Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα έχει σημαντικές οικονομικές συνέπειες για την ενέργεια, τα τρόφιμα, τον πληθωρισμό και τη φτώχεια, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD).
Η επικεφαλής οικονομολόγος της EBRD, Beata Javorcik, μίλησε στο Γαλλικό Πρακτορείο (AFP) για τις συνέπειες της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, από όπου έχουν διαφύγει μέχρι στιγμής περισσότεροι από 3 εκατομμύρια πρόσφυγες.
Στην Ουκρανία δίνονται δισεκατομμύρια συμπεριλαμβανομένου ενός «πακέτου ανθεκτικότητας» 2 δισεκ. ευρώ από την EBRD αλλά επί του παρόντος δεν διαφαίνεται τέλος στη σύγκρουση.
Η κρίση έχει εκτοξεύσει τις τιμές των εμπορευμάτων λόγω των φόβων για την προσφορά, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό που βρίσκεται ήδη σε υψηλά πολλών δεκαετιών.
Σχετικά με το κόστος για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, η Javorcik τόνισε ότι το κόστος αυτού του πολέμου θα εξαρτηθεί από το πόσο θα διαρκέσουν οι μάχες.
«Μεγάλα τμήματα της χώρας λειτουργούν – οι υποδομές υπάρχουν, το τραπεζικό σύστημα λειτουργεί, οι επιχειρήσεις είναι ακόμα ανοιχτές.
Αλλά είναι πολύ δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί», σημείωσε.
«Το ποσό (ανοικοδόμηση) των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων προέρχεται από την ουκρανική κυβέρνηση… και είναι το κόστος των υποδομών και των κτιρίων που έχουν καταστραφεί.
Ισοδυναμεί με περίπου τα 2/3 του ΑΕΠ».
Το προσφυγικό δράμα
Σύμφωνα με την ουκρανική κυβέρνηση, οι μισές από τις εταιρείες έχουν κλείσει και άλλες λειτουργούν με μειωμένο προσωπικό.
«Αυτό δείχνει ότι το οικονομικό κόστος θα είναι σημαντικό».
Σχολιάζοντας επίσης την προσφυγική κρίση και τη γενική προοπτική που περιστρέφεται γύρω από αυτήν, έκανε λόγο για μία τραγική κατάσταση καθώς τόσοι πολλοί άνθρωποι χρειάστηκε να ξεριζωθούν, προκειμένου να αποφύγουν τον πόλεμο.
«Αλλά αυτό που μας λέει η ιστορική εμπειρία είναι ότι ορισμένοι από τους πρόσφυγες μένουν στις χώρες υποδοχής και χρησιμεύουν ως γέφυρα, ως άνθρωποι που δημιουργούν επιχειρηματικούς δεσμούς με τη χώρα καταγωγής τους και με αυτόν τον τρόπο διευκολύνουν τις ροές επενδύσεων και εμπορίου», επισήμανε.
Η Javorcik πρόσθεσε πως εάν η σύγκρουση συνεχιστεί, ο αριθμός των προσφύγων μπορεί να φτάσει τα έξι εκατομμύρια.
«Η κλίμακα του είναι τεράστια και δεν έχει προηγούμενο».
Αισθητές οι συνέπειες του πολέμου
Σε ερώτηση σχετικά με την απότομη αύξηση των εμπορευμάτων, εκτίμησε πως «ακόμη και αν ο πόλεμος σταματήσει σήμερα, οι συνέπειες αυτής της σύγκρουσης θα γίνουν αισθητές τους επόμενους μήνες μέσω των αυξημένων τιμών».
Τόνισε ότι οι φτωχοί θα πληγούν πολύ περισσότερο από τις υψηλότερες τιμές της ενέργειας και από τις υψηλότερες τιμές των τροφίμων.
«Η Ρωσία και η Ουκρανία κατέχουν το 30% των εξαγωγών σιταριού παγκοσμίως.
Οι Ουκρανοί αγρότες δεν έχουν πουλήσει ακόμη την περσινή σοδειά ενώ η ναυτιλία στη Μαύρη Θάλασσα παρεμποδίζεται.
Σημείωσε επίσης ότι η Ρωσία και η Λευκορωσία είναι πολύ σημαντικοί εξαγωγείς αμμωνίας και ποτάσας.
Υπάρχει επίσης αντίκτυπος στην ανανεώσιμη ενέργεια, είπε, «επειδή το νικέλιο, ο χαλκός, η πλατίνα και το παλλάδιο είναι απαραίτητα στη βιομηχανία».
«Αν σκεφτείτε ότι το φυσικό αέριο βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ στην Ευρώπη και το πετρέλαιο σε υψηλά επίπεδα παγκοσμίως...
Όλα αυτά οδηγούν σε πληθωρισμό», δήλωσε.
Ο αντίκτυπος των κυρώσεων
Σχολιάζοντας τον αντίκτυπο των κυρώσεων στη Ρωσία, παρατήρησε ότι υπάρχει ένα βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος που θα προκύψει από το διαφυγόν διεθνές εμπόριο και τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη.
«Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την απώλεια της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, το ρούβλι που χάνει αξία και ούτω καθεξής, αλλά ίσως αυτό που είναι πιο ενδιαφέρον είναι το μακροπρόθεσμο κόστος», είπε, σημειώνοντας «αν ακόμη και μετά το τέλος της σύγκρουσης, η Ρωσία εκλαμβάνεται ως ένας επικίνδυνος προορισμός για επενδύσεις ή εάν συμβούν κάποιες κρατικοποιήσεις –όπως ακούσαμε σε δηλώσεις του Vladimir Putin– αυτό θα πλήξει τη φήμη της Ρωσίας».
«Εάν επιμείνουν οι κυρώσεις στις εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, τότε χάνετε την πρόσβαση στη γνώση που ενσωματώνεται στα κεφαλαιουχικά αγαθά.
Και τότε μπορεί επίσης να υπάρξει απώλεια ροής επιστημόνων, φοιτητών και προς τις δύο κατευθύνσεις».
Η Javorcik συνέχισε λέγοντας ότι η σύγκρουση συνέβη σε μια περίοδο που υπήρχε ήδη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, επομένως οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας θα βάλουν περισσότερα φρένα στην ανάπτυξη.
«Και ο υψηλότερος πληθωρισμός θα αναγκάσει τις κεντρικές τράπεζες να αντιδράσουν με αυξημένα επιτόκια, κάτι που θα είναι επίσης κακό για την ανάπτυξη», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι αυτή η σύγκρουση θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία – «δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών