Γιατί δεν πείθονται οι ξένοι για τράπεζες - Ταμείο Ανάκαμψης - το πολιτικό ρίσκο – ο πληθωρισμός
Νέο επαρκές αφήγημα για τις τράπεζες, την βιομηχανία και τον τουρισμό είναι τα ζητούμενα, σύμφωνα με συμμετέχοντες της αγοράς προκειμένου να επανέλθει η Ελλάδα στα επενδυτικά ραντάρ.
Εκτός, όμως, από το νέο αφήγημα, βασικό εμπόδιο στην οικονομία και το χρηματιστήριο για την ανάληψη υψηλότερου ρίσκου από τους ξένους επενδυτές είναι το πολιτικό ρίσκο, δηλαδή ο κίνδυνος να μην επιτευχθεί αυτοδυναμία μετά από διπλές εκλογές.
Μετά τις εξελίξεις με το ΚΙΝΑΛ, σύμφωνα με μερίδα ξένων επενδυτών, εκ των πραγμάτων, η χώρα έχει εισέλθει σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Και για όσο διάστημα ξεκαθαρίζει, θα διατηρούνται χαμηλές οι επενδυτικές εισροές στο ΧΑ – οι οποίες εξάλλου εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
To bankingnews απευθύνθηκε σε Έλληνα τραπεζίτη και σ ένα ξένο επενδυτή ώστε να εντοπιστούν οι αιτίες για τις οποίες η οδός Αθηνών διατηρείται εγκλωβισμένη στις 880-900 μονάδες μη μπορώντας να πείσει τους ξένους επενδυτές για την ανάπτυξη άνω του 8%, αλλά και την πρόοδο που έχει συντελεστεί τόσο σε εισηγμένες εταιρείες, αλλά και στο πεδίο των κόκκινων δανείων.
Ξεκινώντας από τα τελευταία, οι ελληνικές τράπεζες αν και μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2022, θα έχουν όλες μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων,οι μετοχές τους συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με έκπτωση έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών.
Για ποιούς, όμως, λόγους;
Όπως αναφέρει ξένος επενδυτής με χρόνια παρουσία στην Ελλάδα, όλες οι παρουσιάσεις των ελληνικών τραπεζών στο 9μηνο είναι σχεδόν πανομοιότυπες.
Όλες αναμένουν άνοδο των τραπεζικών εργασιών από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF ) - τα οποία δεν θα τα λάβουν το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά κατά τεκμήριο οι μεγάλες επιχειρήσεις.
Αυτή η προοπτική το προηγούμενο διάστημα δεν ενθουσίασε τους ξένους επενδυτές, διότι σε καμία περίπτωση δεν θεωρούν τα δάνεια, αλλά και τις επιχορηγήσεις του ταμείου πως θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Αντίθετα, οι περισσότεροι ξένοι επενδυτές ήταν καθημερινά επιφυλακτικοί απέναντι τους εκπροσώπους τους στην Ελλάδα, κάθε φορά που αναβαλλόταν η εκταμίευση των ευρωπαϊκών κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σήμερα, η εκταμίευση των κεφαλαίων έχει μετατεθεί για το πρώτο τρίμηνο και οι ξένοι θεωρούν βάσιμα οτι, τα οφέλη δεν θα διαχυθούν σ όλη την ελληνική οικονομία, αλλά σε 20-30 μεγάλες επιχειρήσεις. Επιπλέον, οι επιχορηγήσεις από το ταμείο θεωρούνται, όχι ως πλεονέκτημα, αλλά ως νόθευση του ανταγωνισμού.
Ο δεύτερος λόγος επιφυλάξεων είναι οι αμφιβολίες για τον ελληνικό Τουρισμό.
Παρά την ισχυρή ανάκαμψη του Τουρισμού σε επίπεδα 60-70% ως προς τα ιστορικά έσοδα του 2019, οι επενδυτές γνωρίζουν ήδη πως το πρώτο τρίμηνο θα είναι χαμένο καθώς προέκυψε η μετάλλαξη Όμικρον.
Άλλωστε, μεγάλοι ξενοδοχειακοί όμιλοι έχουν προιδεάσει για τις αναβολές εκδηλώσεων για τον πρώτο μήνα του 2022.
Ο κύριος λόγος της αμφιβολίας, όμως, είναι το γεγονός ότι, η κατάρρευση της τουρικής λίρας έχει δημιουργήσει, εκ των πραγμάτων, ένα ισχυρό ανταγωνιστή για τον ελληνικό Τουρισμό. Μπορεί λοιπόν οι τουριστικοί παράγοντες να επισημαίνουν ότι, η διεθνής τάση είναι να ξοδεύονται όλο και μεγαλύτερα ποσά από τους ταξιδιώτες, ωστόσο ένα μεγάλο κομμάτι των δυνητικών επισκεπτών της Ελλάδας θα σπεύσει να εκμεταλλευθεί τις φθηνές τιμές στην γείτονα χώρα.
Τρίτος παράγοντας αμφιβολιών για την χώρα είναι οι ενεργειακές πιέσεις ( αύξηση των τιμών φυσικού αερίου ), οι παρεπόμενες πληθωριστικές πιέσεις, αλλά κυρίως, η ζημιά που προκαλείται σε μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους.
Το συνολικό αποτέλεσμα είναι ότι, εισηγμένες ενεργειακοί όμιλοι - όπως η Μυτιληναίος – δεν λαμβάνουν τις αποτιμήσεις που δίνουν σε αντίστοιχες εταιρείες του εξωτερικού.
Το ίδιο λ.χ συμβαίνει και με τον όμιλο Βιοχάλκο ο οποίος παραμένει σε μια κεφαλαιοποίηση 1,2 δισ. ευρώ, αν και μια θυγατρική η Cenergy έχει εξαπλωθεί στις ΗΠΑ, ενώ η Elvalhalcor με σημαντική κερδοφορία και εξαγωγές δεν μπορεί να ξεπεράσει σε κεφαλαιοποίηση ούτε τα 700 εκατ. ευρώ. που είχαν δοθεί σε πρόσφατη ιδιωτική τοποθέτηση.
Συμπερασματικά, με τις επιφυλάξεις για Τράπεζες, Τουρισμό και βιομηχανία, ένα μεγάλο μέρος του ΑΕΠ αμφισβητείται ενώ την ίδια ώρα ένα μεγάλο δυναμικό επιχειρήσεων είναι εγκλωβισμένο στα κόκκινα δάνεια, μη μπορώντας να εξασφαλίσει χρηματοδοτήσεις.
Συμπερασματικά, μπορούσε να πει κανείς ότι, το κύριο ζητούμενο από τους ξένους επενδυτές είναι η ελληνική οικονομία να πείσει ότι πηγαίνει καλύτερα ως σύνολο, και όχι τμηματικά. Εφόσον το σύνολο των επιχειρήσεων πηγαίνουν πολύ καλύτερα, τότε αυτό θα αποτυπωθεί παντού. Στην κερδοφορία των τραπεζών, των τουριστικών επιχειρήσεων, της βιομηχανίας στο χρηματιστήριο κλπ.
Από την άλλη πλευρά, η σημερινή απαξίωση της αγοράς, σύμφωνα με Έλληνα Τραπεζίτη θα εξαλειφθεί εφόσον προχωρήσουν αλλαγές στον Γενικό Δείκτη – ο οποίος παραμένει τραπεζοκεντρικός ενώ σε ότι αφορά τις χρηματιστηριακές σύμφωνα με ξένο επενδυτή, μόνο η πλήρης απορρύθμιση θα οδηγούσε περισσότερους επενδυτές, όπως για παράδειγμα η ίδρυση μιας ΕΛΔΕ να είναι δυνατή άμεσα και χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Δημήτρης Παφίλας
dpafilas@yahoo.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών