Μέχρι πού μπορεί να γίνει ανεκτός ο κυνισμός και κατά πόσο μπορεί να γίνεται αυτό ανεκτό από την ΕΕ;
Οργισμένος και κάθετος εμφανίστηκε στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Ολλανδός πρωθυπουργός Mark Rutte, δείχνοντας ουσιαστικά την έξοδο στον Ούγγρο ομόλογό του, Viktor Orban και εκφράζοντας, όπως είπε, αυτό που όλοι σκέφτονται.
Η αδυναμία του Rutte όπως και κάθε ευρωπαίου ηγέτη να επιβάλλει την αποχώρηση κάποιου μέλους από την ΕΕ βάζει ξανά στο τραπέζι μία από τις παθογένειες του καταστατικού της Ενωσης, αναφέρει σε νέα ανάλυσή του το Bloomberg.
Δεν έχει προβλεφθεί μηχανισμός αποχώρησης – έως και αποπομπής – μιας χώρας - μέλους.
Και προκύπτει το ερώτημα: Πότε ακριβώς μπορεί μια ένωση, ένα μπλοκ ή ένας οργανισμός να «πετάξει έξω» ένα μέλος;
Το πρόβλημα της Ουγγαρίας
Στην περίπτωση της Ουγγαρίας έχει κριθεί προσβλητικός ο πρόσφατος νόμος που «απαγορεύει την προώθηση της ομοφυλοφιλίας σε ανήλικους», περιορίζοντας στην ουσία την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών, στιγματίζοντας τις σχέσεις ατόμων του ιδίου φύλου και εξομοιώνοντάς τις με παιδεραστία.
Η κυβέρνηση Orban όμως περιφρονεί τρεις ευρωπαϊκές αξίες εδώ και χρόνια, «ψαλιδίζοντας» σιγά σιγά τα δικαιώματα των μειονοτήτων, την ελευθερία τύπου, τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και, στην ουσία το ίδιο το Κράτος Δικαίου.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Πολωνία, άλλο ένα κράτος - μέλος που περιφρονεί το κράτος Δικαίου, από τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων έως τη δικαστική ανεξαρτησία.
Με τον μη φιλελεύθερο κυνισμό τους, αυτές οι δύο κυβερνήσεις απειλούν να χάσουν την ταυτότητα της ΕΕ ως ένωσης δημοκρατικών, ανεκτικών, πολυφυλετικών και ανοιχτών κοινωνιών.
Ωστόσο, τα διαθέσιμα «εργαλεία» για την συμμόρφωση και την πειθαρχία των μελών που παρουσιάζουν απόκλιση από τις βασικές αρχές της ΕΕ είναι ελάχιστα έως ανύπαρκτα.
Το άρθρο 7
Η κύρια διαδικασία που ενεργοποίησαν οι Βρυξέλλες τόσο για την Πολωνία όσο και για την Ουγγαρία βασίζεται στο άρθρο 7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δικαιολογεί την αντίδραση σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε περίπτωση καταπάτησης των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών, αφαιρώντας το δικαίωμα ψήφου.
Αυτό όμως μπορεί να συμβεί μόνο σε περίπτωση απόλυτης ομοφωνίας των υπολοίπων μελών, κάτι που δίνει το δικαίωμα στην Ουγγαρία ή την Πολωνία αντίστοιχα να πυρπολούν την απόφαση, εξασφαλίζοντας ένα ιδόρρυθμο «άσυλο» η μία για την άλλη.
Ένας άλλος μηχανισμός που συνδέει τη χρηματοδότηση με την απαρέγκλιτη τήρηση του Κράτους Δικαίου προστέθηκε πέρυσι, αλλά παραμένει ασαφής, διάτρητος και πολύ αργός.
Ουσιαστικά η ΕΕ, από τη μία υποβάλλει τις υπό ένταξη χώρες σε «εξοντωτικές» δοκιμασίες και από την άλλη, μόλις επικυρώσει την ένταξη, δεν μπορεί να παρέμβει στις περιπτώσεις καταφανούς παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σίγουρα δεν μπορεί να δείξει την έξοδο σε καμία χώρα.
Ένα παρόμοιο δίλημμα αντιμετωπίζει και το ΝΑΤΟ: Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της βορειοατλαντικής συμμαχίας του χαλκού, μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ και κάποια ευρωπαϊκά κράτη εξέφραζαν φόβους για σοβιετική «εισβολή» στην συμμαχία με Δούρειο Ιππο κάποιο κράτος αμφιλεγόμενο, όπως η Ιταλία.
Ακόμα και σήμερα όμως, περιπτώσεις όπως της Τουρκίας που αψηφούν κάθε κανόνα συνύπαρξης και δημοκρατίας και απειλούν ευθέως σύμμαχο όμως η Ελλάδα, αγοράζοντας ταυτόχρονα ρωσικά αμυντικά συστήματα, αποτελούν μεγάλο πρόβλημα για το ΝΑΤΟ, το οποίο επίσης δεν διαθέτει τον μηχανισμό εκδίωξης κάποιου μέλους.
Ευρωπαϊκή Ενωση και ΝΑΤΟ εμφανίζονται «ανίσχυροι» απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αποπομπής κάποιου μέλους τους, την στιγμή που άλλοι διεθνείς οργανισμοί όπως τα Ηνωμένα Εθνη διαθέτουν τέτοιον μηχανισμό.
Το ίδιο ισχύει και για το Συμβούλιο της Ευρώπης που μετρά 47 κράτη- μέλη, συμπεριλαμβανομένων και των 27 χωρών της ΕΕ.
Από την Αρχαία Αθήνα
Το προνόμιο απέλασης κάποιων μελών δεν είναι σύγχρονο: Βασίζεται στο «δικαίωμα του λαού να συγκεντρώνεται ειρηνικά».
Στην αρχαία Αθήνα, το πρώτο πείραμα δημοκρατίας στον κόσμο, οι πολίτες συγκεντρώνονταν τακτικά για τον περίφημο εξοστρακισμό: Να χαράξουν δηλαδή σε όστρακα τα ονόματα των ατόμων που θα απομακρυνθούν από την κοινότητα.
Στην πορεία των αιώνων τα πράγματα έγιναν σαφώς πιο πολύπλοκα. Ποιος θα διαφωνήσει πως στη συγκέντρωση μια εβραϊκής οργάνωσης, για παράδειγμα, θα πεταχτεί αμέσως έξω κάποιος που θα φωνάξει «Χάιλ Χίτλερ»;
Τι γίνεται όμως όταν ένα εργατικό συνδικάτο απομακρύνει μέλη λόγω πολιτικών πεποιθήσεων;
‘Η όταν μια οργάνωση που εκπαιδεύει νέους ηγέτες, αποκλείει τη συμμετοχή γυναικών; Ή όταν μια ομάδα προσκόπων δε δέχεται ομοφυλόφιλους στους κόλπους της;
Αυτές οι υποθέσεις δεν βρίσκονται στη φαντασία κάποιων αλλά αποτελούν αληθινά περιστατικά που έφτασαν στα αμερικανικά δικαστήρια, εγείροντας φιλοσοφικές και ηθικές συγκρούσεις.
Και αυτό δείχνει καθαρά πως η ελευθερία έκφρασης είναι πολλές φορές δίκοπο μαχαίρι.
Κάποιος φορές οι ομάδες χρίζουν προστασίας, μα κάποιες φορές το σύνολο χρειάζεται προστασία από τις ομάδες.
Εν κατακλείδι, η δύναμη της αποπομπής θα πρέπει να χρησιμοποιείται σοφά και με φειδώ, μόνο σε ακραίες περιστάσεις και με συντριπτική συναίνεση και ομοφωνία.
Μα ακόμα και τότε, η αποπομπή θα πρέπει να είναι αναστρέψιμη, να υπάρξει δηλαδή αυτή η δυνατότητα για το παραβατικό μέλος να διορθωθεί και να επανορθώσει.
Και η ΕΕ οφείλει να επιτύχει αυτήν την ισορροπία, με τροποποίηση της Συνθήκης, ώστε η αποπομπή να είναι εφικτή.
Σπάνια μα εφικτή.
Κι έτσι ίσως βρει το χρόνο ο -κάθε - Orban να ξαναζυγίσει το κόστος της πολιτικής λαϊκισμού αλλά και οι επίδοξοι μιμητές τους να το σκεφτούν δυο φορές, εάν θέλουν να παραμείνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καταλήγει το Bloomberg.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών