Το «βυθόμετρο» της ύφεσης κρατούν ο τουρισμός, το λιανεμπόριο και η εστίαση καθώς το ο μέγεθος των απωλειών των κλάδων τα επόμενα τρίμηνα θα καθορίσουν την έκταση της ζημιάς στην οικονομία για ολόκληρη τη χρονιά.
Καθοριστικό ρόλο θα παίξουν επίσης οι προκαταβολές ύψους 2,1 δισ. ευρώ που διεκδικεί η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης και μπορούν να χρηματοδοτήσουν αναδρομικά έργα που ξεκίνησαν από την 1η Φεβρουαρίου του 2021.
Ταμείο Ανάκαμψης
Αλλά το θέμα είναι μην καθυστερήσουν άλλο αυτοί οι πόροι και έρθουν μετά τον Ιούλιο που θεωρείται κομβικός μήνας για τα projects που θα τρέξουν στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και θα κάνουν την διαφορά στο ΑΕΠ. Έχει ήδη χαθεί πολύτιμο έδαφος από τα lockdown στην αγορά των δύο πρώτων μηνών ενώ τα περιοριστικά μέτρα συνεχίζονται γεγονός που έχει ανεβάσει στο κόκκινο την αγωνία στο οικονομικό επιτελείο για τον αν θα καταφέρει να κερδίσει το στοίχημα για ανάπτυξη με ταχύτητες κοντά στο 3% από 4,8% που ήταν η αρχική πρόβλεψη.
Τούτο θα εξαρτηθεί από το πότε θα «ανεβάσουν ρολά» το λιανεμπόριο και η εστίαση για να περιοριστεί το υφεσιακό σπιράλ στην οικονομία και να δοθούν οι ανάλογες ανάσες στα κρατικά ταμεία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για κάθε 15 μέρες που παραμένει κλειστό το λιανεμπόριο στις κόκκινες περιοχές ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας επιβραδύνεται κατά 0,8% με0,9% ενώ το πρωτογενές έλλειμμα αυξάνεται κατά 0,7% του ΑΕΠ.
Κλειδί η πορεία του τουρισμού
Όλες οι ελπίδες εναποτίθενται στην πορεία του θερινού τουρισμού που παραδοσιακά έχει μεγάλο μερίδιο συμμετοχής στο ΑΕΠ με την άμεση και έμμεση συμβολή του να φθάνει το 30%.
Το βασικό σενάριο του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει ότι οι τουριστικές εισπράξεις φέτος θα κινηθούν στο 40%-60% εκείνων του 2019 δηλαδή τα έσοδα να κινηθούν τα στα επίπεδα των 9-10 δις. ευρώ από 4 δις. ευρώ πέρυσι ενώ σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο αν οι εισπράξεις περιοριστούν στο 40% (7- 8 δις. ευρώ) οι απώλειες σε σχέση με το 2019 θα ξεπεράσουν τα 10 δις. ευρώ κατεβάζοντας κατά 1,5% τη ταχύτητα της ανάπτυξης.
Πάντως όσον αφορά στην ύφεση 8,2% το 2020 που είναι η μεγαλύτερη μετά το 2011 και μεταφράζεται σε απώλειες στο ΑΕΠ περίπου 17,6 δισ. ευρώ η ανάλυση των στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής δείχνει ότι οι δυνάμεις που φρέναραν τη συρρίκνωση είναι:
-Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική του δημοσίου με τις ενισχύσεις σε εργαζόμενους, επαγγελματίες και μικρομεσαίους που είχαν σαν αποτέλεσμα την αναπλήρωση μεγάλου μέρους των απωλειών στα εισοδήματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά την κρίση οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας δεν βούλιαξαν εμφανίζοντας οριακή πτώση της τάξης των 545 εκ. ευρώ καθ όλη τη διάρκεια του έτους αφού σε απόλυτα ποσά διαμορφώθηκαν στα 67,604 δις. ευρώ από 68,149 δις. ευρώ το 2019.
-Το μερικό άνοιγμα της αγοράς στο τελευταίο τρίμηνο του έτους που είχε σαν αποτέλεσμα να διασωθεί ένα σημαντικό κομμάτι του τζίρου κυρίως του Χριστουγεννιάτικου που αντιστοιχεί στο 10% του ετήσιου τζίρου και ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου το μερίδιο του φτάνει στο 20%.
-Η ραγδαία μείωση των εισαγωγών προφανώς λόγω της πτώσης της κατανάλωσης και της παγωμάρας στην εφοδιαστική αλυσίδα. Τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών συρρικνώθηκαν κατά 11,173 δις. ευρώ με το συνολικό ποσό να κατρακυλάει πέρυσι στα 65,362 δις. ευρώ έναντι 76,535 δις. ευρώ το 2019.
Στην αντίποδα η ύφεση τροφοδοτήθηκε:
Από το δραστικό περιορισμό της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Τα νοικοκυριά όχι μόνο λόγω των κλειστών καταστημάτων αλλά και της ανασφάλειας για την επόμενη ημέρα «έκοψαν έξοδα» περιορίζοντας τις αγορές τους στα άκρως αναγκαία.
Η συντηρητική ψυχολογία μεταφρασμένη σε αριθμούς δείχνει ότι τα νοικοκυριά ψαλίδισαν κατά 7,686 δις. ευρώ τις καταναλωτικές τους δαπάνες με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό να «κατέβει» στα 119,146 δις. ευρώ όταν το 2019 ήταν 126,832 δις. ευρώ.
Από την περιδίνηση των εξαγωγών, καθώς η αξία τους υποχώρησε κατά 20,438 δισ. ευρώ στα 52,974 δισ. ευρώ έναντι 73,412 δις. ευρώ το 2019.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών