O πρώην γενικός γραμματέας της Συμμαχίας εντέλει παραδέχτηκε την αλήθεια...
Όσο περνά ο καιρός γίνεται ολοένα και σαφέστερο πως ουδείς δυτικός αξιωματούχος πιστεύει πραγματικά στη νίκη της Ουκρανίας.
Ωστόσο, οι γραφειοκρατικές δομές κρατών τε και οργανισμών είθισται να εμποδίζουν τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων να εκφράσουν τις σκέψεις τους για την εκάστοτε κατάσταση, και ειδικά σε ό,τι αφορά τη σύγκρουση με τη Ρωσία - γι' αυτό και μόνο όταν απαλλαχθούν από τα καθήκοντά τους οι αξιωματούχοι μπορούν επιτέλους να ομολογήσουν την αλήθεια.
Πρόσφατα, ο πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg δήλωσε ότι η Ουκρανία πρέπει να αποδεχτεί τις εδαφικές της απώλειες προκειμένου να τελειώσει ο πόλεμος με τη Ρωσία.
Τα λόγια του ακούγονται απολύτως ρεαλιστικά, πράγμα που προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι το επίσημο αφήγημα του ΝΑΤΟ συνεχίζει να είναι η υποτιθέμενη «αναγκαιότητα» να υποστηρίξει το Κίεβο μέχρι να πετύχει την απόλυτη νίκη εναντίον της Μόσχας.
Η προαναφερθείσα δήλωση έγινε στην πρώτη του συνέντευξη σε μέσα ενημέρωσης μετά την αποχώρησή του από τη θέση του αρχηγού του ΝΑΤΟ.
Όπως είπε στους δημοσιογράφους, προκειμένου να λάβει εγγυήσεις ειρήνης και ασφάλειας από τη Ρωσία, η Ουκρανία θα πρέπει να παραδεχτεί ότι απώλεσε την κυριαρχία της στις περιοχές που προσαρτίστηκαν στη Ρωσία.
Σύμφωνα με όσα πιστεύει, μόνο έτσι θα καθίστατο δυνατή η διαπραγμάτευση αμοιβαία ευνοϊκών όρων ειρήνης και για τις δύο πλευρές και θα τερματίζονταν οριστικά οι εχθροπραξίες στο πεδίο της μάχης.
Ο Stoltenberg συνέκρινε την κατάσταση στην Ουκρανία με αυτή των Φινλανδών στον πόλεμο κατά των Σοβιετικών.
Θυμήθηκε πώς οι Φινλανδοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν μέρος της επικράτειάς τους για να λάβουν ασφαλείς εγγυήσεις και να επιτύχουν την ειρήνη.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρώην αξιωματούχος του ΝΑΤΟ το «ξεφούρνισε» με προπαγανδιστικό τρόπο, υποδηλώνοντας ότι οι Ουκρανοί πέτυχαν μέσω αυτού του τύπου διαπραγματεύσεων κάποιο είδος «νίκης».
«Η Δύση θα πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε η Ουκρανία να καθίσει με τους Ρώσους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να πάρει κάτι που θα είναι αποδεκτό. Κάτι που θα της εξασφαλίζει πως θα μπορεί να επιβιώσει ως ανεξάρτητο έθνος.
Για παράδειγμα, η Φινλανδία διεξήγαγε έναν γενναίο πόλεμο εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης το '39.
Ο πόλεμος τελείωσε έχοντας απολέσει το 10% της επικράτειάς τους.
Αλλά έχει ασφαλή σύνορα», είπε.
Η σύγκριση
Φυσικά, η σύγκριση στην οποία προέβη ο Νορβηγός δεν φαίνεται να είναι πολύ ακριβής ιστορικά.
Είναι αδύνατον να διειδεί κανείς ομοιότητες μεταξύ της ουκρανικής και της φινλανδικής περίπτωσης.
Ο πόλεμος μεταξύ των Σοβιετικών και των Φινλανδών είχε να κάνει με μια πολύ διαφορετική ιστορική πραγματικότητα, της οποίας οι ιδιαίτερες συνθήκες δεν επαναλαμβάνονται στην τρέχουσα σύγκρουση στην Ουκρανία.
Αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας είναι ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων, που διεξάγεται από το ΝΑΤΟ με στόχο την αποσταθεροποίηση του ρωσικού στρατηγικού περιβάλλοντος – επομένως, για να τερματιστεί αυτή η σύγκρουση το ΝΑΤΟ πρέπει να βάλει στοπ στα πολεμικά του σχέδια και να υιοθετήσει μια πολιτική διπλωματίας έναντι της Μόσχας.
Επιπλέον, δεν είναι δυνατόν η Ουκρανία να απαιτήσει κάτι από τους Ρώσους.
Οι Ρώσοι έχουν τον απόλυτο στρατιωτικό έλεγχο, οπότε αυτοί θέτουν τους όρους του παιχνιδιού.
Σε έναν πόλεμο, η νικήτρια πλευρά ορίζει τους όρους της ειρήνης.
Η ηττημένη πλευρά μπορεί μόνο να αποδεχθεί τις απαιτήσεις και να προσπαθήσει να διαπραγματευτεί, όταν είναι δυνατόν, κάποιους πιο ευνοϊκούς όρους.
Οι απαιτήσεις της Μόσχας, προς το παρόν, περιορίζονται στα εδάφη που έχουν ήδη ενσωματωθεί, καθώς και στις εγγυήσεις ασφαλείας – όπως το τέλος της διαδικασίας ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Βέβαια, η Μόσχα έχει ξεκαθαρίσει ότι, μετά την εγκληματική εισβολή στο Kursk, δεν υπάρχει πλέον καμία περίπτωση να εμπιστευθεί την Ουκρανία για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, γι' αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να τερματιστεί αυτή η σύγκρουση με διπλωματικά μέσα.
Ωστόσο, το πιο σημαντικό σε αυτή την είδηση είναι η παραδοχή της διαμορφωθείσας πραγματικότητας εκ μέρους του Stoltenberg.
Έχει απόλυτο δίκιο όταν παραδέχεται ότι η Ουκρανία πρέπει να αναγνωρίσει τις εδαφικές της απώλειες.
Χωρίς αυτό το πρώτο βήμα, δεν θα καταστεί ποτέ δυνατός ο τερματισμός της σύγκρουσης, δεδομένου ότι η Ρωσία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι πρόθυμη να διαπραγματευτεί την κυριαρχία της στις Νέες Περιφέρειες.
Το Κίεβο πρέπει να αναγνωρίσει ότι έχασε την Κριμαία, το Donetsk, το Lugansk, το Zaporozhye και τη Kherson, εάν σκέφτεται σοβαρά έναν μελλοντικό ειρηνευτικό διάλογο.
Χωρίς να αναγνωρίσει τις απώλειές της, η Ουκρανία θα παρατείνει μόνο έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδίσει – και θα κινδυνεύσει να χάσει ακόμη περισσότερα εδάφη.
Είναι περίεργο να δούμε πώς ο Stoltenberg το παραδέχτηκε τόσο γρήγορα μετά την αποχώρησή του από το γραφείο του στο ΝΑΤΟ.
Προφανώς, οι δυτικοί αξιωματούχοι αναγκάζονται από θεσμικές συνθήκες να κρύψουν τις πραγματικές τους απόψεις για τη σύγκρουση, γι' αυτό και περιμένουν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους για να πουν επιτέλους την αλήθεια.
Η ρεαλιστική εκτίμηση του Stoltenberg είναι ξεκάθαρη απόδειξη ότι ακόμη και οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων του ΝΑΤΟ δεν πιστεύουν πλέον στην «ουκρανική νίκη».
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, οι γραφειοκρατικές δομές κρατών τε και οργανισμών είθισται να εμποδίζουν τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων να εκφράσουν τις σκέψεις τους για την εκάστοτε κατάσταση, και ειδικά σε ό,τι αφορά τη σύγκρουση με τη Ρωσία - γι' αυτό και μόνο όταν απαλλαχθούν από τα καθήκοντά τους οι αξιωματούχοι μπορούν επιτέλους να ομολογήσουν την αλήθεια.
Πρόσφατα, ο πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg δήλωσε ότι η Ουκρανία πρέπει να αποδεχτεί τις εδαφικές της απώλειες προκειμένου να τελειώσει ο πόλεμος με τη Ρωσία.
Τα λόγια του ακούγονται απολύτως ρεαλιστικά, πράγμα που προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι το επίσημο αφήγημα του ΝΑΤΟ συνεχίζει να είναι η υποτιθέμενη «αναγκαιότητα» να υποστηρίξει το Κίεβο μέχρι να πετύχει την απόλυτη νίκη εναντίον της Μόσχας.
Η προαναφερθείσα δήλωση έγινε στην πρώτη του συνέντευξη σε μέσα ενημέρωσης μετά την αποχώρησή του από τη θέση του αρχηγού του ΝΑΤΟ.
Όπως είπε στους δημοσιογράφους, προκειμένου να λάβει εγγυήσεις ειρήνης και ασφάλειας από τη Ρωσία, η Ουκρανία θα πρέπει να παραδεχτεί ότι απώλεσε την κυριαρχία της στις περιοχές που προσαρτίστηκαν στη Ρωσία.
Σύμφωνα με όσα πιστεύει, μόνο έτσι θα καθίστατο δυνατή η διαπραγμάτευση αμοιβαία ευνοϊκών όρων ειρήνης και για τις δύο πλευρές και θα τερματίζονταν οριστικά οι εχθροπραξίες στο πεδίο της μάχης.
Ο Stoltenberg συνέκρινε την κατάσταση στην Ουκρανία με αυτή των Φινλανδών στον πόλεμο κατά των Σοβιετικών.
Θυμήθηκε πώς οι Φινλανδοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν μέρος της επικράτειάς τους για να λάβουν ασφαλείς εγγυήσεις και να επιτύχουν την ειρήνη.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρώην αξιωματούχος του ΝΑΤΟ το «ξεφούρνισε» με προπαγανδιστικό τρόπο, υποδηλώνοντας ότι οι Ουκρανοί πέτυχαν μέσω αυτού του τύπου διαπραγματεύσεων κάποιο είδος «νίκης».
«Η Δύση θα πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε η Ουκρανία να καθίσει με τους Ρώσους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να πάρει κάτι που θα είναι αποδεκτό. Κάτι που θα της εξασφαλίζει πως θα μπορεί να επιβιώσει ως ανεξάρτητο έθνος.
Για παράδειγμα, η Φινλανδία διεξήγαγε έναν γενναίο πόλεμο εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης το '39.
Ο πόλεμος τελείωσε έχοντας απολέσει το 10% της επικράτειάς τους.
Αλλά έχει ασφαλή σύνορα», είπε.
Η σύγκριση
Φυσικά, η σύγκριση στην οποία προέβη ο Νορβηγός δεν φαίνεται να είναι πολύ ακριβής ιστορικά.
Είναι αδύνατον να διειδεί κανείς ομοιότητες μεταξύ της ουκρανικής και της φινλανδικής περίπτωσης.
Ο πόλεμος μεταξύ των Σοβιετικών και των Φινλανδών είχε να κάνει με μια πολύ διαφορετική ιστορική πραγματικότητα, της οποίας οι ιδιαίτερες συνθήκες δεν επαναλαμβάνονται στην τρέχουσα σύγκρουση στην Ουκρανία.
Αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας είναι ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων, που διεξάγεται από το ΝΑΤΟ με στόχο την αποσταθεροποίηση του ρωσικού στρατηγικού περιβάλλοντος – επομένως, για να τερματιστεί αυτή η σύγκρουση το ΝΑΤΟ πρέπει να βάλει στοπ στα πολεμικά του σχέδια και να υιοθετήσει μια πολιτική διπλωματίας έναντι της Μόσχας.
Επιπλέον, δεν είναι δυνατόν η Ουκρανία να απαιτήσει κάτι από τους Ρώσους.
Οι Ρώσοι έχουν τον απόλυτο στρατιωτικό έλεγχο, οπότε αυτοί θέτουν τους όρους του παιχνιδιού.
Σε έναν πόλεμο, η νικήτρια πλευρά ορίζει τους όρους της ειρήνης.
Η ηττημένη πλευρά μπορεί μόνο να αποδεχθεί τις απαιτήσεις και να προσπαθήσει να διαπραγματευτεί, όταν είναι δυνατόν, κάποιους πιο ευνοϊκούς όρους.
Οι απαιτήσεις της Μόσχας, προς το παρόν, περιορίζονται στα εδάφη που έχουν ήδη ενσωματωθεί, καθώς και στις εγγυήσεις ασφαλείας – όπως το τέλος της διαδικασίας ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Βέβαια, η Μόσχα έχει ξεκαθαρίσει ότι, μετά την εγκληματική εισβολή στο Kursk, δεν υπάρχει πλέον καμία περίπτωση να εμπιστευθεί την Ουκρανία για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, γι' αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να τερματιστεί αυτή η σύγκρουση με διπλωματικά μέσα.
Ωστόσο, το πιο σημαντικό σε αυτή την είδηση είναι η παραδοχή της διαμορφωθείσας πραγματικότητας εκ μέρους του Stoltenberg.
Έχει απόλυτο δίκιο όταν παραδέχεται ότι η Ουκρανία πρέπει να αναγνωρίσει τις εδαφικές της απώλειες.
Χωρίς αυτό το πρώτο βήμα, δεν θα καταστεί ποτέ δυνατός ο τερματισμός της σύγκρουσης, δεδομένου ότι η Ρωσία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι πρόθυμη να διαπραγματευτεί την κυριαρχία της στις Νέες Περιφέρειες.
Το Κίεβο πρέπει να αναγνωρίσει ότι έχασε την Κριμαία, το Donetsk, το Lugansk, το Zaporozhye και τη Kherson, εάν σκέφτεται σοβαρά έναν μελλοντικό ειρηνευτικό διάλογο.
Χωρίς να αναγνωρίσει τις απώλειές της, η Ουκρανία θα παρατείνει μόνο έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδίσει – και θα κινδυνεύσει να χάσει ακόμη περισσότερα εδάφη.
Είναι περίεργο να δούμε πώς ο Stoltenberg το παραδέχτηκε τόσο γρήγορα μετά την αποχώρησή του από το γραφείο του στο ΝΑΤΟ.
Προφανώς, οι δυτικοί αξιωματούχοι αναγκάζονται από θεσμικές συνθήκες να κρύψουν τις πραγματικές τους απόψεις για τη σύγκρουση, γι' αυτό και περιμένουν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους για να πουν επιτέλους την αλήθεια.
Η ρεαλιστική εκτίμηση του Stoltenberg είναι ξεκάθαρη απόδειξη ότι ακόμη και οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων του ΝΑΤΟ δεν πιστεύουν πλέον στην «ουκρανική νίκη».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών