Σωρεία προβλημάτων αντιμετωπίζει η οικονομία της Τουρκίας
Σωρεία προβλημάτων αντιμετωπίζει η οικονομία της Τουρκίας, λόγω του κορωνοϊού αλλά και της ανορθολογικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση Erdogan.
Ειδικότερα η αγορά εργασίας, παρά τις προσπάθειες του υπουργείου Εργασίας της γείτονος, καταρρέει.
Το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στην αγορά εργασίας κατρακύλησε στο 47,6% την περίοδο Απριλίου - Ιουνίου, λόγω του lockdown, ενώ η απαγόρευση των απολύσεων δεν είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο, με το ποσοστό ανεργίας να ανεβαίνει, σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, στο 13%.
Με άλλα λόγια, ενώ ο Recep Tayyip Erdogan προσπαθεί να φέρει εις πέρας ένα μαξιμαλιστικό ενεργειακό σχέδιο στην Ανατολική Μεσόγειο, παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, έχει να αντιμετωπίσει τον εφιάλτη της οικονομίας μιας χώρας που καταρρέει.
Η απασχόληση έχει μειωθεί το 2020 κατά 2,4 εκατομμύρια πολίτες, στα 25,9 εκατομμύρια.
Το ποσοστό ανεργίας εκτός γεωργίας αυξήθηκε στο 15,2% από 15,0% ένα χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με την Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία (TUIK).
Τον Απρίλιο, η κυβέρνηση επέβαλε τρίμηνη απαγόρευση απολύσεων για να μετριάσει τον αντίκτυπο της πανδημίας.
Ο Enver Erkan, οικονομολόγος της Tera Yatirim, δήλωσε ότι το ποσοστό ανεργίας θα ήταν υψηλότερο εάν δεν υπήρχαν κυβερνητικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης απόλυσης και άλλων προγραμμάτων στήριξης των μισθών.
«Οι εταιρείες θα απολύσουν περισσότερους εργαζομένους εάν δεν παραταθούν ή αφαιρεθούν τα στηρίγματα απασχόλησης», είπε σε σημείωμα.
Το κοινοβούλιο τον περασμένο μήνα ενέκρινε νόμο που επιτρέπει στον Πρόεδρο Erdogan να παρατείνει την απαγόρευση απολύσεων έως τον Ιούλιο του 2021.
Γιατί οι επενδυτές πρέπει να δώσουν μεγάλη προσοχή στην πτώση της λίρας
Στο μεταξύ, τους λόγους για τους οποίους η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα πρέπει να δώσει μεγάλη βάση στην ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου αναφέρει με ανάλυσή του το αμερικανικό site Marketwatch.
Όπως επισημαίνεται σχετικά, οι επενδυτές εκτός της Τουρκίας πρέπει να δώσουν προσοχή στην πρόσφατη πτώση του νομίσματός της έναντι του δολαρίου ΗΠΑ ενώ η χώρα καίει ασταμάτητα τα συναλλαγματικά της αποθέματα.
Ένα δολάριο ΗΠΑ ισοδυναμούσε με 7,37 λίρες νωρίτερα την Παρασκευή, σύμφωνα με το FactSet (+21% για το δολάριο φέτος).
Η πτώση του τουρκικού νομίσματος είναι ανεξέλεγκτη, παρότι η χώρα ξοδεύει δισεκατομμύρια, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το νόμισμα, εν μέσω φόβων ότι η αδυναμία θα προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις.
Η κεντρική τράπεζα είναι αντίθετη στην αύξηση των επιτοκίων για την υπεράσπιση του νομίσματος.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Recep Tayyip Erdogan, είχε επικρίνει έντονα την πολιτική των υψηλών επιτοκίων, προκαλώντας αμηχανία στους οικονομολόγους και επιμένοντας ότι τα υψηλά επιτόκια… τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Υπενθυμίζεται πως στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού κατά 15,75 ποσοστιαίες μονάδες.
Από το 24% στο οποίο τα ανέβασε τους τελευταίους μήνες του 2018, οπότε και έδωσε άμεσα ανοδική ώθηση στο νόμισμα, τα έχει μειώσει στο 8,25% μετά οκτώ αλλεπάλληλες μειώσεις.
Η αύξηση των επιτοκίων φαίνεται πλέον ως μονόδρομος για την Τράπεζα της Τουρκίας δεδομένου ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε διψήφια επίπεδα έστω κι αν υποχώρησε ελαφρώς στο 11,8% τον Ιούλιο από το 12,6% του Ιουνίου.
Η δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει προσφάτως η οικονομία της Τουρκίας θυμίζει ανησυχητικά πολύ τη νομισματική κρίση του 2018 παρά την υποχώρηση του πληθωρισμού.
Αυτή την εβδομάδα φαίνεται ότι οι αρχές έκαναν μια αλλαγή πολιτικής, χαλαρώνοντας μερικούς από τους περιορισμούς που είχαν θέσει σε ισχύ τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, πάνω στον πανικό τους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Oxford Economics, επέτρεψαν στις ξένες τράπεζες να ξαναρχίσουν τις συμβάσεις ανταλλαγής νομισμάτων με βάση τη λίρα.
Αυτή η κίνηση της τουρκικής κεντρικής τράπεζας πραγματοποιήθηκε μετά την εκτόξευση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων δανεισμού στο 1.000% νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, ως ένδειξη δυσφορίας της αγοράς.
«Παρότι αυτές οι ενέργειες είναι ευπρόσδεκτες, δεν αποτελούν πανάκεια, ούτε αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη των αγορών» αναφέρουν οι αναλυτές της Oxford Economics.
Εν τω μεταξύ, τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έχουν στερέψει, στην κυριολεξία.
Ο δείκτης κάλυψης εισαγωγών της Τουρκίας από τα τέλη Ιουλίου έφτασε τους 2,8 μήνες (με βάση 46,7 δισ. δολάρια σε ακαθάριστα διεθνή αποθεματικά, εξαιρουμένου του χρυσού), κατά παράβαση του κανόνα των τριών μηνών για την ελάχιστη επάρκεια αποθεματικών, έγραψε ο Phoenix Kalen, αναλυτής της Société Générale.
«Οι αρχές κέρδισαν λίγο χρόνο δανειζόμενες σε σκληρό νόμισμα» σημείωσαν οι αναλυτές της Pavilion Global Markets.
Με τον πληθωρισμό να έχει μειωθεί περισσότερο από 25% τον περασμένο Οκτώβριο, σε περίπου 11,75% -κάτι που εν μέρει οφείλεται στη μεγάλη πτώση των τιμών του πετρελαίου-, οι Τούρκοι πολίτες δεν είχαν κανένα πρόβλημα να «δανείζουν» τις καταθέσεις τους στην κεντρική τράπεζα.
Όμως αυτό ενείχε μεγάλο κίνδυνο, καθώς η ταχεία πτώση του νομίσματος θα μπορούσε να εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις.
Οι τράπεζες της Τουρκίας πρέπει να προσέξουν, καθώς οι εταιρείες της χώρας παρουσιάζουν σωρευτικό χρέος 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο πρέπει να εξυπηρετηθεί τους επόμενους 12 μήνες, με τις καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις να ανέρχονται σε περίπου 76 δισεκατομμύρια δολάρια και να συνοδεύονται από «σημαντικές αναντιστοιχίες σε ό,τι αφορά τα νομίσματα».
Για παράδειγμα, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, οι τουρκικές τράπεζες έχουν υποχρεώσεις εκπεφρασμένες σε δολάρια ύψους 29 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έναντι περιουσιακών στοιχείων μόλις 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Παρουσιάζουν επίσης έλλειμμα μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε ευρώ άνω των 4,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τον μη τραπεζικό τομέα.
Οι δανειολήπτες έχουν υποχρεώσεις 19 δισεκατομμυρίων ευρώ και μόλις 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία.
Οι αναντιστοιχίες μεγάλων νομισμάτων, μαζί με το διογκούμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το ασθενέστερο νόμισμα, εμποδίζουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν χρέος εκφρασμένο σε συνάλλαγμα, αναφέρουν οι αναλυτές.
Οι ισπανικές, ιταλικές και γαλλικές τράπεζες έχουν τις μεγαλύτερες απαιτήσεις από τις τουρκικές τράπεζες και τις θυγατρικές τους.
Οι δε τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν εκκρεμείς δανειακές εγγυήσεις άνω των 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Άλλοι αναλυτές σημειώνουν πως η θέση της Τουρκίας στον δείκτη αναδυόμενων αγορών της MSCI έχει μειωθεί σημαντικά (μόλις 0,35%).
Από την άλλη πλευρά, αυτό υποδηλώνει ότι ο άμεσος αντίκτυπος της πώλησης των τουρκικών περιουσιακών στοιχείων στο ευρύτερο σύμπλεγμα μετοχών των αναδυόμενων αγορών θα πρέπει να είναι περιορισμένος.
Ωστόσο, ακόμα και όταν οι τουρκικές μετοχές είχαν βάρος 1% στον δείκτη, ο συντελεστής συσχέτισης αυξήθηκε σε 0,8» σημείωσαν.
Αλλά ανησυχούν περισσότερο για τους δείκτες ομολόγων αναδυόμενων αγορών, εκφρασμένων σε τοπικό νόμισμα, όπου η Τουρκία έχει «βάρος» 4,4%.
Σημειώνεται πως η πανδημία έχει εντείνει τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, καθώς έχει πλήξει καίρια τον τουρισμό της που αντιπροσωπεύει το 12% του τουρκικού ΑΕΠ.
Οδήγησε, άλλωστε, σε πτώση των εξαγωγών της κατά 10,9% μόνον μέσα στον Απρίλιο και η τουρκική οικονομία οδεύει προς τη δεύτερη ύφεσή της μέσα σε δύο χρόνια.
www.bankingnews.gr
Ειδικότερα η αγορά εργασίας, παρά τις προσπάθειες του υπουργείου Εργασίας της γείτονος, καταρρέει.
Το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στην αγορά εργασίας κατρακύλησε στο 47,6% την περίοδο Απριλίου - Ιουνίου, λόγω του lockdown, ενώ η απαγόρευση των απολύσεων δεν είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο, με το ποσοστό ανεργίας να ανεβαίνει, σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, στο 13%.
Με άλλα λόγια, ενώ ο Recep Tayyip Erdogan προσπαθεί να φέρει εις πέρας ένα μαξιμαλιστικό ενεργειακό σχέδιο στην Ανατολική Μεσόγειο, παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, έχει να αντιμετωπίσει τον εφιάλτη της οικονομίας μιας χώρας που καταρρέει.
Η απασχόληση έχει μειωθεί το 2020 κατά 2,4 εκατομμύρια πολίτες, στα 25,9 εκατομμύρια.
Το ποσοστό ανεργίας εκτός γεωργίας αυξήθηκε στο 15,2% από 15,0% ένα χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με την Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία (TUIK).
Τον Απρίλιο, η κυβέρνηση επέβαλε τρίμηνη απαγόρευση απολύσεων για να μετριάσει τον αντίκτυπο της πανδημίας.
Ο Enver Erkan, οικονομολόγος της Tera Yatirim, δήλωσε ότι το ποσοστό ανεργίας θα ήταν υψηλότερο εάν δεν υπήρχαν κυβερνητικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης απόλυσης και άλλων προγραμμάτων στήριξης των μισθών.
«Οι εταιρείες θα απολύσουν περισσότερους εργαζομένους εάν δεν παραταθούν ή αφαιρεθούν τα στηρίγματα απασχόλησης», είπε σε σημείωμα.
Το κοινοβούλιο τον περασμένο μήνα ενέκρινε νόμο που επιτρέπει στον Πρόεδρο Erdogan να παρατείνει την απαγόρευση απολύσεων έως τον Ιούλιο του 2021.
Γιατί οι επενδυτές πρέπει να δώσουν μεγάλη προσοχή στην πτώση της λίρας
Στο μεταξύ, τους λόγους για τους οποίους η παγκόσμια επενδυτική κοινότητα πρέπει να δώσει μεγάλη βάση στην ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου αναφέρει με ανάλυσή του το αμερικανικό site Marketwatch.
Όπως επισημαίνεται σχετικά, οι επενδυτές εκτός της Τουρκίας πρέπει να δώσουν προσοχή στην πρόσφατη πτώση του νομίσματός της έναντι του δολαρίου ΗΠΑ ενώ η χώρα καίει ασταμάτητα τα συναλλαγματικά της αποθέματα.
Ένα δολάριο ΗΠΑ ισοδυναμούσε με 7,37 λίρες νωρίτερα την Παρασκευή, σύμφωνα με το FactSet (+21% για το δολάριο φέτος).
Η πτώση του τουρκικού νομίσματος είναι ανεξέλεγκτη, παρότι η χώρα ξοδεύει δισεκατομμύρια, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το νόμισμα, εν μέσω φόβων ότι η αδυναμία θα προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις.
Η κεντρική τράπεζα είναι αντίθετη στην αύξηση των επιτοκίων για την υπεράσπιση του νομίσματος.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Recep Tayyip Erdogan, είχε επικρίνει έντονα την πολιτική των υψηλών επιτοκίων, προκαλώντας αμηχανία στους οικονομολόγους και επιμένοντας ότι τα υψηλά επιτόκια… τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Υπενθυμίζεται πως στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού κατά 15,75 ποσοστιαίες μονάδες.
Από το 24% στο οποίο τα ανέβασε τους τελευταίους μήνες του 2018, οπότε και έδωσε άμεσα ανοδική ώθηση στο νόμισμα, τα έχει μειώσει στο 8,25% μετά οκτώ αλλεπάλληλες μειώσεις.
Η αύξηση των επιτοκίων φαίνεται πλέον ως μονόδρομος για την Τράπεζα της Τουρκίας δεδομένου ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε διψήφια επίπεδα έστω κι αν υποχώρησε ελαφρώς στο 11,8% τον Ιούλιο από το 12,6% του Ιουνίου.
Η δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει προσφάτως η οικονομία της Τουρκίας θυμίζει ανησυχητικά πολύ τη νομισματική κρίση του 2018 παρά την υποχώρηση του πληθωρισμού.
Αυτή την εβδομάδα φαίνεται ότι οι αρχές έκαναν μια αλλαγή πολιτικής, χαλαρώνοντας μερικούς από τους περιορισμούς που είχαν θέσει σε ισχύ τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, πάνω στον πανικό τους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Oxford Economics, επέτρεψαν στις ξένες τράπεζες να ξαναρχίσουν τις συμβάσεις ανταλλαγής νομισμάτων με βάση τη λίρα.
Αυτή η κίνηση της τουρκικής κεντρικής τράπεζας πραγματοποιήθηκε μετά την εκτόξευση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων δανεισμού στο 1.000% νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, ως ένδειξη δυσφορίας της αγοράς.
«Παρότι αυτές οι ενέργειες είναι ευπρόσδεκτες, δεν αποτελούν πανάκεια, ούτε αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη των αγορών» αναφέρουν οι αναλυτές της Oxford Economics.
Εν τω μεταξύ, τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας έχουν στερέψει, στην κυριολεξία.
Ο δείκτης κάλυψης εισαγωγών της Τουρκίας από τα τέλη Ιουλίου έφτασε τους 2,8 μήνες (με βάση 46,7 δισ. δολάρια σε ακαθάριστα διεθνή αποθεματικά, εξαιρουμένου του χρυσού), κατά παράβαση του κανόνα των τριών μηνών για την ελάχιστη επάρκεια αποθεματικών, έγραψε ο Phoenix Kalen, αναλυτής της Société Générale.
«Οι αρχές κέρδισαν λίγο χρόνο δανειζόμενες σε σκληρό νόμισμα» σημείωσαν οι αναλυτές της Pavilion Global Markets.
Με τον πληθωρισμό να έχει μειωθεί περισσότερο από 25% τον περασμένο Οκτώβριο, σε περίπου 11,75% -κάτι που εν μέρει οφείλεται στη μεγάλη πτώση των τιμών του πετρελαίου-, οι Τούρκοι πολίτες δεν είχαν κανένα πρόβλημα να «δανείζουν» τις καταθέσεις τους στην κεντρική τράπεζα.
Όμως αυτό ενείχε μεγάλο κίνδυνο, καθώς η ταχεία πτώση του νομίσματος θα μπορούσε να εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις.
Οι τράπεζες της Τουρκίας πρέπει να προσέξουν, καθώς οι εταιρείες της χώρας παρουσιάζουν σωρευτικό χρέος 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο πρέπει να εξυπηρετηθεί τους επόμενους 12 μήνες, με τις καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις να ανέρχονται σε περίπου 76 δισεκατομμύρια δολάρια και να συνοδεύονται από «σημαντικές αναντιστοιχίες σε ό,τι αφορά τα νομίσματα».
Για παράδειγμα, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, οι τουρκικές τράπεζες έχουν υποχρεώσεις εκπεφρασμένες σε δολάρια ύψους 29 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έναντι περιουσιακών στοιχείων μόλις 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Παρουσιάζουν επίσης έλλειμμα μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε ευρώ άνω των 4,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τον μη τραπεζικό τομέα.
Οι δανειολήπτες έχουν υποχρεώσεις 19 δισεκατομμυρίων ευρώ και μόλις 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία.
Οι αναντιστοιχίες μεγάλων νομισμάτων, μαζί με το διογκούμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το ασθενέστερο νόμισμα, εμποδίζουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν χρέος εκφρασμένο σε συνάλλαγμα, αναφέρουν οι αναλυτές.
Οι ισπανικές, ιταλικές και γαλλικές τράπεζες έχουν τις μεγαλύτερες απαιτήσεις από τις τουρκικές τράπεζες και τις θυγατρικές τους.
Οι δε τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν εκκρεμείς δανειακές εγγυήσεις άνω των 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Άλλοι αναλυτές σημειώνουν πως η θέση της Τουρκίας στον δείκτη αναδυόμενων αγορών της MSCI έχει μειωθεί σημαντικά (μόλις 0,35%).
Από την άλλη πλευρά, αυτό υποδηλώνει ότι ο άμεσος αντίκτυπος της πώλησης των τουρκικών περιουσιακών στοιχείων στο ευρύτερο σύμπλεγμα μετοχών των αναδυόμενων αγορών θα πρέπει να είναι περιορισμένος.
Ωστόσο, ακόμα και όταν οι τουρκικές μετοχές είχαν βάρος 1% στον δείκτη, ο συντελεστής συσχέτισης αυξήθηκε σε 0,8» σημείωσαν.
Αλλά ανησυχούν περισσότερο για τους δείκτες ομολόγων αναδυόμενων αγορών, εκφρασμένων σε τοπικό νόμισμα, όπου η Τουρκία έχει «βάρος» 4,4%.
Σημειώνεται πως η πανδημία έχει εντείνει τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, καθώς έχει πλήξει καίρια τον τουρισμό της που αντιπροσωπεύει το 12% του τουρκικού ΑΕΠ.
Οδήγησε, άλλωστε, σε πτώση των εξαγωγών της κατά 10,9% μόνον μέσα στον Απρίλιο και η τουρκική οικονομία οδεύει προς τη δεύτερη ύφεσή της μέσα σε δύο χρόνια.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών