Το χρέος των ΗΠΑ ως ποσοστό του ΑΕΠ θα σημειώσει νέο ρεκόρ αυτή τη δεκαετία, σκαρφαλώνοντας από περίπου 100% σήμερα, στο 107% το 2029 και ξεπερνώντας την κορυφή του 1946, το 106% έως το 2053
Το χρέος των ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 33 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εν μέσω ενός ολοένα αυξανόμενου ομοσπονδιακού ελλείμματος και ενός τεράστιου κύματος εκδόσεων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου.
Ασφαλώς, η αύξηση του χρέους από μόνη της δεν προκαλεί αυτόματα ανησυχία, καθώς δεν είναι απαιτητό το κρατικό χρέος και τα κράτη δεν χρεοκοπούν όπως οι επιχειρήσεις..
Αντίθετα, ένας πιο ουσιαστικός δείκτης μπορεί να είναι η ικανότητα να συμβαδίζει η αύξηση του παραγόμενου οικονομικού προϊόντος με τις πληρωμές εξυπηρέτησης χρέους.
Η υπουργός Οικονομικών Jenet Yellen δήλωσε στο CNBC τη Δευτέρα 18/9 ότι ο δείκτης που εξετάζει πιο συχνά για να κρίνει τη υγεία των δημοσιονομικών των ΗΠΑ είναι το καθαρό επιτόκιο του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Αυτός ο δείκτης βρίσκεται επί του παρόντος περίπου στο 1%, αλλά το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου προβλέπει ότι οι πληρωμές τόκων θα αποτελέσουν το 6,7% του ΑΕΠ έως το 2053.
Με αυτό το μέτρο, οι πληρωμές τοκοχρεολυσίων των ΗΠΑ θα γίνουν η μοναδική μεγαλύτερη ομοσπονδιακή δαπάνη μέχρι το 2051, όταν θα ξεπεράσει τις δαπάνες για την Κοινωνική Ασφάλιση.
«Έτσι σαφώς δεν είναι βιώσιμο», είπε στο Insider η Maya MacGuineas, πρόεδρος της Επιτροπής για τη Δημοσιονομική Υπευθυνότητα: «Ο τρόπος με τον οποίο το αξιολογεί κανείς τη δημοσιονομική κατάσταση είναι ο εξής: εάν το χρέος σας αυξάνεται ταχύτερα από το συνολικό παραγόμενο οικονομικό προϊόν και εάν οι πληρωμές των τόκων έχουν ρυθμό ανόδου μεγαλύτερο από αυτό των εσόδων — αυτά είναι όλα τα τεράστια προειδοποιητικά σημάδια.
Όλα αυτά βρίσκονται στο κόκκινο αυτή τη στιγμή…».
Στην πραγματικότητα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου CBO εκτιμά ότι το χρέος των ΗΠΑ ως μερίδιο του ΑΕΠ θα σημειώσει νέο ρεκόρ αυτή τη δεκαετία, σκαρφαλώνοντας από περίπου 100% τώρα στο 107% το 2029 και ξεπερνώντας την κορυφή του 1946, το 106%.
Και είναι σε καλό δρόμο να φτάσει το 181% έως το 2053.
Η αγορά ομολόγων
Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να υπερηφανεύονται για την αγορά ομολόγων τους η οποία διαθέτει τη μεγαλύτερη ρευστότητα στον κόσμο και μπορούν να πουλήσουν νέο χρέος σε επενδυτές - τουλάχιστον με το σημερινό καθεστώς και υπό την σημείωση ότι εκμεταλλεύονται την ισχυρή γεωπολιτική τους θέση.
Αυτό όμως πόσο θα διαρκέσει δεδομένων των αλλαγών στους παγκόσμιους γεωπολιτικου΄συσχετισμούς.
Αλλά το πρόβλημα είναι ότι οι πληρωμές του χρέους πρέπει να προηγούνται στην ιεράρχηση των οικονομικών δεδομένων όταν η κυβέρνηση λαμβάνει δημοσιονομικές αποφάσεις, είπε ο MacGuineas.
Στο σημερινό επίπεδο, οι πληρωμές τόκων ξεπερνούν ήδη τις ομοσπονδιακές δαπάνες για την εκπαίδευση των νέων, και σε τέσσερα χρόνια, θα υπερβαίνουν τις αμυντικές δαπάνες.
«Τα μέλη του Κογκρέσου όταν το μαθαίνουν αυτό επιδεικνύουν σημαντικό ενδιαφέρον», πρόσθεσε.
«Πολύ σοβαρό προειδοποιητικό σήμα»
Εάν οι εκτιμήσεις του CBO είναι σωστές, δεν είναι μόνο ότι τα ομοσπονδιακά προγράμματα που αφορούν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις θα παραγκωνιστούν, πρόσθεσε.
Θα σήμαινε μια στάσιμη οικονομία και μια εξασθενημένη ικανότητα επένδυσης σε τομείς όπως η εθνική ασφάλεια
Η Wall Street έχει αρχίσει να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Πρόσφατα, κορυφαίοι αναλυτές της αγοράς ομολόγων προειδοποίησαν ότι τα επιτόκια θα πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται, ώστε το Υπουργείο Οικονομικών να συνεχίσει να προσελκύει αρκετή ρευστότητα για να εξυπηρετήσει το αυξανόμενο χρέος.
Αυτό μόνο θα επιδεινώσει το κόστος δανεισμού.
Tο πολιτικό παρασκήνιο και η προθεσμία έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023
Ττο Κογκρέσο φαίνεται να παραπαίει, στις προσπάθειές του να εγκρίνει τις χρηματοδοτικές δαπάνες λειτουργίας του ομοσποσνδιακού κράτους πριν από την προθεσμία της 30ης Σεπτεμβρίου.
Εάν δεν καταφέρει να εγκρίνει δώδεκα νομοσχέδια πιστώσεων ή να συμφωνήσει σε μια βραχυπρόθεσμη επέκταση της ομοσπονδιακής
χρηματοδότησης σε υφιστάμενα επίπεδα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αντιμετωπίσουν το πρώτο κλείσιμο της κυβέρνησης από το 2019.
Το Σαββατοκύριακο 16-17/9, οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής εξέτασαν μια βραχυπρόθεσμη πρόταση που θα περιόριζε τις δαπάνες για τις περισσότερες ομοσπονδιακές υπηρεσίες και θα ζωντάνευε ξανά τις σκληρές συνοριακές πρωτοβουλίες της εποχής Trump σε αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου.
Αλλά το σχέδιο είχε έτσι και αλλιώς ελάχιστες ελπίδες πρόκειμένου να άρει το αδιέξοδο στο Καπιτώλιο, με τους Ρεπουμπλικάνους να εξακολουθούν να είναι διχασμένοι ως προς τα αιτήματά τους και οι Δημοκρατικοί να είναι απίθανο να υποστηρίξουν όποιον συμβιβασμό επιτευχθεί μεταξύ τους.
Η συζήτηση για το χρέος έχει γίνει πιο έντονη φέτος, καθώς κυριαρχείται από μια εκτεταμένη αντιπαράθεση σχετικά με την αύξηση του ανώτατου ορίου δανεισμού της χώρας.
Μία πρώτη φετινή διαμάχη έληξε με δικομματική συμφωνία για αναστολή του ορίου χρέους για δύο χρόνια και μείωση των ομοσπονδιακών δαπανών κατά 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μια δεκαετία, ουσιαστικά παγώνοντας κάποια χρηματοδότηση που είχε προβλεφθεί να αυξηθεί το επόμενο έτος και περιορίζοντας στη συνέχεια τις δαπάνες σε 1% αύξηση το 2025.
Πλέον, το χρέος βρίσκεται σε τροχιά να ξεπεράσει τα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος της δεκαετίας, όπως υπολογίζουν οι New York Times, ακόμη και αφού ληφθούν υπόψη οι νέες περικοπές δαπανών, καθώς οι τόκοι για το χρέος αυξάνονται και το κόστος των προγραμμάτων του εθνικού δικτύου κοινωνικής ασφάλειας συνεχίζει να αυξάνεται.
Ωστόσο, η επιβράδυνση της αύξησης του εθνικού χρέους εξακολουθεί να είναι τεράστια δημοσιονομική πρόκληση.
Τα δαπανηρά ομοσπονδιακά προγράμματα…
Ορισμένα ομοσπονδιακά προγράμματα δαπανών που εγκρίθηκαν κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Biden αναμένεται να είναι πιο δαπανηρά από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως. Ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού του 2022 εκτιμήθηκε προηγουμένως ότι θα κοστίσει περίπου 400 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια δεκαετία, αλλά σύμφωνα με εκτιμήσεις του Penn Wharton Budget Model του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, θα μπορούσε να κοστίσει πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια χάρη στην ισχυρή ζήτηση για τις γενναιόδωρες πιστώσεις φόρου που προβλέπονται στην νομοθεσία.
Τα προγράμματα ανακούφισης της εποχής της πανδημίας εξακολουθούν να κοστίζουν χρήματα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, ότι οι αξιώσεις για το Employee Retention Credit, ένα φορολογικό όφελος που αρχικά προβλεπόταν να κοστίσει περίπου 55 δισεκατομμύρια δολάρια, έχουν κοστίσει μέχρι στιγμής στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση 230 δισεκατομμύρια δολάρια. To IRS παγώνει ήδη το πρόγραμμα λόγω των ανησυχιών για απάτη και κατάχρηση.
Ταυτόχρονα, αρκετές από τις προσπάθειες του Προέδρου Biden να συγκεντρώσει περισσότερα έσοδα μέσω φορολογικών αλλαγών βρήκαν σθεναρή αντίσταση.
Στα τέλη του 2022, το IRS καθυστέρησε κατά ένα χρόνο μια νέα φορολογική πολιτική, που θα απαιτούσε από τους χρήστες ψηφιακών πορτοφολιών και πλατφορμών ηλεκτρονικού εμπορίου, να αρχίσουν να αναφέρουν μικρές συναλλαγές στην υπηρεσία.
To μέτρο προβλεπόταν να συγκεντρώσει περίπου 8 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα σε μια δεκαετία.
Τον περασμένο μήνα, το IRS καθυστέρησε κατά δύο χρόνια μια νέα διάταξη, που θα εμπόδιζε τα άτομα με υψηλό εισόδημα να μπορούν να διοχετεύουν επιπλέον χρήματα στους λογαριασμούς συνταξιοδότησης.
Ο οργανισμός περιέγραψε την καθυστέρηση ως «διοικητική μεταβατική περίοδο».
Δημοσιονομικός εκτροχιασμός
Εν τω μεταξύ, οι λομπίστες πιέζουν για τα κενά στους νέους φόρους που έχουν θεσπιστεί.
Ο εναλλακτικός ελάχιστος εταιρικός φόρος 15% επινοήθηκε για να διασφαλίσει, ότι οι πλούσιες εταιρείες δε θα μπορούσαν πλέον να ξεφύγουν από την πληρωμή μονοψήφιων φορολογικών συντελεστών, λόγω της δημιουργικής χρήσης των εκπτώσεων.
Ωστόσο, πολλές από αυτές τις εταιρείες πίεσαν το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο αυτή τη στιγμή συντάσσει τους κανόνες που θα διέπουν το φόρο, να δημιουργήσει εξαιρέσεις για να διατηρήσει τις πιο πολύτιμες κρατήσεις τους.
Αυτός ο φόρος είναι διαφορετικός από τον ελάχιστο φόρο που προσπαθούν να υιοθετήσουν οι περισσότερες χώρες, εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η απώθηση κατά των προσπαθειών αύξησης εσόδων και περικοπής δαπανών έχει εντείνει την αίσθηση ανησυχίας μεταξύ των ομάδων εποπτείας του προϋπολογισμού, που φοβούνται ότι πλησιάζει μια δημοσιονομική κρίση.
«Όπως είδαμε με την πρόσφατη αύξηση του πληθωρισμού και των επιτοκίων, το κόστος του χρέους μπορεί να αυξηθεί ξαφνικά και γρήγορα», δήλωσε ο Michael A. Peterson, διευθύνων σύμβουλος του Ιδρύματος Peter G. Peterson, το οποίο προωθεί τη δημοσιονομική συγκράτηση.
«Με κόστος των τοκοχρεολυσίσων άνω των 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων την επόμενη δεκαετία, αυτός ο σύνθετος δημοσιονομικός κύκλος θα συνεχίσει να κάνει μόνο ζημιά στα παιδιά και τα εγγόνια μας».
Οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί στη Βουλή και στη Γερουσία εξακολουθούν να είναι διχασμένοι, προκειμένου να αποφευχθεί το βραχυπρόθεσμο πρόβλημα του τερματισμού λειτουργία της κυβέρνησης και οι geroysiast;ew έχουν αρχίσει να πιέζουν, ώστε οι επικεφαλής να αρχίσουν να επικεντρώνονται σε ένα νομοσχέδιο για να παραμείνει η κυβέρνηση σε λειτουργία μετά τις 30 Σεπτεμβρίου.
Οι Ρεπουμπλικάνοι πιέζουν για περικοπές ως προϋπόθεση για τη έγκριση της χρηματοδότησης της κυβέρνησης, κατηγορώντας τις εκτός ελέγχου δαπάνες για τα δημοσιονομικά δεινά της χώρας. «Η πολιτεία είναι εθισμένη στο να ξοδεύει χρήματα άλλων ανθρώπων», έγραψε ο Eli Crane, Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστης της Αριζόνα, στο «X» (πρώην Twitter).
«Φτάνει πια».
Οι φορολογικές περικοπές της εποχής του Trump
Όμως ο Λευκός Οίκος κατηγορεί τους Ρεπουμπλικάνους για το διογκωμένο χρέος.
«Η αύξηση του χρέους τα τελευταία 20 χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα τρισεκατομμύρια που δαπανήθηκαν για φορολογικές μειώσεις των Ρεπουμπλικάνων που στράφηκαν προς τις πλούσιες και μεγάλες εταιρείες», δήλωσε ο Michael Kikukawa, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου.
«Οι Ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου θέλουν να διπλασιάσουν τη σταδιακή μείωση, επεκτείνοντας τις φορολογικές περικοπές του Προέδρου Trump και καταργώντας τις εταιρικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Προέδρου Biden».
Μια έκθεση του Υπουργείου Οικονομικών την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι το έλλειμμα – το χάσμα μεταξύ των δαπανών των Ηνωμένων Πολιτειών και αυτών που εισπράττονται μέσω φόρων και άλλων εσόδων – ήταν στα 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια για τους πρώτους 11 μήνες του οικονομικού έτους, μια αύξηση 61% από την ίδια περίοδο πριν ένα χρόνο.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών