Άρθρο του Ορέστη Ομράν δικηγόρου της DLA Piper στο bankingnews.gr
Το αμέσως επόμενο διάστημα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για την αγορά ενέργειας στη χώρα μας.
Η έκβαση του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και η δομική αναδιάρθρωση που έχει ξεκινήσει με τη χρήση και νέων μέσων χρηματοδότησης θα κρίνει την επόμενη μέρα της μεγαλύτερης ελληνικής επιχείρησης.
Οι εξελίξεις στη ΔΕΗ σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, τη διασύνδεση Αττικής-Κρήτης και την πρόοδο αδειοδότησης και κατασκευής των αγωγών TAP και IGB θα καθορίσουν σε βάθος τουλάχιστον πενταετίας το τοπίο στον ίσως πιο ενδιαφέροντα για τους ξένους επενδυτές τομέα της ελληνικής οικονομίας – μαζί με αυτούς του τουρισμού και των τραπεζών.
Η επιτυχής έκβαση του διαγωνισμού για την πώληση των ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων Μελίτη και Μεγαλόπολης, για την οποία έχει καταβληθεί ιδιαίτερα σημαντική προσπάθεια από την Επιχείρηση θα εξασφαλίσει δύο σημαντικά οφέλη:
1. Θα την απαλλάξει από τις χρόνιες εσωστρέφειες και δυσανεξίες που προκαλούσε η ανάγκη συμμόρφωσης προς το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο ενέργειας και ανταγωνισμού, βελτιώνοντας την εικόνα της στους μετόχους της και σε μελλοντικούς πιθανούς επενδυτές.
2. Θα δώσει την ευκαιρία στη διοίκηση να επικεντρωθεί στην εφαρμογή ενός αποτελεσματικού επιχειρηματικού σχεδίου για την επόμενη μέρα, του οποίου αναπόσπαστο κομμάτι θα αποτελούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας («ΑΠΕ») ενόψει και του ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας που προβλέπει την επίτευξη του στόχου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ σε ποσοστό 50% της συνολικής παραγωγής έως τα τέλη του 2030.
Ήδη εξάλλου έχουν γίνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση με τη σχεδιαζόμενη απορρόφηση της ΔΕΗ Ανανεώσιμες από τη μητρική και με τη δημιουργία αντίστοιχων κεντρικών διευθύνσεων που θα συντονίζουν τη δράση της Επιχείρησης στον τομέα αυτό.
Εξάλλου, η επιδιωκόμενη μείωση του μεριδίου λιανικής της ΔΕΗ δια της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων, εάν υποθέσουμε ότι μείωση όντως θα επιτευχθεί κατά την ανάλυση αγοράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- πράγμα ακόμα αμφίβολο- μπορεί να αντισταθμιστεί με επενδύσεις σε νέες αγορές της ευρύτερης γεωγραφικής μας περιοχής και με νέες στοχευμένες τιμολογιακές πολιτικές που θα μπορούν πλέον να εφαρμοστούν -σχετικά-ανέλεγκτα- ελλείψει του μονοπωλιακού χαρακτήρα (sic) λειτουργίας της Επιχείρησης που θα επιφέρει η αποεπένδυση.
Στον υπολογισμό των οικονομικών αποτελεσμάτων της αποεπένδυσης θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν πέραν του τιμήματος και τα οφέλη από τη λογιστική απομείωση των παγίων της ΔΕΗ και την ελάφρυνση του μισθολογικού και κοινωνικοασφαλιστικού κόστους του προσωπικού των μονάδων μετά την επιδιωκόμενη πώληση.
Προϋπόθεση φυσικά όλων αυτών είναι η παράλληλη βελτίωση των οικονομικών δεδομένων της Επιχείρησης, στην οποία θα βοηθήσει σημαντικά η επιτυχία του προγράμματος διαχείρισης οφειλών και η σχεδιαζόμενη τιτλοποίηση εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων ύψους συνολικά άνω των δύο δισ.
Η τιτλοποίηση απαιτήσεων αποτελεί καινοτόμο – στην Ελλάδα - μέθοδο χρηματοδότησης και η επιτυχής έκβαση της συναλλαγής για τη ΔΕΗ αναμένεται να ανοίξει το δρόμο για αντίστοιχες τιτλοποιήσεις και σε άλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα ομολόγων που θα παράξει η τιτλοποίηση και θεσμικών επενδυτών θα αποτελέσει εξάλλου ένδειξη εμπιστοσύνης στην όλη προσπάθεια που καταβάλλεται, συμβάλλοντας επίσης στη δραστηριοποίηση ιδιωτών επενδυτών.
Το στοίχημα που καλείται να κερδίσει εν γένει η ΔΕΗ το επόμενο διάστημα είναι ο πλήρης μετασχηματισμός της σε μια σύγχρονη ανταγωνιστική εταιρεία, με ευέλικτα μοντέλα εταιρικής διακυβέρνησης, πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης, εξωστρεφή δραστηριότητα περιλαμβανομένων και διασυνοριακών επενδύσεων προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της επόμενης ημέρας.
Και όλα αυτά εντός μιας αγοράς μη πλήρως απελευθερωμένης και ενός ρυθμιστικού πλαισίου, το οποίο ενίοτε δεν δύναται να αντιμετωπίσει τις πραγματικές ιδιαιτερότητες αυτής.
Η λογική «too big to fail» δοκιμάσθηκε ανεπιτυχώς σε διεθνές επίπεδο και σε πολύ μεγαλύτερα μεγέθη, συνεπώς απαιτείται επαγρύπνηση, υποστήριξη σε κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο, στοχευμένο επιχειρηματικό πλάνο και γιατί όχι και λίγη τύχη, η οποία, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
Ορέστης Ομράν
Δικηγόρος Αθηνών και Νέας Υόρκης
Επικεφαλής EU-Greek Practice DLA Piper
www.bankingnews.gr
Η έκβαση του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και η δομική αναδιάρθρωση που έχει ξεκινήσει με τη χρήση και νέων μέσων χρηματοδότησης θα κρίνει την επόμενη μέρα της μεγαλύτερης ελληνικής επιχείρησης.
Οι εξελίξεις στη ΔΕΗ σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, τη διασύνδεση Αττικής-Κρήτης και την πρόοδο αδειοδότησης και κατασκευής των αγωγών TAP και IGB θα καθορίσουν σε βάθος τουλάχιστον πενταετίας το τοπίο στον ίσως πιο ενδιαφέροντα για τους ξένους επενδυτές τομέα της ελληνικής οικονομίας – μαζί με αυτούς του τουρισμού και των τραπεζών.
Η επιτυχής έκβαση του διαγωνισμού για την πώληση των ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων Μελίτη και Μεγαλόπολης, για την οποία έχει καταβληθεί ιδιαίτερα σημαντική προσπάθεια από την Επιχείρηση θα εξασφαλίσει δύο σημαντικά οφέλη:
1. Θα την απαλλάξει από τις χρόνιες εσωστρέφειες και δυσανεξίες που προκαλούσε η ανάγκη συμμόρφωσης προς το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο ενέργειας και ανταγωνισμού, βελτιώνοντας την εικόνα της στους μετόχους της και σε μελλοντικούς πιθανούς επενδυτές.
2. Θα δώσει την ευκαιρία στη διοίκηση να επικεντρωθεί στην εφαρμογή ενός αποτελεσματικού επιχειρηματικού σχεδίου για την επόμενη μέρα, του οποίου αναπόσπαστο κομμάτι θα αποτελούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας («ΑΠΕ») ενόψει και του ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας που προβλέπει την επίτευξη του στόχου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ σε ποσοστό 50% της συνολικής παραγωγής έως τα τέλη του 2030.
Ήδη εξάλλου έχουν γίνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση με τη σχεδιαζόμενη απορρόφηση της ΔΕΗ Ανανεώσιμες από τη μητρική και με τη δημιουργία αντίστοιχων κεντρικών διευθύνσεων που θα συντονίζουν τη δράση της Επιχείρησης στον τομέα αυτό.
Εξάλλου, η επιδιωκόμενη μείωση του μεριδίου λιανικής της ΔΕΗ δια της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων, εάν υποθέσουμε ότι μείωση όντως θα επιτευχθεί κατά την ανάλυση αγοράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- πράγμα ακόμα αμφίβολο- μπορεί να αντισταθμιστεί με επενδύσεις σε νέες αγορές της ευρύτερης γεωγραφικής μας περιοχής και με νέες στοχευμένες τιμολογιακές πολιτικές που θα μπορούν πλέον να εφαρμοστούν -σχετικά-ανέλεγκτα- ελλείψει του μονοπωλιακού χαρακτήρα (sic) λειτουργίας της Επιχείρησης που θα επιφέρει η αποεπένδυση.
Στον υπολογισμό των οικονομικών αποτελεσμάτων της αποεπένδυσης θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν πέραν του τιμήματος και τα οφέλη από τη λογιστική απομείωση των παγίων της ΔΕΗ και την ελάφρυνση του μισθολογικού και κοινωνικοασφαλιστικού κόστους του προσωπικού των μονάδων μετά την επιδιωκόμενη πώληση.
Προϋπόθεση φυσικά όλων αυτών είναι η παράλληλη βελτίωση των οικονομικών δεδομένων της Επιχείρησης, στην οποία θα βοηθήσει σημαντικά η επιτυχία του προγράμματος διαχείρισης οφειλών και η σχεδιαζόμενη τιτλοποίηση εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων ύψους συνολικά άνω των δύο δισ.
Η τιτλοποίηση απαιτήσεων αποτελεί καινοτόμο – στην Ελλάδα - μέθοδο χρηματοδότησης και η επιτυχής έκβαση της συναλλαγής για τη ΔΕΗ αναμένεται να ανοίξει το δρόμο για αντίστοιχες τιτλοποιήσεις και σε άλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα ομολόγων που θα παράξει η τιτλοποίηση και θεσμικών επενδυτών θα αποτελέσει εξάλλου ένδειξη εμπιστοσύνης στην όλη προσπάθεια που καταβάλλεται, συμβάλλοντας επίσης στη δραστηριοποίηση ιδιωτών επενδυτών.
Το στοίχημα που καλείται να κερδίσει εν γένει η ΔΕΗ το επόμενο διάστημα είναι ο πλήρης μετασχηματισμός της σε μια σύγχρονη ανταγωνιστική εταιρεία, με ευέλικτα μοντέλα εταιρικής διακυβέρνησης, πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης, εξωστρεφή δραστηριότητα περιλαμβανομένων και διασυνοριακών επενδύσεων προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της επόμενης ημέρας.
Και όλα αυτά εντός μιας αγοράς μη πλήρως απελευθερωμένης και ενός ρυθμιστικού πλαισίου, το οποίο ενίοτε δεν δύναται να αντιμετωπίσει τις πραγματικές ιδιαιτερότητες αυτής.
Η λογική «too big to fail» δοκιμάσθηκε ανεπιτυχώς σε διεθνές επίπεδο και σε πολύ μεγαλύτερα μεγέθη, συνεπώς απαιτείται επαγρύπνηση, υποστήριξη σε κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο, στοχευμένο επιχειρηματικό πλάνο και γιατί όχι και λίγη τύχη, η οποία, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
Ορέστης Ομράν
Δικηγόρος Αθηνών και Νέας Υόρκης
Επικεφαλής EU-Greek Practice DLA Piper
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών