Η κλιματική αλλαγή είναι ένα θέμα που συζητείται έντονα κατά την τρέχουσα αναθεώρηση της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Παρότι η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde και οι συνάδελφοί της προτιμούν ισχυρά εργαλεία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι περισσότεροι διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών φαίνεται να είναι αντίθετοι με την ένταξη των κλιματικών ζητημάτων στη νομισματική πολιτική.
Το βασικό ερώτημα είναι το εξής: πρέπει η ΕΚΤ να συνεχίσει να αντιμετωπίζει τα ομόλογα και τα τραπεζικά δάνεια των εταιρειών έντασης άνθρακα ως περιουσιακά στοιχεία ή εξασφαλίσεις ή θα πρέπει να τα περιστείλει;
Τα γεγονότα
Στο πλαίσιο του τρέχοντος προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ αγοράζει εταιρικά ομόλογα ανάλογα με τη διαθεσιμότητά τους στην αγορά.
Οι εταιρείες έντασης άνθρακα, όπως οι πετρελαϊκές και αυτοκινητοβιομηχανίες, συνήθως είναι και εντάσεως κεφαλαίου και, συνεπώς, εκδίδουν περισσότερα εταιρικά ομόλογα.
Ως αποτέλεσμα, αναλογικά, η ΕΚΤ στρέφεται περισσότερο προς «βρόμικες» εταιρείες σε σύγκριση με εταιρείες χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Με αυτά και με αυτά, η ΕΚΤ δικαίως θεωρείται μια «καφέ τράπεζα».
Εντολή
Θα μπορούσε η ΕΚΤ να αλλάξει πολιτική;
Υπάρχουν γενικά τρεις επιλογές:
α)Η κύρια εντολή της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών.
Εάν η ΕΚΤ αποδείξει ότι η κλιματική αλλαγή έχει αντίκτυπο στον πληθωρισμό (π.χ. μέσω της αύξησης των τιμών των τροφίμων λόγω ξηρασίας), θα πρέπει να επαγρυπνεί και να προετοιμάσει την κατάλληλη νομισματική απάντηση για να μειώσει τις πιθανές πιέσεις.
Παρόλο που ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στον πληθωρισμό φαίνεται απομακρυσμένος, αποτελεί ήδη μέρος της νομισματικής πολιτικής.
β)Η ΕΚΤ οφείλει να τηρεί τη σταθερότητα των τιμών.
Η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο των γενικών οικονομικών πολιτικών της ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχει ως στόχο τον περιορισμό των εκπομπών άνθρακα κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030.
Η ΕΚΤ μπορεί να υποστηρίξει την πολιτική της ΕΕ για το κλίμα μειώνοντας τις εκπομπές άνθρακα στο χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων και εξασφαλίσεων για σκοπούς νομισματικής πολιτικής.
γ)Η ΕΚΤ θα μπορούσε να συμπεριλάβει εκτίμηση του κινδύνου για το κλίμα στις πράξεις νομισματικής πολιτικής της.
Οι εταιρείες με υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα αντιμετωπίζουν αυξανόμενους φόρους, γεγονός που εντείνει τον κίνδυνο απομείωσής τους.
Επιπλέον, ο κίνδυνος για το κλίμα αποτελεί μείζον ζήτημα για τα καθήκοντα εποπτείας και χρηματοοικονομικής σταθερότητας της ΕΚΤ.
Stress test για τις ολλανδικές τράπεζες, για παράδειγμα, έδειξαν ότι οι απώλειες θα μπορούσαν να ανέλθουν στο 4% -63% του βασικού κεφαλαίου για 100 έως 200 ευρώ ανά τόνο φόρου άνθρακα.
Επομένως, η ΕΚΤ θα πρέπει να αγοράζει λιγότερα ομόλογα εταιρειών μη φιλικών προς το περιβάλλον.
Κατανομή
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για τη μείωση της υπερβολικής τοποθέτησης σε εταιρείες με υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να γίνει ένα πρώτο βήμα για να μετατραπεί η ΕΚΤ από «καφέ» σε «πράσινη».
Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ θα μπορούσε να προσαρμόσει τα κριτήρια επιλεξιμότητας για περιουσιακά στοιχεία και εξασφαλίσεις με γενικό τρόπο, χρησιμοποιώντας έναν διαφανή και αντικειμενικό δείκτη, όπως οι εκπομπές άνθρακα.
www.bankingnews.gr
Bruegel: H EKT πρέπει να κάνει ένα «πράσινο» αποφασιστικό βήμα
Η ΕΚΤ πρέπει να παύσει να υποστηρίζει εταιρείες με υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αναφέρει το Ινστιτούτο Bruegel
Σχόλια αναγνωστών