηλό κόστος.
Στον ανεπτυγμένο κόσμο, ο λόγος των ατόμων ηλικίας 25 έως 64 ετών έναντι εκείνων στα 65 και άνω ήταν 5,7 προς 1 το 1960 και 4,16 προς 1 το 1990.
Ωστόσο, τα τελευταία 30 χρόνια, ο λόγος αυτός μειώθηκε σε 2,76 προς 1.
Εάν οι πλούσιες χώρες δεν εισάγουν πρόσθετους μετανάστες, ο λόγος αυτός θα μειωθεί σε μόλις 1,65 σε 1 έως το 2050 - καθιστώντας αδύνατη την διατήρηση της κοινωνικής προστασίας στα τρέχοντα επίπεδα συνεισφοράς.
Το πώς οι πλούσιες χώρες θα αντιμετωπίσουν αυτή την δημογραφική μεταμόρφωση θα πρέπει να είναι θέμα επείγουσας πολιτικής ανησυχίας.
Ωστόσο, οι πολιτικοί σπάνια καταπιάνονται με το θέμα κατά μέτωπον, επειδή οι πιθανές λύσεις είναι δύσκολο, αν όχι εντελώς αδύνατο, να πουληθούν στους εγχώριους ψηφοφόρους.
Είναι απίθανο, για παράδειγμα, ότι οι ηγέτες θα μπορούσαν να πείσουν τους πληθυσμούς τους να αντισταθμίσουν ένα συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό με υψηλότερους φόρους. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, τα ποσοστά του φόρου εισοδήματος προς το ΑΕΠ είναι ήδη κοντά ή πάνω από 40%.
Ο μέσος λόγος φόρου προς ΑΕΠ στα πλούσια κράτη-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) είναι περίπου 34%, ένα ποσοστό που έχει αλλάξει ελάχιστα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, παρά τις δημοσιονομικές πιέσεις που ασκούν οι γηράσκοντες πληθυσμοί ήδη σε όλο τον κόσμο.
Αυτή η δυσκαμψία υποδηλώνει ότι θα είναι δύσκολο να πείσουμε τους πολίτες να αυξήσουν τους φόρους πολύ υψηλότερα από όσο είναι ήδη σε οποιαδήποτε χώρα του ΟΟΣΑ.
Ένας άλλος τρόπος για να υποστηρίξουμε το έλλειμμα των εργαζομένων είναι να μειώσουμε τα οφέλη για τους ηλικιωμένους -αλλά αυτό είναι ευκολότερο να λέγεται παρά να γίνεται.
Ο Γάλλος πρόεδρος Emmanuel Macron προσχώρησε πρόσφατα στις τάξεις πολλών πολιτικών που τιμωρήθηκαν για τις προσπάθειές τους να μειώσουν τα συνταξιοδοτικά οφέλη, συνθηκολόγησε τελικά υπό τις τεράστιες απεργίες διαμαρτυρίας για μια προτεινόμενη αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης.
Καθώς οι πληθυσμοί γερνούν, θα γίνει ακόμη πιο δύσκολο για τους ηγέτες να μειώσουν τις συντάξεις, την κοινωνική ασφάλιση και τα υγειονομικά οφέλη για τους ηλικιωμένους.
Εργάτες όλου του κόσμου μεταναστεύστε!
Τι θα γινόταν όμως αν οι μετανάστες γέμιζαν το χάσμα στο εργατικό δυναμικό;
Για να διατηρηθεί η σημερινή αναλογία ατόμων σε ηλικία εργασίας ως προς τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στο 2,76 προς 1, το εργατικό δυναμικό του ανεπτυγμένου κόσμου θα πρέπει να αυξηθεί κατά περίπου 260 εκατομμύρια εργαζόμενους έως το 2050.
Ωστόσο, οι πλούσιες χώρες βρίσκονται σε τροχιά 120 εκατομμυρίων λιγότερων εργαζομένων.
Με άλλα λόγια, μέχρι το 2050, 380 εκατομμύρια αλλοδαποί εργαζόμενοι θα πρέπει να μετακινηθούν σε πλούσιες χώρες προκειμένου να αντισταθμίσουν το έλλειμμα εργασίας.
Θα ήταν δυνατό να προσελκυσθεί αυτός ο τεράστιος αριθμός εργαζομένων;
Αυτός ο αριθμός απαιτούμενων εργαζομένων -τα 380 εκατομμύρια- μπορεί να φαίνεται τρομακτικός˙ είναι τριπλάσιος από τον συνολικό αριθμό των ανθρώπων που γεννιούνται σε φτωχές χώρες και ζουν και εργάζονται σήμερα σε πλούσιες χώρες. Υπάρχει όμως μια επερχόμενη έκρηξη σε πιθανούς εργαζόμενους.
Εκτός του ανεπτυγμένου κόσμου (και με εξαίρεση την Κίνα, της οποίας τα δημογραφικά στοιχεία αντικατοπτρίζουν τον αντίκτυπο των δεκαετιών της «πολιτικής ενός παιδιού»), ο υπόλοιπος κόσμος δεν γερνάει τόσο γρήγορα όσο οι πλούσιες χώρες.
Πράγματι, πολλές χώρες αντιμετωπίζουν μια «διόγκωση της νεολαίας», με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό νέων.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ο αριθμός των ατόμων σε ηλικία εργασίας θα αυξηθεί κατά 1,75 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ανησυχούν για την δημιουργία αρκετών θέσεων εργασίας για όλους αυτούς.
Πολλοί από αυτούς τους εργαζόμενους θα θέλουν να μετακινηθούν σε πλούσιες χώρες, ένα γεγονός που είναι καλά τεκμηριωμένο στις δημοσκοπήσεις.
Μελέτες δείχνουν ότι ο τυπικός εργαζόμενος με χαμηλή έως μεσαία εξειδίκευση θα κερδίσει από 15.000 έως 30.000 περισσότερα δολάρια (ακόμη και προσαρμοσμένα στις διαφορές στην αγοραστική δύναμη) κάνοντας την ίδια δουλειά σε μια πλούσια χώρα από ό,τι σε μια φτωχή χώρα.
Οι οικονομολόγοι αποκαλούν το ποσό αυτό ως το «place premium», που αντιπροσωπεύει το πώς οι αυθαίρετες πραγματικότητες της εθνικότητας και η γεωγραφία της γέννησης διαμορφώνουν τις οικονομικές προοπτικές των εργαζομένων.
Κάνοντας τη μετανάστευση εύγευστη
Οι πλούσιες χώρες χρειάζονται περισσότερους μετανάστες.
Οι άνθρωποι στις φτωχότερες χώρες θέλουν να πάνε στις πλούσιες.
Αλλά η πολιτική της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού υστερεί έναντι της οικονομικής πραγματικότητας.
Αν μη τι άλλο, οι πληθυσμοί των πλούσιων χωρών γίνονται όλο και περισσότερο εχθρικοί απέναντι στην ιδέα της υποδοχής μεγαλύτερου αριθμού αλλοδαπών.
Μέρος αυτής της αντίστασης στη μετανάστευση βασίζεται στην στενή αντίληψη της εθνικής ταυτότητας.
Πολλοί Γερμανοί, Σκωτσέζοι, Ιάπωνες, Ελβετοί και άλλοι πιστεύουν ότι η ταυτότητά τους υποστηρίζει «τρόπους ζωής» που έχουν ανάγκη διατήρησης.
Κατά την άποψή τους, τα ανεξέλεγκτα ή πολύ υψηλά επίπεδα μετανάστευσης θα υπονόμευαν την αίσθηση κοινού ανήκειν και κοινής παράδοσης.
Υπάρχουν σίγουρα ρατσιστές και ξενοφοβικοί στις πλούσιες χώρες, αλλά είναι επίσης άδικο και αντιπαραγωγικό να απορρίψουμε αυτές τις πολιτιστικές ανησυχίες ως αδικαιολόγητες.
Η ανάγκη για μετανάστες στις πλούσιες χώρες φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική επιταγή της διατήρησης της κοινωνικής συνοχής.
Αλλά η αναγκαιότητα είναι η μητέρα της εφεύρεσης.
Πριν από τριάντα χρόνια, θα ήταν αδύνατο να φανταστούμε ότι η Ιαπωνία, γνωστή για τις περιοριστικές πολιτικές μετανάστευσης και την δέσμευσή της στην προστασία ενός ξεχωριστού πολιτισμού, θα προσέβλεπε σε διμερείς συμφωνίες με αναπτυσσόμενες χώρες όπως το Νεπάλ για να προσελκύσει προσωρινούς μετανάστες.
Αλλά η Ιαπωνία έχει ήδη φτάσει σε ένα σημείο όπου έχει λιγότερους από δύο εργαζόμενους για κάθε άτομο άνω των 65 ετών αυτή η αναλογία αντιπροσωπεύει μια κρίση.
Κάθε ανεπτυγμένη χώρα κινείται προς την κατεύθυνση της Ιαπωνίας και θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο χαλάρωσης των περιορισμών στη μετανάστευση.
Μια λύση, την οποία έχουν χρησιμοποιήσει εδώ και δεκαετίες η Αυστραλία και ο Καναδάς, είναι ένα μεταναστευτικό σύστημα με βάση βαθμούς, για να καθορίσει ποιοι μελλοντικοί μετανάστες είναι πιθανότερο να συνεισφέρουν οικονομικά και να ενταχθούν κοινωνικά και πολιτικά.
Το σύστημα αυτό επέτρεψε στον Καναδά να υποδεχθεί ένα αρκετά υψηλό ποσοστό αλλοδαπών εργαζομένων χωρίς να προκαλέσει εγχώριες πολιτικές εντάσεις. Αλλά το καναδικό μοντέλο έχει πολλά μειονεκτήματα.
Δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική ζήτηση για εργαζόμενους με χαμηλή και μεσαία εξειδίκευση.
Επίσης, έχει ως αποτέλεσμα την διαρροή εγκεφάλων από τον αναπτυσσόμενο κόσμο, προσελκύοντας εκείνους που θα συνεισέφεραν περισσότερο στις χώρες καταγωγής τους.
Είναι απίθανο το μοντέλο αυτό, το οποίο έχει ως στόχο να ανοίξει τον δρόμο της ιθαγένειας για μετανάστες, να μπορεί να διευθετήσει τον τεράστιο αριθμό εργαζομένων που τελικά θα απαιτήσει η δημογραφική πραγματικότητα.
Ένα εναλλακτικό μοντέλο μπορεί να δει κανείς σε χώρες όπως η Σιγκαπούρη και οι χώρες του Κόλπου που έχουν χαμηλά εμπόδια εισόδου για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους, αλλά τους επιτρέπουν μόνο προσωρινό καθεστώς και ελάχιστη προοπτική μόνιμης διαμονής, πόσω μάλλον στην υπηκοότητα.
Το μοντέλο αυτό ήταν επιτυχές στην διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στις χώρες αυτές, καθώς και για τα πολύ υψηλά επίπεδα προστασίας της κοινωνικής πρόνοιας των πολιτών (στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μόνο το 11,5% του πληθυσμού έχει ιθαγένεια).
Αλλά το σύστημα μπορεί επίσης να είναι εκμεταλλευτικό, όσον αφορά τη μεταχείριση των μεταναστών στον Κόλπο, για παράδειγμα, οι επικριτές επισημαίνουν τις πενιχρές προστασίες των δικαιωμάτων τους και την μακρά ιστορία της κατάχρησης εργαζομένων.
Τα επόμενα χρόνια, οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να υιοθετήσουν στοιχεία και των δύο μοντέλων εργασιακής κινητικότητας χρησιμοποιώντας ένα σύστημα βαθμών για να κατευθύνουν κάποιους μετανάστες σε μια πορεία προς την υπηκοότητα, και πιο προσωρινά και εκ περιτροπής συστήματα κινητικότητας εργατικού δυναμικού για να προσελκύσουν εργασία μεσαίας και χαμηλής ειδίκευσης.
Για να επιτύχουν, τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να διασφαλίζουν την διατήρηση μιας «ασφαλούς, τακτικής και κανονικής ροής», (“safe, orderly, and regular flow”) όπως προβλέπεται στους Στόχους Αειφόρου Ανάπτυξης του ΟΗΕ (UN Sustainable Development Goals).
Θα χρειαστούν επίσης ισχυρή θεσμοθέτηση τόσο από κυβερνητικές όσο και από βιομηχανικές ομάδες, για να αποφευχθεί μια «κούρσα προς τα κάτω», προς τη μείωση των μισθών και την χειροτέρευση των συνθηκών για τους ιθαγενείς εργαζόμενους.
Και θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά έτσι ώστε οι μετανάστες να μην υφίστανται εκμετάλλευση ή να κακοποιούνται όπως μπορεί να γίνεται στον Κόλπο.
Δεν είναι αδύνατο να τύχουν διαχείρισης αυτές οι επιτακτικές ανάγκες.
Πολλές χώρες, όπως η Αυστραλία με το Εργασιακό Σχήμα Ειρηνικού (Pacific Labour Scheme), αποδεικνύουν τώρα ότι είναι εφικτό να δημιουργηθούν προσωρινά προγράμματα που δημιουργούν ευκαιρίες για τους φτωχούς του κόσμου και σέβονται τα δικαιώματά τους, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα τις ανάγκες της αγοράς εργασίας στις γηράσκουσες χώρες.
Οι δεξιόστροφοι λαϊκιστές μπορεί να ξιφουλκούν εναντίον των μεταναστών και να προειδοποιούν για τεράστια πολιτιστική αλλαγή, αλλά δεν μπορούν να αγνοήσουν τους αριθμούς.
Η άφιξη εκατομμυρίων περισσότερων μεταναστών στις πλούσιες οικονομίες του κόσμου θα κάνει κάποιους δυσαρεστημένους και φοβισμένους, αλλά η εναλλακτική λύση -η αποσύνθεση του κοινωνικού συμβολαίου που προστατεύει τους ηλικιωμένους- είναι πολύ πιο επικίνδυνη.
Lant Pritchett
Ερευνητής στη Σχολή Διακυβέρνησης Blavatnik του πανεπιστημίου της Οξφόρδης
Καθώς το προσδόκιμο ζωής ανεβαίνει και τα ποσοστά γονιμότητας μειώνονται στην Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και τις χώρες του Ειρηνικού, Αυστραλία, Ιαπωνία και Νέα Ζηλανδία, οι πληθυσμοί σε ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθούν, ενώ οι εργατικές δυνάμεις θα συρρικνωθούν.
Οι πλούσιες χώρες, με άλλα λόγια, εξαντλούνται από νέους, επισημαίνει σε μελέτη του το Foreign Affairs.
Ο γιος μου είναι 30 ετών.
Μέχρι να φτάσει την ηλικία των 60 ετών το 2050, ολόκληρη η γενιά του θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του προσεχούς δημογραφικού ελλείμματος, επισημαίνει ο συγγραφέα και συνεχίζει: Προγράμματα όπως το Social Security και το Medicare που υποστηρίζουν τους ηλικιωμένους στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να αποδειχθούν αδύνατο να χρηματοδοτηθούν.
Ταυτόχρονα, η έλλειψη νέων εργαζομένων θα αφήσει σημαντικά κενά στην αγορά εργασίας, ειδικά όταν πρόκειται για την φροντίδα των ηλικιωμένων.
Η λύση είναι ταυτόχρονα απλή και πολιτικά δύσκολη: Τις προσεχείς δεκαετίες, οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να ανοίξουν τα σύνορά τους σε περισσότερους εργαζομένους από φτωχότερες χώρες.
Σε μια περίοδο αυξανόμενου εθνικισμού και ξενοφοβίας, η έκκληση για αυξημένη μετανάστευση μπορεί να μην είναι δημοφιλής. Για να μετριάσουν τις δικαιολογημένες ανησυχίες για ταχεία πολιτισμική αλλαγή, τα ανεπτυγμένα έθνη μπορούν να δανειστούν [στοιχεία] από τα υφιστάμενα μοντέλα μετανάστευσης -ιδίως εκείνα του Καναδά, της Σιγκαπούρης και των χωρών του Περσικού Κόλπου- που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των αγορών εργασίας χωρίς να διαταράσσουν την κοινωνική συνοχή.
Θα είναι δύσκολο να πεισθούν οι πολίτες να δεχτούν περισσότερους μετανάστες, αλλά οι πλούσιες χώρες δεν έχουν πολλές άλλες επιλογές.
Εάν δεν μπορούν να προσελκύσουν περισσότερους εργαζομένους από αλλού, θα αντιμετωπίσουν δημογραφική καταστροφή.
Το γκριζάρισμα της Δύσης
Ένας τρόπος για να κατανοηθεί η τεράστια ανάγκη για μετανάστες σε πλούσιες χώρες είναι να υπολογισθεί το αποτέλεσμα της απουσίας τους.
Τι θα συνέβαινε αν ο ανεπτυγμένος κόσμος έκλεινε τα σύνορά του και δεν δεχόταν περισσότερους μετανάστες;
Οι προβλέψεις του ΟΗΕ για τον πληθυσμό δείχνουν μια θλιβερή εικόνα των σημερινών δημογραφικών τάσεων στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Χάρη στη μείωση της γονιμότητας και την αύξηση των ποσοστών μακροζωίας, οι πλούσιες χώρες θα έχουν συνολικά 120 εκατομμύρια λιγότερα άτομα ηλικίας μεταξύ 25 και 64 το 2050 από όσα είχαν το 2020, μια μείωση κατά 18%.
Καθώς οι πληθυσμοί σε ηλικία εργασίας σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, θα αυξηθεί ο πληθυσμός των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών κατά 95 εκατομμύρια μέχρι το 2050, μια αύξηση κατά 38%.
Οι τάξεις των ατόμων άνω των 80 ετών θα διογκωθούν κατά 61 εκατομμύρια, αύξηση κατά 91%.
Το σύνολο των πληθυσμών ηλικίας άνω των 65 ετών στις πλούσιες χώρες θα αυξηθεί κατά περίπου 95 εκατομμύρια, ενώ εν τη ελλείψει μετανάστευσης, αυτές οι οικονομίες θα χάσουν 120 εκατομμύρια άτομα σε ηλικία εργασίας.
Αυτές οι ριζικές δημογραφικές αλλαγές δημιουργούν αρκετές μείζονες ανησυχίες. Κάθε ανεπτυγμένη χώρα έχει ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που επιδιώκει να εξασφαλίσει εισόδημα για τους ηλικιωμένους.
Τέτοια συστήματα, είτε δημόσια είτε ιδιωτικά, εξαρτώνται σχεδόν πάντα από την συλλογή εισφορών από τους νέους για την υποστήριξη των ηλικιωμένων.
Ομοίως, τα κόστη υγειονομικής περίθαλψης είναι πολύ υψηλότερα για τους ηλικιωμένους από όσο για τους νέους, επομένως σχεδόν κάθε πλούσια χώρα βασίζεται σε εισφορές από τους νέους για την κάλυψη των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης των ηλικιωμένων.
Και καθώς οι άνθρωποι γερνούν πολύ, χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη έντασης εργασίας -από την προσωπική φροντίδα έως την βοήθεια στο νοικοκυριό και μέχρι την υγειονομική περίθαλψη.
Μια σύγχρονη οικονομία πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει το εργατικό δυναμικό για να καλύψει τις αυξανόμενες απαιτήσεις ενός γηράσκοντος πληθυσμού.
Με τη μείωση του πληθυσμού ηλικίας εργασίας και την αύξηση του πληθυσμού των ηλικιωμένων, αυτές οι παραδοσιακές ρυθμίσεις σε πλούσιες χώρες αντιμετωπίζουν την πιθανότητα της κατάρρευσης.
Παλαιότερα, όταν η δημογραφική πυραμίδα είχε μια ευρεία βάση -πολύ περισσότερους νέους απ' όσους ηλικιωμένους- αυτά τα συστήματα κοινωνικής προστασίας για τους ηλικιωμένους ήταν σε θέση να λειτουργήσουν με σχετικά χαμηλό κόστος.
Στον ανεπτυγμένο κόσμο, ο λόγος των ατόμων ηλικίας 25 έως 64 ετών έναντι εκείνων στα 65 και άνω ήταν 5,7 προς 1 το 1960 και 4,16 προς 1 το 1990.
Ωστόσο, τα τελευταία 30 χρόνια, ο λόγος αυτός μειώθηκε σε 2,76 προς 1.
Εάν οι πλούσιες χώρες δεν εισάγουν πρόσθετους μετανάστες, ο λόγος αυτός θα μειωθεί σε μόλις 1,65 σε 1 έως το 2050 - καθιστώντας αδύνατη την διατήρηση της κοινωνικής προστασίας στα τρέχοντα επίπεδα συνεισφοράς.
Το πώς οι πλούσιες χώρες θα αντιμετωπίσουν αυτή την δημογραφική μεταμόρφωση θα πρέπει να είναι θέμα επείγουσας πολιτικής ανησυχίας.
Ωστόσο, οι πολιτικοί σπάνια καταπιάνονται με το θέμα κατά μέτωπον, επειδή οι πιθανές λύσεις είναι δύσκολο, αν όχι εντελώς αδύνατο, να πουληθούν στους εγχώριους ψηφοφόρους.
Είναι απίθανο, για παράδειγμα, ότι οι ηγέτες θα μπορούσαν να πείσουν τους πληθυσμούς τους να αντισταθμίσουν ένα συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό με υψηλότερους φόρους. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, τα ποσοστά του φόρου εισοδήματος προς το ΑΕΠ είναι ήδη κοντά ή πάνω από 40%.
Ο μέσος λόγος φόρου προς ΑΕΠ στα πλούσια κράτη-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) είναι περίπου 34%, ένα ποσοστό που έχει αλλάξει ελάχιστα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, παρά τις δημοσιονομικές πιέσεις που ασκούν οι γηράσκοντες πληθυσμοί ήδη σε όλο τον κόσμο.
Αυτή η δυσκαμψία υποδηλώνει ότι θα είναι δύσκολο να πείσουμε τους πολίτες να αυξήσουν τους φόρους πολύ υψηλότερα από όσο είναι ήδη σε οποιαδήποτε χώρα του ΟΟΣΑ.
Ένας άλλος τρόπος για να υποστηρίξουμε το έλλειμμα των εργαζομένων είναι να μειώσουμε τα οφέλη για τους ηλικιωμένους -αλλά αυτό είναι ευκολότερο να λέγεται παρά να γίνεται.
Ο Γάλλος πρόεδρος Emmanuel Macron προσχώρησε πρόσφατα στις τάξεις πολλών πολιτικών που τιμωρήθηκαν για τις προσπάθειές τους να μειώσουν τα συνταξιοδοτικά οφέλη, συνθηκολόγησε τελικά υπό τις τεράστιες απεργίες διαμαρτυρίας για μια προτεινόμενη αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης.
Καθώς οι πληθυσμοί γερνούν, θα γίνει ακόμη πιο δύσκολο για τους ηγέτες να μειώσουν τις συντάξεις, την κοινωνική ασφάλιση και τα υγειονομικά οφέλη για τους ηλικιωμένους.
Εργάτες όλου του κόσμου μεταναστεύστε!
Τι θα γινόταν όμως αν οι μετανάστες γέμιζαν το χάσμα στο εργατικό δυναμικό;
Για να διατηρηθεί η σημερινή αναλογία ατόμων σε ηλικία εργασίας ως προς τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στο 2,76 προς 1, το εργατικό δυναμικό του ανεπτυγμένου κόσμου θα πρέπει να αυξηθεί κατά περίπου 260 εκατομμύρια εργαζόμενους έως το 2050.
Ωστόσο, οι πλούσιες χώρες βρίσκονται σε τροχιά 120 εκατομμυρίων λιγότερων εργαζομένων.
Με άλλα λόγια, μέχρι το 2050, 380 εκατομμύρια αλλοδαποί εργαζόμενοι θα πρέπει να μετακινηθούν σε πλούσιες χώρες προκειμένου να αντισταθμίσουν το έλλειμμα εργασίας.
Θα ήταν δυνατό να προσελκυσθεί αυτός ο τεράστιος αριθμός εργαζομένων;
Αυτός ο αριθμός απαιτούμενων εργαζομένων -τα 380 εκατομμύρια- μπορεί να φαίνεται τρομακτικός˙ είναι τριπλάσιος από τον συνολικό αριθμό των ανθρώπων που γεννιούνται σε φτωχές χώρες και ζουν και εργάζονται σήμερα σε πλούσιες χώρες. Υπάρχει όμως μια επερχόμενη έκρηξη σε πιθανούς εργαζόμενους.
Εκτός του ανεπτυγμένου κόσμου (και με εξαίρεση την Κίνα, της οποίας τα δημογραφικά στοιχεία αντικατοπτρίζουν τον αντίκτυπο των δεκαετιών της «πολιτικής ενός παιδιού»), ο υπόλοιπος κόσμος δεν γερνάει τόσο γρήγορα όσο οι πλούσιες χώρες.
Πράγματι, πολλές χώρες αντιμετωπίζουν μια «διόγκωση της νεολαίας», με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό νέων.
Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ο αριθμός των ατόμων σε ηλικία εργασίας θα αυξηθεί κατά 1,75 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ανησυχούν για την δημιουργία αρκετών θέσεων εργασίας για όλους αυτούς.
Πολλοί από αυτούς τους εργαζόμενους θα θέλουν να μετακινηθούν σε πλούσιες χώρες, ένα γεγονός που είναι καλά τεκμηριωμένο στις δημοσκοπήσεις.
Μελέτες δείχνουν ότι ο τυπικός εργαζόμενος με χαμηλή έως μεσαία εξειδίκευση θα κερδίσει από 15.000 έως 30.000 περισσότερα δολάρια (ακόμη και προσαρμοσμένα στις διαφορές στην αγοραστική δύναμη) κάνοντας την ίδια δουλειά σε μια πλούσια χώρα από ό,τι σε μια φτωχή χώρα.
Οι οικονομολόγοι αποκαλούν το ποσό αυτό ως το «place premium», που αντιπροσωπεύει το πώς οι αυθαίρετες πραγματικότητες της εθνικότητας και η γεωγραφία της γέννησης διαμορφώνουν τις οικονομικές προοπτικές των εργαζομένων.
Κάνοντας τη μετανάστευση εύγευστη
Οι πλούσιες χώρες χρειάζονται περισσότερους μετανάστες.
Οι άνθρωποι στις φτωχότερες χώρες θέλουν να πάνε στις πλούσιες.
Αλλά η πολιτική της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού υστερεί έναντι της οικονομικής πραγματικότητας.
Αν μη τι άλλο, οι πληθυσμοί των πλούσιων χωρών γίνονται όλο και περισσότερο εχθρικοί απέναντι στην ιδέα της υποδοχής μεγαλύτερου αριθμού αλλοδαπών.
Μέρος αυτής της αντίστασης στη μετανάστευση βασίζεται στην στενή αντίληψη της εθνικής ταυτότητας.
Πολλοί Γερμανοί, Σκωτσέζοι, Ιάπωνες, Ελβετοί και άλλοι πιστεύουν ότι η ταυτότητά τους υποστηρίζει «τρόπους ζωής» που έχουν ανάγκη διατήρησης.
Κατά την άποψή τους, τα ανεξέλεγκτα ή πολύ υψηλά επίπεδα μετανάστευσης θα υπονόμευαν την αίσθηση κοινού ανήκειν και κοινής παράδοσης.
Υπάρχουν σίγουρα ρατσιστές και ξενοφοβικοί στις πλούσιες χώρες, αλλά είναι επίσης άδικο και αντιπαραγωγικό να απορρίψουμε αυτές τις πολιτιστικές ανησυχίες ως αδικαιολόγητες.
Η ανάγκη για μετανάστες στις πλούσιες χώρες φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική επιταγή της διατήρησης της κοινωνικής συνοχής.
Αλλά η αναγκαιότητα είναι η μητέρα της εφεύρεσης.
Πριν από τριάντα χρόνια, θα ήταν αδύνατο να φανταστούμε ότι η Ιαπωνία, γνωστή για τις περιοριστικές πολιτικές μετανάστευσης και την δέσμευσή της στην προστασία ενός ξεχωριστού πολιτισμού, θα προσέβλεπε σε διμερείς συμφωνίες με αναπτυσσόμενες χώρες όπως το Νεπάλ για να προσελκύσει προσωρινούς μετανάστες.
Αλλά η Ιαπωνία έχει ήδη φτάσει σε ένα σημείο όπου έχει λιγότερους από δύο εργαζόμενους για κάθε άτομο άνω των 65 ετών αυτή η αναλογία αντιπροσωπεύει μια κρίση.
Κάθε ανεπτυγμένη χώρα κινείται προς την κατεύθυνση της Ιαπωνίας και θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο χαλάρωσης των περιορισμών στη μετανάστευση.
Μια λύση, την οποία έχουν χρησιμοποιήσει εδώ και δεκαετίες η Αυστραλία και ο Καναδάς, είναι ένα μεταναστευτικό σύστημα με βάση βαθμούς, για να καθορίσει ποιοι μελλοντικοί μετανάστες είναι πιθανότερο να συνεισφέρουν οικονομικά και να ενταχθούν κοινωνικά και πολιτικά.
Το σύστημα αυτό επέτρεψε στον Καναδά να υποδεχθεί ένα αρκετά υψηλό ποσοστό αλλοδαπών εργαζομένων χωρίς να προκαλέσει εγχώριες πολιτικές εντάσεις. Αλλά το καναδικό μοντέλο έχει πολλά μειονεκτήματα.
Δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική ζήτηση για εργαζόμενους με χαμηλή και μεσαία εξειδίκευση.
Επίσης, έχει ως αποτέλεσμα την διαρροή εγκεφάλων από τον αναπτυσσόμενο κόσμο, προσελκύοντας εκείνους που θα συνεισέφεραν περισσότερο στις χώρες καταγωγής τους.
Είναι απίθανο το μοντέλο αυτό, το οποίο έχει ως στόχο να ανοίξει τον δρόμο της ιθαγένειας για μετανάστες, να μπορεί να διευθετήσει τον τεράστιο αριθμό εργαζομένων που τελικά θα απαιτήσει η δημογραφική πραγματικότητα.
Ένα εναλλακτικό μοντέλο μπορεί να δει κανείς σε χώρες όπως η Σιγκαπούρη και οι χώρες του Κόλπου που έχουν χαμηλά εμπόδια εισόδου για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους, αλλά τους επιτρέπουν μόνο προσωρινό καθεστώς και ελάχιστη προοπτική μόνιμης διαμονής, πόσω μάλλον στην υπηκοότητα.
Το μοντέλο αυτό ήταν επιτυχές στην διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στις χώρες αυτές, καθώς και για τα πολύ υψηλά επίπεδα προστασίας της κοινωνικής πρόνοιας των πολιτών (στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μόνο το 11,5% του πληθυσμού έχει ιθαγένεια).
Αλλά το σύστημα μπορεί επίσης να είναι εκμεταλλευτικό, όσον αφορά τη μεταχείριση των μεταναστών στον Κόλπο, για παράδειγμα, οι επικριτές επισημαίνουν τις πενιχρές προστασίες των δικαιωμάτων τους και την μακρά ιστορία της κατάχρησης εργαζομένων.
Τα επόμενα χρόνια, οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να υιοθετήσουν στοιχεία και των δύο μοντέλων εργασιακής κινητικότητας χρησιμοποιώντας ένα σύστημα βαθμών για να κατευθύνουν κάποιους μετανάστες σε μια πορεία προς την υπηκοότητα, και πιο προσωρινά και εκ περιτροπής συστήματα κινητικότητας εργατικού δυναμικού για να προσελκύσουν εργασία μεσαίας και χαμηλής ειδίκευσης.
Για να επιτύχουν, τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να διασφαλίζουν την διατήρηση μιας «ασφαλούς, τακτικής και κανονικής ροής», (“safe, orderly, and regular flow”) όπως προβλέπεται στους Στόχους Αειφόρου Ανάπτυξης του ΟΗΕ (UN Sustainable Development Goals).
Θα χρειαστούν επίσης ισχυρή θεσμοθέτηση τόσο από κυβερνητικές όσο και από βιομηχανικές ομάδες, για να αποφευχθεί μια «κούρσα προς τα κάτω», προς τη μείωση των μισθών και την χειροτέρευση των συνθηκών για τους ιθαγενείς εργαζόμενους.
Και θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά έτσι ώστε οι μετανάστες να μην υφίστανται εκμετάλλευση ή να κακοποιούνται όπως μπορεί να γίνεται στον Κόλπο.
Δεν είναι αδύνατο να τύχουν διαχείρισης αυτές οι επιτακτικές ανάγκες.
Πολλές χώρες, όπως η Αυστραλία με το Εργασιακό Σχήμα Ειρηνικού (Pacific Labour Scheme), αποδεικνύουν τώρα ότι είναι εφικτό να δημιουργηθούν προσωρινά προγράμματα που δημιουργούν ευκαιρίες για τους φτωχούς του κόσμου και σέβονται τα δικαιώματά τους, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα τις ανάγκες της αγοράς εργασίας στις γηράσκουσες χώρες.
Οι δεξιόστροφοι λαϊκιστές μπορεί να ξιφουλκούν εναντίον των μεταναστών και να προειδοποιούν για τεράστια πολιτιστική αλλαγή, αλλά δεν μπορούν να αγνοήσουν τους αριθμούς.
Η άφιξη εκατομμυρίων περισσότερων μεταναστών στις πλούσιες οικονομίες του κόσμου θα κάνει κάποιους δυσαρεστημένους και φοβισμένους, αλλά η εναλλακτική λύση -η αποσύνθεση του κοινωνικού συμβολαίου που προστατεύει τους ηλικιωμένους- είναι πολύ πιο επικίνδυνη.
Lant Pritchett
Ερευνητής στη Σχολή Διακυβέρνησης Blavatnik του πανεπιστημίου της Οξφόρδης
Σχόλια αναγνωστών