Οι συνθήκες εξάπλωσης της ισπανικής γρίπης δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτές του κορωνοϊού, αλλά τα οικονομικά διδάγματα είναι χρήσιμα
Δεν είναι λίγοι αυτοί που συγκρίνουν την ισπανική γρίπη του 1918 με την σημερινή πανδημία του κορωνοϊού, επιχειρώντας να βρουν τις οικονομικές συνέπειες που άφησε/αφήνει πίσω της τα έκτακτα μέτρα περιορισμού μιας υγειονομικής κρίσης.
Είναι ενδιαφέρον όμως να δούμε ποια είναι τα δεδομένα και αν αυτά πρέπει να συγκριθούν μεταξύ τους.
Η ισπανική γρίπη του 1918 μόλυνε το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού και σκότωσε τουλάχιστον 50 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με το αμερικανικό Κέντρο Πρόληψης και Αντιμετώπισης Ασθενειών (CDC).
Μάλιστα η επιδημία είχε χτυπήσει στις αρχές του 20ου αιώνα όταν δεν υπήρχαν ούτε εμβόλια, ούτε αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση δευτερογενών λοιμώξεων, που αναπόφευκτα εμφανίστηκαν στους ασθενούντες από τη γρίπη.
Η τότε κοινωνία προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση, έλαβε μέτρα παρόμοια με τα τωρινά, όπως η επιβολή καραντίνας και η ενίσχυση της προσωπικής υγιεινής.
Στο σήμερα, ο κορωνοϊός έχει ήδη μολύνει τουλάχιστον 51 εκατομμύρια ανθρώπους και ευθύνεται για το θάνατο τουλάχιστον 1,2 εκατ. ανθρώπων παγκοσμίως, σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο John Hopkins.
Σαφώς εκ πρώτης όψεως τα νούμερα δεν αντέχουν κριτικής, καθώς η ισπανική γρίπη ήταν πολύ πιο φονική έναντι του κορωνοϊού, όμως δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την σχεδόν επί έναν αιώνα πρόοδο της επιστήμης στην αντιμετώπιση των ασθενειών.
Το συνέβη όμως σε οικονομικό επίπεδο, δεδομένου ότι τα μέτρα που ελήφθησαν και στις δύο περιπτώσεις ήταν λίγο έως πολύ παρόμοια;
Οικονομικές επιπτώσεις της ισπανικής γρίπης
Οι περισσότερες έρευνες που έχουν δημοσιευτεί εξετάζουν την άμεση (βραχυπρόθεσμη) επίδραση των θανάτων από τη γρίπη στους μισθούς παραγωγής στις πόλεις και τις πολιτείες των ΗΠΑ για την περίοδο 1914 έως 1919, καθώς εκεί η συλλογή στοιχείων ήταν καλύτερη.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η θνησιμότητα της γρίπης είχε άμεσο αντίκτυπο στα ποσοστά μισθών στον μεταποιητικό τομέα κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τη γρίπη του 1918.
Η υπόθεση βασίζεται σε ένα απλό οικονομικό μοντέλο της αγοράς εργασίας: Η μείωση της προσφοράς εργαζομένων στον μεταποιητικό τομέα που προήλθε από θνησιμότητα, αύξησε το μοναδιαίο προϊόν εργασίας και κεφαλαίου ανά εργαζόμενο, αυξάνοντας έτσι τους πραγματικούς μισθούς.
Βραχυπρόθεσμα, ο εγκλωβισμός των εργαζομένων απέτρεψε την εξισορρόπηση των μισθών, καθώς δεν ήταν εύκολο να υπάρξει αντικατάσταση της σχετικά ακριβότερης εργασίας.
Μια άλλη ανισορροπία που εμφανίστηκε, αν και η εικόνα είναι πλασματική, ήταν η αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετά την πανδημία.
Ουσιαστικά, τα κράτη με υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας είχαν μεγαλύτερη αύξηση του κεφαλαίου ανά εργαζόμενο, και έτσι παραγωγή ανά εργαζόμενο και υψηλότερα εισοδήματα μετά την πανδημία.
Βέβαια, μακροπρόθεσμα οι γεννήσεις έφεραν την εξισορρόπηση που ήταν αναγκαία, ενώ συνολικά υπήρξε και μια μικρή μείωση, λόγω του ότι οι επιπτώσεις της γρίπης στα νεογνά ήταν μεγαλύτερες.
Σύμφωνα με μελέτες, έγκυες γυναίκες που εκτέθηκαν στη γρίπη το 1918 γέννησαν παιδιά που είχαν μεγαλύτερα ιατρικά προβλήματα αργότερα στη ζωή.
Έτσι, οι δαπάνες για επιδόματα υγείας ενός ατόμου αυξήθηκαν σε σχέση με το ανθρώπινο κεφάλαιο και την παραγωγικότητά του, και επομένως τους μισθούς και τα έσοδα.
Βραχυπρόθεσμος ο αντίκτυπος
Τα περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας της γρίπης του 1918 ήταν βραχυπρόθεσμες.
Πολλές επιχειρήσεις, ειδικά εκείνες στον τομέα των υπηρεσιών και της ψυχαγωγίας, υπέστησαν διψήφια απώλεια εσόδων.
Άλλες επιχειρήσεις που εξειδικεύονταν σε προϊόντα υγειονομικής περίθαλψης παρουσίασαν αύξηση των εσόδων.
Ορισμένες ακαδημαϊκές έρευνες δείχνουν ότι η πανδημία της γρίπης του 1918 προκάλεσε έλλειψη εργασίας που είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερους μισθούς (τουλάχιστον προσωρινά) για τους εργαζόμενους, αν και δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι αυτό το όφελος αντιστάθμισε το κόστος από την τεράστια απώλεια ζωής και τη συνολική οικονομική δραστηριότητα.
Οι μέχρι τώρα επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει θέσει σε συναγερμό την παγκόσμια οικονομία, καθώς κάθε χώρα προσπαθεί να καταπολεμήσει την εξάπλωσή της, ενώ συγχρόνως λαμβάνει μέτρα για να περιορίσει τις επιπτώσεις στην οικονομία.
Όμως η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική, δεδομένου ότι οι κυβερνήσεις πλέον μπορούν να δανείζονται αφειδώς, οι Κεντρικές Τράπεζες να τυπώνουν χρήματα απεριόριστα, έχοντας αφήσει στην ιστορία τον κανόνα του Χρυσού.
Εντούτοις, το 2020 ο κόσμος θα βιώσει μια άνευ προηγουμένου ύφεση, με τα επίμαχα τρίμηνα του έτους (2ο και 4ο) να παραπέμπουν σε καιρούς πολέμου.
Παράλληλα, οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν πιο εκρηκτική αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καθώς τα μέτρα στήριξης που έχουν ανακοινωθεί σε όλο τον κόσμο εκτιμώνται τώρα σε πάνω από 11 τρισ. δολάρια αντί 8 τρισ. δολαρίων τον Απρίλιο.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια μία επίσης πιο εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο προβλέπεται ότι θα υπερβεί για πρώτη φορά το 100% του ΑΕΠ και για τις αναπτυγμένες οικονομίες θα υπερβεί το 130% του ΑΕΠ.
Παράλληλα, πάνω από το 95% των χωρών του κόσμου εκτιμάται ότι θα έχουν φέτος μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματός τους, με αποτέλεσμα να ανακοπεί η σημαντική πρόοδος που είχε σημειωθεί στη μείωση της ακραίας φτώχειας στον κόσμο από τη δεκαετία του 1990.
Επιπτώσεις της σύγχρονης πανδημίας
Το δυνητικό οικονομικό κόστος και οι θάνατοι από μια σύγχρονη πανδημία υποδηλώνουν ένα αρχικό κόστος αρκετών εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και τους θανάτους εκατοντάδων χιλιάδων έως αρκετών εκατομμυρίων ανθρώπων.
Και αυτό μπορεί να συνοψιστεί στο εξής:
• Δεδομένης της θετικής συσχέτισης μεταξύ της πυκνότητας του πληθυσμού και της θνησιμότητας, οι πόλεις είναι πιθανό να έχουν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από τις αγροτικές περιοχές.
• Οι μη λευκές ομάδες στο σύνολό τους έχουν περισσότερες πιθανότητες θανάτου επειδή περίπου το 90% όλων των μη λευκών ζουν σε αστικές περιοχές
• Η υγειονομική περίθαλψη είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση, αποτρέποντας την αύξηση των ποσοστών θνησιμότητας
• Ένα μεγαλύτερο ποσοστό οικογενειών με ασφάλιση ζωής θα μετριάσει τις οικονομικές επιπτώσεις από την απώλεια ενός κύριου εισοδήματος
• Οι τοπικές καραντίνες ενδέχεται να βλάψουν τις επιχειρήσεις βραχυπρόθεσμα, ενώ οι εργαζόμενοι πιθανότατα θα απολυθούν
• Ορισμένες επιχειρήσεις ενδέχεται να υποστούν απώλειες εσόδων άνω του 50%, ενώ άλλες, όπως εκείνες που παρέχουν υπηρεσίες υγείας και προϊόντα, ενδέχεται να παρουσιάσουν αύξηση των εσόδων.
Εάν η πανδημία προκαλέσει έλλειψη εργαζομένων, θα μπορούσε να υπάρξει προσωρινή αύξηση των μισθών για τους υπαλλήλους σε ορισμένες βιομηχανίες.
• Οι κυβερνήσεις έχουν δείξει αδυναμία να αντιμετωπίσουν καταστροφές στο παρελθόν.
Η ετοιμότητα όμως του ιδιωτικού τομέα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με την περίοδο της ισπανικής γρίπης του 1918, έτσι είναι πιθανό να μετριάσουν τις επιπτώσεις μιας σύγχρονης πανδημίας.
www.bankingnews.gr
Είναι ενδιαφέρον όμως να δούμε ποια είναι τα δεδομένα και αν αυτά πρέπει να συγκριθούν μεταξύ τους.
Η ισπανική γρίπη του 1918 μόλυνε το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού και σκότωσε τουλάχιστον 50 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με το αμερικανικό Κέντρο Πρόληψης και Αντιμετώπισης Ασθενειών (CDC).
Μάλιστα η επιδημία είχε χτυπήσει στις αρχές του 20ου αιώνα όταν δεν υπήρχαν ούτε εμβόλια, ούτε αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση δευτερογενών λοιμώξεων, που αναπόφευκτα εμφανίστηκαν στους ασθενούντες από τη γρίπη.
Η τότε κοινωνία προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση, έλαβε μέτρα παρόμοια με τα τωρινά, όπως η επιβολή καραντίνας και η ενίσχυση της προσωπικής υγιεινής.
Στο σήμερα, ο κορωνοϊός έχει ήδη μολύνει τουλάχιστον 51 εκατομμύρια ανθρώπους και ευθύνεται για το θάνατο τουλάχιστον 1,2 εκατ. ανθρώπων παγκοσμίως, σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο John Hopkins.
Σαφώς εκ πρώτης όψεως τα νούμερα δεν αντέχουν κριτικής, καθώς η ισπανική γρίπη ήταν πολύ πιο φονική έναντι του κορωνοϊού, όμως δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την σχεδόν επί έναν αιώνα πρόοδο της επιστήμης στην αντιμετώπιση των ασθενειών.
Το συνέβη όμως σε οικονομικό επίπεδο, δεδομένου ότι τα μέτρα που ελήφθησαν και στις δύο περιπτώσεις ήταν λίγο έως πολύ παρόμοια;
Οικονομικές επιπτώσεις της ισπανικής γρίπης
Οι περισσότερες έρευνες που έχουν δημοσιευτεί εξετάζουν την άμεση (βραχυπρόθεσμη) επίδραση των θανάτων από τη γρίπη στους μισθούς παραγωγής στις πόλεις και τις πολιτείες των ΗΠΑ για την περίοδο 1914 έως 1919, καθώς εκεί η συλλογή στοιχείων ήταν καλύτερη.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η θνησιμότητα της γρίπης είχε άμεσο αντίκτυπο στα ποσοστά μισθών στον μεταποιητικό τομέα κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τη γρίπη του 1918.
Η υπόθεση βασίζεται σε ένα απλό οικονομικό μοντέλο της αγοράς εργασίας: Η μείωση της προσφοράς εργαζομένων στον μεταποιητικό τομέα που προήλθε από θνησιμότητα, αύξησε το μοναδιαίο προϊόν εργασίας και κεφαλαίου ανά εργαζόμενο, αυξάνοντας έτσι τους πραγματικούς μισθούς.
Βραχυπρόθεσμα, ο εγκλωβισμός των εργαζομένων απέτρεψε την εξισορρόπηση των μισθών, καθώς δεν ήταν εύκολο να υπάρξει αντικατάσταση της σχετικά ακριβότερης εργασίας.
Μια άλλη ανισορροπία που εμφανίστηκε, αν και η εικόνα είναι πλασματική, ήταν η αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετά την πανδημία.
Ουσιαστικά, τα κράτη με υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας είχαν μεγαλύτερη αύξηση του κεφαλαίου ανά εργαζόμενο, και έτσι παραγωγή ανά εργαζόμενο και υψηλότερα εισοδήματα μετά την πανδημία.
Βέβαια, μακροπρόθεσμα οι γεννήσεις έφεραν την εξισορρόπηση που ήταν αναγκαία, ενώ συνολικά υπήρξε και μια μικρή μείωση, λόγω του ότι οι επιπτώσεις της γρίπης στα νεογνά ήταν μεγαλύτερες.
Σύμφωνα με μελέτες, έγκυες γυναίκες που εκτέθηκαν στη γρίπη το 1918 γέννησαν παιδιά που είχαν μεγαλύτερα ιατρικά προβλήματα αργότερα στη ζωή.
Έτσι, οι δαπάνες για επιδόματα υγείας ενός ατόμου αυξήθηκαν σε σχέση με το ανθρώπινο κεφάλαιο και την παραγωγικότητά του, και επομένως τους μισθούς και τα έσοδα.
Βραχυπρόθεσμος ο αντίκτυπος
Τα περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας της γρίπης του 1918 ήταν βραχυπρόθεσμες.
Πολλές επιχειρήσεις, ειδικά εκείνες στον τομέα των υπηρεσιών και της ψυχαγωγίας, υπέστησαν διψήφια απώλεια εσόδων.
Άλλες επιχειρήσεις που εξειδικεύονταν σε προϊόντα υγειονομικής περίθαλψης παρουσίασαν αύξηση των εσόδων.
Ορισμένες ακαδημαϊκές έρευνες δείχνουν ότι η πανδημία της γρίπης του 1918 προκάλεσε έλλειψη εργασίας που είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερους μισθούς (τουλάχιστον προσωρινά) για τους εργαζόμενους, αν και δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι αυτό το όφελος αντιστάθμισε το κόστος από την τεράστια απώλεια ζωής και τη συνολική οικονομική δραστηριότητα.
Οι μέχρι τώρα επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει θέσει σε συναγερμό την παγκόσμια οικονομία, καθώς κάθε χώρα προσπαθεί να καταπολεμήσει την εξάπλωσή της, ενώ συγχρόνως λαμβάνει μέτρα για να περιορίσει τις επιπτώσεις στην οικονομία.
Όμως η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική, δεδομένου ότι οι κυβερνήσεις πλέον μπορούν να δανείζονται αφειδώς, οι Κεντρικές Τράπεζες να τυπώνουν χρήματα απεριόριστα, έχοντας αφήσει στην ιστορία τον κανόνα του Χρυσού.
Εντούτοις, το 2020 ο κόσμος θα βιώσει μια άνευ προηγουμένου ύφεση, με τα επίμαχα τρίμηνα του έτους (2ο και 4ο) να παραπέμπουν σε καιρούς πολέμου.
Παράλληλα, οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν πιο εκρηκτική αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καθώς τα μέτρα στήριξης που έχουν ανακοινωθεί σε όλο τον κόσμο εκτιμώνται τώρα σε πάνω από 11 τρισ. δολάρια αντί 8 τρισ. δολαρίων τον Απρίλιο.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια μία επίσης πιο εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο προβλέπεται ότι θα υπερβεί για πρώτη φορά το 100% του ΑΕΠ και για τις αναπτυγμένες οικονομίες θα υπερβεί το 130% του ΑΕΠ.
Παράλληλα, πάνω από το 95% των χωρών του κόσμου εκτιμάται ότι θα έχουν φέτος μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματός τους, με αποτέλεσμα να ανακοπεί η σημαντική πρόοδος που είχε σημειωθεί στη μείωση της ακραίας φτώχειας στον κόσμο από τη δεκαετία του 1990.
Επιπτώσεις της σύγχρονης πανδημίας
Το δυνητικό οικονομικό κόστος και οι θάνατοι από μια σύγχρονη πανδημία υποδηλώνουν ένα αρχικό κόστος αρκετών εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και τους θανάτους εκατοντάδων χιλιάδων έως αρκετών εκατομμυρίων ανθρώπων.
Και αυτό μπορεί να συνοψιστεί στο εξής:
• Δεδομένης της θετικής συσχέτισης μεταξύ της πυκνότητας του πληθυσμού και της θνησιμότητας, οι πόλεις είναι πιθανό να έχουν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από τις αγροτικές περιοχές.
• Οι μη λευκές ομάδες στο σύνολό τους έχουν περισσότερες πιθανότητες θανάτου επειδή περίπου το 90% όλων των μη λευκών ζουν σε αστικές περιοχές
• Η υγειονομική περίθαλψη είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση, αποτρέποντας την αύξηση των ποσοστών θνησιμότητας
• Ένα μεγαλύτερο ποσοστό οικογενειών με ασφάλιση ζωής θα μετριάσει τις οικονομικές επιπτώσεις από την απώλεια ενός κύριου εισοδήματος
• Οι τοπικές καραντίνες ενδέχεται να βλάψουν τις επιχειρήσεις βραχυπρόθεσμα, ενώ οι εργαζόμενοι πιθανότατα θα απολυθούν
• Ορισμένες επιχειρήσεις ενδέχεται να υποστούν απώλειες εσόδων άνω του 50%, ενώ άλλες, όπως εκείνες που παρέχουν υπηρεσίες υγείας και προϊόντα, ενδέχεται να παρουσιάσουν αύξηση των εσόδων.
Εάν η πανδημία προκαλέσει έλλειψη εργαζομένων, θα μπορούσε να υπάρξει προσωρινή αύξηση των μισθών για τους υπαλλήλους σε ορισμένες βιομηχανίες.
• Οι κυβερνήσεις έχουν δείξει αδυναμία να αντιμετωπίσουν καταστροφές στο παρελθόν.
Η ετοιμότητα όμως του ιδιωτικού τομέα είναι μεγαλύτερη σε σχέση με την περίοδο της ισπανικής γρίπης του 1918, έτσι είναι πιθανό να μετριάσουν τις επιπτώσεις μιας σύγχρονης πανδημίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών