Αντιμονοπωλιακή νομοθεσία: Γιατί η κυβέρνηση HΠΑ και 11 Πολιτείες προσφεύγουν κατά της Google
Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και 11 Πολιτείες προσέφυγαν στις 20 Οκτωβρίου 2020 κατά της εταιρείας Google, θυγατρικής του ομίλου Alphabet Inc, κατηγορώντας την για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, με το σκεπτικό ότι χρησιμοποιεί το μέγεθός της στην αγορά σε βάρος των αντιπάλων της.
Η κίνηση αυτή, την οποία αποκάλυψαν πρώτες οι εφημερίδες New York Times και Wall Street Journal, είναι η σημαντικότερη αντιμονοπωλιακή αγωγή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης εναντίον ενός από τους κολοσσούς του διαδικτύου τα τελευταία 20 χρόνια.
Μπορεί να συγκριθεί μόνο με εκείνη που είχε γίνει το 1998 εναντίον της Microsoft Corp ή με την υπόθεση του 1974 εναντίον της AT&T που οδήγησε στη διάσπαση του Bell System το οποίο κυριαρχούσε στην αγορά τηλεφωνικών υπηρεσιών στις ΗΠΑ επί έναν αιώνα.
Η εταιρεία Google, η μηχανή αναζήτησης της οποίας είναι τόσο ευρέως διαδεδομένη που το όνομά της έχει γίνει μέχρι και ρήμα, δεν ανταποκρίθηκε άμεσα σε ένα αίτημα να σχολιάσει την εξέλιξη αυτή.
Το 2019 η εταιρεία είχε έσοδα 162 δισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερα χρήματα από το ΑΕΠ της Ουγγαρίας.
Επικρίσεις από γερουσιαστές κατά της Google
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής J. Howli, από τους δριμύτερους επικριτές της Google, κατηγόρησε την εταιρεία ότι διατηρεί τη δεσπόζουσα θέση της μέσω «παράνομων μέσων» και χαρακτήρισε την αγωγή αυτήν «τη σημαντικότερη αντιμονοπωλιακή υπόθεση σε διάστημα μιας γενιάς».
Η σημερινή αγωγή των ομοσπονδιακών αρχών σηματοδοτεί μια σπάνια στιγμή συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης του προέδρου D. Trump και των προοδευτικών Δημοκρατικών.
Η γερουσιαστής Elizabeth Warren είχε δηλώσει στις 10 Σεπτεμβρίου, υπό το χάσταγκ #BreakBigTech (σ.σ. «Διασπάστε τις Μεγάλες Τεχνολογικές Εταιρείες») ότι θέλει να αναληφθεί «γρήγορη, επιθετική δράση».
Η αγωγή, λίγες μόλις ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, θα μπορούσε να θεωρηθεί πολιτική ενέργεια, δεδομένου ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε δεσμευτεί στους υποστηρικτές του ότι θα αναγκάσει ορισμένες εταιρείες να λογοδοτήσουν επειδή, όπως υποστηρίζει, φιμώνουν τη φωνή των συντηρητικών. Οι Ρεπουμπλικάνοι συχνά διαμαρτύρονται ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένης και της Google, επιχειρούν να περιορίσουν τη διάδοση των συντηρητικών απόψεων στις πλατφόρμες τους. Οι πολιτικοί επιδιώκουν, χωρίς να εξηγήσουν το πώς, να χρησιμοποιήσουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία για να υποχρεώσουν τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες να σταματήσουν αυτούς τους φερόμενους περιορισμούς.
Κατά της Google 11 Πολιτείες των ΗΠΑ
Οι 11 Πολιτείες που προσέφυγαν επίσης κατά του ομίλου έχουν όλες τους Ρεπουμπλικάνους γενικούς εισαγγελείς. Άλλες επτά Πολιτείες ωστόσο ενδέχεται να καταθέσουν ξεχωριστή προσφυγή εναντίον της Google εντός των επόμενων εβδομάδων, όπως ανακοίνωσε η γενική εισαγγελέας της Νέας Υόρκης Letisia James.
Στην ανακοίνωσή της σημείωσε ότι η διακομματική έρευνα των γενικών εισαγγελέων του Κολοράντο, της Αϊόβα, της Νεμπράσκα, της Βόρειας Καρολίνας, του Τενεσί και της Γιούτα για το θέμα αυτό συνεχίζεται.
Πριν από έναν και πλέον χρόνο το υπουργείο Δικαιοσύνης και η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) είχαν ξεκινήσει έρευνες με το ερώτημα της παραβίασης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε βάρος τεσσάρων κολοσσών: της Amazon.com Inc, της Apple Inc, της Facebook Inc και της Google, των αποκαλούμενων GAFA.
Πριν από επτά χρόνια, η FTC κατέληξε σε διακανονισμό με την Google σε μια υπόθεση που αφορούσε τη φερόμενη μεροληψία της μηχανής αναζήτησης με σκοπό να ευνοούντα τα προϊόντα της εταιρείας, μεταξύ άλλων θεμάτων.
Ο διακανονισμός έγινε παρά τις αντιρρήσεις που προέβαλαν ορισμένοι νομικοί σύμβουλοι της FTC.
Η Google έχει βρεθεί αντιμέτωπη με παρόμοιες νομικές προκλήσεις και στο εξωτερικό.
Από το 2017 μέχρι πέρσι η Ευρωπαϊκή Ένωση της επέβαλε πρόστιμα συνολικού ύψους 9,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων για διάφορους λόγους που αφορούσαν κυρίως την παρεμπόδιση αντίπαλων εταιρειών.
Πώς απαντά ο τεχνολογικός «γίγαντας» στην κατηγορία για κατοχή δεσπόζουσας θέσης στις μηχανές αναζήτησης
«Bαθιά ελαττωματική» και βασισμένη σε «αμφίβολα αντιμονοπωλιακά επιχειρήματα» χαρακτήρισε η Google την απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να υποβάλει αγωγή για των αντιμονοπωλιακές πρακτικέ εναντίον του τεχνολογικού «γίγαντα» την Τρίτη (20./10).
«Η σημερινή αγωγή από το Υπουργείο Δικαιοσύνης είναι βαθιά ελαττωματική.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το Google επειδή το επιλέγουν, όχι επειδή είναι αναγκασμένοι είτε επειδή δεν μπορούν να βρουν εναλλακτικές λύσεις», απάντησε ο εκτελεστικός πρόεδρος της Google, Kent Walker.
«Αυτή η αγωγή δεν βοηθά τους καταναλωτές σε τίποτα.
Αντίθετα, θα στηρίξει τεχνητά εναλλακτικές μηχανές αναζήτησης χαμηλότερης ποιότητας, θα αυξήσει τις τιμές των κινητών και θα δυσκολέψει τους ανθρώπους να αποκτήσουν τις υπηρεσίες αναζήτησης που επιθυμούν».
«Για ψηφιακές υπηρεσίες, όταν αγοράζετε για πρώτη φορά μια συσκευή, διαθέτει ένα είδος καλού ραφιού (σ.σ. όπως τα ράφια όπου προνομιακά τοποθετούνται προϊόντα στα σούπερ μάρκετ)», δήλωσε ο Walker.
«Στο κινητό αυτό το ράφι ελέγχεται από την Apple, καθώς και εταιρείες όπως η AT&T, η Verizon, η Samsung και η LG.
Σε επιτραπέζιους υπολογιστές, αυτό το ράφι ελέγχεται συντριπτικά από τη Microsoft.
Λοιπόν, διαπραγματευόμαστε συμφωνίες με πολλές από αυτές τις εταιρείες όσον αφορά την κατάκτηση αυτής τη προνομιακής θέσης.
Αλλά ας είμαστε ξεκάθαροι - οι ανταγωνιστές μας είναι επίσης διαθέσιμοι, εάν θέλετε να τους χρησιμοποιήσετε».
Μέλη του Κογκρέσου χαιρέτισαν την αγωγή του Υπουργείου Δικαιοσύνης ισχυριζόμενοι ότι ο τεχνολογικός «γίγαντας» χρησιμοποίησε τη ισχύ του για να διατηρήσει το μονοπώλιό του τις μηχανές αναζήτησης».
«Η σημερινή αγωγή είναι η πιο σημαντική υπόθεση αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε μια γενιά», δήλωσε ο γερουσιαστής Josh Hawley.
«Η Google και άλλες εταιρείες της παρέας των Big Tech ασκούν άνευ προηγουμένου ισχύ στις ζωές των απλών Αμερικανών, ελέγχοντας τα πάντα: από τα νέα που διαβάζουμε έως την ασφάλεια των προσωπικών μας δεδομένων.
Και η Google συγκεκριμένα έχει διαμορφώσει και διατηρήσει αυτήν την εξουσία με παράνομα μέσα».
www.bankingnews.gr
Η κίνηση αυτή, την οποία αποκάλυψαν πρώτες οι εφημερίδες New York Times και Wall Street Journal, είναι η σημαντικότερη αντιμονοπωλιακή αγωγή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης εναντίον ενός από τους κολοσσούς του διαδικτύου τα τελευταία 20 χρόνια.
Μπορεί να συγκριθεί μόνο με εκείνη που είχε γίνει το 1998 εναντίον της Microsoft Corp ή με την υπόθεση του 1974 εναντίον της AT&T που οδήγησε στη διάσπαση του Bell System το οποίο κυριαρχούσε στην αγορά τηλεφωνικών υπηρεσιών στις ΗΠΑ επί έναν αιώνα.
Η εταιρεία Google, η μηχανή αναζήτησης της οποίας είναι τόσο ευρέως διαδεδομένη που το όνομά της έχει γίνει μέχρι και ρήμα, δεν ανταποκρίθηκε άμεσα σε ένα αίτημα να σχολιάσει την εξέλιξη αυτή.
Το 2019 η εταιρεία είχε έσοδα 162 δισεκατομμύρια δολάρια, περισσότερα χρήματα από το ΑΕΠ της Ουγγαρίας.
Επικρίσεις από γερουσιαστές κατά της Google
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής J. Howli, από τους δριμύτερους επικριτές της Google, κατηγόρησε την εταιρεία ότι διατηρεί τη δεσπόζουσα θέση της μέσω «παράνομων μέσων» και χαρακτήρισε την αγωγή αυτήν «τη σημαντικότερη αντιμονοπωλιακή υπόθεση σε διάστημα μιας γενιάς».
Η σημερινή αγωγή των ομοσπονδιακών αρχών σηματοδοτεί μια σπάνια στιγμή συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης του προέδρου D. Trump και των προοδευτικών Δημοκρατικών.
Η γερουσιαστής Elizabeth Warren είχε δηλώσει στις 10 Σεπτεμβρίου, υπό το χάσταγκ #BreakBigTech (σ.σ. «Διασπάστε τις Μεγάλες Τεχνολογικές Εταιρείες») ότι θέλει να αναληφθεί «γρήγορη, επιθετική δράση».
Η αγωγή, λίγες μόλις ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, θα μπορούσε να θεωρηθεί πολιτική ενέργεια, δεδομένου ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε δεσμευτεί στους υποστηρικτές του ότι θα αναγκάσει ορισμένες εταιρείες να λογοδοτήσουν επειδή, όπως υποστηρίζει, φιμώνουν τη φωνή των συντηρητικών. Οι Ρεπουμπλικάνοι συχνά διαμαρτύρονται ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένης και της Google, επιχειρούν να περιορίσουν τη διάδοση των συντηρητικών απόψεων στις πλατφόρμες τους. Οι πολιτικοί επιδιώκουν, χωρίς να εξηγήσουν το πώς, να χρησιμοποιήσουν την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία για να υποχρεώσουν τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες να σταματήσουν αυτούς τους φερόμενους περιορισμούς.
Κατά της Google 11 Πολιτείες των ΗΠΑ
Οι 11 Πολιτείες που προσέφυγαν επίσης κατά του ομίλου έχουν όλες τους Ρεπουμπλικάνους γενικούς εισαγγελείς. Άλλες επτά Πολιτείες ωστόσο ενδέχεται να καταθέσουν ξεχωριστή προσφυγή εναντίον της Google εντός των επόμενων εβδομάδων, όπως ανακοίνωσε η γενική εισαγγελέας της Νέας Υόρκης Letisia James.
Στην ανακοίνωσή της σημείωσε ότι η διακομματική έρευνα των γενικών εισαγγελέων του Κολοράντο, της Αϊόβα, της Νεμπράσκα, της Βόρειας Καρολίνας, του Τενεσί και της Γιούτα για το θέμα αυτό συνεχίζεται.
Πριν από έναν και πλέον χρόνο το υπουργείο Δικαιοσύνης και η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) είχαν ξεκινήσει έρευνες με το ερώτημα της παραβίασης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε βάρος τεσσάρων κολοσσών: της Amazon.com Inc, της Apple Inc, της Facebook Inc και της Google, των αποκαλούμενων GAFA.
Πριν από επτά χρόνια, η FTC κατέληξε σε διακανονισμό με την Google σε μια υπόθεση που αφορούσε τη φερόμενη μεροληψία της μηχανής αναζήτησης με σκοπό να ευνοούντα τα προϊόντα της εταιρείας, μεταξύ άλλων θεμάτων.
Ο διακανονισμός έγινε παρά τις αντιρρήσεις που προέβαλαν ορισμένοι νομικοί σύμβουλοι της FTC.
Η Google έχει βρεθεί αντιμέτωπη με παρόμοιες νομικές προκλήσεις και στο εξωτερικό.
Από το 2017 μέχρι πέρσι η Ευρωπαϊκή Ένωση της επέβαλε πρόστιμα συνολικού ύψους 9,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων για διάφορους λόγους που αφορούσαν κυρίως την παρεμπόδιση αντίπαλων εταιρειών.
Πώς απαντά ο τεχνολογικός «γίγαντας» στην κατηγορία για κατοχή δεσπόζουσας θέσης στις μηχανές αναζήτησης
«Bαθιά ελαττωματική» και βασισμένη σε «αμφίβολα αντιμονοπωλιακά επιχειρήματα» χαρακτήρισε η Google την απόφαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να υποβάλει αγωγή για των αντιμονοπωλιακές πρακτικέ εναντίον του τεχνολογικού «γίγαντα» την Τρίτη (20./10).
«Η σημερινή αγωγή από το Υπουργείο Δικαιοσύνης είναι βαθιά ελαττωματική.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το Google επειδή το επιλέγουν, όχι επειδή είναι αναγκασμένοι είτε επειδή δεν μπορούν να βρουν εναλλακτικές λύσεις», απάντησε ο εκτελεστικός πρόεδρος της Google, Kent Walker.
«Αυτή η αγωγή δεν βοηθά τους καταναλωτές σε τίποτα.
Αντίθετα, θα στηρίξει τεχνητά εναλλακτικές μηχανές αναζήτησης χαμηλότερης ποιότητας, θα αυξήσει τις τιμές των κινητών και θα δυσκολέψει τους ανθρώπους να αποκτήσουν τις υπηρεσίες αναζήτησης που επιθυμούν».
«Για ψηφιακές υπηρεσίες, όταν αγοράζετε για πρώτη φορά μια συσκευή, διαθέτει ένα είδος καλού ραφιού (σ.σ. όπως τα ράφια όπου προνομιακά τοποθετούνται προϊόντα στα σούπερ μάρκετ)», δήλωσε ο Walker.
«Στο κινητό αυτό το ράφι ελέγχεται από την Apple, καθώς και εταιρείες όπως η AT&T, η Verizon, η Samsung και η LG.
Σε επιτραπέζιους υπολογιστές, αυτό το ράφι ελέγχεται συντριπτικά από τη Microsoft.
Λοιπόν, διαπραγματευόμαστε συμφωνίες με πολλές από αυτές τις εταιρείες όσον αφορά την κατάκτηση αυτής τη προνομιακής θέσης.
Αλλά ας είμαστε ξεκάθαροι - οι ανταγωνιστές μας είναι επίσης διαθέσιμοι, εάν θέλετε να τους χρησιμοποιήσετε».
Μέλη του Κογκρέσου χαιρέτισαν την αγωγή του Υπουργείου Δικαιοσύνης ισχυριζόμενοι ότι ο τεχνολογικός «γίγαντας» χρησιμοποίησε τη ισχύ του για να διατηρήσει το μονοπώλιό του τις μηχανές αναζήτησης».
«Η σημερινή αγωγή είναι η πιο σημαντική υπόθεση αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σε μια γενιά», δήλωσε ο γερουσιαστής Josh Hawley.
«Η Google και άλλες εταιρείες της παρέας των Big Tech ασκούν άνευ προηγουμένου ισχύ στις ζωές των απλών Αμερικανών, ελέγχοντας τα πάντα: από τα νέα που διαβάζουμε έως την ασφάλεια των προσωπικών μας δεδομένων.
Και η Google συγκεκριμένα έχει διαμορφώσει και διατηρήσει αυτήν την εξουσία με παράνομα μέσα».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών