Τι θα έπρεπε να κάνει η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ για να συσπειρώσει τον κόσμο στην δράση - αλλά έκανε ούτε το κάνει
Ο κόσμος δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ μια κρίση σαν την [ασθένεια] COVID-19, η οποία έχει θέσει σε δοκιμασία ταυτόχρονα τόσο τα όρια των συστημάτων δημόσιας υγείας παντού, όσο και την ικανότητα των χωρών να συνεργαστούν για μια κοινή πρόκληση.
Αλλά είναι σε τέτοιες στιγμές κρίσης που, υπό όλους τους προηγούμενους προέδρους των ΗΠΑ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα όργανα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ κινητοποιούνται για ηγεσία. Καλούν τα έθνη στην δράση.
Ορίζουν την ατζέντα για το τι πρέπει να γίνει.
Χαράζουν ένα μονοπάτι πέρα από το σημείο κρίσης.
Δυστυχώς, ο πρόεδρος Donald Trump πέρασε τα τελευταία τρία χρόνια εξευτελίζοντας και υποβαθμίζοντας αυτούς τους ίδιους θεσμούς και δυσφημίζοντας το είδος της ηγεσίας και της παγκόσμιας συλλογικής δράσης που προωθούν οι ΗΠΑ -γεγονός που αποτελεί έναν από τους λόγους για την ανεπαρκή ανταπόκριση του κόσμου στην πανδημία του κορωνοϊού ως τώρα.
Μέχρι στιγμής, οι ηγέτες του κόσμου έχουν κάνει μαζί ανησυχητικά λίγα για να αμβλύνουν την κρίση.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σιωπά.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) προσφέρει ένα χρήσιμο παγκόσμιο κέντρο ανταλλαγών, αλλά δεν διαθέτει παγκόσμια φωνή για να ηγηθεί. Τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν επιστρέψει στις εθνικές λύσεις και κλείνουν τα σύνορα για τους γείτονές τους, για πρώτη φορά εδώ και μερικές γενιές.
Η Κίνα έκρυψε την κρίση από τον κόσμο στις κρίσιμες πρώτες μέρες της.
Και ο Trump υπήρξε ιδιαίτερα αποστασιοποιημένος.
Πέρα από προσωπικές τηλεφωνικές συνομιλίες με παγκόσμιους ηγέτες, έχει κάνει μια μόνο προσπάθεια να οργανώσει τις χώρες για να συνασπιστούν -μια μοναδική τηλεδιάσκεψη με ηγέτες από την Ευρώπη, τον Καναδά και την Ιαπωνία στο φόρουμ G-7 όπου προεδρεύει επί του παρόντος.
Ανάλογα με το πόσο καιρό διαρκεί, ο αντίκτυπος της COVID-19 θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τον παγκόσμιο πόλεμο, από την άποψη του αριθμού των ανθρώπων που επηρεάζει, των αλλαγών στην καθημερινή ζωή που φέρνει σε κάθε ήπειρο, και του ανθρώπινου κόστους [σε ζωές]. Και ο αντίκτυπος στις επιχειρήσεις, το εμπόριο και τις αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει στην πιο καταστροφική παγκόσμια οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Ύφεση.
Αυτά τα χειρότερα σενάρια θα είναι δύσκολο να αποφευχθούν χωρίς αμερικανική ηγεσία.
Οι εθνικοί ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Trump, ευλόγως έχουν εστιάσει κατά πρώτον την αντιμετώπιση της απειλής για τους πολίτες τους.
Ωστόσο, η πανδημία πρέπει να καταπολεμηθεί ταυτόχρονα σε παγκόσμιο επίπεδο, με την πλήρη υποστήριξη ισχυρών χωρών -εκείνων που έχουν την ικανότητα να οργανώνουν, να ορίζουν προτεραιότητες, και να ενώνουν ανόμοιες και συχνά αντιφατικές εθνικές προσπάθειες.
Παρ’ όλες τις αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο τα τελευταία χρόνια, μια βασική πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει: Μια τέτοια παγκόσμια δράση είναι αδύνατη εάν η ισχυρότερη χώρα του κόσμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες, απουσιάζει ή ενεργεί μόνη της.
Η κρίση την τελευταία φορά
Συγκρίνετε την εξαιρετική αδράνεια ενάντια στην πανδημία του κορωνοϊού με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-9.
Κυβερνήσεις υπό την ηγεσία του Γάλλου προέδρου Nicolas Sarkozy και του προέδρου των ΗΠΑ, George Bush, και έπειτα του Barack Obama χρησιμοποίησαν το G-20 για να ενώσουν τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου ώστε να συνεργαστούν για μια παγκόσμια λύση.
Τόσο ο Bush όσο και ο Obama κατανόησαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, με όλη τους την ισχύ και την τεράστια αξιοπιστία τους, έπρεπε να ηγηθούν εάν ο κόσμος επρόκειτο να εμποδίσει τη μεγάλη οικονομική πτώση [σ.σ.: recession, ύφεση που κρατά τουλάχιστον 6 μήνες] από να γίνει μια μεγάλη ύφεση [στμ: depression, σοβαρή ύφεση που κρατά αρκετά χρόνια].
Καθ’ όλη την ιστορία τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν την τύχη να έχουν οραματική και χαρισματική ηγεσία σε περιόδους κρίσης: Ο George Washington κατά την διάρκεια της επανάστασης, ο Abraham Lincoln κατά τον εμφύλιο πόλεμο, ο Franklin D. Roosevelt κατά την διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Trump, δυστυχώς, δεν έχει αποδείξει ότι είναι οπουδήποτε κοντά σε έναν τέτοιο ηγέτη.
Ο χαρακτήρας του τον οδηγεί να διαιρεί και όχι να ενώνει εγχωρίως. Τα τύπου «Πρώτα η Αμερική» ένστικτά του για την εξωτερική πολιτική τον οδηγούν να δρα μόνος στον κόσμο και όχι σε συνεννόηση με άλλους.
Φαίνεται ανίκανος να φανταστεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να γίνουν ισχυρότερες και αποτελεσματικότερες με το να αντιμετωπίσουν μια κρίση σε αγαστή συνεργασία με τους συμμάχους και τους εταίρους τους.
Από την έναρξη της κρίσης του κορωνοϊού, αυτές οι τάσεις έχουν καθορίσει τις διεθνείς πτυχές της αντίδρασης του Trump.
Στις καθημερινές του συνεντεύξεις Τύπου, σπάνια αναφέρει ότι η συγκεκριμένη δουλειά γίνεται παράλληλα με άλλες κυβερνήσεις.
Δεν έχει ξεκινήσει καμία σημαντική διεθνή δράση.
Και έχει αποδυναμώσει δραματικά πολλά από τα ομοσπονδιακά όργανα που θα έπρεπε κανονικά να ηγηθούν της παγκόσμιας απάντησης σε μια τέτοια κρίση: Το Υπουργείο Εξωτερικών, τον Οργανισμό των ΗΠΑ για την Διεθνή Ανάπτυξη (U.S. Agency for International Development), την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτων Αναγκών (Federal Emergency Management Agency), την Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας για την Παγκόσμια Υγειονομική Ασφάλεια και Βιοάμυνα (National Security Council Directorate for Global Health Security and Biodefense, την οποία διέλυσε πολύ άστοχα το 2018).
Δεν ήταν λάθος εκ παραδρομής την περασμένη εβδομάδα όταν ο Trump ανέφερε δημοσίως το «βαθύ Υπουργείο Εξωτερικών».
Θα είναι παράξενο αν τα θεσμικά όργανα της κυβέρνησης, τα οποία χλευάζει τακτικά, και τα έχει να λιμοκτονούν για κεφάλαια και ηγεσία, αποδειχθούν τόσο καταστροφικά απροετοίμαστα;
Οποιοσδήποτε άλλος πρόσφατος Αμερικανός πρόεδρος θα αντιμετώπιζε την κρίση από την αρχή με πολύ πιο επείγοντα τρόπο.
Η προτεραιότητα θα ήταν φυσικά το εγχώριο μέτωπο.
Αλλά και ο Obama και ο Bush, όπως και πολλοί πρόεδροι πριν από αυτούς, θα καταλάβαιναν επίσης την ανάγκη μιας συνολικής παγκόσμιας προσπάθειας, υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, για να αντιμετωπίσουν την απειλή μαζί.
Δεν είναι πολύ αργά
Η διοίκηση Trump έχει χάσει πολύτιμο χρόνο από τον Δεκέμβριο, αλλά δεν είναι πολύ αργά για να συγκαλέσει έναν διεθνή συνασπισμό για να αρχίσει να περιορίζει την αμείλικτα αποτελεσματική παγκόσμια μόλυνση της COVID-19.
Πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια τέτοια προσπάθεια;
Η διοίκηση θα πρέπει να συμμετάσχει με άλλους παγκόσμιους ηγέτες για να ξεκινήσει τουλάχιστον τρεις διεθνείς προσπάθειες υψηλού επιπέδου για την αντιμετώπιση των πιο δύσκολων προκλήσεων που θέτει η πανδημία –μια προσπάθεια, η οποία θα αποτελείται από κορυφαίους ηγέτες, μια από διαμορφωτές οικονομικών πολιτικών, και μια που θα αποτελείται από Αμερικανούς και Κινέζους αξιωματούχους.
Η πρώτη θα πρέπει να είναι η ομάδα καθοδήγησης (steering group) των ηγετών του G-20 που θα επικεντρωθεί στις μελλοντικές προκλήσεις για την υγεία και την οικονομία.
Ο Trump, ο πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping, ο πρωθυπουργός της Ινδίας Narendra Modi, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Shinzo Abe και η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel, πρέπει να αρχίσουν συναντήσεις μέσω τηλεδιάσκεψης για να συζητήσουν πώς θα αμβλύνουν τόσο τις οικονομικές όσο και τις οικονομικές επιπτώσεις.
Αυτή η ομάδα ηγεσίας θα πρέπει να συνεδριάζει εβδομαδιαίως εάν είναι απαραίτητο για να εκτιμά την πρόοδο και να επιλύει τις αναπόφευκτες αντιπαραθέσεις και παρανοήσεις μιας τόσο μεγάλης παγκόσμιας επιχείρησης.
[Οι ηγέτες] θα πρέπει να διορίζουν και να παρέχουν εξουσιοδότηση σε έμπιστους ανώτερους αξιωματούχους υπουργικού επιπέδου ώστε να συναντώνται καθημερινά για να εντοπίζουν τα εμπόδια της διεθνούς αντίδρασης˙ για να επιλύουν πρακτικά προβλήματα που παρεμποδίζουν τις προσπάθειες ανακούφισης˙ και για να συνεργάζονται σε μακροπρόθεσμα σχέδια που μπορούν τελικά να θέσουν ένα τέλος στην κρίση.
Ο Trump μπορεί να δημιουργήσει αυτή την ομάδα σε μια πρώτη συνάντηση αυτή την εβδομάδα.
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.
Η ατζέντα αυτής της ομάδας καθοδήγησης θα πρέπει να είναι ευρεία και φιλόδοξη.
Το πιο επείγον ζήτημα είναι να συμφωνηθεί ότι οι εθνικοί αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας πρέπει να ανταλλάσσουν γρήγορα και αποτελεσματικά ακριβή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των προσβεβλημένων ατόμων και εκείνων που έχουν κάνει τεστ, και το ποσοστό θνησιμότητας στις χώρες σε όλο τον κόσμο.
Αυτό και μόνο θα ήταν ανεκτίμητη βοήθεια για τους ειδικούς που επιζητούν να κατανοήσουν και να μοντελοποιήσουν τον αντίκτυπο του ιού και να προβλέψουν έτσι την καμπύλη του στο μέλλον.
Θα χρειαστεί να υπάρξει συμφωνία σχετικά με μια κεντρική υπηρεσία εκκαθάρισης για την ανταλλαγή αυτών των πληροφοριών, είτε αυτός είναι ο ΠΟΥ είτε άλλος οργανισμός που να μπορεί να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά.
Αυτοί οι ηγέτες πρέπει επίσης να ωθήσουν τις χώρες με μεγαλύτερη ικανότητα να συμφωνήσουν σε μια κοινή προσπάθεια μεταφοράς υλικής βοήθειας, κατάρτισης, και τεχνογνωσίας σε χώρες με ασθενέστερα συστήματα δημόσιας υγείας.
Καθώς η πανδημία πιθανότατα θα παραμείνει για το μεγαλύτερο μέρος του 2020, θα είναι κρίσιμο για τις χώρες που έχουν ανακάμψει σε μεγάλο βαθμό να επεκτείνουν την βοήθεια σε όσες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.
Αυτό είναι απίθανο να συμβεί χωρίς πίεση από κορυφαίους ηγέτες όπως ο Trump και ο Xi.
Επίσης, δεν είναι πολύ νωρίς για να διορίσουν οι ηγέτες μια ομάδα επιφανών εμπειρογνωμόνων σε θέματα παγκόσμιας δημόσιας υγείας ώστε να καθορίσουν τι έχει συμβεί μέχρι τώρα, τι πρέπει να επιδιορθωθεί επειγόντως, ποια διεθνή ιδρύματα αποτυγχάνουν, και ποια (αν χρειάζεται) πρέπει να δημιουργηθούν.
Οι ηγέτες πρέπει να ζητήσουν από τις κυβερνήσεις να είναι καλύτερα προετοιμασμένες, ατομικά και συλλογικά, για την επόμενη κρίση. (Αυτή είναι μια ιδιαίτερα οξεία αδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών, βέβαια, των οποίων το επίπεδο ετοιμότητας και έγκαιρης αντίδρασης ήταν μεταξύ των πιο αδύναμων σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο σημαντικό έθνος).
Το G-20 θα πρέπει επίσης να εργαστεί για τον συντονισμό των πολλών ερευνητικών πανεπιστημίων και ιδιωτικών εταιρειών που εργάζονται για ένα εμβόλιο.
Οι κυβερνήσεις, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι κατάλληλες για την πραγματοποίηση της ίδιας της έρευνας, αλλά μπορούν να περιορίσουν την ρυθμιστική γραφειοκρατία, να παράσχουν σπερματική χρηματοδότηση και, το σημαντικότερο, να συμφωνήσουν σε έναν δίκαιο τρόπο διανομής μόλις κυκλοφορήσει το εμβόλιο.
Οι εθνικές κυβερνήσεις πάλεψαν επίσης με το πώς μπορούν να βοηθήσουν τις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων που έχουν ξεμείνει σε ξένες χώρες, με τα σύνορα να κλείνουν με εκπληκτική ταχύτητα σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Οι πρεσβείες και τα προξενεία χρειάζονται τώρα βοήθεια για να προστατεύσουν τους πολίτες τους που έχουν βρεθεί στις νεκρές ζώνες της πανδημίας. Οι χώρες του G-20 είναι σε καλύτερη θέση να βοηθήσουν στην οργάνωση ειδικών πτήσεων και ανθρωπιστικών συνοδειών. Κάποιος πρέπει να πάει πίσω 80 χρόνια, στην αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, για να βρει μια εποχή που τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν μείνει αβοήθητοι έξω από τα σύνορα των χωρών τους.
Αυτή η υψηλού επιπέδου ομάδα καθοδήγησης θα επιτρέπει επίσης στους ηγέτες να επικοινωνούν αποτελεσματικότερα πριν από εθνικές αποφάσεις που θα επηρεάσουν αναπόφευκτα άλλες χώρες.
Όταν, για παράδειγμα, ο Trump ανακοίνωσε ότι σκόπευε να σταματήσει τα ταξίδια των Ευρωπαίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το έπραξε χωρίς σημαντική διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας η ηγεσία ήταν ευλόγως εξοργισμένη ως εκ τούτου. (Αυτή και μόνο η πράξη μπορεί να χρωματίζει για χρόνια τον τρόπο με τον οποίο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι πολίτες βλέπουν τις Ηνωμένες Πολιτείες).
Το πιο σημαντικό είναι ότι, στην θέση μιας τέτοιας διαφωνίας, οι ηγέτες του κόσμου πρέπει να δώσουν ένα ενιαίο μήνυμα αποφασιστικότητας για να καταπολεμήσουν μαζί την πανδημία και να προγραμματίσουν την τελική απελευθέρωσή μας από αυτήν.
Ακόμη και ένα απλό δημόσιο μήνυμα αλληλεγγύης θα βοηθούσε -ιδιαίτερα από τον Trump, ο οποίος βγήκε ελάχιστες φορές για να μεταδώσει την αμερικανική συμπάθεια προς όσους υποφέρουν στο εξωτερικό.
Ο κόσμος χρειάζεται ελπίδα, και αυτοί οι ηγέτες μπορούν να παρέχουν τουλάχιστον κάποια από αυτήν.
Προλαμβάνοντας μια μεγάλη ύφεση
Με τις μεγάλες οικονομίες να σταματούν σιγά-σιγά, ο Trump και άλλοι ηγέτες πρέπει επίσης να αναλάβουν την προσωπική εποπτεία μιας δεύτερης υψηλού επιπέδου ομάδας, η οποία θα αποτελείται από τους Υπουργούς Οικονομικών και τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών από τις χώρες του G-20 και άλλες.
Ενόψει της πιο σοβαρής οικονομικής κρίσης σε σχεδόν έναν αιώνα, η εστίασή τους θα πρέπει να είναι να ευθυγραμμίσουν περισσότερο την δημοσιονομική και νομισματική πολιτική ώστε να περιοριστεί η σοβαρότητα μιας πιθανής παγκόσμιας ύφεσης.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Jerome Powell, και οι συνάδελφοί του στην Κεντρική Τράπεζα στον Καναδά, την Ευρώπη και την Ιαπωνία, έδωσαν καλό παράδειγμα νωρίτερα αυτόν τον μήνα στον συντονισμό μιας πρώτης δέσμης κοινών μέτρων για την τόνωση της παγκόσμιας οικονομίας.
Αλλά αυτές οι χώρες δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα κατευθύνουν μια αποτελεσματική παγκόσμια δράση χωρίς αξιωματούχους από την Βραζιλία, την Κίνα, την Ινδία και άλλες αναδυόμενες δυνάμεις στο ίδιο τραπέζι.
Υπάρχουν επίσης κάποια άμεσα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν.
Το ένα είναι να μειωθούν οι δασμολογικοί φραγμοί στα ιατρικά προϊόντα και τα εξαρτήματα που θα είναι απαραίτητα για μια πιο επιτυχημένη ανταπόκριση στην υγεία.
Αυτό δεν θα είναι εύκολο σε μια περίοδο οικονομικής δυσπραγίας όταν ο πειρασμός των εθνικών κυβερνήσεων θα είναι να προστατεύσουν τις δικές τους αγορές, αλλά το κόστος της αποτυχίας θα είναι τεράστιο.
Ένα άλλο είναι να αξιολογηθούν οι κυρώσεις που ισχύουν επί του παρόντος σε κυβερνήσεις όπως του Ιράν, της Βόρειας Κορέας και της Βενεζουέλας, και να αρθούν όσες παρεμποδίζουν την ζωτική ανθρωπιστική βοήθεια, τουλάχιστον προσωρινά.
Οι πολίτες αυτών των χωρών, οι οποίοι είναι τόσο ευάλωτοι στον κορωνοϊό όσο οποιοσδήποτε άλλος, δεν πρέπει να πληρώσουν με την ζωή τους για τις αμαρτίες των κυβερνήσεών τους.
Εξίσου σημαντικό, οι ανεξέλεγκτες εστίες θα απειλήσουν με νέα κύματα μολύνσεων πέρα από τα σύνορά τους.
Οταν δύο τίγρεις ενώνονται
Τέλος, η διοίκηση Trump πρέπει να καθιερώσει πολύ συχνότερη επικοινωνία μεταξύ της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου, μεταξύ του ίδιου του Trump και του Xi, μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών Mike Pompeo και του ομόλογου του, και μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Steven Mnuchin και των ομολόγων του.
Ως οι δύο μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα πρέπει να κάνουν περισσότερα για να μετριάσουν τις χειρότερες πτυχές της κρίσης και να δώσουν δημόσια ηγεσία.
Η χειρότερη στιγμή αυτής της κρίσης πολιτικά, ήταν η αποτυχία της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου να βάλουν στην άκρη τις ευρύτερες εντάσεις και να συνδυάσουν τις δυνάμεις τους για την καταπολέμηση της πανδημίας.
Αν μη τι άλλο, η δυσπιστία και η εχθρότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας έχουν χειροτερέψει.
Τις τελευταίες εβδομάδες, έχουν πολεμήσει έναν εξελισσόμενο πόλεμο ρητορικής για το ποιος είναι τελικά υπεύθυνος για την πανδημία.
Οι Κινέζοι αξιωματούχοι έθεσαν χαμηλά τον πήχη υποστηρίζοντας -ψευδώς και εξωφρενικά- ότι ο στρατός των ΗΠΑ φύτεψε τον ιό στην Wuhan για να αποδυναμώσει την Κίνα. Αλλά κι ο Trump δεν βοήθησε με το να αναφερθεί στην [ασθένεια] COVID-19 ως ο «κινεζικός ιός».
Για χάρη τόσο των πολιτών τους όσο και του υπόλοιπου κόσμου, η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο πρέπει να σταματήσουν το παιχνίδι απόδοσης ευθυνών και να αρχίσουν να συνεργάζονται για λύσεις.
Αν η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορέσουν να επικοινωνήσουν και να συνεργαστούν αποτελεσματικά, θα είναι σχεδόν αδύνατο να αποφευχθούν περαιτέρω εντάσεις -διαιρώντας έναν κόσμο που τώρα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να είναι ενωμένος για κοινή δράση. Αλλά διακυβεύονται επίσης πολλά για την φήμη και την αξιοπιστία των δύο υπερδυνάμεων.
Ενώ η Κίνα ορθώς επαινέθηκε για την αυστηρή της εκστρατεία κοινωνικής απομάκρυνσης (social-distancing) και την πρόσφατη ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους, εξακολουθεί να υπόκειται σε έντονη (και δικαιολογημένη) κριτική για την αρχική καταστολή των πληροφοριών σχετικά με την επιδημία και, ακόμη και τώρα, για το ότι δεν μοιράζεται δεδομένα σχετικά με τις λοιμώξεις.
Ο Trump, εν τω μεταξύ, δεν προσπαθεί να ηγηθεί παγκοσμίως.
Αυτή η εικόνα -των Ηνωμένων Πολιτειών που δεν ήταν εκεί για να βοηθήσουν κατά την διάρκεια της πιο σοβαρής κρίσης στις ζωές των περισσότερων ανθρώπων- θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στον τρόπο με τον οποίο ο υπόλοιπος κόσμος βλέπει την χώρα να προχωρεί.
Μια παγκόσμια κρίση αυτού του μεγέθους φέρει έναν τελικό, και ενδεχομένως θανατηφόρο, κίνδυνο.
Αν οι χώρες στραφούν η μια εναντίον της άλλης, ανταγωνιζόμενες για σπάνιους πόρους και αποτύχουν να επικοινωνούν υπεύθυνα, δεν είναι αδιανόητο να προκύψουν συγκρούσεις και πόλεμοι.
Πόλεμος που έχει μία μόνο πλευρά
Όταν ο κόσμος αντιμετώπισε μια πολύ διαφορετική κρίση στην αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν η σίγουρη και ενωτική ηγεσία του Franklin D. Roosevelt και του Winston Churchill που δημιούργησε την συμμαχία η οποία ήταν κρίσιμη για την τελική νίκη, και σφυρηλάτησε ένα όραμα στον Ατλαντικό Χάρτη για αυτό που θα έρχονται στον απόηχό του.
Οι ηγέτες και οι σχολιαστές έχουν συγκρίνει τον τρέχοντα αγώνα με τον πόλεμο.
Αυτό που κάνει αυτή την κρίση διαφορετική, όμως, είναι ότι κάθε χώρα και όλοι οι πολίτες βρίσκονται τώρα στην ίδια πλευρά.
Για να έχουμε την ευκαιρία να επικρατήσουμε, χρειαζόμαστε εστιασμένη, αποφασιστική και αποτελεσματική ηγεσία, και πραγματική συνεργασία από τον Trump και άλλους παγκόσμιους ηγέτες.
Θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό αν ο κόσμος μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το υπαρξιακό τεστ.
Σε μια εποχή εθνικισμού και «Πρώτα η Αμερική», η αλήθεια θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη για όλους: Τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δεν έχει αποδείξει τόσο ξεκάθαρα το πως η μοίρα όλων -των 7,7 δισεκατομμυρίων ανθρώπων- σε αυτόν τον άκρως διασυνδεδεμένο κόσμο μας είναι κοινή.
Αλλά είναι σε τέτοιες στιγμές κρίσης που, υπό όλους τους προηγούμενους προέδρους των ΗΠΑ από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα όργανα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ κινητοποιούνται για ηγεσία. Καλούν τα έθνη στην δράση.
Ορίζουν την ατζέντα για το τι πρέπει να γίνει.
Χαράζουν ένα μονοπάτι πέρα από το σημείο κρίσης.
Δυστυχώς, ο πρόεδρος Donald Trump πέρασε τα τελευταία τρία χρόνια εξευτελίζοντας και υποβαθμίζοντας αυτούς τους ίδιους θεσμούς και δυσφημίζοντας το είδος της ηγεσίας και της παγκόσμιας συλλογικής δράσης που προωθούν οι ΗΠΑ -γεγονός που αποτελεί έναν από τους λόγους για την ανεπαρκή ανταπόκριση του κόσμου στην πανδημία του κορωνοϊού ως τώρα.
Μέχρι στιγμής, οι ηγέτες του κόσμου έχουν κάνει μαζί ανησυχητικά λίγα για να αμβλύνουν την κρίση.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σιωπά.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) προσφέρει ένα χρήσιμο παγκόσμιο κέντρο ανταλλαγών, αλλά δεν διαθέτει παγκόσμια φωνή για να ηγηθεί. Τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν επιστρέψει στις εθνικές λύσεις και κλείνουν τα σύνορα για τους γείτονές τους, για πρώτη φορά εδώ και μερικές γενιές.
Η Κίνα έκρυψε την κρίση από τον κόσμο στις κρίσιμες πρώτες μέρες της.
Και ο Trump υπήρξε ιδιαίτερα αποστασιοποιημένος.
Πέρα από προσωπικές τηλεφωνικές συνομιλίες με παγκόσμιους ηγέτες, έχει κάνει μια μόνο προσπάθεια να οργανώσει τις χώρες για να συνασπιστούν -μια μοναδική τηλεδιάσκεψη με ηγέτες από την Ευρώπη, τον Καναδά και την Ιαπωνία στο φόρουμ G-7 όπου προεδρεύει επί του παρόντος.
Ανάλογα με το πόσο καιρό διαρκεί, ο αντίκτυπος της COVID-19 θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τον παγκόσμιο πόλεμο, από την άποψη του αριθμού των ανθρώπων που επηρεάζει, των αλλαγών στην καθημερινή ζωή που φέρνει σε κάθε ήπειρο, και του ανθρώπινου κόστους [σε ζωές]. Και ο αντίκτυπος στις επιχειρήσεις, το εμπόριο και τις αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει στην πιο καταστροφική παγκόσμια οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Ύφεση.
Αυτά τα χειρότερα σενάρια θα είναι δύσκολο να αποφευχθούν χωρίς αμερικανική ηγεσία.
Οι εθνικοί ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Trump, ευλόγως έχουν εστιάσει κατά πρώτον την αντιμετώπιση της απειλής για τους πολίτες τους.
Ωστόσο, η πανδημία πρέπει να καταπολεμηθεί ταυτόχρονα σε παγκόσμιο επίπεδο, με την πλήρη υποστήριξη ισχυρών χωρών -εκείνων που έχουν την ικανότητα να οργανώνουν, να ορίζουν προτεραιότητες, και να ενώνουν ανόμοιες και συχνά αντιφατικές εθνικές προσπάθειες.
Παρ’ όλες τις αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο τα τελευταία χρόνια, μια βασική πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει: Μια τέτοια παγκόσμια δράση είναι αδύνατη εάν η ισχυρότερη χώρα του κόσμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες, απουσιάζει ή ενεργεί μόνη της.
Η κρίση την τελευταία φορά
Συγκρίνετε την εξαιρετική αδράνεια ενάντια στην πανδημία του κορωνοϊού με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-9.
Κυβερνήσεις υπό την ηγεσία του Γάλλου προέδρου Nicolas Sarkozy και του προέδρου των ΗΠΑ, George Bush, και έπειτα του Barack Obama χρησιμοποίησαν το G-20 για να ενώσουν τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου ώστε να συνεργαστούν για μια παγκόσμια λύση.
Τόσο ο Bush όσο και ο Obama κατανόησαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, με όλη τους την ισχύ και την τεράστια αξιοπιστία τους, έπρεπε να ηγηθούν εάν ο κόσμος επρόκειτο να εμποδίσει τη μεγάλη οικονομική πτώση [σ.σ.: recession, ύφεση που κρατά τουλάχιστον 6 μήνες] από να γίνει μια μεγάλη ύφεση [στμ: depression, σοβαρή ύφεση που κρατά αρκετά χρόνια].
Καθ’ όλη την ιστορία τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν την τύχη να έχουν οραματική και χαρισματική ηγεσία σε περιόδους κρίσης: Ο George Washington κατά την διάρκεια της επανάστασης, ο Abraham Lincoln κατά τον εμφύλιο πόλεμο, ο Franklin D. Roosevelt κατά την διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Trump, δυστυχώς, δεν έχει αποδείξει ότι είναι οπουδήποτε κοντά σε έναν τέτοιο ηγέτη.
Ο χαρακτήρας του τον οδηγεί να διαιρεί και όχι να ενώνει εγχωρίως. Τα τύπου «Πρώτα η Αμερική» ένστικτά του για την εξωτερική πολιτική τον οδηγούν να δρα μόνος στον κόσμο και όχι σε συνεννόηση με άλλους.
Φαίνεται ανίκανος να φανταστεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να γίνουν ισχυρότερες και αποτελεσματικότερες με το να αντιμετωπίσουν μια κρίση σε αγαστή συνεργασία με τους συμμάχους και τους εταίρους τους.
Από την έναρξη της κρίσης του κορωνοϊού, αυτές οι τάσεις έχουν καθορίσει τις διεθνείς πτυχές της αντίδρασης του Trump.
Στις καθημερινές του συνεντεύξεις Τύπου, σπάνια αναφέρει ότι η συγκεκριμένη δουλειά γίνεται παράλληλα με άλλες κυβερνήσεις.
Δεν έχει ξεκινήσει καμία σημαντική διεθνή δράση.
Και έχει αποδυναμώσει δραματικά πολλά από τα ομοσπονδιακά όργανα που θα έπρεπε κανονικά να ηγηθούν της παγκόσμιας απάντησης σε μια τέτοια κρίση: Το Υπουργείο Εξωτερικών, τον Οργανισμό των ΗΠΑ για την Διεθνή Ανάπτυξη (U.S. Agency for International Development), την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτων Αναγκών (Federal Emergency Management Agency), την Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας για την Παγκόσμια Υγειονομική Ασφάλεια και Βιοάμυνα (National Security Council Directorate for Global Health Security and Biodefense, την οποία διέλυσε πολύ άστοχα το 2018).
Δεν ήταν λάθος εκ παραδρομής την περασμένη εβδομάδα όταν ο Trump ανέφερε δημοσίως το «βαθύ Υπουργείο Εξωτερικών».
Θα είναι παράξενο αν τα θεσμικά όργανα της κυβέρνησης, τα οποία χλευάζει τακτικά, και τα έχει να λιμοκτονούν για κεφάλαια και ηγεσία, αποδειχθούν τόσο καταστροφικά απροετοίμαστα;
Οποιοσδήποτε άλλος πρόσφατος Αμερικανός πρόεδρος θα αντιμετώπιζε την κρίση από την αρχή με πολύ πιο επείγοντα τρόπο.
Η προτεραιότητα θα ήταν φυσικά το εγχώριο μέτωπο.
Αλλά και ο Obama και ο Bush, όπως και πολλοί πρόεδροι πριν από αυτούς, θα καταλάβαιναν επίσης την ανάγκη μιας συνολικής παγκόσμιας προσπάθειας, υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, για να αντιμετωπίσουν την απειλή μαζί.
Δεν είναι πολύ αργά
Η διοίκηση Trump έχει χάσει πολύτιμο χρόνο από τον Δεκέμβριο, αλλά δεν είναι πολύ αργά για να συγκαλέσει έναν διεθνή συνασπισμό για να αρχίσει να περιορίζει την αμείλικτα αποτελεσματική παγκόσμια μόλυνση της COVID-19.
Πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια τέτοια προσπάθεια;
Η διοίκηση θα πρέπει να συμμετάσχει με άλλους παγκόσμιους ηγέτες για να ξεκινήσει τουλάχιστον τρεις διεθνείς προσπάθειες υψηλού επιπέδου για την αντιμετώπιση των πιο δύσκολων προκλήσεων που θέτει η πανδημία –μια προσπάθεια, η οποία θα αποτελείται από κορυφαίους ηγέτες, μια από διαμορφωτές οικονομικών πολιτικών, και μια που θα αποτελείται από Αμερικανούς και Κινέζους αξιωματούχους.
Η πρώτη θα πρέπει να είναι η ομάδα καθοδήγησης (steering group) των ηγετών του G-20 που θα επικεντρωθεί στις μελλοντικές προκλήσεις για την υγεία και την οικονομία.
Ο Trump, ο πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping, ο πρωθυπουργός της Ινδίας Narendra Modi, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Shinzo Abe και η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel, πρέπει να αρχίσουν συναντήσεις μέσω τηλεδιάσκεψης για να συζητήσουν πώς θα αμβλύνουν τόσο τις οικονομικές όσο και τις οικονομικές επιπτώσεις.
Αυτή η ομάδα ηγεσίας θα πρέπει να συνεδριάζει εβδομαδιαίως εάν είναι απαραίτητο για να εκτιμά την πρόοδο και να επιλύει τις αναπόφευκτες αντιπαραθέσεις και παρανοήσεις μιας τόσο μεγάλης παγκόσμιας επιχείρησης.
[Οι ηγέτες] θα πρέπει να διορίζουν και να παρέχουν εξουσιοδότηση σε έμπιστους ανώτερους αξιωματούχους υπουργικού επιπέδου ώστε να συναντώνται καθημερινά για να εντοπίζουν τα εμπόδια της διεθνούς αντίδρασης˙ για να επιλύουν πρακτικά προβλήματα που παρεμποδίζουν τις προσπάθειες ανακούφισης˙ και για να συνεργάζονται σε μακροπρόθεσμα σχέδια που μπορούν τελικά να θέσουν ένα τέλος στην κρίση.
Ο Trump μπορεί να δημιουργήσει αυτή την ομάδα σε μια πρώτη συνάντηση αυτή την εβδομάδα.
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.
Η ατζέντα αυτής της ομάδας καθοδήγησης θα πρέπει να είναι ευρεία και φιλόδοξη.
Το πιο επείγον ζήτημα είναι να συμφωνηθεί ότι οι εθνικοί αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας πρέπει να ανταλλάσσουν γρήγορα και αποτελεσματικά ακριβή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των προσβεβλημένων ατόμων και εκείνων που έχουν κάνει τεστ, και το ποσοστό θνησιμότητας στις χώρες σε όλο τον κόσμο.
Αυτό και μόνο θα ήταν ανεκτίμητη βοήθεια για τους ειδικούς που επιζητούν να κατανοήσουν και να μοντελοποιήσουν τον αντίκτυπο του ιού και να προβλέψουν έτσι την καμπύλη του στο μέλλον.
Θα χρειαστεί να υπάρξει συμφωνία σχετικά με μια κεντρική υπηρεσία εκκαθάρισης για την ανταλλαγή αυτών των πληροφοριών, είτε αυτός είναι ο ΠΟΥ είτε άλλος οργανισμός που να μπορεί να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά.
Αυτοί οι ηγέτες πρέπει επίσης να ωθήσουν τις χώρες με μεγαλύτερη ικανότητα να συμφωνήσουν σε μια κοινή προσπάθεια μεταφοράς υλικής βοήθειας, κατάρτισης, και τεχνογνωσίας σε χώρες με ασθενέστερα συστήματα δημόσιας υγείας.
Καθώς η πανδημία πιθανότατα θα παραμείνει για το μεγαλύτερο μέρος του 2020, θα είναι κρίσιμο για τις χώρες που έχουν ανακάμψει σε μεγάλο βαθμό να επεκτείνουν την βοήθεια σε όσες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.
Αυτό είναι απίθανο να συμβεί χωρίς πίεση από κορυφαίους ηγέτες όπως ο Trump και ο Xi.
Επίσης, δεν είναι πολύ νωρίς για να διορίσουν οι ηγέτες μια ομάδα επιφανών εμπειρογνωμόνων σε θέματα παγκόσμιας δημόσιας υγείας ώστε να καθορίσουν τι έχει συμβεί μέχρι τώρα, τι πρέπει να επιδιορθωθεί επειγόντως, ποια διεθνή ιδρύματα αποτυγχάνουν, και ποια (αν χρειάζεται) πρέπει να δημιουργηθούν.
Οι ηγέτες πρέπει να ζητήσουν από τις κυβερνήσεις να είναι καλύτερα προετοιμασμένες, ατομικά και συλλογικά, για την επόμενη κρίση. (Αυτή είναι μια ιδιαίτερα οξεία αδυναμία των Ηνωμένων Πολιτειών, βέβαια, των οποίων το επίπεδο ετοιμότητας και έγκαιρης αντίδρασης ήταν μεταξύ των πιο αδύναμων σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο σημαντικό έθνος).
Το G-20 θα πρέπει επίσης να εργαστεί για τον συντονισμό των πολλών ερευνητικών πανεπιστημίων και ιδιωτικών εταιρειών που εργάζονται για ένα εμβόλιο.
Οι κυβερνήσεις, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι κατάλληλες για την πραγματοποίηση της ίδιας της έρευνας, αλλά μπορούν να περιορίσουν την ρυθμιστική γραφειοκρατία, να παράσχουν σπερματική χρηματοδότηση και, το σημαντικότερο, να συμφωνήσουν σε έναν δίκαιο τρόπο διανομής μόλις κυκλοφορήσει το εμβόλιο.
Οι εθνικές κυβερνήσεις πάλεψαν επίσης με το πώς μπορούν να βοηθήσουν τις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων που έχουν ξεμείνει σε ξένες χώρες, με τα σύνορα να κλείνουν με εκπληκτική ταχύτητα σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Οι πρεσβείες και τα προξενεία χρειάζονται τώρα βοήθεια για να προστατεύσουν τους πολίτες τους που έχουν βρεθεί στις νεκρές ζώνες της πανδημίας. Οι χώρες του G-20 είναι σε καλύτερη θέση να βοηθήσουν στην οργάνωση ειδικών πτήσεων και ανθρωπιστικών συνοδειών. Κάποιος πρέπει να πάει πίσω 80 χρόνια, στην αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, για να βρει μια εποχή που τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν μείνει αβοήθητοι έξω από τα σύνορα των χωρών τους.
Αυτή η υψηλού επιπέδου ομάδα καθοδήγησης θα επιτρέπει επίσης στους ηγέτες να επικοινωνούν αποτελεσματικότερα πριν από εθνικές αποφάσεις που θα επηρεάσουν αναπόφευκτα άλλες χώρες.
Όταν, για παράδειγμα, ο Trump ανακοίνωσε ότι σκόπευε να σταματήσει τα ταξίδια των Ευρωπαίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το έπραξε χωρίς σημαντική διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας η ηγεσία ήταν ευλόγως εξοργισμένη ως εκ τούτου. (Αυτή και μόνο η πράξη μπορεί να χρωματίζει για χρόνια τον τρόπο με τον οποίο οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι πολίτες βλέπουν τις Ηνωμένες Πολιτείες).
Το πιο σημαντικό είναι ότι, στην θέση μιας τέτοιας διαφωνίας, οι ηγέτες του κόσμου πρέπει να δώσουν ένα ενιαίο μήνυμα αποφασιστικότητας για να καταπολεμήσουν μαζί την πανδημία και να προγραμματίσουν την τελική απελευθέρωσή μας από αυτήν.
Ακόμη και ένα απλό δημόσιο μήνυμα αλληλεγγύης θα βοηθούσε -ιδιαίτερα από τον Trump, ο οποίος βγήκε ελάχιστες φορές για να μεταδώσει την αμερικανική συμπάθεια προς όσους υποφέρουν στο εξωτερικό.
Ο κόσμος χρειάζεται ελπίδα, και αυτοί οι ηγέτες μπορούν να παρέχουν τουλάχιστον κάποια από αυτήν.
Προλαμβάνοντας μια μεγάλη ύφεση
Με τις μεγάλες οικονομίες να σταματούν σιγά-σιγά, ο Trump και άλλοι ηγέτες πρέπει επίσης να αναλάβουν την προσωπική εποπτεία μιας δεύτερης υψηλού επιπέδου ομάδας, η οποία θα αποτελείται από τους Υπουργούς Οικονομικών και τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών από τις χώρες του G-20 και άλλες.
Ενόψει της πιο σοβαρής οικονομικής κρίσης σε σχεδόν έναν αιώνα, η εστίασή τους θα πρέπει να είναι να ευθυγραμμίσουν περισσότερο την δημοσιονομική και νομισματική πολιτική ώστε να περιοριστεί η σοβαρότητα μιας πιθανής παγκόσμιας ύφεσης.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Jerome Powell, και οι συνάδελφοί του στην Κεντρική Τράπεζα στον Καναδά, την Ευρώπη και την Ιαπωνία, έδωσαν καλό παράδειγμα νωρίτερα αυτόν τον μήνα στον συντονισμό μιας πρώτης δέσμης κοινών μέτρων για την τόνωση της παγκόσμιας οικονομίας.
Αλλά αυτές οι χώρες δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα κατευθύνουν μια αποτελεσματική παγκόσμια δράση χωρίς αξιωματούχους από την Βραζιλία, την Κίνα, την Ινδία και άλλες αναδυόμενες δυνάμεις στο ίδιο τραπέζι.
Υπάρχουν επίσης κάποια άμεσα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν.
Το ένα είναι να μειωθούν οι δασμολογικοί φραγμοί στα ιατρικά προϊόντα και τα εξαρτήματα που θα είναι απαραίτητα για μια πιο επιτυχημένη ανταπόκριση στην υγεία.
Αυτό δεν θα είναι εύκολο σε μια περίοδο οικονομικής δυσπραγίας όταν ο πειρασμός των εθνικών κυβερνήσεων θα είναι να προστατεύσουν τις δικές τους αγορές, αλλά το κόστος της αποτυχίας θα είναι τεράστιο.
Ένα άλλο είναι να αξιολογηθούν οι κυρώσεις που ισχύουν επί του παρόντος σε κυβερνήσεις όπως του Ιράν, της Βόρειας Κορέας και της Βενεζουέλας, και να αρθούν όσες παρεμποδίζουν την ζωτική ανθρωπιστική βοήθεια, τουλάχιστον προσωρινά.
Οι πολίτες αυτών των χωρών, οι οποίοι είναι τόσο ευάλωτοι στον κορωνοϊό όσο οποιοσδήποτε άλλος, δεν πρέπει να πληρώσουν με την ζωή τους για τις αμαρτίες των κυβερνήσεών τους.
Εξίσου σημαντικό, οι ανεξέλεγκτες εστίες θα απειλήσουν με νέα κύματα μολύνσεων πέρα από τα σύνορά τους.
Οταν δύο τίγρεις ενώνονται
Τέλος, η διοίκηση Trump πρέπει να καθιερώσει πολύ συχνότερη επικοινωνία μεταξύ της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου, μεταξύ του ίδιου του Trump και του Xi, μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών Mike Pompeo και του ομόλογου του, και μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Steven Mnuchin και των ομολόγων του.
Ως οι δύο μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα πρέπει να κάνουν περισσότερα για να μετριάσουν τις χειρότερες πτυχές της κρίσης και να δώσουν δημόσια ηγεσία.
Η χειρότερη στιγμή αυτής της κρίσης πολιτικά, ήταν η αποτυχία της Ουάσινγκτον και του Πεκίνου να βάλουν στην άκρη τις ευρύτερες εντάσεις και να συνδυάσουν τις δυνάμεις τους για την καταπολέμηση της πανδημίας.
Αν μη τι άλλο, η δυσπιστία και η εχθρότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας έχουν χειροτερέψει.
Τις τελευταίες εβδομάδες, έχουν πολεμήσει έναν εξελισσόμενο πόλεμο ρητορικής για το ποιος είναι τελικά υπεύθυνος για την πανδημία.
Οι Κινέζοι αξιωματούχοι έθεσαν χαμηλά τον πήχη υποστηρίζοντας -ψευδώς και εξωφρενικά- ότι ο στρατός των ΗΠΑ φύτεψε τον ιό στην Wuhan για να αποδυναμώσει την Κίνα. Αλλά κι ο Trump δεν βοήθησε με το να αναφερθεί στην [ασθένεια] COVID-19 ως ο «κινεζικός ιός».
Για χάρη τόσο των πολιτών τους όσο και του υπόλοιπου κόσμου, η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο πρέπει να σταματήσουν το παιχνίδι απόδοσης ευθυνών και να αρχίσουν να συνεργάζονται για λύσεις.
Αν η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορέσουν να επικοινωνήσουν και να συνεργαστούν αποτελεσματικά, θα είναι σχεδόν αδύνατο να αποφευχθούν περαιτέρω εντάσεις -διαιρώντας έναν κόσμο που τώρα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να είναι ενωμένος για κοινή δράση. Αλλά διακυβεύονται επίσης πολλά για την φήμη και την αξιοπιστία των δύο υπερδυνάμεων.
Ενώ η Κίνα ορθώς επαινέθηκε για την αυστηρή της εκστρατεία κοινωνικής απομάκρυνσης (social-distancing) και την πρόσφατη ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους, εξακολουθεί να υπόκειται σε έντονη (και δικαιολογημένη) κριτική για την αρχική καταστολή των πληροφοριών σχετικά με την επιδημία και, ακόμη και τώρα, για το ότι δεν μοιράζεται δεδομένα σχετικά με τις λοιμώξεις.
Ο Trump, εν τω μεταξύ, δεν προσπαθεί να ηγηθεί παγκοσμίως.
Αυτή η εικόνα -των Ηνωμένων Πολιτειών που δεν ήταν εκεί για να βοηθήσουν κατά την διάρκεια της πιο σοβαρής κρίσης στις ζωές των περισσότερων ανθρώπων- θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στον τρόπο με τον οποίο ο υπόλοιπος κόσμος βλέπει την χώρα να προχωρεί.
Μια παγκόσμια κρίση αυτού του μεγέθους φέρει έναν τελικό, και ενδεχομένως θανατηφόρο, κίνδυνο.
Αν οι χώρες στραφούν η μια εναντίον της άλλης, ανταγωνιζόμενες για σπάνιους πόρους και αποτύχουν να επικοινωνούν υπεύθυνα, δεν είναι αδιανόητο να προκύψουν συγκρούσεις και πόλεμοι.
Πόλεμος που έχει μία μόνο πλευρά
Όταν ο κόσμος αντιμετώπισε μια πολύ διαφορετική κρίση στην αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν η σίγουρη και ενωτική ηγεσία του Franklin D. Roosevelt και του Winston Churchill που δημιούργησε την συμμαχία η οποία ήταν κρίσιμη για την τελική νίκη, και σφυρηλάτησε ένα όραμα στον Ατλαντικό Χάρτη για αυτό που θα έρχονται στον απόηχό του.
Οι ηγέτες και οι σχολιαστές έχουν συγκρίνει τον τρέχοντα αγώνα με τον πόλεμο.
Αυτό που κάνει αυτή την κρίση διαφορετική, όμως, είναι ότι κάθε χώρα και όλοι οι πολίτες βρίσκονται τώρα στην ίδια πλευρά.
Για να έχουμε την ευκαιρία να επικρατήσουμε, χρειαζόμαστε εστιασμένη, αποφασιστική και αποτελεσματική ηγεσία, και πραγματική συνεργασία από τον Trump και άλλους παγκόσμιους ηγέτες.
Θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό αν ο κόσμος μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το υπαρξιακό τεστ.
Σε μια εποχή εθνικισμού και «Πρώτα η Αμερική», η αλήθεια θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη για όλους: Τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δεν έχει αποδείξει τόσο ξεκάθαρα το πως η μοίρα όλων -των 7,7 δισεκατομμυρίων ανθρώπων- σε αυτόν τον άκρως διασυνδεδεμένο κόσμο μας είναι κοινή.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών