Στη σύνθεση του δικαστηρίου εισέρχεται φιλοευρωπαία δικαστής που μπορεί να δώσει τη λύση στο πρόβλημα
Οι επικείμενες αλλαγές στη σύνθεση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας είναι πιθανό να το κάνουν λιγότερο εχθρικό έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μετά την απόφαση σχετικά με τις αγορές ομολόγων που προκάλεσαν ανησυχία στην Ευρώπη.
Στην απόφασή του τον Μάιο 2020, το Συνταγματικό Δικαστήριο έδωσε στην ΕΚΤ τρεις μήνες προθεσμία για να δικαιολογήσει τις αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του εμβληματικού προγράμματος στήριξης ή να απωλέσει την Bundesbank ως συμμετέχουσα στο πρόγραμμα, θέτοντας ερωτήματα ακόμη και για το μέλλον του ευρώ.
Ενώ το Βερολίνο είναι πιθανό να έχει τον τελευταίο λόγο για το αν η αιτιολόγηση της ΕΚΤ είναι επαρκής, οι ενάγοντες πίσω από την υπόθεση έχουν δηλώσει ότι θα μπορούσαν να ασκήσουν νέα νομική δράση κατά νέων σχεδίων αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αναταραχή στην αγορά.
Ωστόσο, θα γίνει αλλαγή της φρουράς στο γερμανικό δικαστήριο, που εδρεύει στην Καρλσρούη τη Δευτέρα (22/6/2020).
Η βασική αλλαγή είναι μία νέα δικαστής που θα προσχωρήσει στο σώμα το οποίο θεωρείται ότι έχει στενή ευρωσκεπτικιστική πλειοψηφία:
Η Astrid Wallrabenstein, η οποία διορίστηκε από τους φιλοευρωπαίους Πράσινους, πρότεινε να υπάρξει βελτίωση στις σχέσεις με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ) ), που ενέκρινε το σχέδιο της ΕΚΤ.
Θα πάρει τη θέση του Andreas Vosskuhle στο Δικαστήριο, που ήταν μάλιστα πρόεδρος του σώματος αλλά η θητεία του έχει λήξει και αποχωρεί.
Τον ρόλο του προέδρου θα αναλάβει ο συντηρητικός Stephan Harbarth.
«Είναι πολύ πιο φιλική προς την Ευρώπη από τον Vosskuhle», δήλωσε πηγή στο Reuters, μια καθηγήτρια συνταγματικού δικαίου που βρίσκεται κοντά στο δικαστήριο και γνωρίζει την Wallrabenstein.
«Έτσι, η πρόβλεψή μου είναι ότι στο μέλλον, τέτοιες αποφάσεις για την ΕΚΤ δεν θα λαμβάνονται πλέον», σημείωσε.
Ο διορισμός της Wallrabenstein θα μπορούσε να βοηθήσει στο να ανοίξει ο δρόμος προς έναν πιο συμφιλιωτικό τόνο από το δικαστήριο, το οποίο λένε οι ειδικοί ότι έχει ιστορικό προκλητικών κρίσεων.
«Συνήθως, αυτό που συμβαίνει είναι ότι το δικαστήριο αποφασίζει κάτι που κάνει τους περισσότερους να πιστεύουν ότι έχει υπερβεί τις αρμοδιότητές του και στη συνέχεια υποχωρεί», δήλωσε ο Justin Collings, ιστορικός του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου στο Πανεπιστήμιο Brigham Young στη Γιούτα.
Ένας εκπρόσωπος του δικαστηρίου είπε ότι δεν μπορεί να κάνει εικασίες σχετικά με την κατεύθυνση των επικείμενων αποφάσεων του δικαστηρίου ενόψει των αλλαγών της σύνθεσης και κάθε απόφαση λαμβάνεται εμπιστευτικά.
Πώς αποφασίζει το Γερμανικό Δικαστήριο
Το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο χωρίζεται σε δύο συγκλήτους, η κάθε μία με οκτώ δικαστές, που χειρίζονται διαφορετικές υποθέσεις.
Η Wallrabenstein θα ενταχθεί στο δεύτερο σώμα, που αποφάσισε στις 5 Μαΐου για τις αγορές ομολόγων της ΕΚΤ.
Αν και η δεύτερη σύγκλητος με ψήφους 7-1 ενέκρινε την απόφαση, ζητούμενο είναι πάντα η συναίνεση.
Η ένταξη της Wallrabenstein στο σώμα μάλλον αλλάζει την ισορροπία, τουλάχιστον με την πάροδο του χρόνου, δήλωσε μία δεύτερη πηγή επίσης προσκείμενη στο δικαστήριο σημειώνοντας ότι είναι η πρώτη δικαστής της δεύτερης συγκλήτου που διορίστηκε από τους Πράσινους.
«Κάθε αλλαγή σε ένα δικαστικό σώμα αλλάζει κάτι.
Σε μια ομάδα οκτώ ατόμων, ένα νέο άτομο θα κάνει τη διαφορά», δήλωσε η πηγή.
«Μπορεί να υπάρχουν και πιο έντονες συζητήσεις», εκτίμησε.
Ο καθηγητής νομικής δήλωσε ότι η δυναμική της δεύτερης συγκλήτου «διαμορφώθηκε έντονα από την αλληλεπίδραση του Vosskuhle και του (Peter) Huber», ενός συντηρητικού που χαρακτήρισε την απόφαση της 5ης Μαΐου ως «επιτακτική».
Για την Wallrabenstein, η πηγή πρόσθεσε: «Δεν θα αναζητήσει μία ανοιχτή σύγκρουση, αλλά έχει ορθά επιχειρήματα».
Η Wallrabenstein έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένη να πάρει θέση.
Το 2014, ως δικηγόρος, ανέλαβε μία υπόθεση στο δικαστήριο της Καρλσρούης για να ακουστεί ο πρώην πράκτορας της NSA, Edward Snowden από μια ερευνητική επιτροπή στο Βερολίνο.
Έχει ήδη προτείνει μια πιο ήπια προσέγγιση στις σχέσεις με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, που ενέκρινε ξεκάθαρα το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων το 2018.
Οι δικαστές της Καρλσρούης αποφάσισαν ότι δεν δεσμεύονταν από αυτήν την απόφαση, λέγοντας ότι το Ευρωπαϊκό δικαστήριο δεν έχει ελέγξει τις ενέργειες της ΕΚΤ μέχρι στιγμής.
Η ίδια η Wallrabenstein μιλώντας στη Frankfurter Sonntagszeitung εξέφρασε την ελπίδα πως «τα πράγματα θα κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση».
Το αίνιγμα του Βερολίνου
Ωστόσο, η απόφαση της 5ης Μαΐου εξακολουθεί να αποτελεί αίνιγμα για το Βερολίνο, το οποίο είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί το δικαστήριο της Καρλσρούης, αλλά ταυτόχρονα, δεν θέλει να πλήξει την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, της οποίας τα προγράμματα έχουν διατηρήσει εν ζωή την Ευρωζώνη.
Παρατηρητές της ΕΚΤ βλέπουν δύο πιθανές οδούς εξόδου: είτε την Bundesbank, είτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ζητήσει διευκρινίσεις σχετικά με τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ.
Το Βερολίνο πρέπει είτε να αποδεχτεί, είτε να απορρίψει την αιτιολόγηση για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Η απόρριψη θα απαιτούσε από την Bundesbank να αποσυρθεί από το πρόγραμμα και να θέσει ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο της Γερμανίας στο Ευρώ.
Στην απόφασή του τον Μάιο 2020, το Συνταγματικό Δικαστήριο έδωσε στην ΕΚΤ τρεις μήνες προθεσμία για να δικαιολογήσει τις αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του εμβληματικού προγράμματος στήριξης ή να απωλέσει την Bundesbank ως συμμετέχουσα στο πρόγραμμα, θέτοντας ερωτήματα ακόμη και για το μέλλον του ευρώ.
Ενώ το Βερολίνο είναι πιθανό να έχει τον τελευταίο λόγο για το αν η αιτιολόγηση της ΕΚΤ είναι επαρκής, οι ενάγοντες πίσω από την υπόθεση έχουν δηλώσει ότι θα μπορούσαν να ασκήσουν νέα νομική δράση κατά νέων σχεδίων αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αναταραχή στην αγορά.
Ωστόσο, θα γίνει αλλαγή της φρουράς στο γερμανικό δικαστήριο, που εδρεύει στην Καρλσρούη τη Δευτέρα (22/6/2020).
Η βασική αλλαγή είναι μία νέα δικαστής που θα προσχωρήσει στο σώμα το οποίο θεωρείται ότι έχει στενή ευρωσκεπτικιστική πλειοψηφία:
Η Astrid Wallrabenstein, η οποία διορίστηκε από τους φιλοευρωπαίους Πράσινους, πρότεινε να υπάρξει βελτίωση στις σχέσεις με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ) ), που ενέκρινε το σχέδιο της ΕΚΤ.
Θα πάρει τη θέση του Andreas Vosskuhle στο Δικαστήριο, που ήταν μάλιστα πρόεδρος του σώματος αλλά η θητεία του έχει λήξει και αποχωρεί.
Τον ρόλο του προέδρου θα αναλάβει ο συντηρητικός Stephan Harbarth.
«Είναι πολύ πιο φιλική προς την Ευρώπη από τον Vosskuhle», δήλωσε πηγή στο Reuters, μια καθηγήτρια συνταγματικού δικαίου που βρίσκεται κοντά στο δικαστήριο και γνωρίζει την Wallrabenstein.
«Έτσι, η πρόβλεψή μου είναι ότι στο μέλλον, τέτοιες αποφάσεις για την ΕΚΤ δεν θα λαμβάνονται πλέον», σημείωσε.
Ο διορισμός της Wallrabenstein θα μπορούσε να βοηθήσει στο να ανοίξει ο δρόμος προς έναν πιο συμφιλιωτικό τόνο από το δικαστήριο, το οποίο λένε οι ειδικοί ότι έχει ιστορικό προκλητικών κρίσεων.
«Συνήθως, αυτό που συμβαίνει είναι ότι το δικαστήριο αποφασίζει κάτι που κάνει τους περισσότερους να πιστεύουν ότι έχει υπερβεί τις αρμοδιότητές του και στη συνέχεια υποχωρεί», δήλωσε ο Justin Collings, ιστορικός του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου στο Πανεπιστήμιο Brigham Young στη Γιούτα.
Ένας εκπρόσωπος του δικαστηρίου είπε ότι δεν μπορεί να κάνει εικασίες σχετικά με την κατεύθυνση των επικείμενων αποφάσεων του δικαστηρίου ενόψει των αλλαγών της σύνθεσης και κάθε απόφαση λαμβάνεται εμπιστευτικά.
Πώς αποφασίζει το Γερμανικό Δικαστήριο
Το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο χωρίζεται σε δύο συγκλήτους, η κάθε μία με οκτώ δικαστές, που χειρίζονται διαφορετικές υποθέσεις.
Η Wallrabenstein θα ενταχθεί στο δεύτερο σώμα, που αποφάσισε στις 5 Μαΐου για τις αγορές ομολόγων της ΕΚΤ.
Αν και η δεύτερη σύγκλητος με ψήφους 7-1 ενέκρινε την απόφαση, ζητούμενο είναι πάντα η συναίνεση.
Η ένταξη της Wallrabenstein στο σώμα μάλλον αλλάζει την ισορροπία, τουλάχιστον με την πάροδο του χρόνου, δήλωσε μία δεύτερη πηγή επίσης προσκείμενη στο δικαστήριο σημειώνοντας ότι είναι η πρώτη δικαστής της δεύτερης συγκλήτου που διορίστηκε από τους Πράσινους.
«Κάθε αλλαγή σε ένα δικαστικό σώμα αλλάζει κάτι.
Σε μια ομάδα οκτώ ατόμων, ένα νέο άτομο θα κάνει τη διαφορά», δήλωσε η πηγή.
«Μπορεί να υπάρχουν και πιο έντονες συζητήσεις», εκτίμησε.
Ο καθηγητής νομικής δήλωσε ότι η δυναμική της δεύτερης συγκλήτου «διαμορφώθηκε έντονα από την αλληλεπίδραση του Vosskuhle και του (Peter) Huber», ενός συντηρητικού που χαρακτήρισε την απόφαση της 5ης Μαΐου ως «επιτακτική».
Για την Wallrabenstein, η πηγή πρόσθεσε: «Δεν θα αναζητήσει μία ανοιχτή σύγκρουση, αλλά έχει ορθά επιχειρήματα».
Η Wallrabenstein έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένη να πάρει θέση.
Το 2014, ως δικηγόρος, ανέλαβε μία υπόθεση στο δικαστήριο της Καρλσρούης για να ακουστεί ο πρώην πράκτορας της NSA, Edward Snowden από μια ερευνητική επιτροπή στο Βερολίνο.
Έχει ήδη προτείνει μια πιο ήπια προσέγγιση στις σχέσεις με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, που ενέκρινε ξεκάθαρα το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων το 2018.
Οι δικαστές της Καρλσρούης αποφάσισαν ότι δεν δεσμεύονταν από αυτήν την απόφαση, λέγοντας ότι το Ευρωπαϊκό δικαστήριο δεν έχει ελέγξει τις ενέργειες της ΕΚΤ μέχρι στιγμής.
Η ίδια η Wallrabenstein μιλώντας στη Frankfurter Sonntagszeitung εξέφρασε την ελπίδα πως «τα πράγματα θα κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση».
Το αίνιγμα του Βερολίνου
Ωστόσο, η απόφαση της 5ης Μαΐου εξακολουθεί να αποτελεί αίνιγμα για το Βερολίνο, το οποίο είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί το δικαστήριο της Καρλσρούης, αλλά ταυτόχρονα, δεν θέλει να πλήξει την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, της οποίας τα προγράμματα έχουν διατηρήσει εν ζωή την Ευρωζώνη.
Παρατηρητές της ΕΚΤ βλέπουν δύο πιθανές οδούς εξόδου: είτε την Bundesbank, είτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ζητήσει διευκρινίσεις σχετικά με τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ.
Το Βερολίνο πρέπει είτε να αποδεχτεί, είτε να απορρίψει την αιτιολόγηση για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Η απόρριψη θα απαιτούσε από την Bundesbank να αποσυρθεί από το πρόγραμμα και να θέσει ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο της Γερμανίας στο Ευρώ.
Σχόλια αναγνωστών