Τελευταία Νέα
Άμυνα – Διπλωματία

Solana (πρώην ΥΠΕΞ Ισπανίας): Νέα ορμή δίνει στα Βαλκάνια η Συμφωνία των Πρεσπών

Solana (πρώην ΥΠΕΞ Ισπανίας): Νέα ορμή δίνει στα Βαλκάνια η Συμφωνία των Πρεσπών
Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ και ο Έλληνας ομόλογός επέδειξαν αξιοσημείωτη τόλμη και ηγεσία ευθύνης για να ολοκληρώσουν τη Συμφωνία, σημειώνει στο άρθρο του ο πρώην ΥΠΕΞ της Ισπανίας
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι τελευταίες δεκαετίες έχουν φέρει περισσότερη απογοήτευση παρά πρόοδο στα Βαλκάνια. Θα ήταν ειρωνικό και βαθύτατα ευχάριστο να βλέπεις μια περιοχή στην οποία ‘’φούντωσε’’ ο εθνικισμός να χτίζει γέφυρες, όταν τόσοι πολλοί άλλοι χτίζουν τοίχους», σημειώνει σε άρθρο του στο Project Syndicate ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανία και πρώην ΓΓ του ΝΑΤΟ, Javier Solana, αναφορικά με το επικείμενο δημοψήφισμα στη FYROM (30/9/2018).
Καθώς το φθινόπωρο έρχεται στην Ευρώπη, είναι καιρός να αποδώσει καρπούς, η πολύμηνη σκληρή διπλωματική προσπάθεια σε ολόκληρη τη Βαλκανική Χερσόνησο.
Στις 30 Σεπτεμβρίου, η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) θα διεξάγει δημοψήφισμα που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα να αλλάξει την ονομασία της σε "Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας".
Δεν πρόκειται για απλή γλωσσική άσκηση. Εάν εγκριθεί η νέα ονομασία στο δημοψήφισμα, θα μπορούσε να τεθεί τέρμα στην 27χρονη αντιπαράθεση των κυβερνήσεων της Ελλάδας και της FYROM.
 Η Ελλάδα αντιτάσσεται έντονα στη χρήση του όρου «Μακεδονία» από τον βόρειο γείτονα χωρίς προσδιορισμό, επειδή μια περιοχή στην Ελλάδα φέρει το ίδιο όνομα.
Επιπλέον, το αρχαίο βασίλειο της Μακεδονίας έχει μεγάλη πολιτιστική και ιστορική σημασία για τους σύγχρονους Έλληνες.
Εάν ένα μεγάλο μέρος του «μακεδονικού» εκλογικού σώματος αποδεχθεί και ψηφίσει υπέρ της αλλαγής ονόματος και των συναφών θεμάτων, οι απαιτούμενες συνταγματικές τροποποιήσεις θα είναι πιθανότερο να περάσουν στο κοινοβούλιο της FYROM, σημειώνει στο άρθρο του ο Solana.
Στην περίπτωση αυτή, η τελευταία λέξη ανήκει στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, που επίσης θα πρέπει να εγκρίνει την αλλαγή αυτή.
Λόγω της διαφωνίας για το όνομα, η Ελλάδα έχει εμποδίσει την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ένα προσωρινό όνομα που χρησιμοποιείται από το 1993) να ενταχθεί στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Όμως, πριν από τρεις μήνες, η κυβέρνηση της ΠΓΔΜ και η ελληνική κυβέρνηση κατέληξαν τελικά σε συμφωνία για την επίλυση των διμερών τους διαφορών.
Οι συνέπειες αυτού που συμφώνησαν είναι σαφώς ορατές στη διατύπωση της ερώτησης για το δημοψήφισμα στη «Μακεδονία»: «Υποστηρίζετε την ένταξη στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ με την αποδοχή της συμφωνίας μεταξύ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και της Δημοκρατίας της Ελλάδας;»
Η  Federica Mogherini, Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας και ο Matthew Nimetz, ο προσωπικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τη διαφωνία επί του ονόματος, διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στη διασφάλιση της επιτυχίας των διαπραγματεύσεων.
Ο Nimetz, ο οποίος άρχισε να εργάζεται για το θέμα αυτό το 1994, προειδοποίησε ότι τα «διπλωματικά άστρα» δεν θα ευθυγραμμιστούν σύντομα τόσο ευνοϊκά ξανά.
Σε μια περίοδο αναζωπύρωσης του εθνικισμού, η «Συμφωνία των Πρεσπών» - πήρε το όνομά της από τη λίμνη που εκτείνεται στα σύνορα της Ελλάδας, της ΠΓΔΜ και της Αλβανίας - είναι μια «ανάσα καθαρού αέρα».
Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ Zoran Zaev και ο Έλληνας ομόλογός του Αλέξης Τσίπρας επέδειξαν αξιοσημείωτη τόλμη και ηγεσία ευθύνης για να ολοκληρώσουν τη Συμφωνία.
Και οι δύο έπρεπε να «ξοδέψουν» ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού τους κεφαλαίου, να αντιμετωπίσουν τις εθνικιστικές δυνάμεις και πρόταση δυσπιστίας από την αντιπολίτευση.
Η Συμφωνία των Πρεσπών προσφέρει ένα βιώσιμο μοντέλο για την επίλυση των διαφορών και σε άλλες περιοχές διότι ενσωματώνει μια ολιστική προσέγγιση επίλυσης των συγκρούσεων που βασίζεται στην υπόσχεση αμοιβαίως κοινών μακροπρόθεσμων οφελών.
Παραδείγματος χάριν, ένα από τα άρθρα της αναφέρει ότι «στην εποχή της νέας βιομηχανικής επανάστασης, είναι πλέον απαραίτητη η εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών και των κοινωνιών περισσότερο από ποτέ, ιδίως όσον αφορά τις κοινωνικές δραστηριότητες, τις τεχνολογίες και τον πολιτισμό».
Αυτή η δήλωση είναι μια πηγή έμπνευσης για μια περιοχή που παραμένει μπλεγμένη σε αδιέξοδες διαμάχες για εθνοτικές και εθνικές ταυτότητες.
Τα Βαλκάνια - και όχι μόνο - χρειάζονται μια νέα αφήγηση βασισμένη στις πραγματικές προτεραιότητες των ανθρώπων, κάτι που ακριβώς παρέχει η συμφωνία Πρεσπών.
Όπως συμβαίνει, μια άλλη παγωμένη διαμάχη στην περιοχή θα μπορούσε σύντομα να «ξεπαγώσει» αρκετά ώστε να προχωρήσει προς δημοψήφισμα.
Το 2011, η ΕΕ ξεκίνησε διάλογο μεταξύ της Σερβίας και του Κοσσυφοπεδίου, ο οποίος από τότε έχει αποφέρει σημαντικά οφέλη όσον αφορά στην ελεύθερη κυκλοφορία, το εμπόριο, τις οικονομικές ευκαιρίες, την ασφάλεια, τη δικαιοσύνη, τη διασύνδεση και πολλά άλλα.
Παρά τη σταδιακή εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, η θεμελιώδης διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών παραμένει ανεπίλυτη.
Και οι δύο πλευρές έχουν πλήρη επίγνωση ότι το status quo συνεπάγεται υψηλό κόστος, παρεμποδίζοντας την ένταξή τους στην ΕΕ και επιβάλλοντας ένα μη βιώσιμο βάρος στις αντίστοιχες οικονομίες τους.
Σε συνεργασία με τη Mogherini, οι πρόεδροι Aleksandar Vučić της Σερβίας και ο Hashim Thaçi του Κοσσυφοπεδίου επιτάχυναν τις διαπραγματεύσεις τους τελευταίους μήνες, με στόχο την επίτευξη μιας οριστικής, συνολικής και νομικά δεσμευτικής συμφωνίας.
Φυσικά, δεν είναι προνόμιο της ΕΕ να υπαγορεύει τους όρους μίας συμφωνίας και ενός δημοψηφίσματος αλλά οι εθνικές κυβερνήσεις είναι εκείνες που θα τους καθορίσουν.  
Σε αυτό το στάδιο του διαλόγου, είναι σημαντικό να επικρατήσει  προσοχή και μετριοπάθεια.
Τα «κληροδοτήματα»  του Vučić και του Thaçi θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την προθυμία τους να διατυπώσουν μια ρεαλιστική πρόταση που να ευθυγραμμίζεται με τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ.
Και οι δύο ηγέτες έχουν την ευκαιρία να αποφύγουν τις μαξιμαλιστικές θέσεις και να μιμηθούν την οξύνοια των ελληνικών και μακεδονικών κυβερνήσεων, επισημαίνει ο Solana.
Λιγότερο ελπιδοφόρα είναι η κατάσταση στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, όπου πρόκειται να διεξαχθούν γενικές εκλογές στις 7 Οκτωβρίου, παρά το γεγονός ότι σήμερα η χώρα διαθέτει λειτουργικό εκλογικό νόμο.
Έχοντας παγιδευτεί σε μια εδαφική και διοικητική αναταραχή από το τέλος του πολέμου το 1995, η Βοσνία – Ερζεγοβίνη αποτελεί μία περίπλοκη κατάσταση.
Ο εθνοκεντρισμός εξακολουθεί να κυριαρχεί στην πολιτική του και η τρέχουσα προεκλογική περίοδος δεν αποτελεί εξαίρεση.
Επιπλέον, ο αποσχιστής πολιτικός Milorad Dodik, ο οποίος απλώς υπηρέτησε την τελευταία του θητεία ως πρόεδρος της Δημοκρατίας της Σερβίας (μια από τις δύο, σε μεγάλο βαθμό, αυτόνομες οντότητες στις οποίες χωρίζεται η χώρα), έχει λάβει την ανησυχητική απόφαση να είναι υποψήφιος για την προεδρία της Βοσνίας Ερζεγοβίνης.
Ας ελπίσουμε ότι το πιο εποικοδομητικό πνεύμα, που διαπερνά την υπόλοιπη περιοχή θα βρεθεί τελικά στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη και ότι οι διεθνικές πρωτοβουλίες θα κερδίσουν έδαφος, όπως υποστηρίζει εδώ και καιρό ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας των πολιτών της Βοσνίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι τελευταίες δεκαετίες έχουν φέρει περισσότερη απογοήτευση παρά πρόοδο στα Βαλκάνια.
Αλλά αν η Συμφωνία  των Πρεσπών δείχνει κάτι, είναι ότι δεν υπάρχει διαμάχη που να μην μπορεί να επιλυθεί όταν ασκηθεί διπλωματική δημιουργικότητα και πολιτική βούληση.
Εάν οι νέες κρίσιμες εβδομάδες τελειώσουν καλά, μια περιοχή που «λεηλατήθηκε» από τον εθνικισμό στα τέλη του περασμένου αιώνα θα μπορούσε τώρα να αψηφήσει τη σημερινή παγκόσμια τάση προς τον σοβινισμό.
Σε μια εποχή που τόσες πολλές χώρες φαίνεται ότι επιθυμούν να οικοδομήσουν τοίχους, θα ήταν ειρωνικό και βαθύτατα ευχάριστο να δούμε τα Βαλκάνια να χτίζουν γέφυρες.

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης