«Τους τελευταίους τρεις μήνες η Ελλάδα διέρχεται τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση της τελευταίας δεκαετίας», σύμφωνα με τον Guardian, που επισημαίνει «ξεκίνησε ως σκάνδαλο υποκλοπών.
Τον Αύγουστο, δύο μέλη της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη υπέβαλαν την παραίτησή τους μετά από αναφορές ότι στα τηλέφωνα ενός δημοσιογράφου (Αθανάσιος Κουκάκη) και ενός πολιτικού της αντιπολίτευσης (Νίκος Ανδρουλάκης) είχε σταλεί ειδικό spyware που είχε σχεδιαστεί έτσι, ώστε τα δεδομένα τους να υποκλαπούν από μια σκιώδη εταιρεία στην Αθήνα.
Ο ελληνικός Τύπος ονόμασε την υπόθεση «ελληνικό Watergate».
«Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να δώσει εξηγήσεις στον ελληνικό λαό», είπε ο Αλέξης Τσίπρας, επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης.
«Πολλά από τα ερωτήματά μας παραμένουν αναπάντητα» δήλωσε ο επικεφαλής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στη συνέχεια, τα γεγονότα πήραν μια εκπληκτική τροπή.
Μια αριστερή εφημερίδα με την επωνυμία Documento υποστήριξε ότι, εκτός από τους δύο Έλληνες που ήταν ήδη γνωστό ότι είχαν στοχοποιηθεί, είχαν γίνει επίσης προσπάθειες παρακολούθησης δεκάδων αξιωματούχων, δημοσιογράφων κ.ά.
Μεταξύ των υποτιθέμενων στόχων ήταν συνεργάτες του Ευάγγελου Μαρινάκη, ενός άνδρα που συχνά εμφανίζεται περιτριγυρισμένος από μια ομάδα μαυροφορεμένων αντρών και μιας από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες στη διεθνή ναυτιλία και το ποδόσφαιρο.
Το βράδυ της δημοσίευσης της επίμαχης αρθρογραφίας του Documento, λίγα τετράγωνα από το γραφείο του Μητσοτάκη, ο Μαρινάκης παρακολουθούσε την ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακού να δέχεται γκολ από πέναλτι στο 90ό λεπτό.
Μέσα σε μια ώρα είχε περικυκλωθεί από κάμερες.
Το πέναλτι, υποστήριξε, ήταν απόδειξη ενός «στημένου» διαιτητή και ενός «στημένου αγώνα» - και μια συνωμοσία τους βαθέος κράτους.
«Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο πλέον ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο διοικείται από ένα φασιστικό παρακράτος στο οποίο διαφεντεύουν η παρανομία και το οργανωμένο έγκλημα», ανέφερε σε δήλωσή του ο διευθύνων σύμβουλος του Ολυμπιακού, Ιωάννης Βρέντζος.
«Τα τελευταία τρία χρόνια λειτουργεί ένα παράνομο καθεστώς στο Μέγαρο Μαξίμου [το πρωθυπουργικό γραφείο] με διασυνδέσεις με οργανωμένες συμμορίες».
«Για κάθε Έλληνα που παρακολουθούσε, επρόκειτο για μια περίεργη επιλογή λέξεων» λέει ο Guardian και συνεχίζει:
«Εδώ και χρόνια το ελληνικό κράτος ερευνά τον Μαρινάκη με το σκεπτικό ότι το 2014 φέρεται να βοήθησε στη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης για τη διακίνηση της μεγαλύτερης ποσότητας ηρωίνης που έχει κατασχεθεί ποτέ στην Ευρώπη.
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες, χαρακτηρίζοντάς τες ψευδείς και με στόχο να τον πλήξουν.
Όπως υπενθυμίζει ο συντάκτης του άρθρου, ο μεγαλομέτοχος του Ολυμπιακού έχει αγοράσει επίσης την αγγλική ομάδα Nottingham Forest συγχώνευσε τον στόλο των τάνκερ του με αυτόν του πρώην υπουργού εμπορίου του Donald Trump στις ΗΠΑ και πέτυχε την υπογραφή προσοδοφόρων συμβολαίων για τη μεταφορά του πετρελαίου του Ιράκ από τον Περσικό Κόλπο.
Τώρα αναπαράγει ένα σενάριο εναντίον του κράτους που τον ερευνά, λέγοντας ότι η κυβέρνηση ή οι φατρίες μέσα σε αυτήν αποτελούν την πραγματική εγκληματική οργάνωση.
Όσο για το σκάνδαλο των υποκλοπών… θα ακολουθούσαν συνέπειες.
Τις επόμενες μέρες ο Μαρινάκης στράφηκε ενάντια στον Μητσοτάκη, τον οποίο η αυτοκρατορία των μέσων ενημέρωσης βοήθησε στην ανάληψη των καθηκόντων του το 2019.
Απείλησε να αποσύρει τον Ολυμπιακό από τη Super League της Ελλάδας, της οποίας εξελέγη πρόεδρος τον Ιούνιο.
Ο σύλλογος φιλάθλων της ομάδας δημοσίευσε ανακοίνωση στα social media, προειδοποιώντας τον Μητσοτάκη για επικείμενο «ραντεβού στις κάλπες».
«Αδυναμία, ερωτήματα, ανικανότητα» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της καθημερινής εφημερίδας του Μαρινάκη «Τα Νέα».
Όταν ο Μητσοτάκης απάντησε στην επίθεση του Μαρινάκη, ο τελευταίος απάντησε: «Μόνο αυτοί που εμπλέκονται στις υποκλοπές και με τον υπόκοσμο θα έκαναν τέτοια πράγματα».
Και όλα τα παραπάνω εγείρουν το ερώτημα: ποιος εκβιάζει ποιον, εδώ;
Η κυβέρνηση που χρειάζεται κάλυψη από έναν μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης καθώς κατευθύνεται στις εκλογές του επόμενου έτους;
Ή ένας ολιγάρχης που ερευνάται;
Από ορισμένες απόψεις, το επίκεντρο του σκανδάλου έχει μετατοπιστεί, χωρίς πλέον να αφορά τις υποκλοπές αυτές καθαυτές, αλλά το πώς λειτουργεί στην πραγματικότητα το ελληνικό κράτος.
Δεν είμαστε Περού, αλλά…
Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια μικρή χώρα, το ΑΕΠ της μικρότερο από αυτό του Περού, αλλά οι πλουσιότερες οικογένειές της, οι εφοπλιστικές, διαθέτουν τεράστια περιουσία και μεγάλη επιρροή.
Οι μεταπολεμικές δεκαετίες έθεσαν τον ελληνικό εφοπλισμό στο επίκεντρο… καθώς ο κόσμος εξαρτάται από το πετρέλαιο και τη μεταφορά του.
Τα χρήματά τους βγήκαν εκτός Ελλάδας, συνήθως κρύβονταν έξω από αυτήν και χρησιμοποιούνταν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων -τηλεοπτικά κανάλια, ποδοσφαιρικές ομάδες, ξενοδοχεία- μέσα σε αυτήν.
Η χρηματοπιστωτική κρίση των αρχών της δεκαετίας του 2010 αποδείχθηκε ευεργέτημα, με τη λιτότητα που επιβλήθηκε από την ΕΕ να θέτει προς πώληση τμήματα του ίδιου του κράτους σε μειωμένη τιμή, ενώ το προνομιακό φορολογικό καθεστώς των πλοιοκτητών παρέμεινε ανέγγιχτο.
Εν τω μεταξύ, οι πιο ισχυροί ανάμεσά τους συνέχιζαν να διοχετεύουν μετρητά στο πολιτικό σύστημα της χώρας, συνάπτοντας καιροσκοπικές συμμαχίες με κόμματα σε όλο το πολιτικό φάσμα που ήρθαν – φυσικά – με δεσμούς.
«Η διασύνδεση της ολιγαρχικής πρωτεύουσας του Πειραιά και των πολιτικών μηχανών της Αθήνας έχουν ρίζες στο παρελθόν.
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης ανέλαβε τον στόλο των δεξαμενόπλοιων του πατέρα του, όπως και ο Μητσοτάκης ανέλαβε το πολιτικό κόμμα του πατέρα του: η σχέση των δύο δυναστειών –οι γόνοι των οποίων ισχυρίζονται τώρα ότι είναι θύματα εκμετάλλευσης και εκβιασμού ο ένας του άλλου– πηγαίνει πίσω τουλάχιστον 40 χρόνια.
Δεν είναι περίεργο που οι κρίσεις υποκλοπών επαναλαμβάνονται στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες.
Και τώρα μια βαριά ολιγαρχική παρέμβαση μεταμφιέζεται ως εκπρόθεσμη ώθηση για δημόσια διαφάνεια.
Ο Μητσοτάκης κουτσαίνει γύρω από το γήπεδο ενώ ο Μαρινάκης χαμογελάει από τα πλάγια.
Όλο αυτό το διάστημα οι απλοί Έλληνες περιμένουν απαντήσεις» καταλήγει ο Guardian.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών