Έχει γίνει μια μεγάλη αλλά επικίνδυνη στροφή σε ό,τι αφορά τον τρόπο σκέψης των οικονομολόγων, λέει ο διακεκριμένος οικονομολόγος El-Erian
Για μια παγκόσμια κρίση χρέους λόγω της υπερβολικά επεκτατικής πολιτικής που ακολουθούν τα κράτη με την προτροπή τόσο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου όσο και της Παγκόσμιας Τράπεζας κάνει λόγο ο διακεκριμένος οικονομολόγος, ιδρυτής της Pimco και επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Allianz, Mohamed El-Erian.
Όπως επισημαίνει, έχει γίνει μια μεγάλη στροφή σε ό,τι αφορά τον τρόπο σκέψης των οικονομολόγων εν σχέσει με τη λιτότητα.
Αυτό ήταν κάτι παραπάνω από εμφανές κατά τις ετήσιες συναντήσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στις αρχές του μήνα.
Σε έντονη αντίθεση με αυτά που το ΔΝΤ καθώς και άλλοι πρέσβευαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, τα στελέχη των οργανισμών, πλέον, ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις να «αυξήσουν τη δημοσιονομική δαπάνη για να αντεπεξέλθουν στην πανδημική κρίση».
Ο κόσμος είναι τώρα έτοιμος να βιώσει μια άλλη αύξηση του χρέους και ελλειμμάτων.
Πολλές αγορές μπορεί να μπουν στον πειρασμό να το θεωρήσουν αυτό ως καλά νέα, προαναγγέλλοντας μια περίοδο κατά την οποία η δημοσιονομική πολιτική θα συντροφεύει αξιόπιστα και επανειλημμένα τη νομισματική πολιτική για να πλημμυρίσει το σύστημα με ρευστότητα και να ωθήσει τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων σε νέα υψηλά.
Ο αντίκτυπος, ωστόσο, είναι πιθανό να είναι πολύ πιο… αποπνικτικός - κυριαρχείται από έντονη διασπορά στις προοπτικές απόδοσης κινδύνου για εταιρείες και χώρες, εν αντιθέσει με τον Αρμαγεδδώνα στα εταιρικά ομόλογα, στις αναδυόμενες αγορές και στις μετοχές.
Η αλλαγή στην αντιμετώπιση της λιτότητας αντικατοπτρίζει μια επανεξέταση του τι είναι τόσο επιθυμητό όσο και εφικτό.
Είναι σχεδόν καθολικά αναγνωρισμένο ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να επουλώσουν τα «τραύματα» που προκάλεσαν τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα τα οποία ενσωματώνονται διαρθρωτικά στην οικονομία.
Η οικοδόμηση μιας δημοσιονομικής γέφυρας πάνω σε ένα κατεστραμμένο οικονομικό τοπίο λόγω Covid-19 θεωρείται κρίσιμη για να αποφευχθούν οι χρεοκοπίες βιώσιμων εταιρειών και να αποτραπεί η μακροχρόνια ανεργία.
Αυτή η προσέγγιση είναι πιο εφικτή τώρα που τα επιτόκια είναι εξαιρετικά χαμηλά και οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν αδιανόητα πολλά κρατικά και εταιρικά ομόλογα.
Είναι δελεαστικό να το δούμε αυτό ως κάτι αναμφίβολα καλό για τις τιμές των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, που υποστηρίζονται από τη χαλαρή νομισματική πολιτική.
Πράγματι, το σύστημα έχει πλημμυρίσει με κεφάλαια που χρηματοδοτούνται από τις κεντρικές τράπεζες, αλλά και από άμεσες επιχορηγήσεις και άλλες μορφές πολύ ευνοϊκής εισοδηματικής στήριξης προς τα νοικοκυριά.
Ωστόσο, καθώς συνεχίζουμε να ζούμε με το Covid-19, θα πρέπει να περιμένουμε σταδιακά την κυβερνητική στήριξη να μετατοπιστεί από μια καθολική προσέγγιση σε μια πιο επιλεκτική:
άτομα έναντι εταιρειών, βιώσιμοι τομείς έναντι μόνιμων ζημιών και εν μέρει αποκατάσταση εισοδήματος για νοικοκυριά.
Το αποτέλεσμα θα είναι μια αυξανόμενη διάκριση μεταξύ ευνοημένων μετοχών και ομολόγων έναντι «ορφανών».
Το πρώτο περιλαμβάνει πολλά ονόματα υγειονομικής περίθαλψης, τεχνολογίας και πράσινης οικονομίας.
Το τελευταίο είναι καταπέλτης για τον κλάδο της φιλοξενίας και άλλες εταιρείες του τομέα των υπηρεσιών.
Αυτές αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο πτώχευσης και εξασθένηση των συμβατικών όρων χρέους.
Τα κράτη θα διαφέρουν επίσης ως προς την ικανότητά τους να διατηρούν μεγάλα ελλείμματα.
Αυτό που δεν είναι πρόβλημα για τις ΗΠΑ, όμως θα είναι πονοκέφαλος για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότερες να στρέφονται στο ΔΝΤ.
Από την άλλη, με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να είναι σε πολύ χαμηλά - αν όχι αρνητικά - επίπεδα λόγω των παρεμβάσεων της κεντρικής τράπεζας, ελπίζουμε σε μια φωτεινότερη προοπτική ανάπτυξης.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις μακροπρόθεσμες λήξεις μεγαλύτερης ημερομηνίας, εκτός εάν οι κεντρικές τράπεζες διασχίζουν τον Ρουβίκωνα, επιλέγοντας να ελέγξουν τις αποδόσεις των ομολόγων.
Οι παλιές μέρες όλων των ισχυρών ομολόγων μπορεί να έχουν τελειώσει, προσώρας.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι καλοπροαίρετες - πράγματι απαραίτητες - αυξήσεις του χρέους και των ελλειμμάτων είναι αναμφίβολα καλές για τις αγορές.
Είναι πιθανό να μην επαρκούν για να αποφευχθούν οι χρεοκοπίες και αναδιαρθρώσεις χρεών που συνοδεύουν μια μικρή, άνιση και πολύ αβέβαιη παγκόσμια ανάκαμψη, καταλήγει ο El-Erian.
www.bankingnews.gr
Όπως επισημαίνει, έχει γίνει μια μεγάλη στροφή σε ό,τι αφορά τον τρόπο σκέψης των οικονομολόγων εν σχέσει με τη λιτότητα.
Αυτό ήταν κάτι παραπάνω από εμφανές κατά τις ετήσιες συναντήσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στις αρχές του μήνα.
Σε έντονη αντίθεση με αυτά που το ΔΝΤ καθώς και άλλοι πρέσβευαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, τα στελέχη των οργανισμών, πλέον, ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις να «αυξήσουν τη δημοσιονομική δαπάνη για να αντεπεξέλθουν στην πανδημική κρίση».
Ο κόσμος είναι τώρα έτοιμος να βιώσει μια άλλη αύξηση του χρέους και ελλειμμάτων.
Πολλές αγορές μπορεί να μπουν στον πειρασμό να το θεωρήσουν αυτό ως καλά νέα, προαναγγέλλοντας μια περίοδο κατά την οποία η δημοσιονομική πολιτική θα συντροφεύει αξιόπιστα και επανειλημμένα τη νομισματική πολιτική για να πλημμυρίσει το σύστημα με ρευστότητα και να ωθήσει τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων σε νέα υψηλά.
Ο αντίκτυπος, ωστόσο, είναι πιθανό να είναι πολύ πιο… αποπνικτικός - κυριαρχείται από έντονη διασπορά στις προοπτικές απόδοσης κινδύνου για εταιρείες και χώρες, εν αντιθέσει με τον Αρμαγεδδώνα στα εταιρικά ομόλογα, στις αναδυόμενες αγορές και στις μετοχές.
Η αλλαγή στην αντιμετώπιση της λιτότητας αντικατοπτρίζει μια επανεξέταση του τι είναι τόσο επιθυμητό όσο και εφικτό.
Είναι σχεδόν καθολικά αναγνωρισμένο ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να επουλώσουν τα «τραύματα» που προκάλεσαν τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα τα οποία ενσωματώνονται διαρθρωτικά στην οικονομία.
Η οικοδόμηση μιας δημοσιονομικής γέφυρας πάνω σε ένα κατεστραμμένο οικονομικό τοπίο λόγω Covid-19 θεωρείται κρίσιμη για να αποφευχθούν οι χρεοκοπίες βιώσιμων εταιρειών και να αποτραπεί η μακροχρόνια ανεργία.
Αυτή η προσέγγιση είναι πιο εφικτή τώρα που τα επιτόκια είναι εξαιρετικά χαμηλά και οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν αδιανόητα πολλά κρατικά και εταιρικά ομόλογα.
Είναι δελεαστικό να το δούμε αυτό ως κάτι αναμφίβολα καλό για τις τιμές των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, που υποστηρίζονται από τη χαλαρή νομισματική πολιτική.
Πράγματι, το σύστημα έχει πλημμυρίσει με κεφάλαια που χρηματοδοτούνται από τις κεντρικές τράπεζες, αλλά και από άμεσες επιχορηγήσεις και άλλες μορφές πολύ ευνοϊκής εισοδηματικής στήριξης προς τα νοικοκυριά.
Ωστόσο, καθώς συνεχίζουμε να ζούμε με το Covid-19, θα πρέπει να περιμένουμε σταδιακά την κυβερνητική στήριξη να μετατοπιστεί από μια καθολική προσέγγιση σε μια πιο επιλεκτική:
άτομα έναντι εταιρειών, βιώσιμοι τομείς έναντι μόνιμων ζημιών και εν μέρει αποκατάσταση εισοδήματος για νοικοκυριά.
Το αποτέλεσμα θα είναι μια αυξανόμενη διάκριση μεταξύ ευνοημένων μετοχών και ομολόγων έναντι «ορφανών».
Το πρώτο περιλαμβάνει πολλά ονόματα υγειονομικής περίθαλψης, τεχνολογίας και πράσινης οικονομίας.
Το τελευταίο είναι καταπέλτης για τον κλάδο της φιλοξενίας και άλλες εταιρείες του τομέα των υπηρεσιών.
Αυτές αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο πτώχευσης και εξασθένηση των συμβατικών όρων χρέους.
Τα κράτη θα διαφέρουν επίσης ως προς την ικανότητά τους να διατηρούν μεγάλα ελλείμματα.
Αυτό που δεν είναι πρόβλημα για τις ΗΠΑ, όμως θα είναι πονοκέφαλος για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότερες να στρέφονται στο ΔΝΤ.
Από την άλλη, με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να είναι σε πολύ χαμηλά - αν όχι αρνητικά - επίπεδα λόγω των παρεμβάσεων της κεντρικής τράπεζας, ελπίζουμε σε μια φωτεινότερη προοπτική ανάπτυξης.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις μακροπρόθεσμες λήξεις μεγαλύτερης ημερομηνίας, εκτός εάν οι κεντρικές τράπεζες διασχίζουν τον Ρουβίκωνα, επιλέγοντας να ελέγξουν τις αποδόσεις των ομολόγων.
Οι παλιές μέρες όλων των ισχυρών ομολόγων μπορεί να έχουν τελειώσει, προσώρας.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι καλοπροαίρετες - πράγματι απαραίτητες - αυξήσεις του χρέους και των ελλειμμάτων είναι αναμφίβολα καλές για τις αγορές.
Είναι πιθανό να μην επαρκούν για να αποφευχθούν οι χρεοκοπίες και αναδιαρθρώσεις χρεών που συνοδεύουν μια μικρή, άνιση και πολύ αβέβαιη παγκόσμια ανάκαμψη, καταλήγει ο El-Erian.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών