Ειδικότερα, στην σημερινή 12 Μαΐου 2021, 9σέλιδη ανάλυσή της με τίτλο «Small Economies, Old Challenges and New Opportunities» (Μικρές οικονομίες, παλαιές προκλήσεις και νέες ευκαιρίες που σας παρουσιάζει το bankingnews.gr, η Goldman Sachs σχολιάζει τα σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που κατέθεσαν τόσο η Ελλάδα όσο και η Πορτογαλία.
Σύμφωνα με την ίδια, το Ταμείο Ανάκαμψης παρέχει σημαντική δημοσιονομική στήριξη 18% και 9% του ΑΕΠ, αντίστοιχα, για την περίοδο 2021-
Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης (RF), το οποίο συνδυάζει τις επενδύσεις με τις μεταρρυθμίσεις, έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα στη Νότια Ευρώπη, καθώς παρέχει στην Ελλάδα και την Πορτογαλία πολύ αναγκαία στήριξη μετά από μια δεκαετία απογοητευτικής αύξησης της παραγωγής και αύξησης της παραγωγικότητας σε σύγκριση με την υπόλοιπη ΕΕ.
Η υποτονική δραστηριότητα εγχώριων επενδύσεων τα τελευταία 5 χρόνια αποτελεί τη ρίζα αυτής της χαμηλής απόδοσης.
Οι ελληνικές και πορτογαλικές κυβερνήσεις θα επωφεληθούν από μια σημαντική δημοσιονομική ώθηση και θα σχεδιάσουν να χρησιμοποιήσουν μεγάλο μέρος των δανείων του Ταμείου για τη στήριξη και τη συγχρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων.
Το μείγμα της επιτυχίας
Ο αντίκτυπος στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και παραγωγικότητα εξαρτάται σημαντικά από τον συνδυασμό επενδύσεων με ένταση κεφαλαίου και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η Ελλάδα και η Πορτογαλία έχουν εντοπίσει ένα μεγάλο σύνολο θεσμικών μεταρρυθμίσεων (68 και 37, αντίστοιχα) που στοχεύουν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της κυβέρνησης, του δικαστικού συστήματος και της αγοράς εργασίας.
Η μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ελληνικής κυβέρνησης και η μακροχρόνια συναίνεση της μειοψηφικής πορτογαλικής κυβέρνησης τους αφήνουν επί του παρόντος σε καλή θέση για να προωθήσουν αυτές τις μεταρρυθμίσεις, αναφέρει η Goldman Sachs.
Χρόνιες προκλήσεις, νέες ευκαιρίες
Η Ελλάδα και η Πορτογαλία υπέβαλαν τα εθνικά τους σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (NRRP) στην Επιτροπή της ΕΕ για αξιολόγηση.
Τα δύο σχέδια - αξίας 31 δισ. ευρώ και 20 δισ. ευρώ - αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό 18% και 9% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, αντίστοιχα.
Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης (RF) παρέχει επομένως την ευκαιρία στις δύο χώρες να καλύψουν το χάσμα με την ΕΕ των 27 που προέκυψε τα 5 χρόνια πριν από την πανδημία.
Η Ελλάδα και η Πορτογαλία είδαν την οικονομική τους απόδοση να υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ27 τα τελευταία 20 χρόνια.
Μετά την προσωρινή αναπτυξιακή έκρηξη πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας έχει μειωθεί, σε σχετικούς όρους, στο σχεδόν 55% του μέσου όρου της ΕΕ των 27.
Εν τω μεταξύ, η Πορτογαλία έχει βιώσει μια λιγότερο βαθιά, αλλά παρόλα αυτά εξίσου επίμονη, πτώση.
Οι καθυστερημένες οικονομικές επιδόσεις μεταξύ αυτών των δύο χωρών και της υπόλοιπης ΕΕ αντικατοπτρίζουν ένα σταθερά χαμηλότερο επίπεδο επενδύσεων και μια σχετική συμπίεση στην αύξηση της παραγωγικότητας.
Επιπλέον, ο δημοσιονομικός χώρος στις δύο χώρες φαίνεται περιορισμένος.
Παρόλο που η Πορτογαλία και η Ελλάδα έχουν πληγεί σοβαρά από την πανδημία, αντιμετωπίζουν μικρότερα δημοσιονομικά ελλείμματα στην ΟΝΕ, εξαιτίας της δημοσιονομικής τους επίδοσης πριν από την πανδημία.
Δεδομένης της περιορισμένης δημοσιονομικής ικανότητας, λόγω των μνημονίων, με το συνδυασμό των εθνικών προτεραιοτήτων και των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής της ΕΕ, παρέχουν στην Ελλάδα και την Πορτογαλία τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο για τη δημιουργία μιας βιώσιμης ανάκαμψης.
Πρώτον, το τεράστιο μέγεθος των δύο σχεδίων είναι αρκετά μεγάλο (18% στην Ελλάδα και 9% του ΑΕΠ στην Πορτογαλία) για να υποστηρίξει τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές στις οικονομίες μέσω της αύξησης και της ενίσχησης του κεφαλαίου.
Δεύτερον, οι δύο χώρες μπορούν να αξιοποιήσουν την έμφαση του Ταμείου κατά μήκος των ψηφιακών και πράσινων διαστάσεων μετάβασης.
Η Ελλάδα σκοπεύει να επενδύσει σχετικά περισσότερα στην πράσινη μετάβαση της οικονομίας της, ενώ η Πορτογαλία στοχεύει στην ψηφιοποίηση της παραγωγικής της δομής, επίσης μέσω συντονισμένης στρατηγικής με την Ισπανία για την επέκταση της κάλυψης του δικτύου 5G.
Εκτός από την ψηφιοποίηση και την πράσινη μετάβαση, και τα δύο σχέδια έχουν παρόμοια έμφαση στη στήριξη της επανεκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού τους μέσω της κατανομής σχεδόν 2,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στη μεταρρύθμιση των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας.
Επιπλέον, για την αντιμετώπιση της διαρθρωτικής αδυναμίας, η Ελλάδα και η Πορτογαλία θα επικεντρωθούν στη «συσσώρευση» ιδιωτικών επενδύσεων και στην επέκταση του αντίκτυπου του προγράμματος στις οικονομίες τους.
Η Ελλάδα έχει χαράξει μια πολύ φιλόδοξη στρατηγική δεσμεύοντας ολόκληρο το κομμάτι των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (7% του ΑΕΠ) για τη συγχρηματοδότηση έως και του 50% των ιδιωτικών επενδυτικών σχεδίων σύμφωνα με τους γενικούς στόχους του ευρωπαϊκού προγράμματος.
Ο οικονομικός αντίκτυπος του Ταμείου στην Ελλάδα και την Πορτογαλία σχετίζεται στενά με το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του.
Και οι δύο χώρες σκοπεύουν να ξεκινήσουν με επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από επιχορηγήσεις, με την πορτογαλική κυβέρνηση να προτείνει τη συμπλήρωση επιχορηγήσεων με δάνεια από την αρχή του προγράμματος το 2021.
Στη συνέχεια, και οι δύο κυβερνήσεις φαίνονται πιο προσεκτικές για την ικανότητά τους να εφαρμόζουν επενδύσεις.
Στην πραγματικότητα, το προγραμματισμένο χρονοδιάγραμμα χρηματοδότησης, αν και μη γραμμικό, είναι πιο ομαλό από αυτό που έχουν σχεδιάσει η Ισπανία και η Ιταλία.
Τέλος, η Πορτογαλία είναι πολύ πιο συντηρητική από την Ελλάδα στην προγραμματισμένη λήψη δανείων, με συνολικό ποσό 2,7 δισ. ευρώ που θα μπορούσε να επεκταθεί κατά άλλα 2,3 δισ. ευρώ, διατηρώντας έτσι το συνολικό κονδύλιο NRRP σε σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο από την Ελλάδα (9% έναντι 18% του ΑΕΠ).
Επενδυτικό χάσμα
Όπως επισημαίνει η Goldman Sachs, το χρονοδιάγραμμα της υλοποίησης των επενδύσεων έχει σημασία για την υποστήριξη των πρώτων σταδίων της ανάκαμψης και για τη δημιουργία των βάσεων για διαρθρωτικές αλλαγές.
Για να γίνει αυτό, τα σχέδια πρέπει να αρχίσουν να κλείνουν το επενδυτικό κενό και στις δύο οικονομίες.
Συγκεκριμένα, το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία που συντονίστηκε από τον βραβευμένο με Νόμπελ Χριστόφορο Πισσαρίδη επεσήμανε ότι το χαμηλό επίπεδο συσσώρευσης κεφαλαίου στην Ελλάδα οφείλεται ουσιαστικά στη χαμηλή επενδυτική τάση του ιδιωτικού τομέα.
Με τις επιχορηγήσεις να χρησιμοποιούνται πρώτα και τα δάνεια να αυξάνονται ολοένα από το 2023 και μετά, και οι δύο χώρες σχεδιάζουν να παράσχουν εκτεταμένη δημοσιονομική υποστήριξη για μια ανάκαμψη που οδηγείται από επενδύσεις που θα βασίζονται όλο και περισσότερο στον ιδιωτικό τομέα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Goldman Sachs εκτιμά ότι, κατά μέσο όρο, το άμεσο αποτέλεσμα του Ταμείου θα είναι η αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% στην Ελλάδα και 1,4% στην Πορτογαλία κατά τη διάρκεια του 2021-26, δίνοντας μια αθροιστική ώθηση που θα φτάσει το 7% περίπου στην Ελλάδα και το 5% στην Πορτογαλία.
Δύο βασικοί παράγοντες ξεχωρίζουν για την εκτίμηση του αντίκτυπου της δημοσιονομικής στήριξης σχεδίου ανάκαμψης στις οικονομίες της Ελλάδας και της Πορτογαλίας.
Πρώτον, η συντριπτική πλειονότητα των σχεδίων (πάνω από το 80% του συνόλου) σχετίζεται με επενδύσεις και οι πολλαπλασιαστές είναι μεγαλύτεροι για τέτοιες δημοσιονομικές δαπάνες.
Δεύτερον, οι προβλέψεις για υψηλότερους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές στην αρχή του προγράμματος επειδή η Ελλάδα και η Πορτογαλία ανακάμπτουν από μια πολύ μεγάλη πτώση του ΑΕΠ.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που οδηγούνται από επενδύσεις
Ο δεύτερος πυλώνας σε κάθε σχέδιο είναι το σύνολο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να μετατραπούν οι πρόσθετες επενδύσεις του προγράμματος της ΕΕ σε μόνιμες βελτιώσεις στην οικονομική παραγωγικότητα.
Η Ελλάδα και η Πορτογαλία ανέλαβαν αυτήν τη δέσμευση προτείνοντας 68 και 37 διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αντίστοιχα, στα εθνικά τους σχέδια.
Εάν η προσπάθεια μεταρρύθμισης αποδειχθεί επιτυχής, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις για την ώθηση της ανάπτυξης, οι ελληνικές και πορτογαλικές κυβερνήσεις αναμένουν να αυξήσουν την πιθανή ανάπτυξη μετά το 2026, λόγω του συνδυασμού επενδύσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, από 0,3 π.μ. και 0,15 π.μ. αντίστοιχα.
Η υιοθέτηση φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα είναι ο κρίσιμος παράγοντας για την ενίσχυση της δυνητικής ανάπτυξης, και οι ελληνικές και πορτογαλικές στρατηγικές φαίνεται να είναι αρκετά παρόμοιες από αυτή την άποψη.
Ο πρώτος στόχος είναι η βελτίωση της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του δικαστικού συστήματος, επίσης χάρη στη σημαντική υποστήριξη για την ψηφιοποίηση.
Η Ελλάδα, ειδικότερα, βλέπει τη μεγαλύτερη ώθηση στην πιθανή ανάπτυξη από τη βελτίωση της εκτέλεσης των συμβάσεων.
Ο άλλος κύριος στόχος μεταρρύθμισης στις δύο χώρες είναι η αγορά εργασίας.
Εκτός από την προώθηση ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας μέσω σημαντικών επενδύσεων, η Ελλάδα σκοπεύει να πραγματοποιήσει ολοκληρωμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα περιλαμβάνουν αλλαγές στο νομικό πλαίσιο για την ατομική και συλλογική εργασία, τους συνδικαλιστικούς κανονισμούς και τον περιορισμό της άτυπης εργασίας.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα απαιτούν εκτεταμένη πολιτική δέσμευση με την πάροδο του χρόνου.
Ενώ κατά την άποψη της Goldman Sachs το Ταμείο θα επιταχύνει την αύξηση κεφαλαίου στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος στην παραγωγικότητα θα εξαρτηθεί από την ικανότητα των εθνικών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Τέλος, η Goldman Sachs διατηρεί εποικοδομητική άποψη για τις δύο χώρες, καθώς η μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ελληνικής κυβέρνησης μειώνει τις ανησυχίες σχετικά με τον πολιτικό κίνδυνο.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών