γράφει : Ελένη Μπότα
Στο τρίμηνο Απριλίου - Ιουνίου 2020 οι τιμές των διαμερισμάτων ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 4,1%, σε σχέση με το 2019
Mπορεί η Αθήνα να κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις σε επίπεδο προοπτικών της αγοράς ακινήτων για το 2021, ωστόσο η πορεία των τιμών που επικρατούν στην ελληνική αγορά δεν αποδεικνύει το ίδιο.
Αυτό επιβεβαιώνεται άλλωστε και από την έρευνα που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδας στα τέλη Σεπτεμβρίου, από την οποία προκύπτει πως οι τιμές στα ακίνητα κρατιούνται υψηλά παρά την πανδημία.
Με βάση τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει η ΤτΕ από τα πιστωτικά ιδρύματα, εκτιμάται ότι στο τρίμηνο Απριλίου – Ιουνίου 2020 οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 4,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Η ανοδική τάση σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς διατηρούνται και στην παρούσα φάση, αν και οι αγοραπωλησίες που πραγματοποιούνται είναι ελάχιστες.
Ράλι τιμών
Είναι ενδεικτικό ότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία της αγοράς στο τρίτο τρίμηνο του έτους οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 3,2% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι. Έτσι, κατά μέσο όρο, από την αρχή του έτους η άνοδος των τιμών διαμορφώνεται στο 4,6%.
Η αύξηση αυτή προστίθεται στην αύξηση που είχε καταγραφεί το 2019 όπου οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 7,2%.
Ίδια τάση παρατηρείται και στον τομέα των ενοικίων, η οποία σύμφωνα με τον Θεμιστοκλή Μπάκα της E- Real Estates οφείλεται κυρίως στην συσσώρευση πολλών ετών τόσο της υποαπόδοσης των κατοικιών, που οδήγησε πολλούς ιδιοκτήτες στην απότομη αύξηση των ζητούμενων ενοικίων, προκειμένου να περιορίσουν τις ζημίες των χρόνων της οικονομικής κρίσης, αλλά και στη μη δυνατότητα των ενδιαφερομένων να επενδύσουν στην αγορά ακινήτου για τη κάλυψη της στεγαστικής τους ανάγκης.
«Μη ξεχνάμε ότι από το 2009 και έπειτα οι τράπεζες έπαψαν να χρηματοδοτούν την αγορά κατοικιών ( 400 εκατ. ευρώ νέα στεγαστικά δάνεια το 10μηνο του 2019, όταν το 2005 οι εκδόσεις στεγαστικών δανείων ήταν 17δις ευρώ ) με αποτέλεσμα να σταματήσει κάθε οικοδομική δραστηριότητα, ενώ η ζήτηση παρέμενε σταθερή. Κάθε χρόνο 15.000 έως 20.000 άνθρωποι – οικογένειες αναζητούν κατοικία. Ορισμένοι από αυτούς προ κρίσης επέλεγαν την αγορά ακινήτου. Άρα μέσα σε 10 χρόνια η ζήτηση άγγιξε τις 150.000 – 200.000 κατοικίες, σε μια περίοδο που η οικοδομική δραστηριότητα – η ανέγερση νέων πολυκατοικιών ήταν ανύπαρκτη, παράλληλα, την ίδια χρονική περίοδο η βραχυχρόνια μίσθωση κέρδιζε συνεχώς έδαφος.
Οι αιτίες
Η άμεση ανάγκη για στέγαση, η συσσωρευμένη ζήτηση, η μη ύπαρξη νέων οικοδομών και ταυτόχρονα η μη χορήγηση νέων στεγαστικών δανείων από τα τραπεζικά ιδρύματα (που πλέον ζητούν το 25% -30% ιδία συμμετοχή από τον δανειολήπτη στην αγορά του ακινήτου), σε συνάρτηση με τους σημερινούς μισθούς και αύξηση των εξόδων για τον οικογενειακό προϋπολογισμό με έμμεσους ή/και άμεσους φόρους μέσα στην δεκαετία, οδήγησαν στη σημερινή εικόνα της κτηματαγοράς όσο αφορά τις μισθώσεις.
Γενικότερα το πρόβλημα της στέγασης είτε για διαμερίσματα μεγαλύτερης επιφάνειας άνω των 70τμ κατάλληλα για οικογένεια, είτε μικρότερης έως 60τμ, θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα τα επόμενα χρόνια, αν δεν υπάρξουν άμεσα φορολογικά κίνητρα για τους ιδιοκτήτες, που ουσιαστικά θα αποτρέπουν την αυξητική τάση των ζητούμενων μισθωμάτων των διαθέσιμων προς μίσθωση ακινήτων», επ[ισημαίνει χαρακτηριστικα.
Η ζήτηση για ενοικίαση είναι καθημερινά αυξανόμενη, με τους ενδιαφερόμενους να προβαίνουν σε πολύ καλή αναζήτηση κατοικίας στοχεύοντας στην ευκαιρία, είτε στον ιδιοκτήτη που θα διαπραγματευτεί το ζητούμενο μηνιαίο μίσθωμα όταν οι ενδιαφερόμενοι ενοικιαστές είναι φερέγγυοι και δεν κινδυνεύει να χάσει ενοίκια.
Μη ξεχνάμε ότι τους τελευταίους 12-18 μήνες, δλδ το διάστημα που καταγράφηκε ραγδαία αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων, αυξήθηκαν και τα «φέσια» στα ενοίκια.
Ελένη Μπότα
www.bankingnews.gr
Αυτό επιβεβαιώνεται άλλωστε και από την έρευνα που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδας στα τέλη Σεπτεμβρίου, από την οποία προκύπτει πως οι τιμές στα ακίνητα κρατιούνται υψηλά παρά την πανδημία.
Με βάση τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει η ΤτΕ από τα πιστωτικά ιδρύματα, εκτιμάται ότι στο τρίμηνο Απριλίου – Ιουνίου 2020 οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν κατά μέσο όρο αυξημένες κατά 4,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Η ανοδική τάση σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς διατηρούνται και στην παρούσα φάση, αν και οι αγοραπωλησίες που πραγματοποιούνται είναι ελάχιστες.
Ράλι τιμών
Είναι ενδεικτικό ότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία της αγοράς στο τρίτο τρίμηνο του έτους οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 3,2% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι. Έτσι, κατά μέσο όρο, από την αρχή του έτους η άνοδος των τιμών διαμορφώνεται στο 4,6%.
Η αύξηση αυτή προστίθεται στην αύξηση που είχε καταγραφεί το 2019 όπου οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 7,2%.
Ίδια τάση παρατηρείται και στον τομέα των ενοικίων, η οποία σύμφωνα με τον Θεμιστοκλή Μπάκα της E- Real Estates οφείλεται κυρίως στην συσσώρευση πολλών ετών τόσο της υποαπόδοσης των κατοικιών, που οδήγησε πολλούς ιδιοκτήτες στην απότομη αύξηση των ζητούμενων ενοικίων, προκειμένου να περιορίσουν τις ζημίες των χρόνων της οικονομικής κρίσης, αλλά και στη μη δυνατότητα των ενδιαφερομένων να επενδύσουν στην αγορά ακινήτου για τη κάλυψη της στεγαστικής τους ανάγκης.
«Μη ξεχνάμε ότι από το 2009 και έπειτα οι τράπεζες έπαψαν να χρηματοδοτούν την αγορά κατοικιών ( 400 εκατ. ευρώ νέα στεγαστικά δάνεια το 10μηνο του 2019, όταν το 2005 οι εκδόσεις στεγαστικών δανείων ήταν 17δις ευρώ ) με αποτέλεσμα να σταματήσει κάθε οικοδομική δραστηριότητα, ενώ η ζήτηση παρέμενε σταθερή. Κάθε χρόνο 15.000 έως 20.000 άνθρωποι – οικογένειες αναζητούν κατοικία. Ορισμένοι από αυτούς προ κρίσης επέλεγαν την αγορά ακινήτου. Άρα μέσα σε 10 χρόνια η ζήτηση άγγιξε τις 150.000 – 200.000 κατοικίες, σε μια περίοδο που η οικοδομική δραστηριότητα – η ανέγερση νέων πολυκατοικιών ήταν ανύπαρκτη, παράλληλα, την ίδια χρονική περίοδο η βραχυχρόνια μίσθωση κέρδιζε συνεχώς έδαφος.
Οι αιτίες
Η άμεση ανάγκη για στέγαση, η συσσωρευμένη ζήτηση, η μη ύπαρξη νέων οικοδομών και ταυτόχρονα η μη χορήγηση νέων στεγαστικών δανείων από τα τραπεζικά ιδρύματα (που πλέον ζητούν το 25% -30% ιδία συμμετοχή από τον δανειολήπτη στην αγορά του ακινήτου), σε συνάρτηση με τους σημερινούς μισθούς και αύξηση των εξόδων για τον οικογενειακό προϋπολογισμό με έμμεσους ή/και άμεσους φόρους μέσα στην δεκαετία, οδήγησαν στη σημερινή εικόνα της κτηματαγοράς όσο αφορά τις μισθώσεις.
Γενικότερα το πρόβλημα της στέγασης είτε για διαμερίσματα μεγαλύτερης επιφάνειας άνω των 70τμ κατάλληλα για οικογένεια, είτε μικρότερης έως 60τμ, θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα τα επόμενα χρόνια, αν δεν υπάρξουν άμεσα φορολογικά κίνητρα για τους ιδιοκτήτες, που ουσιαστικά θα αποτρέπουν την αυξητική τάση των ζητούμενων μισθωμάτων των διαθέσιμων προς μίσθωση ακινήτων», επ[ισημαίνει χαρακτηριστικα.
Η ζήτηση για ενοικίαση είναι καθημερινά αυξανόμενη, με τους ενδιαφερόμενους να προβαίνουν σε πολύ καλή αναζήτηση κατοικίας στοχεύοντας στην ευκαιρία, είτε στον ιδιοκτήτη που θα διαπραγματευτεί το ζητούμενο μηνιαίο μίσθωμα όταν οι ενδιαφερόμενοι ενοικιαστές είναι φερέγγυοι και δεν κινδυνεύει να χάσει ενοίκια.
Μη ξεχνάμε ότι τους τελευταίους 12-18 μήνες, δλδ το διάστημα που καταγράφηκε ραγδαία αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων, αυξήθηκαν και τα «φέσια» στα ενοίκια.
Ελένη Μπότα
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών