Αχλάδα, απαλλοτροίωση και τιμές CO2 χρήζουν περαιτέρω διασφαλίσεων
Κάθε άλλο παρά διασφαλισμένη είναι η ελάττωση του κόστους τροφοδοσίας της Μελίτης από το λιγνιτωρυχείο της Αχλάδας, όπως υποστηρίζουν επενδυτές που συμμετέχουν στον διαγωνισμό πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.
Με βάση τους ίδιους επενδυτές, η συμφωνία μεταξύ της ΔΕΗ και της εταιρείας που διαχειρίζεται το ορυχείο, η οποία αναρτήθηκε τη Μεγάλη Τετάρτη στο Data Room, περιλαμβάνει αιρέσεις που θα μπορούσαν ακόμη και να «τινάξουν στον αέρα» πλήρως τη δρομολογημένη μείωση.
Όπως συμπληρώνουν, θα πρέπει να υπάρξει κάποια σχετική πρόβλεψη στη σύμβαση αγοραπωλησίας μετοχών (SPA) του διαγωνισμού, η οποία να αίρει αυτή την αβεβαιότητα, δηλώνοντας έτοιμοι να υποβάλουν κάποιο σχετικό «αντίμετρο» ως προσθήκη στο SPA.
Κάτι που πλέον είναι πιθανό να συμβεί, με δεδομένο ότι η παράταση έως τις 28 Μαΐου της υποβολής των οικονομικών προσφορών στον διαγωνισμό, την οποία ενέκρινε χθες η DG Comp, δίνει πλέον τα χρονικά περιθώρια ώστε οι «μνηστήρες» να υποβάλουν τροποποιήσεις επί της σύμβασης.
Όπως είναι ήδη γνωστό, η συμφωνία προβλέπει την αναπροσαρμογή του κόστους τροφοδοσίας στα 21 ευρώ ανά τόνο εντός του 2019 και σε 16,5 ευρώ/τόνο για την επόμενη πενταετία.
Η τιμή αυτή αφορά την εγγυημένη τροφοδοσία της μονάδας με τουλάχιστον 2 εκατ. τόνους ετησίως, οι οποίοι υπό συγκεκριμένους όρους μπορεί να αυξηθούν στους 2,5 τόνους.
Αμφίβολη απαλλοτρίωση
Ωστόσο, σύμφωνα με τους διεκδικητές των μονάδων για να υλοποιηθεί η μείωση υπάρχει ένας κρίσιμος «αστερίσκος», καθώς η ΔΕΗ και η εταιρεία που εκμεταλλεύεται το ορυχείο έχουν θέσει ως ρήτρα την πραγματοποίηση της απαλλοτρίωσης του οικισμού Γιουρούκι, η οποία είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του ορυχείου.
Μία απαλλοτρίωση που, σύμφωνα με τους επενδυτές, αν και είναι διασφαλισμένη από οικονομικής άποψης καθώς η συμφωνία προβλέπει μία ρεαλιστική «φόρμουλα» για τη χρηματοδότησή της, δεν ισχύει το ίδιο και από νομικής πλευράς.
Ο λόγος είναι πως κάτοικοι του οικισμού έχουν προσφύγει στα δικαστήρια κατά της απαλλοτρίωσης.
Επομένως, αν οι προσφυγές αυτές δεν τελεσιδικήσουν μέχρι το τέλος της χρονιάς, τότε η ανάπτυξη του ορυχείου θα μείνει μετέωρη, ακυρώνοντας τη συμφωνία και επομένως τις τιμές που αυτή προβλέπει.
Ζήτημα ποσοτήτων λιγνίτη
Οι επενδυτές εντοπίζουν επίσης πρόβλημα και στο ύψος των ελάχιστων ποσοτήτων τροφοδοσίας, καθώς οι 2 εκατ. τόνοι ετησίως δεν επαρκούν για τη λειτουργία της μονάδας.
Έτσι, στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν οι όροι για την αύξηση των ποσοτήτων κατά 500.000 τόνους, τότε οι νέοι ιδιοκτήτες της μονάδας θα πρέπει να καταφύγουν στην τροφοδοσία από τη ΔΕΗ που, όπως περιγράφεται στη συμφωνία, μπορεί να αναλάβει τον ανεφοδιασμό με 600.000 επιπλέον τόνους ετησίως.
Με τη διαφορά όμως ότι αυτοί οι τόνοι θα έχουν ακριβότερη τιμή, στα 22,8 ευρώ ανά τόνο, και χαμηλότερη θερμιδογόνο δύναμη, με συνέπεια να αυξάνουν το κόστος τροφοδοσίας.
Σύμφωνα με τους συγκεκριμένους «μνηστήρες», μία πρόβλεψη που θα διασφαλίζει το κόστος ανεφοδιασμού της Μελίτης, στο πλαίσιο μίας διαβούλευσης επί του SPA έως την κατάθεση των προσφορών στις 28 Μαΐου, για τους ίδιους είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υποβάλουν προσφορά στον διαγωνισμό.
Ωστόσο, δεν είναι η μόνη, αφού θα πρέπει επίσης να υπάρξει μία πρόβλεψη για το ενδεχόμενο που οι τιμές των CO2 ( δικαιωμάτων ρύπων) συνεχίσουν να αυξάνονται και οι μονάδες καταστούν εκ νέου ζημιογόνες.
Αν δεν υπάρξει κάποια πρόνοια και γι’ αυτό το σενάριο, όπως προσθέτουν, με βάση τις προβλέψεις που έχει αυτή τη στιγμή το SPA (όπως π.χ. ότι το προσωπικό δεν μπορεί να απολυθεί για μία εξαετία υπό το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς), σε ένα νέο ανοδικό «ράλι» των τιμών οι αγοραστές θα είναι πρακτικά εγκλωβισμένοι στο να λειτουργούν τις μονάδες, «γράφοντας» ζημίες.
Πηγή: www.worldenergynews.gr
www.bankingnews.gr
Με βάση τους ίδιους επενδυτές, η συμφωνία μεταξύ της ΔΕΗ και της εταιρείας που διαχειρίζεται το ορυχείο, η οποία αναρτήθηκε τη Μεγάλη Τετάρτη στο Data Room, περιλαμβάνει αιρέσεις που θα μπορούσαν ακόμη και να «τινάξουν στον αέρα» πλήρως τη δρομολογημένη μείωση.
Όπως συμπληρώνουν, θα πρέπει να υπάρξει κάποια σχετική πρόβλεψη στη σύμβαση αγοραπωλησίας μετοχών (SPA) του διαγωνισμού, η οποία να αίρει αυτή την αβεβαιότητα, δηλώνοντας έτοιμοι να υποβάλουν κάποιο σχετικό «αντίμετρο» ως προσθήκη στο SPA.
Κάτι που πλέον είναι πιθανό να συμβεί, με δεδομένο ότι η παράταση έως τις 28 Μαΐου της υποβολής των οικονομικών προσφορών στον διαγωνισμό, την οποία ενέκρινε χθες η DG Comp, δίνει πλέον τα χρονικά περιθώρια ώστε οι «μνηστήρες» να υποβάλουν τροποποιήσεις επί της σύμβασης.
Όπως είναι ήδη γνωστό, η συμφωνία προβλέπει την αναπροσαρμογή του κόστους τροφοδοσίας στα 21 ευρώ ανά τόνο εντός του 2019 και σε 16,5 ευρώ/τόνο για την επόμενη πενταετία.
Η τιμή αυτή αφορά την εγγυημένη τροφοδοσία της μονάδας με τουλάχιστον 2 εκατ. τόνους ετησίως, οι οποίοι υπό συγκεκριμένους όρους μπορεί να αυξηθούν στους 2,5 τόνους.
Αμφίβολη απαλλοτρίωση
Ωστόσο, σύμφωνα με τους διεκδικητές των μονάδων για να υλοποιηθεί η μείωση υπάρχει ένας κρίσιμος «αστερίσκος», καθώς η ΔΕΗ και η εταιρεία που εκμεταλλεύεται το ορυχείο έχουν θέσει ως ρήτρα την πραγματοποίηση της απαλλοτρίωσης του οικισμού Γιουρούκι, η οποία είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του ορυχείου.
Μία απαλλοτρίωση που, σύμφωνα με τους επενδυτές, αν και είναι διασφαλισμένη από οικονομικής άποψης καθώς η συμφωνία προβλέπει μία ρεαλιστική «φόρμουλα» για τη χρηματοδότησή της, δεν ισχύει το ίδιο και από νομικής πλευράς.
Ο λόγος είναι πως κάτοικοι του οικισμού έχουν προσφύγει στα δικαστήρια κατά της απαλλοτρίωσης.
Επομένως, αν οι προσφυγές αυτές δεν τελεσιδικήσουν μέχρι το τέλος της χρονιάς, τότε η ανάπτυξη του ορυχείου θα μείνει μετέωρη, ακυρώνοντας τη συμφωνία και επομένως τις τιμές που αυτή προβλέπει.
Ζήτημα ποσοτήτων λιγνίτη
Οι επενδυτές εντοπίζουν επίσης πρόβλημα και στο ύψος των ελάχιστων ποσοτήτων τροφοδοσίας, καθώς οι 2 εκατ. τόνοι ετησίως δεν επαρκούν για τη λειτουργία της μονάδας.
Έτσι, στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν οι όροι για την αύξηση των ποσοτήτων κατά 500.000 τόνους, τότε οι νέοι ιδιοκτήτες της μονάδας θα πρέπει να καταφύγουν στην τροφοδοσία από τη ΔΕΗ που, όπως περιγράφεται στη συμφωνία, μπορεί να αναλάβει τον ανεφοδιασμό με 600.000 επιπλέον τόνους ετησίως.
Με τη διαφορά όμως ότι αυτοί οι τόνοι θα έχουν ακριβότερη τιμή, στα 22,8 ευρώ ανά τόνο, και χαμηλότερη θερμιδογόνο δύναμη, με συνέπεια να αυξάνουν το κόστος τροφοδοσίας.
Σύμφωνα με τους συγκεκριμένους «μνηστήρες», μία πρόβλεψη που θα διασφαλίζει το κόστος ανεφοδιασμού της Μελίτης, στο πλαίσιο μίας διαβούλευσης επί του SPA έως την κατάθεση των προσφορών στις 28 Μαΐου, για τους ίδιους είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υποβάλουν προσφορά στον διαγωνισμό.
Ωστόσο, δεν είναι η μόνη, αφού θα πρέπει επίσης να υπάρξει μία πρόβλεψη για το ενδεχόμενο που οι τιμές των CO2 ( δικαιωμάτων ρύπων) συνεχίσουν να αυξάνονται και οι μονάδες καταστούν εκ νέου ζημιογόνες.
Αν δεν υπάρξει κάποια πρόνοια και γι’ αυτό το σενάριο, όπως προσθέτουν, με βάση τις προβλέψεις που έχει αυτή τη στιγμή το SPA (όπως π.χ. ότι το προσωπικό δεν μπορεί να απολυθεί για μία εξαετία υπό το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς), σε ένα νέο ανοδικό «ράλι» των τιμών οι αγοραστές θα είναι πρακτικά εγκλωβισμένοι στο να λειτουργούν τις μονάδες, «γράφοντας» ζημίες.
Πηγή: www.worldenergynews.gr
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών