Εκτιμάται πως τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν τετραπλασιαστεί οι ρευματοκλοπές, με το σχετικό κόστος – το οποίο ανήλθε στα 200 εκατ. ευρώ την περίοδο 2015 – 2017 – να επιβαρύνει προμηθευτές και καταναλωτές ρεύματος
Στη λήψη μέτρων εντός του πρώτου εξαμήνου του 2018 για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων, σε επικίνδυνο βαθμό, ρευματοκλοπών προσανατολίζεται η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας αναγνωρίζοντας την ένταση του φαινομένου ειδικά την τελευταία τριετία.
Σύμφωνα με τη ΔΕΗ η ποσότητα της ενέργειας που χάνεται και δεν τιμολογείται φθάνει τη 1 TWh ανά έτος την τελευταία τριετία, επιβαρύνοντας το κόστος χονδρεμπορικής για τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας κατά 200 εκατ. ευρώ την περίοδο 2015 - 2017.
Η έκρηξη του φαινομένου των ρευματοκλοπών αναδεικνύεται από τους συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με αφορμή τη διαβούλευση που διενεργήθηκε από τη ΡΑΕ για τον προσδιορισμό του ύψους των συντελεστών απωλειών του δικτύου και όπως επισημαίνεται από τη ΔΕΗ η αύξηση των ρευματοκλοπών οδηγεί τους συμμετέχοντες στην αγορά να τις λαμβάνουν υπ’ όψιν στις προτάσεις τους για τις μεταβολές των συντελεστών απωλειών του δικτύου, με συνέπειες στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Μάλιστα η ΔΕΗ χαρακτηρίζει ως εξαιρετικά ανησυχητική τη συνεχιζόμενη έξαρση των ρευματοκλοπών, οι οποίες αγγίζουν το 50% του συνόλου των απωλειών του δικτύου για την περίοδο 2013 - 2016.
Η ΕΒΙΚΕΝ από την πλευρά της, με την επιστολή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης επισημαίνει ότι από το 2012 παρατηρείται σταδιακή αύξηση των συνολικών απωλειών του δικτύου με ρυθμό 0,8% ετησίως προσεγγίζοντας το 2016 το 10%.
Όπως αναφέρει η Ένωση το ποσοστό αυτό, αλλά κυρίως ο ρυθμός αύξησης είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και ακόμη πιο ανησυχητική είναι η διαπίστωση ότι η αύξηση των απωλειών δικτύου κατά τα έτη 2012-2016 οφείλεται αποκλειστικά στην εκτίναξη των μη τεχνικών απωλειών, δηλαδή των ρευματοκλοπών οι οποίες από το 1,1% την περίοδο 2012 -2013 αυξήθηκαν στο 4,2% το 2016.
Πρόκειται δηλαδή για τετραπλασιασμό των μη τεχνικών απωλειών σε διάστημα πέντε ετών.
Παθητική αντιμετώπιση από ΔΕΔΔΗΕ
Η ΕΒΙΚΕΝ σημειώνει ότι το σοβαρό και ταχύτατα εξελισσόμενο αυτό πρόβλημα, αντιμετωπίζεται από το ΔΕΔΔΗΕ με τρόπο παθητικό παραμένοντας στη διαπίστωση και στον επιμερισμό του κόστους στις διάφορες κατηγορίες των καταναλωτών.
Όπως αναφέρει η Ένωση των Βιομηχανικών καταναλωτών η παθητική αντιμετώπιση των ρευματοκλοπών από τον ΔΕΔΔΗΕ δεν μπορεί να συνεχιστεί και θα πρέπει η ΡΑΕ να μην επιτρέψει κάτι τέτοιο.
Μάλιστα σημειώνει ότι όσο ο ΔΕΔΔΗΕ έχει τη βεβαιότητα πως για οποιαδήποτε ανεπάρκεια του δικτύου αποκλειστικά υπεύθυνος να επωμιστεί το κόστος είναι ο τελικός καταναλωτής δεν έχει κανένα κίνητρο για ενεργητική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ζητεί δε να οριστεί από τη ΡΑΕ ανώτατο όριο αποδεκτών μη τεχνικών απωλειών και περάν αυτού του ορίου το κόστος δεν θα επιμερίζεται στο δίκτυο αλλά θα το επωμίζεται ο ΔΕΔΔΗΕ
Σε ανάλογο μήκος κύματος και ο ΕΣΑΗ σημειώνει ότι η μείωση του φαινομένου των ρευματοκλοπών περιλαμβάνεται σαφώς στις αρμοδιότητες του ΔΕΔΔΗΕ κατά συνέπεια θα πρέπει τη διαπίστωση του προβλήματος να διαδεχθεί η αποτελεσματική δράση ώστε να μειωθεί το φαινόμενο και να μη συμβαίνει απλά μετακίνηση του κόστους των ρευματοκλοπών στους προμηθευτές και κατά συνέπεια στους καταναλωτές μέσω της απόλυτα ρυθμιζόμενης διαδικασίας του υπολογισμού των συντελεστών απωλειών και των συντελεστών προσαύξησης που αναπόδραστα και σε ρυθμιζόμενο ύψος επιβαρύνει τη δραστηριότητα των προμηθευτών.
Αυστηρές ποινές για τους παραβάτες
Ειδικά για τις μη τεχνικές απώλειες ο ΕΣΑΗ θεωρεί ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί μεθοδολογία με βάση την οποία μέρος του κόστους των ρευματοκλοπών θα επιβαρύνει τον Διαχειριστή, ενώ παράλληλα θα προβλέπονται και θα εφαρμόζονται ποινές ικανές να λειτουργήσουν αποτρεπτικά.
Ο εντοπισμός των παραβατών θα μπορεί να γίνει μέσω ενός εκτεταμένου προγράμματος διασταύρωσης ιστορικών στοιχείων και επιτόπιων ελέγχων από τον Διαχειριστή του Δικτύου.
Πάντως η ΡΑΕ από την πλευρά της ενώ αναγνωρίζει την ανάγκη επανεξέτασης του ρυθμιστικού πλαισίου για τις απώλειες δικτύου και λήψης ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ρευματοκλοπής, σημειώνει το τρέχον μοντέλο οργάνωσης της αγοράς, σύμφωνα με το οποίο το κόστος των απωλειών στο δίκτυο διανομής επιβαρύνει εξ’ ολοκλήρου το ανταγωνιστικό σκέλος του κόστους ενέργειας, καθιστά, άνευ ουσίας τον καθορισμό άνω ορίου στους συντελεστές προσαύξησης, αν αυτός δεν συνοδεύεται από ανάλογες διαρθρωτικές αλλαγές.
Σημειώνει επίσης ότι οι αλλαγές αυτές δεν είναι εφικτό να τεθούν σε εφαρμογή μέσα στο 2018 και παραπέμπει το θέμα στις αλλαγές της αγοράς με βάση το target model.
Εν τω μεταξύ, πάντως, η ΡΑΕ σκοπεύει να προσεγγίσει το ζήτημα με παροχή κινήτρου προς τον Διαχειριστή Δικτύου για τη μείωση των απωλειών, συναρτώντας μέρος του ρυθμιζόμενου εσόδου του Διαχειριστή με το παρατηρούμενο επίπεδο απωλειών ενέργειας στο δίκτυο.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με τη ΔΕΗ η ποσότητα της ενέργειας που χάνεται και δεν τιμολογείται φθάνει τη 1 TWh ανά έτος την τελευταία τριετία, επιβαρύνοντας το κόστος χονδρεμπορικής για τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας κατά 200 εκατ. ευρώ την περίοδο 2015 - 2017.
Η έκρηξη του φαινομένου των ρευματοκλοπών αναδεικνύεται από τους συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με αφορμή τη διαβούλευση που διενεργήθηκε από τη ΡΑΕ για τον προσδιορισμό του ύψους των συντελεστών απωλειών του δικτύου και όπως επισημαίνεται από τη ΔΕΗ η αύξηση των ρευματοκλοπών οδηγεί τους συμμετέχοντες στην αγορά να τις λαμβάνουν υπ’ όψιν στις προτάσεις τους για τις μεταβολές των συντελεστών απωλειών του δικτύου, με συνέπειες στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Μάλιστα η ΔΕΗ χαρακτηρίζει ως εξαιρετικά ανησυχητική τη συνεχιζόμενη έξαρση των ρευματοκλοπών, οι οποίες αγγίζουν το 50% του συνόλου των απωλειών του δικτύου για την περίοδο 2013 - 2016.
Η ΕΒΙΚΕΝ από την πλευρά της, με την επιστολή της στο πλαίσιο της διαβούλευσης επισημαίνει ότι από το 2012 παρατηρείται σταδιακή αύξηση των συνολικών απωλειών του δικτύου με ρυθμό 0,8% ετησίως προσεγγίζοντας το 2016 το 10%.
Όπως αναφέρει η Ένωση το ποσοστό αυτό, αλλά κυρίως ο ρυθμός αύξησης είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και ακόμη πιο ανησυχητική είναι η διαπίστωση ότι η αύξηση των απωλειών δικτύου κατά τα έτη 2012-2016 οφείλεται αποκλειστικά στην εκτίναξη των μη τεχνικών απωλειών, δηλαδή των ρευματοκλοπών οι οποίες από το 1,1% την περίοδο 2012 -2013 αυξήθηκαν στο 4,2% το 2016.
Πρόκειται δηλαδή για τετραπλασιασμό των μη τεχνικών απωλειών σε διάστημα πέντε ετών.
Παθητική αντιμετώπιση από ΔΕΔΔΗΕ
Η ΕΒΙΚΕΝ σημειώνει ότι το σοβαρό και ταχύτατα εξελισσόμενο αυτό πρόβλημα, αντιμετωπίζεται από το ΔΕΔΔΗΕ με τρόπο παθητικό παραμένοντας στη διαπίστωση και στον επιμερισμό του κόστους στις διάφορες κατηγορίες των καταναλωτών.
Όπως αναφέρει η Ένωση των Βιομηχανικών καταναλωτών η παθητική αντιμετώπιση των ρευματοκλοπών από τον ΔΕΔΔΗΕ δεν μπορεί να συνεχιστεί και θα πρέπει η ΡΑΕ να μην επιτρέψει κάτι τέτοιο.
Μάλιστα σημειώνει ότι όσο ο ΔΕΔΔΗΕ έχει τη βεβαιότητα πως για οποιαδήποτε ανεπάρκεια του δικτύου αποκλειστικά υπεύθυνος να επωμιστεί το κόστος είναι ο τελικός καταναλωτής δεν έχει κανένα κίνητρο για ενεργητική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ζητεί δε να οριστεί από τη ΡΑΕ ανώτατο όριο αποδεκτών μη τεχνικών απωλειών και περάν αυτού του ορίου το κόστος δεν θα επιμερίζεται στο δίκτυο αλλά θα το επωμίζεται ο ΔΕΔΔΗΕ
Σε ανάλογο μήκος κύματος και ο ΕΣΑΗ σημειώνει ότι η μείωση του φαινομένου των ρευματοκλοπών περιλαμβάνεται σαφώς στις αρμοδιότητες του ΔΕΔΔΗΕ κατά συνέπεια θα πρέπει τη διαπίστωση του προβλήματος να διαδεχθεί η αποτελεσματική δράση ώστε να μειωθεί το φαινόμενο και να μη συμβαίνει απλά μετακίνηση του κόστους των ρευματοκλοπών στους προμηθευτές και κατά συνέπεια στους καταναλωτές μέσω της απόλυτα ρυθμιζόμενης διαδικασίας του υπολογισμού των συντελεστών απωλειών και των συντελεστών προσαύξησης που αναπόδραστα και σε ρυθμιζόμενο ύψος επιβαρύνει τη δραστηριότητα των προμηθευτών.
Αυστηρές ποινές για τους παραβάτες
Ειδικά για τις μη τεχνικές απώλειες ο ΕΣΑΗ θεωρεί ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί μεθοδολογία με βάση την οποία μέρος του κόστους των ρευματοκλοπών θα επιβαρύνει τον Διαχειριστή, ενώ παράλληλα θα προβλέπονται και θα εφαρμόζονται ποινές ικανές να λειτουργήσουν αποτρεπτικά.
Ο εντοπισμός των παραβατών θα μπορεί να γίνει μέσω ενός εκτεταμένου προγράμματος διασταύρωσης ιστορικών στοιχείων και επιτόπιων ελέγχων από τον Διαχειριστή του Δικτύου.
Πάντως η ΡΑΕ από την πλευρά της ενώ αναγνωρίζει την ανάγκη επανεξέτασης του ρυθμιστικού πλαισίου για τις απώλειες δικτύου και λήψης ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ρευματοκλοπής, σημειώνει το τρέχον μοντέλο οργάνωσης της αγοράς, σύμφωνα με το οποίο το κόστος των απωλειών στο δίκτυο διανομής επιβαρύνει εξ’ ολοκλήρου το ανταγωνιστικό σκέλος του κόστους ενέργειας, καθιστά, άνευ ουσίας τον καθορισμό άνω ορίου στους συντελεστές προσαύξησης, αν αυτός δεν συνοδεύεται από ανάλογες διαρθρωτικές αλλαγές.
Σημειώνει επίσης ότι οι αλλαγές αυτές δεν είναι εφικτό να τεθούν σε εφαρμογή μέσα στο 2018 και παραπέμπει το θέμα στις αλλαγές της αγοράς με βάση το target model.
Εν τω μεταξύ, πάντως, η ΡΑΕ σκοπεύει να προσεγγίσει το ζήτημα με παροχή κινήτρου προς τον Διαχειριστή Δικτύου για τη μείωση των απωλειών, συναρτώντας μέρος του ρυθμιζόμενου εσόδου του Διαχειριστή με το παρατηρούμενο επίπεδο απωλειών ενέργειας στο δίκτυο.
www.worldenergynews.gr
Σχόλια αναγνωστών