Tο χρέος που προκύπτει με την πάροδο του χρόνου και απότοκο των δημοσίων δαπανών θα μπορούσε να επιφέρει μια βαθύτερη κρίση και μια διπλή ύφεση για ορισμένες χώρες
Η οικονομική καταστροφή που προέκυψε από την πανδημία, ανάγκασε τις κυβερνήσεις να διοχετεύσουν τα μεγαλύτερα στην ιστορία πακέτα δημοσιονομικών δαπανών για να στηρίξουν εκατομμύρια πολίτες και επιχειρήσεις.
Αυτές οι δαπάνες είναι απαραίτητες για τη στήριξη των οικονομιών και όλοι οι αξιωματούχοι συμφωνούν σε αυτό.
Ωστόσο, το χρέος που προκύπτει με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσε να επιφέρει μια βαθύτερη κρίση και μια διπλή ύφεση για ορισμένες χώρες, σύμφωνα με πρόσφατες εκθέσεις, τις οποίες επικαλείται το CNBC.
«Οι κρίσεις χρέους είναι προ των πυλών», επισήμανε η Economist Intelligence Unit (EIU) στα τέλη Μαρτίου.
«Προς το παρόν, οι κυβερνήσεις αυξάνουν τις δημοσιονομικές δαπάνες για την καταπολέμηση της επιδημίας, τη διατήρηση της βασικής οικονομικής αρχιτεκτονικής και των θέσεων εργασίας.
Ως αποτέλεσμα, τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα αυξηθούν απότομα τα επόμενα χρόνια», ανέφερε η έκθεση.
Ήδη στις αρχές Ιανουαρίου και πριν από οποιοδήποτε lockdown ανά τον κόσμο η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιούσε για τον κίνδυνο μιας νέας παγκόσμιας κρίσης χρέους.
Περιέγραψε το τρέχον κύμα συσσώρευσης χρέους - το οποίο ξεκίνησε το 2010 - ως «τη μεγαλύτερη, ταχύτερη και πιο ευρεία αύξηση» στον παγκόσμιο δανεισμό από τη δεκαετία του 1970.
Το πρώτο εξάμηνο του 2019, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 7,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας νέο ρεκόρ ξεπερνώντας τα 250 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IIF).
«Χωρίς ένδειξη επιβράδυνσης, αναμένουμε ότι το παγκόσμιο χρέος θα ξεπεράσει τα 255 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, κυρίως λόγω ΗΠΑ και Κίνας», έγραφε το IIF στα τέλη του 2019 - πριν τελειώσει το έτος και πολύ κάποιος αναφερθεί σε παγκόσμια πανδημία.
Στην παρούσα φάση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία φέτος «πιθανότατα» θα υποστεί τη χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά τη Μεγάλη Ύφεση, καθώς οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο επεκτείνουν τα lockdowns και τις οικονομικές διακοπές για να καταπολεμήσουν την εξάπλωση του Covid-19.
Το ΔΝΤ αναμένει ότι η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 3% το 2020.
Τον Ιανουάριο, αντιθέτως, είχε προβλέψει μια παγκόσμια αύξηση του ΑΕΠ 3,3% για το τρέχον έτος.
Η έκθεση της EIU προειδοποιούσε ότι κάτω από μια τέτοια άνευ προηγουμένου πίεση και χωρίς βεβαιότητα ως προς το πόσο καιρό θα διαρκέσει η τρέχουσα κρίση, οι επιλογές των κρατών για την απομάκρυνσή τους από τη δίνη του χρέους μετά την υποχώρηση της κρίσης γίνονται όλο και πιο αδύναμες.
Ενώ η λιτότητα έχει χρησιμοποιηθεί για τη μείωση των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων στο παρελθόν, αυτό είναι απίθανο να αποδειχθεί βιώσιμο κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε ανάκαμψης μετά την κρίση, δεδομένης της οικονομικής αιμορραγίας που θα έχουν βιώσει οι περισσότεροι από τον κόσμο.
Χωρίς ρεαλιστικά μέτρα για την πρόληψη των κρίσεων του δημόσιου χρέους, ένα δεύτερο και ενδεχομένως βαθύτερο χτύπημα θα μπορούσε να πλήξει τις οικονομίες - ιδιαίτερα τις υπερχρεωμένες ανεπτυγμένες χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, απειλώντας τη μετάδοση σε περισσότερες αγορές, προειδοποίησε η EIU.
Η αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσω υψηλότερων φόρων θα είναι δυσάρεστη για κάποιο χρονικό διάστημα και ίσως να μην είναι αρκετή, γράφουν οι συγγραφείς της έκθεσης.
Επιπλέον τα κρατικά ομόλογα στο μέλλον να μην είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για τους επενδυτές.
«Πολλές ανεπτυγμένες χώρες μπορεί, μεσοπρόθεσμα, να βρεθούν στο χείλος μιας κρίσης χρέους», έγραψε στην έκθεση η Agathe Demarais, διευθύντρια παγκόσμιων προβλέψεων της EIU.
«Αυτό επιδεινώνεται από το γεγονός ότι πολλές από τις ευρωπαϊκές χώρες που επλήγησαν σφοδρά από την επιδημία, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, βρισκόταν σε κακή δημοσιονομική κατάσταση και πριν από το ξέσπασμα του κορωνοϊού».
Αυτές οι δαπάνες είναι απαραίτητες για τη στήριξη των οικονομιών και όλοι οι αξιωματούχοι συμφωνούν σε αυτό.
Ωστόσο, το χρέος που προκύπτει με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσε να επιφέρει μια βαθύτερη κρίση και μια διπλή ύφεση για ορισμένες χώρες, σύμφωνα με πρόσφατες εκθέσεις, τις οποίες επικαλείται το CNBC.
«Οι κρίσεις χρέους είναι προ των πυλών», επισήμανε η Economist Intelligence Unit (EIU) στα τέλη Μαρτίου.
«Προς το παρόν, οι κυβερνήσεις αυξάνουν τις δημοσιονομικές δαπάνες για την καταπολέμηση της επιδημίας, τη διατήρηση της βασικής οικονομικής αρχιτεκτονικής και των θέσεων εργασίας.
Ως αποτέλεσμα, τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα αυξηθούν απότομα τα επόμενα χρόνια», ανέφερε η έκθεση.
Ήδη στις αρχές Ιανουαρίου και πριν από οποιοδήποτε lockdown ανά τον κόσμο η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιούσε για τον κίνδυνο μιας νέας παγκόσμιας κρίσης χρέους.
Περιέγραψε το τρέχον κύμα συσσώρευσης χρέους - το οποίο ξεκίνησε το 2010 - ως «τη μεγαλύτερη, ταχύτερη και πιο ευρεία αύξηση» στον παγκόσμιο δανεισμό από τη δεκαετία του 1970.
Το πρώτο εξάμηνο του 2019, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 7,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας νέο ρεκόρ ξεπερνώντας τα 250 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IIF).
«Χωρίς ένδειξη επιβράδυνσης, αναμένουμε ότι το παγκόσμιο χρέος θα ξεπεράσει τα 255 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, κυρίως λόγω ΗΠΑ και Κίνας», έγραφε το IIF στα τέλη του 2019 - πριν τελειώσει το έτος και πολύ κάποιος αναφερθεί σε παγκόσμια πανδημία.
Στην παρούσα φάση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία φέτος «πιθανότατα» θα υποστεί τη χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση μετά τη Μεγάλη Ύφεση, καθώς οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο επεκτείνουν τα lockdowns και τις οικονομικές διακοπές για να καταπολεμήσουν την εξάπλωση του Covid-19.
Το ΔΝΤ αναμένει ότι η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 3% το 2020.
Τον Ιανουάριο, αντιθέτως, είχε προβλέψει μια παγκόσμια αύξηση του ΑΕΠ 3,3% για το τρέχον έτος.
Η έκθεση της EIU προειδοποιούσε ότι κάτω από μια τέτοια άνευ προηγουμένου πίεση και χωρίς βεβαιότητα ως προς το πόσο καιρό θα διαρκέσει η τρέχουσα κρίση, οι επιλογές των κρατών για την απομάκρυνσή τους από τη δίνη του χρέους μετά την υποχώρηση της κρίσης γίνονται όλο και πιο αδύναμες.
Ενώ η λιτότητα έχει χρησιμοποιηθεί για τη μείωση των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων στο παρελθόν, αυτό είναι απίθανο να αποδειχθεί βιώσιμο κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε ανάκαμψης μετά την κρίση, δεδομένης της οικονομικής αιμορραγίας που θα έχουν βιώσει οι περισσότεροι από τον κόσμο.
Χωρίς ρεαλιστικά μέτρα για την πρόληψη των κρίσεων του δημόσιου χρέους, ένα δεύτερο και ενδεχομένως βαθύτερο χτύπημα θα μπορούσε να πλήξει τις οικονομίες - ιδιαίτερα τις υπερχρεωμένες ανεπτυγμένες χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, απειλώντας τη μετάδοση σε περισσότερες αγορές, προειδοποίησε η EIU.
Η αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσω υψηλότερων φόρων θα είναι δυσάρεστη για κάποιο χρονικό διάστημα και ίσως να μην είναι αρκετή, γράφουν οι συγγραφείς της έκθεσης.
Επιπλέον τα κρατικά ομόλογα στο μέλλον να μην είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για τους επενδυτές.
«Πολλές ανεπτυγμένες χώρες μπορεί, μεσοπρόθεσμα, να βρεθούν στο χείλος μιας κρίσης χρέους», έγραψε στην έκθεση η Agathe Demarais, διευθύντρια παγκόσμιων προβλέψεων της EIU.
«Αυτό επιδεινώνεται από το γεγονός ότι πολλές από τις ευρωπαϊκές χώρες που επλήγησαν σφοδρά από την επιδημία, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, βρισκόταν σε κακή δημοσιονομική κατάσταση και πριν από το ξέσπασμα του κορωνοϊού».
Σχόλια αναγνωστών