Παρά την αισιοδοξία, το ελληνικό χρηματιστήριο που εννοείται ότι λειτουργεί ως προεξοφλητικός μηχανισμός δεν ανταποκρίνεται
Παρά την αισιοδοξία το ελληνικό χρηματιστήριο που εννοείται ότι λειτουργεί ως προεξοφλητικός μηχανισμός δεν ανταποκρίνεται.
Παραμένει απονευρωμένο πέριξ των 900 μονάδων και η αγορά συνεχίζει να είναι χαμηλότερα από τα επίπεδα των 950 μονάδων που βρισκόταν στις 24 Ιανουαρίου 2020 (949,20 μον).
Το βασικό λοιπόν ερώτημα είναι ότι το ελληνικό χρηματιστήριο δεν σπεύδει να προεξοφλήσει αυτά τα θετικά νέα που προαναγγέλλει η κυβέρνηση ότι έρχονται.
Οι βασικοί λόγοι γι’ αυτή την επενδυτική αδράνεια στο ελληνικό χρηματιστήριο είναι 10:
1)Η χρηματιστηριακή αγορά έχει αμφιβολίες το κατά πόσο μπορούν να διεξαχθούν αποτελεσματικά περίπου 400 διαγωνισμοί που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης την επόμενη 3ετία.
Οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας δεν έχουν αντιμετωπιστεί, με την κατάσταση να εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από την κλασική ελληνική μετριότητα, και αν μπορούσε να αποτιμηθεί το ελληνικό ΑΕΠ με όρους απόδοσης κεφαλαίου, όχι μόνο απόδοση δεν θα επιτύγχανε, όχι μέρισμα δεν θα διένειμε ως χώρα, αλλά κάθε χρόνο θα δημιουργούσε ελλείμματα.
Την ίδια στιγμή όμως η Ελλάδα από το 2023 θα υποχρεωθεί να επιστρέψει στα πρωτογενή πλεονάσματα και στα μέτρα λιτότητας που επέβαλε το τρίτο μνημόνιο.
2)Οι πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας με όρους ΑΕΠ σε ετήσια βάση δεν ξεπερνούν σε αύξηση το 2% και τεχνηέντως η Ελλάδα θα επιτύχει ανάκαμψη της τάξεως του 3,5% για το 2021 και ίσως 5% για το 2022.
Πρόκειται δηλαδή για μια συγκυριακή ανάκαμψη της οικονομίας και όχι μια επαναλαμβανόμενη σταθερά.
3)Το 2005 με 2007 τα δάνεια που χορηγούσαν οι τράπεζες συνδυαστικά με τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις έφταναν τα 50 δις. ετησίως.
Οπότε τα περίπου 15 δισ. ευρώ που θα είναι η ρευστότητα που θα λαμβάνει η Ελλάδα μαζί με τη μόχλευση των τραπεζικών δανείων δεν αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για ισχυρή ανάκαμψη.
Η περίπτωση του έργου στο Ελληνικό είναι μια απόδειξη ότι η ελληνική γραφειοκρατία δεν μπορεί να νικηθεί εύκολα και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το έργο αυτό συνεχίζει να χρονίζει.
Για να ολοκληρωθεί θα απαιτηθούν ακόμη και ίσως δέκα χρόνια.
4)Οι τραπεζικές μετοχές αναβαθμίστηκαν τους τελευταίους μήνες λόγω της πολιτικές εξυγίανσης και εκκαθάρισης των προβληματικών τους ανοιγμάτων που ακολουθούν οι διοικήσεις, αλλά τα ερωτηματικά για το πόσα τελικά κεφάλαια χρειάζονται παραμένουν.
5)Το DTC, η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση ύψους 14,5 δισ. ευρώ σε σύνολο κεφαλαίων 21 δισ. συνεχίζει να αποτελεί σοβαρό χρηματιστηριακό πρόβλημα.
6)Η σύγκριση των ελληνικών τραπεζών με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές με όρους price to book value και price to earnings καταδεικνύει ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν φτάσει τα χρηματιστηριακά τους όρια σε αυτή τη φάση.
7)Οι αυξήσεις κεφαλαίου της Πειραιώς και της Alpha Bank θα αποδειχθούν προεόρτια για τις αυξήσεις κεφαλαίου που προετοιμάζουν οι τράπεζες έως το τέλος του 2022 και οι οποίες μπορεί να αγγίξουν τα 5 δις. ευρώ.
Ο πραγματικός γύρος των αναπτυξιακών αυξήσεων κεφαλαίου θα ξεκινήσει μέσα με τέλη του 2022.
8)Η σχέση χρέους προς ΑΕΠ στην Ελλάδα έχει δραματικά επιδεινωθεί, ενώ είναι εντυπωσιακό το στοιχείο ότι μαζί με τα repos φτάνει το 218% του ΑΕΠ ενώ το ακόμη πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι το σωρευμένο δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδος για την περίοδο 2020-2021 ξεπερνά τα 32 δισ. του Ταμείο Ανάκαμψης.
9)Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σε επενδυτική βαθμίδα θα πραγματοποιηθεί μέσα στο πρώτο τετράμηνο του 2023, οπότε ακόμη απαιτείται προσπάθεια για να την ανάκαμψη.
10)Το 2023 μετατίθεται και η αναβάθμιση της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς από αναδυόμενη σε ώριμη.
Η αναβάθμιση αυτή θα πρέπει να αναμένεται τον Νοέμβριο του 2023.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών