Οι περισσότερες αγορές στην Ευρώπη και την Ασία παρέμειναν κλειστές λόγω της αργίας της Πρωτομαγιάς
(upd4) Πτώση καταγράφουν σήμερα Παρασκευή 1η Μαΐου τα διεθνή χρηματιστήρια, εξαιτίας των νέων εντάσεων που προκλήθηκαν τις τελευταίες ώρες μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, με αφορμή το τρόπο που διαχειρίστηκε το Πεκίνο την πανδημία του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, Donald Trump, η εμπορική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών θα περάσει πλέον σε δεύτερη μοίρα, μετά τα όσα συνέβησαν στην Κίνα τους τελευταίους μήνες, ενώ ο ίδιος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής νέων δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων.
Την ίδια στιγμή, ο Trump επιθυμεί να μπλοκάρει ένα αμερικανικό ταμείο συνταξιοδότησης να επενδύσει σε κινεζικές μετοχές καθώς θεωρείται κίνδυνος εθνικής ασφάλειας, γεγονός που αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών παγκσομίως.
Ο δείκτης FTSE 100 στο Λονδίνο καταγράφει πτώση -1,82% στις 5.793 μονάδες.
Τα futures για τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq υποχωρούν κατά -2,3% στις 8.778 μονάδες.
Παράλληλα, τα futures για τον δείκτη S&P 500 σημειώνουν πτώση -2% στις 2.843 μονάδες.
Τα futures για τον δείκτη Dow Jones καταγράφουν πτώση -1,84% στις 23.783 μονάδες.
Ο δείκτης μεταβλητότητας VIX, γνωστός και ως δείκτης φόβου, ενισχύεται κατά +8,96% στις 37,02 μονάδες.
Σημειώνεται ότι οι υπόλοιπες αγορές στην Ευρώπη παρέμειναν σήμερα κλειστές λόγω της αργίας της Πρωτομαγιάς.
«Η Κίνα δεν κατάφερε να σταματήσει τον κορωνοϊό, είτε επειδή δεν είχε την ικανότητα να το κάνει, είτε επειδή τον άφησε να εξαπλωθεί», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ότι το Πεκίνο «δε θέλει να με δει να εκλέγομαι ξανά πρόεδρος και ο λόγος είναι ότι δώσαμε δισεκατομμύρια δολάρια στην Κίνα και αυτή δε μας έδωσε τίποτα».
Μάλιστα, ο Donald Trump προειδοποίησε ότι η Ουάσιγκτον ενδέχεται να προχωρήσει στην επιβολή νέων δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων, ως «απάντηση» στον τρόπου που διαχειρίστηκε η Κίνα την κρίση του Covid-19.
«Ο δείκτης FTSE στο Λονδίνο διευρύνει τις απώλειες, καθώς οι επενδυτές γύρισαν την πλάτη τους στις μετοχές των κλάδων εξόρυξης, ταξιδιών και χρηματοοικονομικών», επισημαίνει η βρετανική επενδυτική εταιρεία AJ Bell, προσθέτοντας ότι «οι πιέσεις στις αγορές οφείλονται και στις νέες εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, οι οποίες προκαλούν ανησυχία για το ενδεχόμενο μίας ακόμα εμπορικής διαμάχης».
Ωστόσο, παρά τις απώλειες των τελευταίων ωρών, οι αγορές ολοκλήρωσαν έναν από τους καλύτερους μήνες των τελευταίων ετών, καθώς τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σημείωσαν τη μεγαλύτερη μηνιαία άνοδο από τον Οκτώβριο του 2015.
Οι δείκτες στη Wall Street κατέγραψαν τον καλύτερο μήνα από των τελευταίων 30 ετών, με τον δείκτη S&P 500 να σημειώνει μάλιστα τον καλύτερο Απρίλιο από το 1938.
Παράλληλα, η μηνιαία άνοδος για τον δείκτη Nasdaq διαμορφώθηκε στο +15,5% γεγονός που αποτελεί τον καλύτερο μήνα που έχει καταγράψει στην ιστορία του ο τεχνολογικός δείκτης.
«Το απότομο ράλι ανακούφισης των αγορών έχει αφήσει πίσω του τα βασικά θεμελιώδη στοιχεία, αφήνοντας χώρο για βραχυπρόθεσμες απογοητεύσεις», ανφέρουν οι αναλυτές της MRB Partners, διευκρινίζοντας ότι «πολλές χώρες εξετάζουν την επανεκκίνηση των οικονομιών τους, αλλά προκειμένου να γίνει αυτό με ασφάλεια και να φτάσουμε τα προηγούμενα επίπεδα παραγωγής θα χρειαστεί μία σειρά από ιατρικές ανακαλύψεις και μία ευρεία διανομή της θεραπείας».
Στο μέτωπο των εταιρικών αποτλεσμάτων, σημαντική πτώση κατέγραψαν τα κέρδη της Royal Bank of Scotland για το πρώτο τρίμηνο του 2020, όπως ανακοίνωσε σήμερα η βρετανική τράπεζα, τονίζοντας ότι οι προοπτικές για το σύνολο του έτους παραμένουν αβέβαιες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Ειδικότερα, τα καθαρά κέρδη της βρετανικής τράπεζας σημείωσαν πτώση της τάξεως του -59,2% στα 288 εκατ. στερλίνες, έναντι 707 εκατ. στερλινών το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Παράλληλα, τα λειτουργικά κέρδη προ φόρων υποχώρησαν στα 519 εκατ. στερλίνες, έναντι 1,01 δισ. στερλινών το πρώτο τρίμηνο του 2019, ενώ οι χρεώσεις απομείωσης διαμορφώθηκαν στα 802 εκατ. στερλίνες λόγω της πανδημίας, έναντι 86 εκατ. στερλινών το προηγούμενο έτος.
Τα συνολικά έσοδα της Royal Bank of Scotland κατέγραψαν άνοδο της τάξεως του +3,9% στα 3,16 δισ. στερλίνες, έναντι 3,04 δισ. στερλινών το προηγούμενο έτος, ενώ τα έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν στα 1,9 δισ. στερλίνες, έναντι 2 δισ. στερλινών το πρώτο τρίμηνο του 2019.
Όσον αφορά τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Tier1, ο οποίος αποτελεί μέτρο κεφαλαιακής ισχύος για την τράπεζα, αυτός διαμορφώθηκε στο 16,6% έναντι 16,2% το τελευθταίο τρίμηνο του 2019.
Όπως ανακοίνωσε η RBS, οι προοπτικές για τους επόμενους μήνες παραμένουν αβέβαιες, καθώς το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί αυτή τη στιγμή καθιστά πιο δύσκολη τη επίτευξη των στόχων για μείωση κόστους.
«Δε θα ήταν κατάλληλο να προχωρήσουμε σε ενημέρωση σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές αυτή τη στιγμή, υπό το πρίσμα μίας σημαντικής επιδείνωσης στις προοτικές της οικονομίας και ενός πρωτοφανούς επιπέδου αβεβαιότητας», τόνισε σε ανακοίνωσή της η RBS.
Όσον αφορά τα μακροοικονομικά στοιχεία, περαιτέρω συρρίκνωση κατέγραψε η δραστηριότητα του μεταποιητικού κλάδου στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Απρίλιο του 2020, όπως ανακοίνωσε σήμερα η Markit, υποχωρώντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα εν μέσω της κρίσης του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, ο δείκτης PMI διαμορφώθηκε στις 32,6 μονάδες, έναντι 47,8 μονάδων τον Μάρτιο του 2020, την ίδια στιγμή που οι αναλυτές προέβλεπαν ότι ο δείκτης θα διαμορφωθεί στις 32,8 μονάδες.
Επιπλέον, τα τελικά στοιχεία της Markit αποδείχθηκαν οριακά κατώτερα σε σχέση με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις τα οποία είχαν δημοσιευθεί τον περασμένο μήνα, στις 32,9 μονάδες.
Οι υποδείκτες παραγωγής, νέων παραγγελιών και απασχόλησης κατέγραψαν τη μεγαλύτερη μηνιαία συρρίκνωση των τελευταίων 28 ετών, ενώ ο υποδείκτης που αφορά τη ζήτηση από το εξωτερικό υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Παράλληλα, ο υποδείκτης αισιοδοξίας των επιχειρήσεων για τους επόμενους μήνες παρέμεινε χαμηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο των τελευταίων ετών, καταγράφοντας ωστόσο οριακή άνοδο σε σύγκριση με τον Μάρτιο.
«Το ερώτημα που εκκρεμεί είναι το πόσο μεγάλο θα είναι το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν τα περιοριστικά μέτρα, και ποιοι κλάδοι μπορούν να επαναλειτουργήσουν με ασφάλεια», δήλωσε ο διευθυντής της Markit, Rob Dobson, μετά τη δημοσίευση των στοιχείων.
«Οι πιέσεις αυξάνονται, και όσο περισσότερο παραμένει σε lockdown η παγκόσμια οικονομία τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι ζημίες για τη βιομηχανία, ενώ θα αυξάνεται η πιθανότητα περαιτέρω περικοπών στις θέσεις εργασίας», πρόσθεσε ο κ. Dobson.
Πτώση στις αγορές της Ασίας λόγω ΗΠΑ και μακροοικονομίας
Με απώλειες έκλεισαν σήμερα Παρασκευή 1η Μαΐου οι αγορές στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, δεχόμενες πιέσεις τόσο από την πτώση που σημειώθηκε στη Wall Street όσο και από τα τελευταία μακροοικονομικά στοιχεία τα οποία δείχνουν τον αντίκτυπο του κορωνοϊού στην παγκόσμια οικονομία.
Ειδικότερα, ο δείκτης Nikkei στην Ιαπωνία έκλεισε με απώλειες της τάξεως του -2,84% στις 19.619,35 μονάδες, μετά την άνοδο του +2,14% που σημείωσε χθες.
Ο δείκτης S&P/ASX 200 υποχώρησε κατά -5,01% στις 5.245,90 μονάδες, αντιστρέφοντας τα κέρδη της τάξεως του +2,39% που είχε σημειώσει κατά την προηγούμενη συνεδρίαση.
Στη Νέα Ζηλανδία, ο δείκτης S&P/NZX 50 έκλεισε με πτώση της τάξεως του -0,79% στις 10.449,01 μονάδες.
Σημειώνεται ότι οι αγορές σε Νότια Κορέα, ηπεριωτική Κίνα, Χονγκ Κονγκ, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη και Ινδονησία παρέμειναν κλειστές λόγω αργίας για την Πρωτομαγιά.
Η μετοχή της Toyota υποχώρησε κατά -2,58%, ενώ οι μετοχές των Sony και Fast Retailing έκλεισε με απώλειες της τάξεως του -1,81% και -1,78% αντίστοιχα.
Παράλληλα, οι μετοχές των Commonwealth Bank και Westpac κατέγραψαν σημαντική πτώση στις αγορές της Αυστραλίας, καθώς υποχώρησαν κατά -6,14% και -5,77% αντίστοιχα.
Στο μέτωπο των μακροοικονομικών στοιχείων, οι εξαγωγές στη Νότια Κορέα υποχώρησαν με τους ταχύτερους ρυθμούς από το 2009, καθώς η πανδημία του κορωνοϊού επηρέασε σημαντικά τη ζήτηση από τις χώρες του εξωτερικού.
Οι εξαγωγές της Νότιας Κορέας κατέγραψαν «βουτιά» της τάξεως του -24,3% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2019, έναντι ήπιας πτώσης -0,7% τον Μάρτιο του 2020.
Την ίδια στιγμή, οι εισαγωγές της χώρας υποχώρησαν κατά -15,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, έναντι ετήσιας αύξησης +0,3% τον προηγούμενο μήνα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο της Νότιας Κορέας να παρουσιάσει έλλειμμα για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια, και συγκεκριμενα στα 950 εκατ. δολ.
Νωρίτερα, η Markit δημοσίευσε τα στοιχεία που αφορούν τη δραστηριότητα του μεταποιητικού κλάδου στην Ιαπωνία για τον Απρίλιο του 2020, σύμφωνα με τα οποία καταγράφηκε περαιτέρω συρρίκωνση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Ο δείκτης PMI διαμορφώθηκε στις 41,9 μονάδες, έναντι 44,8 μονάδων τον Μάρτιο του 2020, γεγονός που αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έντεκα ετών.
Μάλιστα, η πτώση του δείκτη PMI αποδείχθηκε μεγαλύτερη σε σχέση με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις της Markit, στις 43,7 μονάδες.
Παράλληλα, ο υποδείκτης που σχετίζεται με την απασχόληση υποχώρησε με τους ταχύτερους ρυθμούς από τον Ιούνιο του 2009, καθώς οι χαμηλότερες λειτουργικές απαιτήσεις οδήγησαν ορισμένες επιχειρήσεις στη μείωση του εργατικού τους δυναμικού.
Οι νέες παραγγελίες από το εξωτερικό υποχώρησαν στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές του 2009, ενώ ο υποδείκτης αισιδοξίας των επιχειρήσεων για τους επόμενους μήνες κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση από το 2012, όταν και δημιουργήθηκε από τη Markit.
«Η ύφεση του μεταποιητικού κλάδου στην Ιαπωνία εντάθηκε τον Απρίλιο, καθώς οι διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού παρέλυσαν και η παγκόσμια ζήτηση υποχώρησε περαιτέρω», δήλωσε ο οικονομολόγος της Markit, Joe Hayes, διευκρινίζοντας ότι «η πτώση στην παραγωγή και τις νέες παραγγελίες είναι η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί από την παγκόσμια οικονομική κρίση στις αρχές του 2009».
«Οι προοπτικές για τους παραγωγούς αγαθών στην Ιαπωνία θα συνδεθεί σε μεγάλο βαθμό με την παγκόσμια ανάκαμψη, όταν αυτή συμβεί εν τέλει», προσθέτει ο κ. Hayes, ο οποίος υπογράμμισε ότι «τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι να περάσουμε την κορύφωση της πανδημίας και να ανακάμψει η ζήτηση, ένα μεγάλο μέρος της ιαπωνικής μεταποιητικής οικονομίας θα παραμείνει κλειστό».
Χθες, οι αγορές στις ΗΠΑ έκλεισαν με απώλειες, δεχόμενες πιέσεις από τη νέα αύξηση που σημειώθηκε στις νέες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας, με τον συνολικό αριθμό τους να αγγίζει πλέον τα 30 εκατ. από την αρχή της κρίσης του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, οι νέες αιτήσεις για το επίδομα ανεργίας στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 3,8 εκατ. για την εβδομάδα που έληξε στις 25 Απρίλιου, ενώ οι συνεχιζόμενες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας κατέγραψαν άνοδο 2,2 εκατ. σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, αγγίζοντας τα 18 εκατ.
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, Donald Trump, η εμπορική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών θα περάσει πλέον σε δεύτερη μοίρα, μετά τα όσα συνέβησαν στην Κίνα τους τελευταίους μήνες, ενώ ο ίδιος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής νέων δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων.
Την ίδια στιγμή, ο Trump επιθυμεί να μπλοκάρει ένα αμερικανικό ταμείο συνταξιοδότησης να επενδύσει σε κινεζικές μετοχές καθώς θεωρείται κίνδυνος εθνικής ασφάλειας, γεγονός που αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών παγκσομίως.
Ο δείκτης FTSE 100 στο Λονδίνο καταγράφει πτώση -1,82% στις 5.793 μονάδες.
Τα futures για τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq υποχωρούν κατά -2,3% στις 8.778 μονάδες.
Παράλληλα, τα futures για τον δείκτη S&P 500 σημειώνουν πτώση -2% στις 2.843 μονάδες.
Τα futures για τον δείκτη Dow Jones καταγράφουν πτώση -1,84% στις 23.783 μονάδες.
Ο δείκτης μεταβλητότητας VIX, γνωστός και ως δείκτης φόβου, ενισχύεται κατά +8,96% στις 37,02 μονάδες.
Σημειώνεται ότι οι υπόλοιπες αγορές στην Ευρώπη παρέμειναν σήμερα κλειστές λόγω της αργίας της Πρωτομαγιάς.
«Η Κίνα δεν κατάφερε να σταματήσει τον κορωνοϊό, είτε επειδή δεν είχε την ικανότητα να το κάνει, είτε επειδή τον άφησε να εξαπλωθεί», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ότι το Πεκίνο «δε θέλει να με δει να εκλέγομαι ξανά πρόεδρος και ο λόγος είναι ότι δώσαμε δισεκατομμύρια δολάρια στην Κίνα και αυτή δε μας έδωσε τίποτα».
Μάλιστα, ο Donald Trump προειδοποίησε ότι η Ουάσιγκτον ενδέχεται να προχωρήσει στην επιβολή νέων δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων, ως «απάντηση» στον τρόπου που διαχειρίστηκε η Κίνα την κρίση του Covid-19.
«Ο δείκτης FTSE στο Λονδίνο διευρύνει τις απώλειες, καθώς οι επενδυτές γύρισαν την πλάτη τους στις μετοχές των κλάδων εξόρυξης, ταξιδιών και χρηματοοικονομικών», επισημαίνει η βρετανική επενδυτική εταιρεία AJ Bell, προσθέτοντας ότι «οι πιέσεις στις αγορές οφείλονται και στις νέες εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, οι οποίες προκαλούν ανησυχία για το ενδεχόμενο μίας ακόμα εμπορικής διαμάχης».
Ωστόσο, παρά τις απώλειες των τελευταίων ωρών, οι αγορές ολοκλήρωσαν έναν από τους καλύτερους μήνες των τελευταίων ετών, καθώς τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σημείωσαν τη μεγαλύτερη μηνιαία άνοδο από τον Οκτώβριο του 2015.
Οι δείκτες στη Wall Street κατέγραψαν τον καλύτερο μήνα από των τελευταίων 30 ετών, με τον δείκτη S&P 500 να σημειώνει μάλιστα τον καλύτερο Απρίλιο από το 1938.
Παράλληλα, η μηνιαία άνοδος για τον δείκτη Nasdaq διαμορφώθηκε στο +15,5% γεγονός που αποτελεί τον καλύτερο μήνα που έχει καταγράψει στην ιστορία του ο τεχνολογικός δείκτης.
«Το απότομο ράλι ανακούφισης των αγορών έχει αφήσει πίσω του τα βασικά θεμελιώδη στοιχεία, αφήνοντας χώρο για βραχυπρόθεσμες απογοητεύσεις», ανφέρουν οι αναλυτές της MRB Partners, διευκρινίζοντας ότι «πολλές χώρες εξετάζουν την επανεκκίνηση των οικονομιών τους, αλλά προκειμένου να γίνει αυτό με ασφάλεια και να φτάσουμε τα προηγούμενα επίπεδα παραγωγής θα χρειαστεί μία σειρά από ιατρικές ανακαλύψεις και μία ευρεία διανομή της θεραπείας».
Στο μέτωπο των εταιρικών αποτλεσμάτων, σημαντική πτώση κατέγραψαν τα κέρδη της Royal Bank of Scotland για το πρώτο τρίμηνο του 2020, όπως ανακοίνωσε σήμερα η βρετανική τράπεζα, τονίζοντας ότι οι προοπτικές για το σύνολο του έτους παραμένουν αβέβαιες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Ειδικότερα, τα καθαρά κέρδη της βρετανικής τράπεζας σημείωσαν πτώση της τάξεως του -59,2% στα 288 εκατ. στερλίνες, έναντι 707 εκατ. στερλινών το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Παράλληλα, τα λειτουργικά κέρδη προ φόρων υποχώρησαν στα 519 εκατ. στερλίνες, έναντι 1,01 δισ. στερλινών το πρώτο τρίμηνο του 2019, ενώ οι χρεώσεις απομείωσης διαμορφώθηκαν στα 802 εκατ. στερλίνες λόγω της πανδημίας, έναντι 86 εκατ. στερλινών το προηγούμενο έτος.
Τα συνολικά έσοδα της Royal Bank of Scotland κατέγραψαν άνοδο της τάξεως του +3,9% στα 3,16 δισ. στερλίνες, έναντι 3,04 δισ. στερλινών το προηγούμενο έτος, ενώ τα έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν στα 1,9 δισ. στερλίνες, έναντι 2 δισ. στερλινών το πρώτο τρίμηνο του 2019.
Όσον αφορά τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Tier1, ο οποίος αποτελεί μέτρο κεφαλαιακής ισχύος για την τράπεζα, αυτός διαμορφώθηκε στο 16,6% έναντι 16,2% το τελευθταίο τρίμηνο του 2019.
Όπως ανακοίνωσε η RBS, οι προοπτικές για τους επόμενους μήνες παραμένουν αβέβαιες, καθώς το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί αυτή τη στιγμή καθιστά πιο δύσκολη τη επίτευξη των στόχων για μείωση κόστους.
«Δε θα ήταν κατάλληλο να προχωρήσουμε σε ενημέρωση σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές αυτή τη στιγμή, υπό το πρίσμα μίας σημαντικής επιδείνωσης στις προοτικές της οικονομίας και ενός πρωτοφανούς επιπέδου αβεβαιότητας», τόνισε σε ανακοίνωσή της η RBS.
Όσον αφορά τα μακροοικονομικά στοιχεία, περαιτέρω συρρίκνωση κατέγραψε η δραστηριότητα του μεταποιητικού κλάδου στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Απρίλιο του 2020, όπως ανακοίνωσε σήμερα η Markit, υποχωρώντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα εν μέσω της κρίσης του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, ο δείκτης PMI διαμορφώθηκε στις 32,6 μονάδες, έναντι 47,8 μονάδων τον Μάρτιο του 2020, την ίδια στιγμή που οι αναλυτές προέβλεπαν ότι ο δείκτης θα διαμορφωθεί στις 32,8 μονάδες.
Επιπλέον, τα τελικά στοιχεία της Markit αποδείχθηκαν οριακά κατώτερα σε σχέση με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις τα οποία είχαν δημοσιευθεί τον περασμένο μήνα, στις 32,9 μονάδες.
Οι υποδείκτες παραγωγής, νέων παραγγελιών και απασχόλησης κατέγραψαν τη μεγαλύτερη μηνιαία συρρίκνωση των τελευταίων 28 ετών, ενώ ο υποδείκτης που αφορά τη ζήτηση από το εξωτερικό υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Παράλληλα, ο υποδείκτης αισιοδοξίας των επιχειρήσεων για τους επόμενους μήνες παρέμεινε χαμηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο των τελευταίων ετών, καταγράφοντας ωστόσο οριακή άνοδο σε σύγκριση με τον Μάρτιο.
«Το ερώτημα που εκκρεμεί είναι το πόσο μεγάλο θα είναι το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν τα περιοριστικά μέτρα, και ποιοι κλάδοι μπορούν να επαναλειτουργήσουν με ασφάλεια», δήλωσε ο διευθυντής της Markit, Rob Dobson, μετά τη δημοσίευση των στοιχείων.
«Οι πιέσεις αυξάνονται, και όσο περισσότερο παραμένει σε lockdown η παγκόσμια οικονομία τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι ζημίες για τη βιομηχανία, ενώ θα αυξάνεται η πιθανότητα περαιτέρω περικοπών στις θέσεις εργασίας», πρόσθεσε ο κ. Dobson.
Πτώση στις αγορές της Ασίας λόγω ΗΠΑ και μακροοικονομίας
Με απώλειες έκλεισαν σήμερα Παρασκευή 1η Μαΐου οι αγορές στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, δεχόμενες πιέσεις τόσο από την πτώση που σημειώθηκε στη Wall Street όσο και από τα τελευταία μακροοικονομικά στοιχεία τα οποία δείχνουν τον αντίκτυπο του κορωνοϊού στην παγκόσμια οικονομία.
Ειδικότερα, ο δείκτης Nikkei στην Ιαπωνία έκλεισε με απώλειες της τάξεως του -2,84% στις 19.619,35 μονάδες, μετά την άνοδο του +2,14% που σημείωσε χθες.
Ο δείκτης S&P/ASX 200 υποχώρησε κατά -5,01% στις 5.245,90 μονάδες, αντιστρέφοντας τα κέρδη της τάξεως του +2,39% που είχε σημειώσει κατά την προηγούμενη συνεδρίαση.
Στη Νέα Ζηλανδία, ο δείκτης S&P/NZX 50 έκλεισε με πτώση της τάξεως του -0,79% στις 10.449,01 μονάδες.
Σημειώνεται ότι οι αγορές σε Νότια Κορέα, ηπεριωτική Κίνα, Χονγκ Κονγκ, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη και Ινδονησία παρέμειναν κλειστές λόγω αργίας για την Πρωτομαγιά.
Η μετοχή της Toyota υποχώρησε κατά -2,58%, ενώ οι μετοχές των Sony και Fast Retailing έκλεισε με απώλειες της τάξεως του -1,81% και -1,78% αντίστοιχα.
Παράλληλα, οι μετοχές των Commonwealth Bank και Westpac κατέγραψαν σημαντική πτώση στις αγορές της Αυστραλίας, καθώς υποχώρησαν κατά -6,14% και -5,77% αντίστοιχα.
Στο μέτωπο των μακροοικονομικών στοιχείων, οι εξαγωγές στη Νότια Κορέα υποχώρησαν με τους ταχύτερους ρυθμούς από το 2009, καθώς η πανδημία του κορωνοϊού επηρέασε σημαντικά τη ζήτηση από τις χώρες του εξωτερικού.
Οι εξαγωγές της Νότιας Κορέας κατέγραψαν «βουτιά» της τάξεως του -24,3% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2019, έναντι ήπιας πτώσης -0,7% τον Μάρτιο του 2020.
Την ίδια στιγμή, οι εισαγωγές της χώρας υποχώρησαν κατά -15,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, έναντι ετήσιας αύξησης +0,3% τον προηγούμενο μήνα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο της Νότιας Κορέας να παρουσιάσει έλλειμμα για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια, και συγκεκριμενα στα 950 εκατ. δολ.
Νωρίτερα, η Markit δημοσίευσε τα στοιχεία που αφορούν τη δραστηριότητα του μεταποιητικού κλάδου στην Ιαπωνία για τον Απρίλιο του 2020, σύμφωνα με τα οποία καταγράφηκε περαιτέρω συρρίκωνση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Ο δείκτης PMI διαμορφώθηκε στις 41,9 μονάδες, έναντι 44,8 μονάδων τον Μάρτιο του 2020, γεγονός που αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έντεκα ετών.
Μάλιστα, η πτώση του δείκτη PMI αποδείχθηκε μεγαλύτερη σε σχέση με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις της Markit, στις 43,7 μονάδες.
Παράλληλα, ο υποδείκτης που σχετίζεται με την απασχόληση υποχώρησε με τους ταχύτερους ρυθμούς από τον Ιούνιο του 2009, καθώς οι χαμηλότερες λειτουργικές απαιτήσεις οδήγησαν ορισμένες επιχειρήσεις στη μείωση του εργατικού τους δυναμικού.
Οι νέες παραγγελίες από το εξωτερικό υποχώρησαν στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές του 2009, ενώ ο υποδείκτης αισιδοξίας των επιχειρήσεων για τους επόμενους μήνες κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση από το 2012, όταν και δημιουργήθηκε από τη Markit.
«Η ύφεση του μεταποιητικού κλάδου στην Ιαπωνία εντάθηκε τον Απρίλιο, καθώς οι διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού παρέλυσαν και η παγκόσμια ζήτηση υποχώρησε περαιτέρω», δήλωσε ο οικονομολόγος της Markit, Joe Hayes, διευκρινίζοντας ότι «η πτώση στην παραγωγή και τις νέες παραγγελίες είναι η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί από την παγκόσμια οικονομική κρίση στις αρχές του 2009».
«Οι προοπτικές για τους παραγωγούς αγαθών στην Ιαπωνία θα συνδεθεί σε μεγάλο βαθμό με την παγκόσμια ανάκαμψη, όταν αυτή συμβεί εν τέλει», προσθέτει ο κ. Hayes, ο οποίος υπογράμμισε ότι «τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι να περάσουμε την κορύφωση της πανδημίας και να ανακάμψει η ζήτηση, ένα μεγάλο μέρος της ιαπωνικής μεταποιητικής οικονομίας θα παραμείνει κλειστό».
Χθες, οι αγορές στις ΗΠΑ έκλεισαν με απώλειες, δεχόμενες πιέσεις από τη νέα αύξηση που σημειώθηκε στις νέες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας, με τον συνολικό αριθμό τους να αγγίζει πλέον τα 30 εκατ. από την αρχή της κρίσης του κορωνοϊού.
Συγκεκριμένα, οι νέες αιτήσεις για το επίδομα ανεργίας στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 3,8 εκατ. για την εβδομάδα που έληξε στις 25 Απρίλιου, ενώ οι συνεχιζόμενες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας κατέγραψαν άνοδο 2,2 εκατ. σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, αγγίζοντας τα 18 εκατ.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών