Τελευταία Νέα
Διεθνή

Απαξιώνονται τελικά οι οίκοι αξιολόγησης; Πως ξεκίνησαν και πως θα πορευθούν;

Απαξιώνονται τελικά οι οίκοι αξιολόγησης; Πως ξεκίνησαν και πως θα πορευθούν;
Μπήκαν στη ζωή μας μαζί με τα spread, τα ομόλογα και τις συνεχείς υποβαθμίσεις της οικονομίας της χώρας. Κι ενώ στον οικονομικό και επιχειρηματικό κόσμο, οι οίκοι αξιολόγησης ήταν γνωστοί, πλέον, στην Ελλάδα οι λέξεις Fitch, Standard & Poor’s και Moody’s είναι ευρέως γνωστές, είτε με την αρνητική είτε με τη θετική τους έννοια.
Μόλις χτες επανήλθαν από την καλοκαιρινή ανάπαυλα με την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ιρλανδίας από τον οίκο S&P, ωστόσο, οι αγορές, δε φάνηκαν να αντιδρούν όπως παλαιότερα δείχνοντας σημάδια απαξίωσης των υποδείξεων τους. Τα χρηματιστήρια στην Ευρώπη, μέχρι να και τις απογοητευτικές ανακοινώσεις των ΗΠΑ, έδειχναν απλά μία νευρικότητα, δηλαδή εντελώς διαφορετική εικόνα από αυτή που είχαμε συνηθίσει μετά από μία υποβάθμιση. Μάλιστα, ο δείκτης ISEQ της Ιρλανδίας έκλεισε με κέρδη 0,6%.
Πως ξεκίνησαν όμως αυτοί οι οίκοι, και πως οι αξιολογήσεις έφτασαν να παρακάμπτονται μετά από 10ετίες, ώστε ακόμη και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζ.Κ. Τρισέ να μιλά πολλές φορές με αυτή τη γαλλική διακριτική απαξίωση γι’ αυτούς.
Οι τρεις οίκοι αξιολόγησης -Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch- κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στην παγκόσμια αγορά πιστοληπτικής αξιολόγησης ελέγχοντας πάνω από το 95% της παγκόσμιας αγοράς. Το rating (αξιολόγηση) που δίνουν οι οίκοι αξιολόγησης σε επιχείρηση - τράπεζα ή κράτος σημαίνει ότι όσο καλύτερη (υψηλότερη) είναι η βαθμολογία, τόσο περισσότερο ασφαλής θεωρείται η επένδυση και, κατά συνέπεια, το επενδυτικό ενδιαφέρον μεγαλύτερο και το κόστος χρήματος φθηνότερο. Αρα ο ρόλος τους είναι κομβικός εκ των πραγμάτων. Στη μεθοδολογία αυτών των οίκων, περιλαμβάνεται η ανάλυση της πιστοληπτικής ικανότητας κάθε κράτους ή επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές συνθήκες, οι επενδύσεις, οι κεφαλαιακή επάρκεια και η διάρθρωση του κεφαλαίου καθώς και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Για την αξιολόγηση κρατών λαμβάνεται υπόψη και η πολιτική σταθερότητα στη χώρα.
Fitch Ratings
Ο John Knowles Fitch ίδρυσε το 1913 την Fitch Publishing Company, με σκοπό να εκδίδει στατιστικά στοιχεία που θα ήταν χρήσιμα στους επενδυτές. Οι εκδόσεις αυτές έγιναν γνωστές με τους τίτλους "The Fitch Stock and Bond Manual" και "The Fitch Bond Book." Ωστόσο όμως οι απαιτήσεις των επενδυτών για συμβουλές οδήγησαν τον Fitch να εισάγει το σύστημα των αξιολογήσεων, το οποίο παραμένει μέχρι και σήμερα με τη γνωστή μας κλίμακα από το ΑΑΑ έως το D.
Με τη φιλοδοξία να γίνει η Fitch ένας παγκόσμιος οίκος αξιολόγησης, το 1990 ανακοινώνει τη συγχώνευση του με τη IBCA του Λονδίνου of London, τη θυγατρική της γαλλική εταιρείας συμμετοχών Fimalac. Επιπλέον, αποκτά τις μέχρι τότε ανταγωνίστριες Thomson BankWatch και Duff & Phelps Credit Ratings. Από τις αρχές του 2004, εντείνεται η προσπάθεια δημιουργίας δικτύου σε όλο τον κόσμο, με ειδίκευση τη διαχείριση κινδύνου, την παροχή στατιστικών στοιχείων και τη συμβουλευτική επιχειρήσεων.
Moody's Investors Service
Ο John Moody δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1900 το "Moody's Manual" προσφέροντας βασικά στατιστικά στοιχεία και γενικές πληροφορίες για μετοχές και ομόλογα διαφόρων κλάδων. Η έκδοση αυτή, μέχρι το 1907 μεσουρανούσε ανάμεσα στους επενδυτές της Wall Street. Το 1909 ο Moody ξεκίνησε να εκδίδει την "Moody's Analyses of Railroad Investments", η οποία ήταν μία επιτομή στην ανάλυση των μετοχών και των αποτιμήσεων τους. Η συνέχεια βρίσκει τη Moody’s να επεκτείνει τις αξιολογήσεις της στα κρατικά ομόλογα, ενώ από το 1970 μέχρι και σήμερα οι βαθμολογία επεκτείνεται και στα ιδιαίτερα τραπεζικά προϊόντα.
Η Moody’s ακολουθεί ένα σύστημα γραμμάτων και αριθμών, από το «Aaa» (για τους ποιοτικότερους τίτλους, με τον μικρότερο βαθμό ρίσκου), μέχρι το «C» που είναι και η χαμηλότερη διαβάθμιση που προβλέπει ο οίκος.
Standard & Poor's
Η "History of Railroads and Canals in the United States" που εξέδωσε το 1860 ο Henry Varnum Poor, έθεσε τις βάσεις της μετέπειτα δημιουργίας του οίκου S&P, ξεκινώντας την ανάλυση των μετοχών. Η Standard Statistics ιδρύθηκε το 1906 με την έκδοση αξιολόγησης εταιρικών, κρατικών και δημοτικών ομολόγων, ενώ το 1941 η συγχώνευση της Standard Statistics με την Poor's Publishing δημιουργούν την Standard and Poor's Corporation, η οποία το 1966 πέρασε στα χέρια της McGraw-Hill Companies. Οι καινοτομίες της Standard and Poor's την έχουν φέρει να ξεχωρίζει ανάμεσα στους υπολοίπους οίκους, καθώς σ’ αυτή «χρεώνεται» ο δείκτης S&P 500, ο οποίος μάλιστα θεωρείται και ο «δείκτης- βαρόμετρο» της Wall Street.
Το 1970, οι εν λόγω οίκοι έχουν αντιληφθεί ότι οι επενδυτές δίνουν μεγάλη βαρύτητα στις αξιολογήσεις τους, και αποφασίζουν να χρεώνουν τις εταιρείες ή τα κράτη που βαθμολογούν, εκμεταλλευόμενες το γεγονός ότι όποια εταιρεία αξιολογούταν από τους οίκους είχε και μεγαλύτερο κύρος στις αγορές. Σ’ αυτήν την τακτική βοηθά και η εισαγωγή κεφαλαιακών κριτηρίων από την αμερικανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς (SEC) το 1975, σύμφωνα με την οποία η αξιολόγηση των τραπεζικών κεφαλαίων από τις αρχές γίνεται στη βάση της αξιολόγησης των οίκων αυτών. Μάλιστα δημιουργείται η επιτροπή nationally-recognized statistical ratings organizations (NRSRO), η οποία «νομιμοποιεί» και επίσημα πλέον η χρησιμότητα αυτών των οίκων.
Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν δεχθεί δριμύτατη κριτική από πολιτικούς αξιωματούχους τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την Κομισιόν να εξετάζει μάλιστα τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οίκου, ο οποίος θα παρέχει ανεξάρτητες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και θα μπορεί να αποφεύγει πιθανές «συγκρούσεις συμφερόντων».

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης