Τελευταία Νέα
Τραπεζικά νέα

Στουρνάρας: Η Ελλάδα χρειάζεται νέα συμφωνία με τους πιστωτές της, με ισορροπία μέτρων και αναδιάρθρωσης χρέους

Στουρνάρας: Η Ελλάδα χρειάζεται νέα συμφωνία με τους πιστωτές της, με ισορροπία μέτρων και αναδιάρθρωσης χρέους
Άρθρο - παρέμβαση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος στην εφημερίδα Financial Times
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που παραμένει υπό πρόγραμμα προσαρμογής, ξεκινά το άρθρο του στην εφημερίδα «Financial Times», ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Και συνεχίζει: Το ελληνικό πολιτικό σύστημα απογοήτευσε τη χώρα το τελευταίο μισό της προηγούμενης δεκαετίας.
Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις υποσχέθηκαν να διορθώσουν το σύστημα συλλογής φόρων, να ξεριζώσουν τα βαθιά ριζωμένα κεκτημένα συμφέροντα και να εφαρμόσουν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις.
Αλλά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν παρέδωσαν, όσα υποσχέθηκαν.
Την ίδια ώρα, οι ευρωπαίοι εταίροι μας δεν έχουν προχωρήσει με τη δέσμευσή του; να παράσχουν στη χώρα περαιτέρω ελάφρυνση χρέους.
Συμφώνησαν επί αυτού τον Νοέμβριο του 2012 και θα έπρεπε να έχει υλοποιηθεί το 2014, αφότου η Ελλάδα πέτυχε, με εξαιρετικό πόνο, ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,5 δισ. ευρώ το 2013.
Η ελάφρυνση του χρέους δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Η απόφαση καθυστέρησε, λόγω των εσωτερικών εκλογών σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες.
Το ίδιο [καθυστέρηση της απόφασης] έγινε και στις 24 Μαΐου [2016], όταν το Eurogroup των υπουργών Οικονομικών [της Ευρωζώνης] για άλλη μια φορά ανέβαλε τη σχετική απόφαση, ως το 2018, παρά το γεγονός ότι αναγνώρισε ρητώς την ανάγκη να διατηρηθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της ελληνικής κυβέρνησης σε διαχειρίσιμα επίπεδα και ο λόγος του χρέους ως προς του ΑΕΠ σε καθοδική πορεία.
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί πως το Eurogroup ανέβαλε την απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους παρά τα εξής: πρώτον, ότι η ελληνική κυβέρνηση τήρησε τις δεσμεύσεις της και, δεύτερον, ότι τα ισχύοντα επιτόκια στην αγορά είναι εξαιρετικά ευνοϊκά, τόσο για τον πιστωτή, όσο και για τον δανειολήπτη.
Επιπλέον, η απειλή του Grexit [αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη], που χρησιμοποιήθηκε εναντίον της Ελλάδας από έναν αριθμό ευρωπαίων πολιτικών, όποτε οι διαπραγματεύσεις φαινόταν να τελματώνουν, είχε σημαντικό αντίκτυπο στο συναίσθημα, οδηγώντας σε περαιτέρω αβεβαιότητα και αρνητικές συνέπειες στο οικονομικό και κοινωνικό κλίμα στην Ελλάδα.
Πλέον, ήρθε η ώρα να πετύχουμε μια σωστή ισορροπία μεταξύ των μεταρρυθμίσεων και της ελάφρυνσης [του χρέους].
Από το 2010, η Ελλάδα έχει υποστεί μνημειώδη δημοσιονομική προσαρμογή, σε βαθμό που καμία άλλη χώρα δεν έχει βιώσει από την Μεγάλη Ύφεση [1929].
Παρά τις καθυστερήσεις, το κόστος και τα στραβοπατήματα, υπήρξαν αρκετές «ήσυχες» επιτυχίες - η διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και της αγοράς προϊόντων και η βελτίωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά περισσότερο από 25% από το 2009.
Τώρα, η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα συμφωνία με τους εταίρους και δανειστές της, έτσι ώστε να μπορέσει να προχωρήσει μπροστά.
Είναι μη ρεαλιστικό και κοινωνικά ανέφικτο, να απαιτείται από την Ελλάδα να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% από το 2018 και έπειτα.
Ο στόχος αυτός θα πρέπει να μειωθεί σε 2%, κάτι που θα επιτρέψει ένα πιο ισορροπημένο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής, με έμφαση στη μείωση της φορολογίας, στην ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων και στη συνεισφορά σε πιο βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.
Με βάση τα σενάρια της ΤτΕ, φαίνεται ότι η βιωσιμότητα του χρέους είναι εφικτή με ένα στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2% σε συνδυασμό με μια ήπια ελάφρυνση του χρέους που δε θα επιφέρει απώλειες στους δανειστές.
Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής κατά 20 χρόνια και αποπληρωμή των κεφαλαιοποιημένων αναβαλλόμενων τόκων σε ισόποσες δόσεις κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 20 ετών.
Επιπροσθέτως, η ελληνική κυβέρνηση, η ΤτΕ και οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την πιο σοβαρή απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα: τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs).
Τα NPLs αποτελούν κυρίως αποτέλεσμα της 7ετούς ύφεσης, που έχει οδηγήσει το ΑΕΠ σε μείωση κατά 25%.
Οι ελληνικές τράπεζες, μετά από διαδοχικές (και επιτυχημένες) ανακεφαλαιοποιήσεις, εν μέσω δύσκολων συνθηκών, πλέον έχουν αρκετά κεφάλαια, προβλέψεις και εγγυήσεις και, ως εκ τούτου, έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να διαχειριστούν τα NPLs.
Οι πρόσφατες ευνοϊκές μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία και οι πιο καλές συνθήκες στην ελληνική οικονομία μετά από το Eurogroup του Μαΐου, κάνει αυτές τις πρωτοβουλίες πιο εύκολες να αναληφθούν.
Η Ελλάδα έχει ξεπεράσει μια τέλεια καταιγίδα, μεταξύ του χρέους και της οικονομικής κρίσης και της εισροής των προσφύγων που έχει επιδεινώσει μια ήδη δύσκολη κατάσταση.
Οι σκληρές αποφάσεις έχουν παρθεί.
Μόνο πρόσφατα το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που επιβάλλει περαιτέρω περικοπές στις ήδη μειωμένες συντάξεις, καθώς και μια δέσμη δημοσιονομικών μέτρων που υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ, την ολοκλήρωση της γιγαντιαίας δημοσιονομικής προσαρμογής που ξεκίνησε το 2010.
Η προσαρμογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του δομικού πρωτογενούς ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης κατά περισσότερο από 20% του ΑΕΠ.
Το τρέχον ισοζύγιο έχει, επίσης, βελτιωθεί αναλόγως.
Οι μειωμένοι δημοσιονομικοί στόχοι και η ελάφρυνση του χρέους είναι τα κίνητρα που θα χρειάζονται για την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία.
Οι μεταρρυθμίσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις, η ανάπτυξη της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, η ενίσχυση της φοροεισπραξιμότητας και η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι οι ενέργειες στις οποίες οι έλληνες πολιτικοί θα πρέπει να προχωρήσουν - με αποφασιστικότητα και στο πνεύμα της εθνικής ενότητας, προκειμένου να επιτευχθεί υψηλή και βιώσιμη ανάπτυξη.

www.bankingnews.gr 


Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης